Ε.Ε.: Επιτυχίες, στραβοπατήματα, ευκαιρίες και απουσίες - Free Sunday
Ε.Ε.: Επιτυχίες, στραβοπατήματα, ευκαιρίες και απουσίες
Οι Ευρωπαίοι δυνατοί στην οικονομία, με προβλήματα στη διεθνή πολιτική.

Ε.Ε.: Επιτυχίες, στραβοπατήματα, ευκαιρίες και απουσίες

Το τελευταίο διάστημα η Ε.Ε. καταγράφει σημαντικές πολιτικές επιτυχίες σε διεθνές επίπεδο, ταυτόχρονα όμως δυσκολεύεται να προσαρμοστεί σε έναν ανταγωνιστικό και σε πολλές περιπτώσεις επικίνδυνο κόσμο.

Στα ζητήματα που έχουν σχέση με τη λειτουργία της οικονομίας και τα πολιτικά και κοινωνικά δικαιώματα έχει το πλεονέκτημα, ενώ στις περιπτώσεις που οι εξελίξεις καθορίζονται από την προβολή στρατιωτικής δύναμης δυσκολεύεται να παρακολουθήσει τις εξελίξεις.

Εκδηλώνονται επίσης μεταξύ των «27» διαφωνίες που στέκονται εμπόδιο στην άμεση και αποτελεσματική εφαρμογή της πολιτικής που έχει συμφωνηθεί.

Στροφή προς την Ε.Ε.

Μετά την Ουκρανία, ο λαός της οποίας αποφάσισε ότι πρέπει να διεκδικήσει ένα καλύτερο μέλλον κάνοντας φιλοευρωπαϊκή πολιτική στροφή, ανάλογη δυναμική αναπτύσσεται στη Λευκορωσία και στη Μολδαβία.

Στη Λευκορωσία επικράτησε στις προεδρικές εκλογές ο σοβιετικού τύπου δικτάτορας Λουκασένκο με ποσοστά «υπαρκτού σοσιαλισμού». Οι πολίτες αντέδρασαν στην εκτεταμένη νοθεία σε βάρος της αντιπάλου του –η οποία υποστηρίζει στενότερη συνεργασία με την Ε.Ε.– και το καθεστώς δυσκολεύεται να επιβάλει την «τάξη».

Η Ε.Ε. κινείται προσεκτικά, για να μη δημιουργηθεί η εντύπωση ότι επιδιώκει να αμφισβητήσει την επιρροή της Ρωσίας στη Λευκορωσία, μια πρώην Σοβιετική Δημοκρατία, η οποία αντιμετωπίζεται από τη Μόσχα ως το λεγόμενο «εγγύς εξωτερικό». Το προηγούμενο της Ουκρανίας, όπου η φιλοευρωπαϊκή στροφή τιμωρήθηκε από τη Ρωσία με την προσάρτηση της Κριμαίας και την ενίσχυση των ρωσόφιλων αυτονομιστών που ελέγχουν την ανατολική περιοχή της χώρας, υποχρεώνει τις Βρυξέλλες σε πολύ προσεκτικές κινήσεις. Δεν θέλουν να τεθεί το δίλημμα «Ε.Ε. ή Ρωσία», για να μη βρεθεί η Λευκορωσία αντιμέτωπη με καταστάσεις ανάλογες με εκείνες της Ουκρανίας.

Δεν υπάρχει όμως αμφιβολία ότι η δημοκρατική αμφισβήτηση του καθεστώτος Λουκασένκο με μεγάλης διάρκειας μαζικές κινητοποιήσεις εκφράζει τη θέληση του λαού για μια διαφορετική πολιτική και ένα ευρωπαϊκό μέλλον.

Στη Λευκορωσία ο λαός κινητοποιείται, αλλά στη Μολδαβία φαίνεται έτοιμος να επιβάλει τους όρους του. Στις πρόσφατες προεδρικές εκλογές επικράτησε με άνεση η πρώην πρωθυπουργός Μάγια Σάντου, υποχρεώνοντας σε ταπεινωτική ήττα τον φιλορώσο Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Το κόμμα της κ. Σάντου ανήκει στην πολιτική οικογένεια του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος (ΕΛΚ), δηλαδή της ευρωπαϊκής κεντροδεξιάς.

