Δυναμική επιστροφή του προ του 2015 επιθετικού λαϊκισμού - Free Sunday
Δυναμική επιστροφή του προ του 2015 επιθετικού λαϊκισμού
Ο ΣΥΡΙΖΑ δείχνει τη στρατηγική του στα ΑΕΙ, στο θέμα Κουφοντίνα και στην υπόθεση Λιγνάδη.

Δυναμική επιστροφή του προ του 2015 επιθετικού λαϊκισμού

Η υπόθεση Λιγνάδη ήρθε σε ένα κρίσιμο σημείο για τις οικονομικές, κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις.

Η οικονομία πηγαίνει από το κακό στο χειρότερο εξαιτίας της πανδημίας και έχει μπροστά της μεγάλες προκλήσεις. Η καλή πρόοδος στους εμβολιασμούς δεν έχει αλλάξει, προς το παρόν, τη δυναμική της πανδημίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι η κοινοβουλευτική μονομαχία Μητσοτάκη-Τσίπρα για την υπόθεση Λιγνάδη, που έδωσε τον τόνο της πολιτικής αναμέτρησης, συνέπεσε χρονικά (25/02/2021) με την αύξηση των θανάτων από την πανδημία σε ένα 24ωρο στους 39. Ο υψηλός αριθμός των νέων κρουσμάτων και οι σχεδόν πλήρεις ΜΕΘ στην περιοχή της Αττικής μάς προετοιμάζουν για τα δύσκολα που έρχονται.

Σε αυτές τις συνθήκες έχει τεράστια σημασία η ποιότητα του δημοσίου βίου και της πολιτικής αντιπαράθεσης, εφόσον, αν δεν μπορέσουμε να αξιοποιήσουμε το σχετικά περιορισμένο δυναμικό μας για να αντιμετωπίσουμε την πολυδιάστατη κρίση, οι συνέπειες θα είναι φοβερές. Η στρατηγική που επιλέγουν ο κ. Τσίπρας και οι συνεργάτες του είναι η επιστροφή στον προ του 2015 επιθετικό λαϊκισμό. Ο λαϊκισμός διατρέχει όλες τις επιλογές της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, από την υποκινούμενη αναταραχή στα ΑΕΙ μέχρι τον τρόπο εκμετάλλευσης της υπόθεσης Λιγνάδη, περνώντας από την ενθάρρυνση του κινήματος συμπαράστασης στον Κουφοντίνα.

Ο πρωθυπουργός κ. Μητσοτάκης διάβασε σωστά τη στρατηγική του επιθετικού λαϊκισμού του ΣΥΡΙΖΑ και προκάλεσε τη συζήτηση, σε επίπεδο αρχηγών, στη Βουλή για να δώσει μια θεσμική απάντηση στην υπόθεση Λιγνάδη και στις απαιτήσεις του κινήματος #ΜεΤοο, αλλά και για να ανεβάσει το πολιτικό κόστος για την επιλογή που κάνει η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ.

Επένδυση στο χάος

Η απόφαση του πρύτανη του ΑΠΘ, κ. Παπαϊωάννου, να ζητήσει την παρέμβαση της ΕΛ.ΑΣ. για να απομακρύνει 32 καταληψίες από την πρυτανεία προκάλεσε καταγγελίες από την πλευρά της ηγεσίας και των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ για «αστυνομοκρατία στα ΑΕΙ», «χρήση υπερβολικής βίας», με τους πιο τολμηρούς του ΣΥΡΙΖΑ να αποκαλούν τον πρύτανη πληροφοριοδότη ή και ρουφιάνο.

Ο πρύτανης του ΑΠΘ απλώς χρησιμοποίησε τις δυνατότητες που έχει από τον νόμο για να απαλλάξει την πρυτανεία του ΑΠΘ από 32 εισβολείς-καταληψίες, εκ των οποίων 19 δεν είχαν σχέση με το πανεπιστήμιο, όπως έδειξε ο έλεγχος ταυτοτήτων.

