Ε.Ε., ΗΠΑ μπροστά στην πρόκληση της Κίνας - Free Sunday
Ε.Ε., ΗΠΑ μπροστά στην πρόκληση της Κίνας
Η πανδημία ενίσχυσε τη διεθνοπολιτική θέση του Πεκίνου.

Ε.Ε., ΗΠΑ μπροστά στην πρόκληση της Κίνας

Ευρωπαϊκή Ένωση, ΗΠΑ και ΝΑΤΟ προετοιμάζονται για την τετραετία Μπάιντεν. Το σημαντικότερο θέμα που τους απασχολεί είναι η εντυπωσιακή άνοδος της Κίνας, η οποία επιταχύνθηκε κατά την τετραετία Τραμπ με τη βοήθεια λαθεμένων επιλογών του Αμερικανού προέδρου και πήρε νέες διαστάσεις κατά τη διάρκεια της περιόδου της πανδημίας.

Ο θρίαμβος της οικονομίας

Τους τελευταίους μήνες παρακολουθούμε τον συγκριτικό θρίαμβο της κινεζικής οικονομίας. Ενώ η πανδημία ξεκίνησε από την Κίνα και στην αρχή φάνηκε να αιφνιδιάζει και να αποσταθεροποιεί το κομμουνιστικό καθεστώς, η εντυπωσιακά αποτελεσματική αντιμετώπισή της ενίσχυσε την εμπιστοσύνη των πολιτών προς το καθεστώς, μεγάλωσε την εθνική αυτοπεποίθηση των Κινέζων, επέτρεψε στο Πεκίνο να αναπτύξει τη λεγόμενη «διπλωματία της πανδημίας» και, κυρίως, άνοιξε τον δρόμο στη δυναμική ανάκαμψη της κινεζικής οικονομίας.

Οι εκτιμήσεις και τα στοιχεία δημιουργούν δικαιολογημένο προβληματισμό στην Ε.Ε. και στις ΗΠΑ.

Η Κίνα έχει πλέον μια οικονομία συγκρίσιμη σε μέγεθος με αυτήν των ΗΠΑ, αν και οι τελευταίες έχουν προφανές πλεονέκτημα όταν οι υπολογισμοί γίνονται κατά κεφαλήν, εφόσον ο πληθυσμός της Κίνας είναι περίπου τετραπλάσιος των ΗΠΑ.

Με βάση τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ, η κινεζική οικονομία είναι η μόνη μεγάλη οικονομία του πλανήτη η οποία θα συνεχίσει να αναπτύσσεται το 2020. Ο αναπτυξιακός ρυθμός της Κίνας θα υποχωρήσει από κάτι παραπάνω από 6% σε κάτι λιγότερο από 2%. Παρά την κάμψη του δυναμισμού της οικονομίας της –λόγω πανδημίας–, η Κίνα θα ενισχύσει τη συγκριτική της θέση έναντι των ΗΠΑ και της Γερμανίας, οι οποίες αναμένεται να γνωρίσουν μια πτώση του ΑΕΠ της τάξης του 5% για το 2020. Γαλλία, Ιταλία, Ηνωμένο Βασίλειο, «παλεύουν» με διψήφια πτώση του ΑΕΠ.

Για το 2021 το ΔΝΤ προβλέπει εξαιρετικά δυναμική ανάπτυξη της κινεζικής οικονομίας, της τάξης του 8%.

Ήδη τα καλά οικονομικά νέα που έρχονται από την Κίνα έχουν θορυβήσει τους Ευρωπαίους και τους Αμερικανούς. Η βιομηχανική παραγωγή της Κίνας αυξήθηκε τον Νοέμβριο στα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων δέκα ετών. Η Κίνα επιβεβαιώθηκε κατά τη διάρκεια της κρίσης του κορονοϊού ως «το εργοστάσιο του κόσμου» και αναπτύσσεται αξιοποιώντας μια τεράστια εγχώρια αγορά και εξαιρετικές εξαγωγικές επιδόσεις.

Απ’ ό,τι φαίνεται, ο Covid δεν αμφισβήτησε την παγκοσμιοποίηση, αλλά άλλαξε τη δυναμική της ακόμη περισσότερο υπέρ της Ασίας και ειδικά της Κίνας.