Η Μολδαβία είναι μια πολύ φτωχή χώρα, η οποία έχει εγκαταλειφθεί από το 1/3 των κατοίκων της, που πήγαν στο εξωτερικό σε αναζήτηση καλύτερης τύχης. Η επικράτηση της υποψηφίας που υποστηρίζει την ευρωπαϊκή πορεία της χώρας δεν λύνει πλήρως το πολιτικό πρόβλημα, εφόσον το Κοινοβούλιο ελέγχεται ακόμα από δυνάμεις που δίνουν μεγαλύτερη έμφαση στη συνεργασία με τη Ρωσία. Θεωρείται όμως προμήνυμα πολιτικής αλλαγής, επειδή η οικονομία στρέφεται ήδη στην κατεύθυνση της μεγαλύτερης συνεργασίας με τις ευρωπαϊκές χώρες, σε βάρος της παραδοσιακής συνεργασίας με τη Ρωσία. Για να προοδεύσει, η Μολδαβία πρέπει να απαλλαγεί οριστικά από ένα καθεστώς το οποίο στηρίζεται στη σκόπιμη υποβάθμιση των δημοκρατικών θεσμών και στη διαφθορά.

Είναι φανερό ότι με το πέρασμα του χρόνου αναπτύσσεται μια φιλοευρωπαϊκή δυναμική, με τους περισσότερους πολίτες να καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι η μεγάλη ρωσική επιρροή στη χώρα τους δημιουργεί περισσότερα προβλήματα από αυτά που λύνει.

Η Μολδαβία ανοιχτά και η Λευκορωσία πιο αργά και με μεγαλύτερη δυσκολία δείχνουν να ακολουθούν την πορεία που χάραξε η Ουκρανία. Στην αντίληψη των πολιτών τους η Ε.Ε. και η στενότερη συνεργασία μαζί της προσφέρουν τις καλύτερες εγγυήσεις για οικονομική και κοινωνική πρόοδο.

Οι «συμφωνίες του Αβραάμ»

Οι λεγόμενες «συμφωνίες του Αβραάμ» είναι μία εντυπωσιακή επιτυχία του προέδρου Τραμπ, ο οποίος με τη βοήθεια του γαμπρού του, Τζάρεντ Κούσνερ, κατάφερε να προωθήσει τη συνεννόηση του Ισραήλ με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (ΗΑΕ), το Μπαχρέιν, ακόμη και το Σουδάν.

Τα ΗΑΕ και το Μπαχρέιν κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι η συνέχιση μιας προσπάθειας διπλωματικού και οικονομικού αποκλεισμού του Ισραήλ, στο όνομα του παλαιστινιακού αγώνα, δεν έχει νόημα. Από τη σύγκρουση με το Ισραήλ πέρασαν στη διπλωματική αναγνώρισή του και σε εντυπωσιακές συμφωνίες, οι οποίες αφορούν τη φορολογία, τον τραπεζικό τομέα, το εμπόριο, τους αγωγούς, την εμπορική ναυτιλία.

Οι «συμφωνίες του Αβραάμ» ήταν αποτέλεσμα σταδιακής προσέγγισης και λεπτομερειακής διαπραγμάτευσης. Τα ΗΑΕ και το Μπαχρέιν έστειλαν το μήνυμα ότι αναζητούν ισχυρούς συνεργάτες και συμμάχους για να περιορίσουν την επιρροή του Ιράν στην περιοχή και να βάλουν όρια στη νεο-οθωμανική επεκτατική στρατηγική της Τουρκίας.

Πρόκειται για μια μεγάλη διπλωματική επιτυχία του προέδρου Τραμπ, την οποία αναμένεται να αξιοποιήσει και να εμπλουτίσει ο πρόεδρος Μπάιντεν. Οι συμφωνίες εκφράζουν και το μεγάλο ενδιαφέρον των χωρών του Κόλπου για τη Μεσόγειο, στην οποία δραστηριοποιείται με τρόπο που προκαλεί την αντίδρασή τους η Τουρκία. Στην αντίληψή τους, οι στενές σχέσεις με το Ισραήλ θα διευκολύνουν και τη συνεργασία με την Ευρώπη.

Η Ε.Ε. θεωρεί ιδιαίτερα θετική τη συνεργασία των ΗΑΕ και του Μπαχρέιν με το Ισραήλ, ενώ πρόσθετες δυνατότητες προσφέρονται στην Ελλάδα, η οποία έχει ήδη αναπτύξει τη σχέση της με το Ισραήλ και τη συνεργασία Ισραήλ-Αιγύπτου-Κύπρου-Ελλάδας, ιδιαίτερα στον ενεργειακό τομέα.