Στη Βουλή ο κ. Τσίπρας είχε απορρίψει τη δημιουργία πανεπιστημιακής αστυνομίας –την απορρίπτω κι εγώ– επιχειρηματολογώντας με τον ακόλουθο τρόπο: «Αν η κυβέρνηση πιστεύει ότι τα πανεπιστήμια είναι πράγματι κέντρα ανομίας, εγκληματικότητας, παραβατικότητας, μπορεί –διότι δεν την ενοχλεί κάτι, δεν υπάρχει κανένας νόμος να την ενοχλεί σήμερα– να στείλει όσους αστυνομικούς χρειάζονται και για όσες φορές αυτό είναι αναγκαίο, προκειμένου να απαλλάξουν τα πανεπιστήμια από την ανομία». Ο πρύτανης του ΑΠΘ ακολούθησε τη διαδικασία που περιέγραψε ο κ. Τσίπρας στη Βουλή, για να εισπράξει την οργή της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ.

Αποδεικνύεται ότι η αντίθεση του κ. Τσίπρα στη δημιουργία πανεπιστημιακής αστυνομίας δεν είχε σχέση με όσα είπε στη Βουλή –τα οποία είναι κοντά στις δικές μου θέσεις– για το αυτοδιοίκητο των ΑΕΙ και το ποιος καλεί την ΕΛ.ΑΣ., αλλά αποσκοπούσαν στην ενθάρρυνση της ανομίας.

Ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου του ΑΠΘ Αντώνης Μανιτάκης επεσήμανε ότι «ασήμαντες και αξιοθρήνητες μειοψηφίες καταπατούν αυθαίρετα και βίαια το ίδιο το άσυλο». Αναφερόμενος στα επεισόδια στο ΑΠΘ υπογράμμισε ότι «πολιτικό φάντασμα των δεκαετιών του ’60 και του ’70 παραμένει ο θεσμός του πανεπιστημιακού ασύλου στη χώρα μας».

Η περίπτωση Κουφοντίνα

Τη στρατηγική του επιθετικού λαϊκισμού και της έντασης επιλέγουν ο κ. Τσίπρας και οι συνεργάτες του και στο θέμα του Δημήτρη Κουφοντίνα.

Η κυβέρνηση Τσίπρα είχε κάνει ό,τι μπορούσε για να διευκολύνει τον καταδικασμένο για 11 δολοφονίες αθώων Κουφοντίνα. Άσκησε επιρροή για να παίρνει άδειες τις οποίες αξιοποιούσε, ως αμετανόητος δολοφόνος, για να ενθαρρύνει τους… οπαδούς του και να χλευάζει τις οικογένειες των θυμάτων του. Στη συνέχεια χαλάρωσαν τις συνθήκες κράτησής του μεταφέροντας τον στις αγροτικές φυλακές.

Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έβαλε τέλος σε αυτού του είδους τις διευκολύνσεις, οι οποίες ήταν σχεδιασμένες για να ικανοποιήσουν τις πιο ριζοσπαστικές τάσεις του ΣΥΡΙΖΑ, που ακουμπάνε στην εξωκοινοβουλευτική Αριστερά.

Ο Δημήτρης Κουφοντίνας «αποφάσισε» ότι πρέπει να επιστρέψει από τις φυλακές Δομοκού, όπου κρατείται, στον Κορυδαλλό, γιατί κατά την άποψή του αυτό είναι δίκαιο και τον εξυπηρετεί. Οι φυλακές Κορυδαλλού έχουν μετατραπεί σε φυλακές για υποδίκους και όχι για καταδίκους, αλλά αυτό δεν αφορά τον πολιτικό σχεδιασμό και τα μηνύματα του Κουφοντίνα. Ξεκίνησε λοιπόν απεργία πείνας και δίψας για να θέσει την κυβέρνηση μπροστά στο εκβιαστικό δίλημμα να υποχωρήσει σύμφωνα με τις υποδείξεις του ή να «χρεωθεί» στην αντίληψη ορισμένων τον θάνατο ενός «αδικημένου» και μια έκρηξη βίας από τον αντιεξουσιαστικό χώρο που ψιθυρίζεται ότι θα ακολουθήσει.

Και σε αυτή την περίπτωση ο ΣΥΡΙΖΑ είναι με τη λάθος πλευρά. Στην προσπάθειά του να «αποδείξει» ότι η Ελλάδα δοκιμάζεται από μια ιδιόμορφη δικτατορία Μητσοτάκη, καταφεύγει στη γνώριμη μέθοδο της ενθάρρυνσης των «παιδιών», των «συλλογικοτήτων» και των «ημι-πιτσιρικάδων» του Βούτση.

