Ουγγαρία: Θρίαμβος του… Βικτάτορα - Free Sunday
Ουγγαρία: Θρίαμβος του… Βικτάτορα
Οι Βρυξέλλες θεωρούν τον Όρμπαν υπερβολικά κοντά στον Πούτιν

Ουγγαρία: Θρίαμβος του… Βικτάτορα

Στις βουλευτικές εκλογές που πραγματοποιήθηκαν στην Ουγγαρία την Κυριακή 3 Απριλίου 2022, συνέβη αυτό που φοβόντουσαν στις Βρυξέλλες. Ο Συντηρητικός πρωθυπουργός Όρμπαν, ο οποίος έχει συγκρουστεί με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς και αποχώρησε με το κόμμα του Fidesz από το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα (ΕΛΚ), τα πήρε στην κυριολεξία όλα.

Πέμπτη τετραετία

Με τη θριαμβευτική του επικράτηση ο Όρμπαν εξασφάλισε την 5η τετραετία του στην εξουσία.

Η πρώτη τετραετία του ήταν από το 1998 έως το 2002, όταν κυβέρνησε τη χώρα στη βάση ενός φιλελεύθερου προγράμματος. Η οριακή ήττα του στις εκλογές του 2002 από το Σοσιαλιστικό Κόμμα τον οδήγησε στο συμπέρασμα ότι είχε δημιουργηθεί ένα σύστημα εξουσίας με ρίζες στο κομμουνιστικό παρελθόν της Ουγγαρίας, το οποίο περιόριζε τις δυνατότητες αποτελεσματικής άσκησης της εξουσίας.

Αποφάσισε να το αμφισβητήσει δυναμικά με ένα εντυπωσιακό μίγμα φιλολαϊκής, αντιμονοπωλιακής οικονομικής πολιτικής, παραδοσιακών αξιών και πατριωτισμό με τάσεις μετατροπής του σε εθνικισμό.

Η μεγάλη ευκαιρία δόθηκε στον Όρμπαν στις εκλογές του 2010, όπου οι Σοσιαλιστές εμφανίστηκαν διασπασμένοι, έχοντας ρίξει τα δημόσια οικονομικά έξω, έχοντας βάλει την Ουγγαρία σε ένα είδος μνημονίου και αντιμετωπίζοντας βάσιμες κατηγορίες για οργανωμένη νομή της εξουσίας.

Ο Όρμπαν και το Fidesz κέρδισαν τις εκλογές του 2010 με ποσοστό 53% και από τότε κανείς δεν έχει μπορέσει να αμφισβητήσει την πολιτική κυριαρχία τους. Είναι χαρακτηριστικό ότι κέρδισαν τις εκλογές του 2018 με ένα εντυπωσιακό 49% και στις εκλογές του 2022 επέστρεψαν θριαμβευτικά στη βάση εκκίνησης του 2010 με 53%!

Υποτίθεται ότι η τελευταία αναμέτρηση θα ήταν διαφορετική από τις προηγούμενες. Έξι κόμματα της αντιπολίτευσης, από το Jobbik που έχει νεοναζιστικές ρίζες μέχρι τους Σοσιαλιστές, συνασπίστηκαν με βασική επιδίωξη να χάσει ο Όρμπαν τις εκλογές.

Υπάρχει προηγούμενο ετερόκλητων πολιτικών συμμαχιών με στόχο την αμφισβήτηση της κυριαρχίας ισχυρών πολιτικών. Αυτό το σενάριο παίχτηκε με επιτυχία στην Τσεχία και μια παραλλαγή του στη Βουλγαρία σε βάρος του Μπορίσοφ.

Οι δημοσκοπήσεις των τελευταίων μηνών έδειχναν τον Όρμπαν και το Fidesz να προηγούνται με 3-5 μονάδες και η αναγωγή των αναποφάσιστων τους έδινε μεγαλύτερο προβάδισμα. Όμως καμία δημοσκόπηση δεν προέβλεψε τον εκλογικό θρίαμβο με 53% και 18 μονάδες διαφορά από τον εξακομματικό συνασπισμό της αντιπολίτευσης.

Ένα άλλο εντυπωσιακό αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών είναι ότι μπήκε στη βουλή, ξεπερνώντας το όριο του 5%, το ακροδεξιό κόμμα «Η Πατρίδα Μας», που εκφράζει τους διαφωνούντες του Jobbik. Δεν θέλησαν να ενταχθούν στον συνασπισμό της αντιπολίτευσης και προτίμησαν την αυτόνομη πορεία στη βάση ακροδεξιών θέσεων.

Η ερμηνεία του αποτελέσματος

Οι περισσότεροι αναλυτές εξηγούν το αποτέλεσμα με βάση τον ασφυκτικό έλεγχο που ασκεί ο Όρμπαν στα ΜΜΕ και στη δυνατότητά του να αλλάζει τους κανόνες της εκλογικής διαδικασίας στη Βουλή, έχοντας σε αυτήν πλειοψηφία δύο τρίτων, που επιτρέπει αλλαγές στο Σύνταγμα.