Η Σαουδική Αραβία δεν συμμετέχει, προς το παρόν, στις «συμφωνίες του Αβραάμ», αλλά δεν χρησιμοποιεί τη σημαντική επιρροή της στην περιοχή για να τις εμποδίσει. Οι Σαουδάραβες έχουν στρατηγικό ανταγωνισμό με το Ιράν, το οποίο αντιμετωπίζουν ως τη βασική απειλή για τα συμφέροντα και την ασφάλειά τους, και είναι βαθύτατα ενοχλημένοι από την πολιτική που ακολουθεί η Τουρκία στην ευρύτερη περιοχή τους και στον αραβικό και μουσουλμανικό κόσμο.

Τη συνεννόηση μεταξύ των χωρών του Κόλπου και του Ισραήλ διευκόλυνε και η αδυναμία της παλαιστινιακής αντίστασης να βρει έναν δημιουργικό ρόλο. Η Χαμάς δίνει πάντα προτεραιότητα στον ένοπλο αγώνα, η Οργάνωση για την Απελευθέρωση της Παλαιστίνης (ΟΑΠ) δεν δείχνει την αναγκαία ευελιξία, ενώ οι ενδοπαλαιστινιακές έριδες έχουν κουράσει τους Άραβες υποστηρικτές τους. Με τις «συμφωνίες του Αβραάμ» γίνεται ένα σημαντικό βήμα για τον περιορισμό της αραβο-ισραηλινής διένεξης σε ισραηλινο-παλαιστινιακή. Η Τουρκία θεωρείται από τους χαμένους της συνεργασίας Αράβων-Ισραήλ. Ασκεί κριτική στην ανάπτυξη των οικονομικών σχέσεων ΗΑΕ και Ισραήλ, η οποία επιστρέφεται, εφόσον η Τουρκία –η οποία θέλει να προβληθεί ως αδιάλλακτος ηγέτης του μουσουλμανικού κόσμου– έχει αναπτυγμένες οικονομικές σχέσεις με το Ισραήλ παρά τις μεταξύ τους πολιτικές διαφορές.

Η Ελλάδα προσπαθεί να αξιοποιήσει τις «συμφωνίες του Αβραάμ», γεγονός που εξηγεί και την πρόσφατη επίσκεψη Μητσοτάκη στο Άμπου Ντάμπι. Τα ΗΑΕ έχουν μεγάλες ενεργειακές και φυσικά οικονομικές δυνατότητες, εφαρμόζουν ένα φιλόδοξο εξοπλιστικό πρόγραμμα, που προβλέπει και την προμήθεια μαχητικών αεροσκαφών 5ης γενιάς τύπου F-35, αντιτίθενται στη στρατηγική της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο και ειδικά στη Λιβύη, συμμετέχουν σε κοινές στρατιωτικές ασκήσεις με την Ελλάδα.

Δημιουργείται ένα εξαιρετικά ευνοϊκό πλαίσιο για τις σχέσεις με την Ελλάδα και την Κύπρο, που θεωρείται ότι ευνοούνται από τις «συμφωνίες του Αβραάμ», και την Ε.Ε. στο σύνολό της. Θα πρέπει να βρούμε όμως πρακτικούς τρόπους αξιοποίησης του μεγάλου δυναμικού των ΗΑΕ και της προσέγγισής τους με το Ισραήλ σε όφελος της ελληνικής οικονομίας. Η Τουρκία στηρίζεται εδώ και χρόνια στην ειδική σχέση που έχει αναπτύξει με το Κατάρ.

Εσωτερικά προβλήματα

Η αξιοποίηση του μεγάλου δυναμικού της Ε.Ε. δυσχεραίνεται σε ορισμένες περιπτώσεις εξαιτίας εσωτερικών πολιτικών προβλημάτων ή ελιγμών τακτικής.

Οι κυβερνήσεις της Πολωνίας και της Ουγγαρίας θεωρούν ότι κινδυνεύουν από τη σύνδεση των χρηματοδοτήσεων της Ε.Ε. –στο πλαίσιο του υπό δημιουργία Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης– με τον σεβασμό των κανόνων του κράτους δικαίου. Οι υπερσυντηρητικές κυβερνήσεις των δύο κρατών-μελών εκτιμούν ότι μπορεί να διαμορφωθεί μια πολιτική πλειοψηφία στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο που θα τις αναγκάσει να εγκαταλείψουν ένα μέρος της πολιτικής που ασκούν, προκειμένου να συνεχιστεί η χρηματοδότησή τους από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης.