Δημιουργείται έτσι ένα κίνημα συμπαράστασης στον «αδικημένο» Κουφοντίνα, ο οποίος εμφανίζεται από τον ίδιο τον ΣΥΡΙΖΑ σαν θύμα ενός «εκδικητικού κράτους», με το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης να έχει πρωταγωνιστικό ρόλο.

Έχω χαρακτηρίσει τον κουφοντινισμό που διακατέχει τον ΣΥΡΙΖΑ ως τη γεροντική ασθένεια της ελληνικής ριζοσπαστικής Αριστεράς. Στελέχη προκλητικά βολεμένα, που πρωταγωνίστησαν στον έλεγχο και στη νομή της εξουσίας επί Τσίπρα, βγάζουν τα αντινεοδημοκρατικά τους απωθημένα στηρίζοντας με προκλητικό τρόπο το «κίνημα» των κουφοντινιστών.

Το σκάνδαλο Λιγνάδη

Το ξέσπασμα του σκανδάλου Λιγνάδη έδωσε την ευκαιρία στην ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ να ξεδιπλώσει χωρίς ενδοιασμούς τη στρατηγική της επιστροφής στον επιθετικό λαϊκισμό της προ του 2015 περιόδου.

Με πολιτικά και λογικά άλματα προσπάθησαν να στήσουν μια σύγκρουση, που κατά την άποψή τους θα οδηγούσε στην απομάκρυνση της υπουργού Πολιτισμού, κ. Μενδώνη, από την κυβέρνηση και σε μια εύκολη πολιτική νίκη που θα έδινε το σήμα της νέας εποχής.

Ο πρωθυπουργός, κ. Μητσοτάκης, ανέλυσε σωστά την κατάσταση. Είδε τη συνολική εικόνα και πήγε το θέμα της πολιτικής συμπεριφοράς του ΣΥΡΙΖΑ με αφορμή το ελληνικό #MeToo στη Βουλή. Επιδίωξή του ήταν να κρατηθεί ένα κάποιο επίπεδο στον δημόσιο βίο και να υπάρξει, με αφορμή το σκάνδαλο Λιγνάδη, οργανωμένη θεσμική απάντηση σε ένα τεράστιο κοινωνικό ζήτημα.

Η κοινοβουλευτική αναμέτρηση ανέδειξε την υπεροχή Μητσοτάκη ακόμη και σε δύσκολα κοινωνικά θέματα τα οποία κατά το παρελθόν απέφευγε η ΝΔ, επειδή φόβιζαν ένα μέρος των ψηφοφόρων της, αφήνοντας έτσι το πεδίο ελεύθερο στον ΣΥΡΙΖΑ και σε άλλες πολιτικές δυνάμεις. Στη Βουλή είδαμε έναν Μητσοτάκη κοινωνικό μεταρρυθμιστή που προστατεύει τα ευάλωτα άτομα. Αυτή η εικόνα θα ενισχυθεί με την προώθηση του σχετικού νομοθετικού έργου.

Η μέθοδος Τσίπρα

Αξίζει όμως να αναλύσουμε και τη μέθοδο Τσίπρα σε σχέση με το σκάνδαλο Λιγνάδη, γιατί έτσι αναδεικνύονται οι βασικές πολιτικές επιλογές του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης.

Το πρώτο που έκανε ο Τσίπρας ήταν να επινοήσει μια ανύπαρκτη συγκάλυψη του σκανδάλου Λιγνάδη από την κυβέρνηση.

Όπως τόνισε ο Μητσοτάκης στη Βουλή, έξι ώρες χώρισαν την πρώτη καταγγελία για όσα έκανε κατά το παρελθόν ο Λιγνάδης από την παραίτησή του από τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου.

Στη συνέχεια, η Δικαιοσύνη κινήθηκε ταχύτατα και ο Λιγνάδης βρέθηκε στη φυλακή, αντιμετωπίζοντας βαρύτατες κατηγορίες.

Δεν υπάρχει προηγούμενο τόσο γρήγορης και αποτελεσματικής παρέμβασης της κυβέρνησης και της Δικαιοσύνης σε ένα σκάνδαλο το οποίο βρίσκεται υπό διερεύνηση. Αυτό δεν εμποδίζει τον Τσίπρα να κάνει λόγο για επιχείρηση συγκάλυψης από την πλευρά της κυβέρνησης, στα πλαίσια της δυναμικής επιστροφής του ΣΥΡΙΖΑ στην πιο επιθετική μορφή λαϊκισμού, που τον χαρακτήριζε πριν από το 2015.