Ο δείκτης PMI για τη μεταποίηση αυξήθηκε τον Νοέμβριο στις 52,1 μονάδες από 51,4 τον Οκτώβριο. Πρόκειται για την υψηλότερη μέτρηση ενός δείκτη, που αποτυπώνει και την εμπιστοσύνη στην οικονομία, από τον Σεπτέμβριο του 2017.

Στον τομέα των υπηρεσιών ο PMI αυξήθηκε στις 56,4 μονάδες, έναντι 56,2 μονάδων τον Οκτώβριο. Πρόκειται για το υψηλότερο επίπεδο του δείκτη στην Κίνα από τον Ιούνιο του 2012.

Τεχνολογική υπεροχή

Η δυναμική ανάπτυξη της κινεζικής οικονομίας έρχεται σε πλήρη αντίθεση με την εικόνα της κλυδωνιζόμενης ευρωπαϊκής οικονομίας και της πιο δυναμικής –αλλά με στοιχεία μεγάλης αβεβαιότητας– αμερικανικής οικονομίας.

Το βασικό πλεονέκτημα της Κίνας είναι ότι αντιμετώπισε αποτελεσματικά τον κορονοϊό, ενώ Ευρωπαίοι και Αμερικανοί έχασαν ουσιαστικά τον έλεγχο της πανδημίας και επενδύουν τώρα στον ασφαλή, γρήγορο και αποτελεσματικό εμβολιασμό. Ακόμη και αν ο εμβολιασμός εξελιχθεί όπως επιδιώκουν η Ε.Ε., το Ηνωμένο Βασίλειο και οι ΗΠΑ, θα πρέπει να φτάσουμε μέχρι το φθινόπωρο του 2021 για να δούμε αν θα υπάρξει πλήρης και σταθερή επιστροφή στην οικονομική κανονικότητα. Θα έχουν μεσολαβήσει εκατοντάδες χιλιάδες θάνατοι από κορονοϊό, ενώ τους τελευταίους μήνες δεν έχει καταγραφεί ούτε ένας θάνατος από κορονοϊό στην Κίνα.

Στην τηλεδιάσκεψη του G20 που πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 22 Νοεμβρίου του 2020 ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ πρότεινε στους ηγέτες των άλλων 19 κρατών την υιοθέτηση παγκόσμιου μηχανισμού για τις μετακινήσεις. Θα στηρίζεται στην τεχνολογία των κωδικών QR, η οποία εφαρμόζεται με επιτυχία στην Κίνα, και κατά τον Σι θα εξασφαλίσει την υγειονομική ασφάλεια των ταξιδιών και το άνοιγμα των συνόρων.

Ο Κινέζος πρόεδρος υπογράμμισε ότι η πανδημία επιβάλλει την εναρμόνιση της πολιτικής των κρατών και την υιοθέτηση «ταχειών διαδικασιών που θα εγγυώνται την ασφαλή μετακίνηση των ταξιδιωτών». Κατά τον Σι, οι κώδικες QR «μπορούν να χρησιμοποιούνται για να αναγνωρίζουν και να βεβαιώνουν την κατάσταση της υγείας των ταξιδιωτών βάσει των αποτελεσμάτων τεστ νουκλεϊκών οξέων».

Η πρόταση του Κινέζου ηγέτη ανέδειξε το τεχνολογικό προβάδισμα της Κίνας στην αντιμετώπιση της πανδημίας. Η τεχνολογία στην οποία αναφέρθηκε («Το Βήμα», 29/11/2020) αναπτύχθηκε από την Ant Financial και δοκιμάστηκε στην εφαρμογή ηλεκτρονικών πληρωμών Alipay. Πρόκειται για εταιρείες που ανήκουν στον όμιλο του Τζακ Μα.

Η τεχνολογία αυτή χρησιμοποιείται επίσης στην εφαρμογή WeChat, που ανήκει στην ανταγωνίστρια της Alipay, την Tencent. Όπως επισημαίνεται στο σχετικό ρεπορτάζ του Α. Καψύλη στο «Βήμα», οι χρήστες «φορτώνουν» και κωδικοποιούν μόνοι τους και με τη θέλησή τους τα στοιχεία που επιθυμούν να αποθηκεύσουν.