Η σύνδεση της μελλοντικής χρηματοδότησης με τον σεβασμό των κανόνων του κράτους δικαίου έχει ήδη εγκριθεί από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και πέρασε με σχετική πλειοψηφία στο Συμβούλιο. Οι κυβερνήσεις της Πολωνίας και της Ουγγαρίας απάντησαν με βέτο –όπως έχουν δικαίωμα– στους ευρωπαϊκούς προϋπολογισμούς 2021-2027. Μπλοκάροντας το Πολυετές Δημοσιονομικό Πλαίσιο (MFF) αφαιρούν τη δυνατότητα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να προσφύγει στις αγορές για να εξασφαλίσει τη χρηματοδότηση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης κι έτσι δυσκολεύουν την αντιμετώπιση των οικονομικών συνεπειών της πανδημίας.

Εκτιμάται ότι η Ουγγαρία και ιδιαίτερα η Πολωνία δεν μπορούν να επιμείνουν για μεγάλο διάστημα στην άσκηση βέτο, γιατί έχουν κι αυτές ανάγκη τις πρόσθετες δωρεάν οικονομικές ενισχύσεις του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης. Για παράδειγμα, η Πολωνία μαζί με τη Γερμανία είναι οι χώρες της Ε.Ε. που διεκδικούν τα μεγαλύτερα κονδύλια για την απολιγνιτοποίηση του ενεργειακού τους τομέα.

Προς το παρόν, χάνεται πολύτιμος χρόνος, εφόσον, σύμφωνα με το αρχικό χρονοδιάγραμμα, έπρεπε ήδη να πλησιάζουμε στην ολοκλήρωση της διαδικασίας έγκρισης του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης από τα εθνικά Κοινοβούλια. Αυτό σημαίνει ότι χώρες όπως η Ελλάδα δεν μπορούν να περιμένουν σημαντικά κονδύλια από το υπό δημιουργία ταμείο πριν από το δεύτερο εξάμηνο του 2021. Αν μάλιστα συνεχιστεί η καθυστέρηση, θα πάμε προς τα τέλη του 2021, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την οικονομία.

Ο αναγκαίος συμβιβασμός μπορεί να εμποδιστεί από την Ολλανδία και άλλες «φειδωλές» χώρες, όπως είναι η Αυστρία, η Φινλανδία, η Δανία και η Σουηδία. Έχουν ασκήσει πίεση για τη μείωση των κονδυλίων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης, προκειμένου να αποφύγουν οποιαδήποτε πρόσθετη οικονομική επιβάρυνση, και έχουν υπογραμμίσει ότι δεν δέχονται μια πιο χαλαρή σύνδεση των χρηματοδοτήσεων με τον σεβασμό των κανόνων του κράτους δικαίου. Είναι πιθανό, λοιπόν, να αντιδράσουν σε έναν συμβιβασμό που δεν θα κρίνουν ικανοποιητικό και να καθυστερήσει, με δική τους πρωτοβουλία αυτή τη φορά, η λειτουργία του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης. Η Ολλανδία πηγαίνει σε εκλογές σε τέσσερις μήνες και τα κόμματα που διεκδικούν την ψήφο των πολιτών δύσκολα θα συμβιβαστούν σε αυτό το θέμα. Και τα άλλα «φειδωλά» κράτη-μέλη έχουν κυβερνήσεις συνασπισμού, όπου αρκεί η διαφωνία ενός ή δύο κομμάτων για να μπλοκάρει ο συμβιβασμός που θα επιχειρηθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Η περίπτωση της Βουλγαρίας

Με τη βοήθεια της Συμφωνίας των Πρεσπών η Ε.Ε. προωθεί ένα φιλόδοξο αναπτυξιακό σχέδιο για τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων. Να προετοιμαστούν καλύτερα για τη διεύρυνση, εφόσον το κατά κεφαλήν εισόδημά τους είναι αρκετά κάτω από το 50% του ευρωπαϊκού μέσου όρου.

Το σχέδιο αυτό είναι μια περιφερειακή μίνι εκδοχή του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης, που στηρίζεται σε 9 δισ. δωρεάν οικονομικών ενισχύσεων και σε πρόσθετες πιστώσεις και χρηματοδοτήσεις, που μπορεί να φτάσουν τα 20 δισ. ευρώ. Το ποσό είναι εξαιρετικά σημαντικό για τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων και αντιστοιχεί στο 1/3 του συνολικού ΑΕΠ τους. Υπολογίζεται ότι θα συμβάλει στην οικονομική απογείωσή τους, μόλις αφήσουν πίσω τους τη δοκιμασία της πανδημίας.