Έμφαση στη λάσπη

Για να δημιουργήσει δυναμική κατά της κυβέρνησης, η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ συνέδεσε τα περί «κυβερνητικής συγκάλυψης» με τη θεωρία των παιδεραστών –«παιδέρες» στην ανάρτηση του διευθυντή της κομματικής εφημερίδας «Αυγής» στο διαδίκτυο– που υποτίθεται ότι κυριαρχούν με την παρουσία τους στο περιβάλλον του Μητσοτάκη και επιβάλλουν την κυβερνητική γραμμή.

Και σε αυτό το θέμα ο Τσίπρας αποδεικνύεται αδέξιος μιμητής του Τραμπ. Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ είχε ειδικευτεί στην καταγγελία και στην απαξίωση των πολιτικών αντιπάλων του με όλα τα μέσα.

Αναφέρω ενδεικτικά ότι είχε συνεργαστεί με τους συνωμοσιολόγους του QAnon, αρκετοί από τους οποίους πρωταγωνίστησαν στην επίθεση και την κατάληψη του Καπιτωλίου. Σύμφωνα με τους φιλοτραμπικούς συνωμοσιολόγους, παιδεραστές έχουν διεισδύσει στο κατεστημένο, ιδιαίτερα στο Δημοκρατικό Κόμμα, και παίρνουν αποφάσεις στρατηγικής σημασίας με βάση τη διαστροφή τους.

Η γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ σε ό,τι αφορά το σκάνδαλο Λιγνάδη στηρίζεται στη δημιουργία της εντύπωσης στην κοινωνία ότι Μητσοτάκης και ΝΔ καλύπτουν τους παιδεραστές. Ο Τσίπρας κρατήθηκε στη Βουλή σε απόσταση ασφαλείας από αυτή τη γραμμή, την οποία όμως αναπτύσσουν με τις παρεμβάσεις τους στελέχη όπως ο διευθυντής της κομματικής εφημερίδας «Αυγής», ο Βαξεβάνης και φυσικά ο Πολάκης.

Στην πρόκληση Μητσοτάκη να καταγγείλουν αυτούς που περνάνε τη γραμμή για «παιδέρες» ο Τσίπρας δεν μπόρεσε να απαντήσει, εφόσον είναι φανερό ότι τους έχει βάλει ο ίδιος. Έχει κάνει ένα μοίρασμα ρόλων επιδιώκοντας να λασπώσει τον πολιτικό αντίπαλο χωρίς να εκτεθεί ιδιαίτερα ο ίδιος.

Αν η ΝΔ είχε μείνει στην… εποχή της πολιτικής αθωότητας και ο ελληνικός λαός δεν είχε υποστεί τις συνέπειες του προ του 2015 επιθετικού λαϊκισμού του ΣΥΡΙΖΑ, θα μπορούσε ίσως να επιτύχει τον στόχο του.

Τώρα όμως η ΝΔ είναι ιδεολογικά και πολιτικά πιο αξιόμαχη και η ευρύτερη κοινή γνώμη ιδιαίτερα επιφυλακτική έναντι του κ. Τσίπρα και των πρωτοπαλίκαρών του.

Αβάσιμα επιχειρήματα

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η επιλογή Λιγνάδη που έκανε η υπουργός Πολιτισμού, κ. Μενδώνη, για την καλλιτεχνική διεύθυνση του Εθνικού Θεάτρου αποδείχθηκε ατυχής. Το τελευταίο που χρειαζόταν ο κόσμος της τέχνης και του πολιτισμού, με τους περισσότερους εργαζόμενους να βρίσκονται σε αδιέξοδο λόγω πανδημίας, ήταν ένα σκάνδαλο τέτοιου τύπου.

Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι η Μενδώνη πρέπει αυτόματα να πάει στο σπίτι της. Είναι θέμα πολιτικής εκτίμησης του πρωθυπουργού και κατά πόσον εκτιμά ότι η λάθος επιλογή του Λιγνάδη υπερκαλύπτεται από τη συνολική επίδοσή της.

Ο ΣΥΡΙΖΑ τη στοχοποίησε και ζήτησε την παραίτησή της διαστρεβλώνοντας την πραγματικότητα και προσαρμόζοντάς τη στην πολιτική σκοπιμότητά του.

Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ διαμαρτύρεται επειδή διορίστηκε ο Λιγνάδης, με πρωτοβουλία της υπουργού Πολιτισμού, χωρίς να γίνει διαγωνισμός για τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου. Όμως και η κυβέρνηση Τσίπρα προχώρησε στον διορισμό καλλιτεχνικού διευθυντή δικής του επιλογής με τη μέθοδο που τώρα καταγγέλλει.

Εμφανίζουν τον Λιγνάδη σαν μια αυθαίρετη επιλογή της Μενδώνη, ενώ επρόκειτο για την εξέλιξη της σταδιοδρομίας του στο Εθνικό Θέατρο. Το 2015, οπότε καταγγέλλεται ότι βίασε έναν νεαρό, ήταν ήδη διευθυντής στη Νέα Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου με διοικητική και πολιτική ευθύνη της κυβέρνησης Τσίπρα. Επομένως, η Μενδώνη δεν προώθησε κάποιον άσχετο σε θέση ευθύνης, αλλά έναν καταξιωμένο ηθοποιό και σκηνοθέτη ευρύτερης αποδοχής, αν κρίνουμε από τη συνεργασία του με το Εθνικό επί ΣΥΡΙΖΑ.

Ούτε μπορεί να κατηγορηθεί για το γεγονός ότι δεν ήξερε. Αν υποθέσουμε ότι έπρεπε οπωσδήποτε να ξέρει, έπρεπε να ξέρουν και οι επικριτές της από τον χώρο του ΣΥΡΙΖΑ που έδωσαν υπεύθυνη θέση και συνεργάστηκαν με τον Λιγνάδη το 2015.

Η θεωρία του «όποιος δεν ξέρει, όφειλε να ξέρει και γι’ αυτό πρέπει να παραιτηθεί», αν ισχύσει με απόλυτο τρόπο για τη Μενδώνη, πρέπει να παρασύρει στην έξοδο από την πολιτική και τον Τσίπρα. Με δική του υπογραφή είχε υπουργοποιηθεί ένας ηθοποιός ο οποίος έχει καταγγελθεί από πέντε γυναίκες ηθοποιούς για σεξουαλική παρενόχληση, ακόμη και για απόπειρα βιασμού. Έπρεπε επίσης να παραιτηθεί ο Τσίπρας γιατί με δική του έγκριση προωθήθηκε σε εξαιρετικά σημαντική θέση ιδρύματος πολιτισμού γνωστός ηθοποιός, ο οποίος τώρα κατηγορείται για βίαιη συμπεριφορά σε βάρος γυναικών ηθοποιών με τις οποίες συνεργάστηκε.

Αν κρίνουμε λοιπόν από το πολιτικό παρελθόν του ίδιου του κ. Τσίπρα, η κριτική του ΣΥΡΙΖΑ προς την κ. Μενδώνη για την ατυχή επιλογή της έπρεπε να είναι πιο προσεκτική και φυσικά να μη συνδέεται με θεωρίες για «συγκάλυψη» και πολιτική διευκόλυνση παιδεραστών.

Η βασική ευθύνη

Στη βιασύνη του να χρησιμοποιήσει το σκάνδαλο Λιγνάδη για να ολοκληρώσει την επιστροφή στον επιθετικό λαϊκισμό της προ του 2015 περιόδου, ο ΣΥΡΙΖΑ παραβλέπει τις δικές του ευθύνες για την όποια δράση του Λιγνάδη.

Δεν υπάρχει καταγγελία για παιδεραστία ή άλλη ποινικά κολάσιμη πράξη στη διάρκεια της περιόδου κατά την οποία ήταν καλλιτεχνικός διευθυντής του Εθνικού Θεάτρου με πολιτική ευθύνη της Μενδώνη. Αντίθετα, υπάρχει καταγγελία, που οδήγησε στην προφυλάκισή του, για βιασμό και παιδεραστία το 2015, όταν ήταν διευθυντής της Νέας Σκηνής του Εθνικού Θεάτρου με πολιτική ευθύνη του υπουργού Πολιτισμού της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ.