Αξίζει να σημειωθεί ότι οι κώδικες QR χρησιμοποιούνται, εκτός από την Κίνα, στη Σιγκαπούρη, στην Αυστραλία και στο Μεξικό για την αναγκαία ψηφιακή ιχνηλάτηση.

Οι Κινέζοι έχουν φύγει μπροστά σε ζητήματα εφαρμοσμένης τεχνολογίας σε ό,τι αφορά την πανδημία, ενώ οι Ευρωπαίοι δεν μπορούν ακόμα να συντονιστούν μεταξύ τους και δεν ξέρουν σε ποια ακριβώς κατεύθυνση να κινηθούν.

Υπάρχει ένα γενικότερο πρόβλημα με την τεχνολογική, ψηφιακή αναβάθμιση της Κίνας. Τις περασμένες δεκαετίες ακολουθούσε σε γενικές γραμμές τις ΗΠΑ, αντιγράφοντας ή και «κλέβοντας», σύμφωνα με τις καταγγελίες των Αμερικανών, τα επιτεύγματα της υπερδύναμης, ενώ στήριζε την ανάπτυξη των δικών της πρωταγωνιστών στην ψηφιακή οικονομία σε τεράστιες κρατικές επιδοτήσεις, χρηματοδοτικές διευκολύνσεις και φοροαπαλλαγές.

Τώρα το κινεζικό σύστημα έχει αναπτύξει τη δική του δυναμική, με τους ψηφιακούς κολοσσούς να αυτοχρηματοδοτούνται λόγω της τεράστιας εμπορικής τους επιτυχίας και να έχουν αφήσει πίσω τους, σε πολλά ζητήματα, τους Αμερικανούς ανταγωνιστές τους. Σε γενικές γραμμές μπορούμε να πούμε ότι οι ΗΠΑ διατηρούν το ψηφιακό προβάδισμα, αλλά η δυναμική ευνοεί την Κίνα. Η Ε.Ε. είναι πολύ πίσω, στην 3η θέση, χωρίς ιδιαίτερες φιλοδοξίες σε έναν τομέα που θα προσδιορίσει το μέλλον της παγκόσμιας οικονομίας.

Το ζήτημα των δικαιωμάτων

Οι Ευρωπαίοι δεν δέχονται να αξιοποιήσουν την κινεζική εμπειρία στην αντιμετώπιση της πανδημίας γιατί θεωρούν ότι στηρίζεται και σε μεθόδους –όπως είναι η ψηφιακή παρακολούθηση που πρότεινε σε παγκόσμιο επίπεδο ο Σι– οι οποίες απειλούν τον ιδιωτικό χώρο και τα δικαιώματα των πολιτών.

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο αυστηρός εγκλεισμός που επέβαλαν οι κινεζικές αρχές, τα συνεχή και μαζικά τεστ και η ψηφιακή καταγραφή των κοινωνικών επαφών των νέων κρουσμάτων διευκολύνθηκαν από τα σταλινικά χαρακτηριστικά του κινεζικού καθεστώτος. Απόλυτος πολιτικός έλεγχος και συγκεντρωτισμός με τη βοήθεια των ψηφιακών εφαρμογών.

Από την άλλη, ούτε η κατάσταση που επικρατεί στην Ε.Ε. και στις ΗΠΑ μπορεί να χαρακτηριστεί ειδυλλιακή.

Η ψηφιακή παρακολούθηση και καταγραφή είναι γεγονός και επηρεάζει άμεσα την καθημερινότητά μας. Οι στοχευμένες διαφημίσεις που προβάλλονται στην οθόνη του κινητού μας τηλεφώνου είναι αποτέλεσμα της καταγραφής και της ανάλυσης των συνηθειών και προτιμήσεών μας στο διαδίκτυο. Τα στοχευμένα πολιτικά μηνύματα που έδωσαν την εκλογική νίκη στον Τραμπ το 2016 και διευκόλυναν την υπερίσχυση του «όχι» για την επικράτηση του Brexit στο Ηνωμένο Βασίλειο είναι κι αυτά αποτέλεσμα της συστηματικής παρακολούθησης των απόψεων και των προτιμήσεων των χρηστών του διαδικτύου.

Οι Κινέζοι έχουν προχωρήσει περισσότερο, αξιοποιώντας και τα χαρακτηριστικά του καθεστώτος, στον δρόμο που ήδη κινούνται Ευρωπαίοι και Αμερικανοί.