Πρόκειται για ένα πρωτοποριακό αναπτυξιακό πρόγραμμα. Αντιμετωπίζει τα Δυτικά Βαλκάνια ως οικονομικό σύνολο. Δίνει έμφαση στην ανάπτυξη του κοινού οδικού δικτύου και της σιδηροδρομικής υποδομής, στην απολιγνιτοποίηση, εφόσον οι χώρες αυτές έχουν το ευρωπαϊκό ρεκόρ ατμοσφαιρικής ρύπανσης εξαιτίας των λιγνιτικών μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, στη διαχείριση του περιβάλλοντος –ειδικά σε ό,τι αφορά απορρίμματα και απόβλητα– και στην ψηφιακή μετάβαση.

Όλα αυτά με το σκεπτικό της επιτάχυνσης της διεύρυνσης της Ε.Ε. προς τα Δυτικά Βαλκάνια. Τον Απρίλιο του 2020 το Συμβούλιο έδωσε εντολή στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή να ξεκινήσει ενταξιακές διαπραγματεύσεις με τη Βόρεια Μακεδονία και την Αλβανία. Με βάση το πρόγραμμα, το Συμβούλιο θα ενέκρινε μέχρι τα τέλη του 2020 το πλαίσιο διαπραγμάτευσης με τις δύο χώρες.

Απ’ ό,τι φαίνεται, όμως, η διαδικασία θα καθυστερήσει –πιθανότατα για αρκετούς μήνες–, γιατί η Βουλγαρία έκανε στροφή 180 μοιρών και υιοθέτησε σκληρή διαπραγματευτική στάση έναντι της Βόρειας Μακεδονίας.

Όταν η Ελλάδα δεχόταν ευρωπαϊκές πιέσεις για να άρει τις επιφυλάξεις της σε θέματα που αφορούσαν τις σχέσεις μας με τα Σκόπια, η Βουλγαρία πλειοδοτούσε στην επιχειρηματολογία γεφύρωσης των αντιθέσεων και της γρήγορης ένταξης των Δυτικών Βαλκανίων στην Ε.Ε.

Με τη Συμφωνία των Πρεσπών η Ελλάδα άνοιξε τον δρόμο της ένταξης στην Ε.Ε. για τη Βόρεια Μακεδονία. Τώρα όμως έρχεται η Βουλγαρία να θέσει βέτο στην άμεση έναρξη των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, επικαλούμενη διμερή προβλήματα με τη Βόρεια Μακεδονία που έχουν σχέση με τη γλώσσα και την Ιστορία. Η Βουλγαρία απορρίπτει την ύπαρξη «μακεδονικής» γλώσσας, την οποία δέχτηκε η κυβέρνηση Τσίπρα στο πλαίσιο της Συμφωνίας των Πρεσπών. Απορρίπτει επίσης την ύπαρξη «μακεδονικής» εθνότητας και ζητά από τη Βόρεια Μακεδονία να αναγνωρίσει ότι τόσο η γλώσσα όσο και το έθνος έχουν βουλγαρικές ρίζες.

Έχουμε μια αξιοπερίεργη κατάσταση, με την Ελλάδα να έχει δεχτεί –επί κυβέρνησης Τσίπρα– να απομακρυνθούμε από βασικές εθνικές θέσεις στο όνομα του κοινού ευρωπαϊκού μέλλοντος και τη Βουλγαρία να προβάλλει για λογαριασμό της παρόμοιες θέσεις με αυτές που εγκαταλείψαμε. Η σκλήρυνση της στάσης της Βουλγαρίας αποδίδεται από πολιτικούς παρατηρητές στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν ο Μπορίσοφ και το κόμμα του. Αντιμετωπίζουν κατηγορίες για διαφθορά, μεγάλες λαϊκές κινητοποιήσεις και πηγαίνουν σε εκλογές στις αρχές του 2021 σε πολύ δύσκολες γι’ αυτούς συνθήκες. Εκτιμάται ότι το βέτο έναντι των Σκοπίων, για το οποίο πριν από δύο χρόνια ασκούσαν κριτική στην Ελλάδα, είναι ενταγμένο σε μια προσπάθεια συσπείρωσης των ψηφοφόρων του κυβερνώντος κόμματος.