Αν επιβεβαιωθεί η καταγγελία για το 2015, ο Λιγνάδης θα έχει εγκληματήσει αξιοποιώντας τη θέση επιρροής που είχε επί ΣΥΡΙΖΑ χωρίς να το ξέρει κανείς, ούτε επί ΣΥΡΙΖΑ ούτε επί ΝΔ. Είναι τουλάχιστον εξωφρενικό να απαιτεί η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ την άμεση παραίτηση Μενδώνη επειδή δεν ήξερε, όπως αυτοί, ότι «ξέφυγε» και ενδεχομένως εγκλημάτησε ο Λιγνάδης το 2015. Ο ετεροχρονισμός που επιχείρησε ο Τσίπρας σε ό,τι αφορά τις πολιτικές ευθύνες, να αναλάβει δηλαδή η Μενδώνη τις ευθύνες εκείνων που έπρεπε να τον ελέγχουν επαγγελματικά και πολιτικά το 2015, δείχνει την κακή πολιτική του διάθεση.

Θεσμική απάντηση

Ο Μητσοτάκης στη Βουλή προσπάθησε να ελέγξει τον επιθετικό λαϊκισμό του ΣΥΡΙΖΑ και να δώσει πολιτική και θεσμική απάντηση στο τεράστιο πρόβλημα που ανέδειξε το #MeToo και σε διαστάσεις των οποίων η διαχείριση είναι πολύ δύσκολη. Παιδοφιλία, βιασμοί και ενδοοικογενειακή βία, κατάχρηση εξουσίας για σεξουαλικούς λόγους στους χώρους εργασίας.

Οι κυβερνητικές πρωτοβουλίες που ανακοίνωσε στη Βουλή δείχνουν την κοινωνική του ευαισθησία και το ότι είναι αποφασισμένος να αξιοποιήσει το σκάνδαλο Λιγνάδη με θετικό τρόπο. Αυστηρότερος έλεγχος σε αυτούς που έρχονται σε επαφή με παιδιά, αυστηρότερη νομοθεσία σε μια προσπάθεια να λειτουργήσει αποτρεπτικά, καλύτερη ενημέρωση της κοινωνίας, από το σχολείο μέχρι τους γονείς και από τους κοινωνικούς μέχρι τους επαγγελματικούς χώρους, για να γνωρίζουν όλοι δικαιώματα και υποχρεώσεις.

Ο Μητσοτάκης επαναλαμβάνει και σε αυτό το θέμα τα θετικά μηνύματα που στέλνει σε όλα τα ζητήματα μεγάλου δημόσιου ενδιαφέροντος. Η προσέγγισή του είναι πάντα θετική, γιατί αντιλαμβάνεται ότι αντιμετωπίζουμε τεράστιες προκλήσεις και δεν υπάρχει περιθώριο για τη σπατάλη δυνάμεων που προκαλούν η επιθετική δημαγωγία και ο πολιτικός διχασμός.

Η πανδημία διαρκεί περισσότερο απ’ ό,τι είχε εκτιμηθεί. Η ελληνική οικονομία και η κοινωνία έχουν δεχτεί δυνατά χτυπήματα λόγω του Covid-19. Πολλοί συμπολίτες μας είναι στα όρια της αντοχής τους εξαιτίας και της δεκαετούς κρίσης που προηγήθηκε. Τα μηνύματα από τη διεθνή οικονομία για την Ελλάδα δεν είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά. Οι τελευταίες εβδομάδες χαρακτηρίστηκαν από μεγάλη άνοδο των διεθνών επιτοκίων, με αποτέλεσμα να αυξηθεί το επιτόκιο στο δεκαετές ομόλογο του ελληνικού Δημοσίου από λίγο κάτω από το 0,70% στο 1,15% με έντονη ανοδική τάση. Παράλληλα, ανακάμπτουν γρήγορα οι διεθνείς τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου. Το βαρέλι πετρελαίου τύπου Μπρεντ κινείται πάνω από τα 65 δολάρια, ενώ υπάρχουν εκτιμήσεις ότι μόλις η διεθνής οικονομία αφήσει πίσω της την πανδημία μπορεί να εκτιναχθεί στα 100 δολάρια, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών.

Το σκάνδαλο Λιγνάδη και η δυναμική ανάπτυξη του ελληνικού #MeToo υπογραμμίζουν ότι στις μεγάλες δοκιμασίες επιβάλλεται η θετική προσέγγιση Μητσοτάκη και πως ο επιθετικός λαϊκισμός του ΣΥΡΙΖΑ, εκτός από ξεπερασμένος, είναι πιο επικίνδυνος στις σημερινές συνθήκες.