Μέτωπο με τις ΗΠΑ

Σε αυτό το δύσκολο για την Ε.Ε. περιβάλλον η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επεξεργάστηκε πρόταση για μια «νέα ατζέντα Ε.Ε.-ΗΠΑ για την παγκόσμια αλλαγή». Πρόκειται για ένα κείμενο 11 σελίδων, σημεία του οποίου δημοσίευσαν οι «Financial Times», με το οποίο προτείνεται η αναβάθμιση της συνεργασίας Ε.Ε.-ΗΠΑ σε τομείς μεγάλου δημόσιου ενδιαφέροντος και στρατηγικής σημασίας.

Φιλοδοξία των Βρυξελλών είναι να βάλουν τέλος στις περιττές τριβές που χαρακτήρισαν την περίοδο Τραμπ και να ανοίξουν νέους δρόμους για το διατλαντικό εμπόριο, την τεχνολογική συνεργασία, τη ρύθμιση της ψηφιακής οικονομίας, την αποτροπή της κλιματικής αλλαγής και την καταπολέμηση της πανδημίας.

Από τις προτάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προκύπτει η ανησυχία για τις «αυταρχικές δυνάμεις» και τις «κλειστές οικονομίες», οι οποίες εκμεταλλεύονται την ελευθερία στην οποία στηρίζονται οι κοινωνίες μας.

Επιδιώκεται η συμφωνία με τις ΗΠΑ στην εκτίμηση ότι η Κίνα αποτελεί την υπ’ αριθμόν 1 στρατηγική πρόκληση που αντιμετωπίζουν και πως η αντιμετώπιση της διαρκώς αυξανόμενης διεθνούς επιρροής της και ορισμένων δυναμικών έως επιθετικών πρωτοβουλιών που παίρνει στην ευρύτερη περιοχή της μπορεί να επιτευχθεί μόνο μέσα από μια κοινή προσπάθεια.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιχειρεί επίσης μια συνεννόηση με τις ΗΠΑ σε ό,τι αφορά την ψηφιακή οικονομία υπό την πίεση του προβαδίσματος που έχει αποκτήσει η Κίνα στις τεχνολογίες 5G. Όπως επισημαίνεται στο επίσημο κείμενο, «αν χρησιμοποιήσουμε την επιρροή που έχουμε και οι δύο, θα μπορούσαμε να δημιουργήσουμε έναν διατλαντικό τεχνολογικό χώρο που θα αποτελέσει τον ακρογωνιαίο λίθο ενός ευρύτερου συνασπισμού δημοκρατιών».

Για να διευκολύνουν τη συνεννόηση με τις ΗΠΑ, οι Ευρωπαίοι αφήνουν να εννοηθεί ότι είναι πρόθυμοι να αποφύγουν μονομερείς ενέργειες για την επιβολή φορολογίας στους ψηφιακούς κολοσσούς των ΗΠΑ μέχρις ότου επιτευχθεί ένας αμοιβαία αποδεκτός συμβιβασμός.

Η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για μια «νέα ατζέντα Ε.Ε.-ΗΠΑ» θα συζητηθεί στη σύνοδο κορυφής της Ε.Ε. που θα πραγματοποιηθεί στις 10 και 11 Δεκεμβρίου. Οι Ευρωπαίοι στηρίζουν και την πρόταση του νεοεκλεγέντος προέδρου των ΗΠΑ για μια σύνοδο κορυφής των δημοκρατικών χωρών, προκειμένου να αναζωογονηθεί η παγκόσμια συμμαχία εταίρων με παρεμφερή πολιτική φιλοσοφία.

Οι Βρυξέλλες ειδικεύονται σε ενδιαφέρουσες εκθέσεις και προτάσεις, οι οποίες όμως δεν έχουν πάντα την ανάλογη συνέχεια. Η συνεργασία Ε.Ε.-ΗΠΑ για την αντιμετώπιση της κινεζικής πρόκλησης θεωρείται εντελώς αναγκαία και από τις δύο πλευρές.