Οι εξελίξεις σε σχέση με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης και τη διεύρυνση της Ε.Ε. προς τα Δυτικά Βαλκάνια δείχνουν πόσο σύνθετοι μπορούν να γίνουν οι πολιτικοί υπολογισμοί στην Ε.Ε. των «27» και να επηρεάσουν αρνητικά την εφαρμογή της πολιτικής που έχει συμφωνηθεί.

Η μεγάλη απουσία

Η πολιτική αναμέτρηση Αζερμπαϊτζάν - Αρμενίας για το Ναγκόρνο-Καραμπάχ ανέδειξε για μία ακόμη φορά την αδυναμία της Ε.Ε. όταν πρόκειται για προβολή στρατιωτικής ισχύος στην ευρύτερη περιφέρειά της. Από την Ουκρανία μέχρι τη Συρία και από τη Λιβύη μέχρι το Αζερμπαϊτζάν μάς έρχεται, σε παραλλαγές, το ίδιο μήνυμα. Από τη στιγμή που η Ε.Ε. δεν αποτελεί πολιτικοστρατιωτική ένωση, δεν μπορεί να παρακολουθήσει τις διεθνείς εξελίξεις όταν κινούνται σε αυτή την κατεύθυνση.

Ο πόλεμος Αζερμπαϊτζάν - Αρμενίας για το Ναγκόρνο-Καραμπάχ ήταν διάρκειας 44 ημερών, στοίχισε τη ζωή σε πάνω από 5.000 στρατιωτικούς και αμάχους και έληξε με την πλήρη επικράτηση του Αζερμπαϊτζάν. Η αναμέτρηση αποτέλεσε συνέχεια του πολέμου του 1992-1994, οπότε η Αρμενία είχε καταφέρει να ελέγξει την περιοχή του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, που αποτελεί διεθνώς αναγνωρισμένο έδαφος του Αζερμπαϊτζάν, με την πλειοψηφία των κατοίκων του να είναι Αρμένιοι, αλλά και των γειτονικών αζερικών επαρχιών, μέσω των οποίων εξασφάλιζε την εδαφική συνέχεια μεταξύ Ναγκόρνο-Καραμπάχ και Αρμενίας.

Τώρα το Αζερμπαϊτζάν εξασφάλισε τον έλεγχο των επαρχιών γύρω από το Ναγκόρνο-Καραμπάχ και δημιούργησε τις προϋποθέσεις για τον μελλοντικό έλεγχό του, εφόσον το έχουν ήδη εγκαταλείψει οι 100.000 από τους 150.000 κατοίκους του, φοβούμενοι τον πόλεμο και τις συνέπειές του.

Η Τουρκία έπαιξε σημαντικό ρόλο στην κλιμάκωση της αντιπαράθεσης του Αζερμπαϊτζάν με την Αρμενία για το Ναγκόρνο-Καραμπάχ και στήριξε με στρατιωτικούς συμβούλους, drones, ενδεχομένως και Σύρους τζιχαντιστές μισθοφόρους και την πολεμική αεροπορία της, το Αζερμπαϊτζάν. Ενίσχυσε έτσι την επιρροή της σε μια χώρα με σημαντικούς ενεργειακούς πόρους.

Μεγαλύτερα κέρδη από την Τουρκία, που πυροδότησε την αναμέτρηση, κατέγραψε η Ρωσία. Μπόρεσε να ικανοποιήσει τις δύο εμπόλεμες χώρες, οι οποίες στο παρελθόν αποτελούσαν τμήμα της Σοβιετικής Ένωσης, και επιβραβεύτηκε, επειδή η ανακωχή έγινε με τους όρους που πρότεινε. Ρωσικά στρατεύματα θα αναπτυχθούν για μία πενταετία στην περιοχή του Ναγκόρνο-Καραμπάχ για να εγγυηθούν την τήρηση της ανακωχής σε αναζήτηση μελλοντικής πολιτικής λύσης.

Η Τουρκία ενίσχυσε την επιρροή της στον Νότιο Καύκασο, η Ρωσία επιβεβαίωσε τον ηγετικό της ρόλο, ενώ η Ε.Ε. δεν μπόρεσε να παρέμβει μέσα από τη λεγόμενη «ομάδα του Μινσκ», στην οποία εκπροσωπούνται οι ΗΠΑ, η Ρωσία και η Γαλλία, και διαπίστωσε για μία ακόμη φορά τη γεωστρατηγική της αδυναμία.