Το λάθος στρατηγικής σημασίας που έκανε ο πρόεδρος Τραμπ είναι ότι άνοιξε μέτωπο με την Κίνα, ταυτόχρονα και με την Ε.Ε. Παράλληλα, περιόρισε την οικονομική συνεργασία με παραδοσιακούς συμμάχους των ΗΠΑ, όπως είναι η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα και η Αυστραλία, προσφέροντας την ευκαιρία στο Πεκίνο να συνάψει συμφωνίες οικονομικής συνεργασίας, ενισχύοντας την επιρροή του στον ευρύτερο γεωπολιτικό του χώρο.

Είναι αυτονόητο ότι οι ΗΠΑ και η Ε.Ε. δεν μπορούν να ανακόψουν –η καθεμία μόνη της και έχοντας μεταξύ τους διαφορές– τη δυναμική άνοδο της Κίνας. Η στενότερη συνεργασία τους, όμως, περνάει υποχρεωτικά από τη ρύθμιση των σημαντικών διαφορών που έχουν μεταξύ τους. Αυτές περιλαμβάνουν την τεχνολογική κυριαρχία των ΗΠΑ σε βάρος της Ε.Ε., το μεγάλο εμπορικό πλεόνασμα της Ε.Ε. –και ειδικά της Γερμανίας– στις συναλλαγές με τις ΗΠΑ, την απροθυμία των Ευρωπαίων να συμβάλουν επαρκώς στη χρηματοδότηση των αμυντικών δαπανών και στην ενίσχυση του ΝΑΤΟ, την απροθυμία των Ευρωπαίων να παρέμβουν για τον έλεγχο των εξελίξεων στην ευρύτερη περιφέρεια της Ε.Ε., που έχει ως αποτέλεσμα την επιτάχυνση της αμερικανικής αναδίπλωσης.

Ο Μπάιντεν και η συνεργασία

Με βάση τις δηλώσεις που έχει κάνει ο Τζο Μπάιντεν, δεν πρόκειται να αμφισβητήσει στο άμεσο μέλλον τις αποφάσεις που έχει πάρει ο πρόεδρος Τραμπ, σε μια προσπάθεια να περιορίσει την ενίσχυση του ρόλου της Κίνας. Ο Τραμπ προχώρησε σε μια προσωρινή εμπορική συμφωνία με την Κίνα που προβλέπει τη θεαματική αύξηση των εισαγωγών αμερικανικών προϊόντων από την Κίνα και συνδυάζεται με αύξηση των δασμών που επιβάλλονται στα κινεζικά προϊόντα που εισάγονται στις ΗΠΑ. Παρά τις δυναμικές πρωτοβουλίες του Τραμπ, το εμπορικό έλλειμμα στις συναλλαγές των ΗΠΑ με την Κίνα παρέμεινε, μέχρι το 2019, αμετάβλητο σε απαράδεκτα υψηλά επίπεδα. Οι υπολογισμοί για το 2020 επηρεάζονται από τις συνέπειες της πανδημίας. Είναι φανερό όμως ότι η Κίνα δεν φάνηκε συνεπής στις υποχρεώσεις που ανέλαβε, γι’ αυτό και ο Μπάιντεν δεν έχει κανέναν λόγο να χαλαρώσει την πολιτική που ακολουθούν οι ΗΠΑ.

Απ’ ό,τι φαίνεται, θα κινηθεί σε τρεις κατευθύνσεις.

Πρώτον, θα επιδιώξει καλύτερη συνεννόηση με την Ε.Ε. και στενότερη συνεργασία με συμμάχους των ΗΠΑ, όπως η Ιαπωνία, η Νότια Κορέα και η Αυστραλία. Έτσι, θα προκύψει η συμμαχία των δημοκρατικών χωρών που θα συνεργαστούν στον σταδιακό περιορισμό της επιρροής της Κίνας.

Δεύτερον, θα προχωρήσει σε ένα φιλόδοξο πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων στην έρευνα, στην ανάπτυξη, στη βασική και ψηφιακή υποδομή, στην εκπαίδευση, για να ενισχύσουν οι ΗΠΑ τη συγκριτική τους θέση έναντι της Κίνας.

Τρίτον, ο Μπάιντεν θεωρείται ηγέτης του διαλόγου και είχε συνεργαστεί στενά με τον Κινέζο πρόεδρο Σι την περίοδο που ήταν και οι δύο αντιπρόεδροι των χωρών τους. Έχοντας δημιουργήσει μια ευρύτερη συμμαχία δημοκρατικών χωρών και έχοντας ενισχύσει τη συγκριτική θέση των ΗΠΑ μέσω των δημοσίων επενδύσεων, θα επιδιώξει στη συνέχεια τη συνεννόηση με την Κίνα όχι από θέση διπλωματικής αδυναμίας και με λογική νεο-απομονωτισμού, όπως έκανε ο Τραμπ, αλλά από θέση ισχύος και με μια παγκοσμιοποιημένη λογική στα μέτρα της Δύσης.

Ανάλογη αναμένεται να είναι η προσέγγιση της Τζάνετ Γέλεν, της έμπειρης οικονομολόγου που θα αναλάβει το υπουργείο Οικονομικών επί προεδρίας Μπάιντεν. Η Γέλεν υπήρξε επικεφαλής της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ επί Ομπάμα και αναμένεται να πρωταγωνιστήσει στις οικονομικές διαπραγματεύσεις της Ουάσινγκτον με το Πεκίνο.

Υποστηρίζει με συνέπεια την ανάπτυξη του συστήματος διεθνούς συνεργασίας, στο οποίο πρωταγωνίστησαν οι ΗΠΑ κατά τη διάρκεια των περασμένων δεκαετιών, και θεωρεί χρήσιμη την εμπορική συμφωνία που συνήψε η κυβέρνηση Τραμπ με το Πεκίνο στις αρχές του 2020. Εκτιμά πως πρόκειται για μια αναγκαία «εκεχειρία» που εξασφαλίζει τον απαραίτητο χρόνο για να οργανωθούν τα επόμενα βήματα στη συνεννόηση και τη συνεργασία με την Κίνα.

Παρά την εποικοδομητική της προσέγγιση, δεν υποτιμά τα προβλήματα. Με δηλώσεις της έχει τονίσει ότι είναι πολύ δύσκολο να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα των κρατικών ενισχύσεων που χορηγεί η Κίνα στις επιχειρήσεις και πως ο ανταγωνισμός για την κυριαρχία στην τεχνολογία και στην ψηφιακή οικονομία δημιουργεί εντάσεις και σε ζητήματα που έχουν σχέση με την εθνική ασφάλεια.

Παγκόσμιο το ΝΑΤΟ;

Στην πρόσφατη τηλεδιάσκεψη των υπουργών Άμυνας του ΝΑΤΟ συζητήθηκε η έκθεση της Επιτροπής Σοφών για το μέλλον της Συμμαχίας σε ορίζοντα δεκαετίας.

Η έκθεση «ΝΑΤΟ 2030» –την οποία συνέταξε η επιτροπή από πρώην κορυφαίους πολιτικούς– παρουσιάζει σε 60 σελίδες τις μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει η Συμμαχία και καταλήγει σε 138 προτάσεις, σε μια προσπάθεια ενίσχυσης του διεθνούς ρόλου της.

Η έκθεση θα αποτελέσει τη βάση συζήτησης στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ μετά την ανάληψη της προεδρίας των ΗΠΑ από τον Μπάιντεν.

Ενώ η Ρωσία παραμένει ο βασικός στρατηγικός αντίπαλος του ΝΑΤΟ, η έκθεση επισημαίνει τα προβλήματα που δημιουργεί με την ισχύ και την πολιτική της η Κίνα. Οι συντάκτες της έκθεσης δεν την αντιμετωπίζουν τόσο ως οικονομικό ανταγωνιστή και εταίρο όσο ως την ανερχόμενη δύναμη αυτού του αιώνα με επεκτατικές διαθέσεις και ένα αντίπαλο πολιτικό σύστημα.

Υπογραμμίζεται η ανάγκη μιας παγκόσμιας στρατηγικής θεώρησης σε ό,τι αφορά το ΝΑΤΟ, όπως και η ενίσχυση της συνεργασίας με φίλες χώρες του Ειρηνικού και του Ινδικού, που μπορούν να συμβάλουν στον περιορισμό της κινεζικής επιρροής.

Ε.Ε., ΗΠΑ και ΝΑΤΟ εστιάζουν στη νέα στρατηγική πρόκληση που αποτελεί για τη Δύση η εντυπωσιακή ανάπτυξη και επιρροή της Κίνας.