Είναι γεγονός ότι ο Όρμπαν παραβιάζει ορισμένους ευρωπαϊκούς κανόνες του Κράτους Δικαίου με αποτέλεσμα να προκαλεί και την αντίδραση των Βρυξελλών. Από το 2010, οπότε βρίσκεται στην εξουσία στη βάση ενός συντηρητικού-πατριωτικού προγράμματος, δεν αφήνει τίποτα στην τύχη. Αντίπαλα ΜΜΕ οδηγούνται σε διαφημιστική καχεξία και στη συνέχεια στην εξαγορά από προσκείμενα στην κυβέρνηση επιχειρηματικά συμφέροντα, η επιρροή του ξένου κεφαλαίου στην οικονομία περιορίζεται συστηματικά παρά τις εξαιρετικά σημαντικές ξένες άμεσες επενδύσεις, ενώ δημιουργούνται εθνικοί πρωταθλητές στον ιδιωτικό τομέα με άμεσες σχέσεις με την κυβέρνηση και το πρωθυπουργικό περιβάλλον.

Ορισμένοι αναλυτές αποδίδουν τη θριαμβευτική επικράτηση Όρμπαν στο ξέσπασμα του πολέμου στην Ουκρανία. Στην αρχή δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι οι στενές σχέσεις του Όρμπαν με τον Πούτιν μπορεί να του κόστιζαν εκλογικά.

Στη συνέχεια όμως αξιοποίησε την κυριαρχία του στα ΜΜΕ –που θεωρείται ότι ασκεί έλεγχο σε βαθμό 80%-90%– για να επιβάλλει στην κοινή γνώμη το δικό του αφήγημα για τον πόλεμο.

Ο Όρμπαν εμφανίστηκε σαν ο εγγυητής της ειρήνης και της ευημερίας των Ούγγρων, ενώ παρουσίασε τις συνασπισμένες δυνάμεις της αντιπολίτευσης έτοιμες να ρίξουν την Ουγγαρία σε έναν ξένο πόλεμο με μεγάλους εθνικούς κινδύνους.

Ο πρόεδρος της Ουκρανίας, Ζελένσκι, ενοχλήθηκε από την τακτική του Όρμπαν και αξιοποίησε το μήνυμα που απηύθυνε από το Κίεβο στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο για να καλέσει τον Όρμπαν να επιλέξει με ποιους είναι. Με τον Πούτιν και τους Ρώσους εισβολείς ή με τους αμυνόμενους Ουκρανούς;

Το μήνυμα του Ζελένσκι δεν πέρασε καλά στην Ουγγαρία, η οποία έχει ένα ιστορικό αποτυχημένων επιλογών στον Α΄ και στον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο που της κόστισαν εδαφικό ακρωτηριασμό και την παρουσία σημαντικών ουγγρικών μειονοτήτων στις γειτονικές της χώρες. Ουγγρική μειονότητα έχει και η Ουκρανία. Στη Βουδαπέστη θεωρούν ότι δεν γίνονται πάντα σεβαστά τα δικαιώματά της από το Κίεβο και παρατηρείται σημαντική φυγή των Ούγγρων της Ουκρανίας προς την Ουγγαρία, παρά το γεγονός ότι δεν βρίσκονται ακόμη στην εμπόλεμη ζώνη.

Ο Όρμπαν έχει αξιοποιήσει την καλή σχέση με τον Πούτιν για να εξασφαλίσει ρωσικό φυσικό αέριο σε προνομιακές τιμές, ενώ έχει υπογράψει σύμβαση ύψους 12 δισ. δολαρίων για εκσυγχρονισμό των πυρηνικών σταθμών της χώρας από τη Ρωσία.

Με τη διπλωματία κορυφής κατάφερε να «παγώσει» τους λογαριασμούς του ηλεκτρικού σε μια περίοδο κατά την οποία αυξάνονται ή και πολλαπλασιάζονται σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως η Ελλάδα.

Η στάση του Όρμπαν στο θέμα της εισβολής στην Ουκρανία τον έφερε για πρώτη φορά σε αντίθεση και με τους άλλους «σκληρούς» της ομάδας του Βίζεγκραντ. Πολωνία, Τσεχία, Σλοβακία τα δίνουν όλα υπέρ της Ουκρανίας και κατά του Πούτιν. Η υπουργός Άμυνας της Τσεχίας, Ζάνα Τσερνότσοβα, δήλωσε σχετικά: «Η Ουγγαρία ενδιαφέρεται περισσότερο για φθηνό ρωσικό αέριο παρά για το αίμα των Ουκρανών». Από την πλευρά του, ο ισχυρός άνδρας της Πολωνίας Κατσίνσκι έσπευσε να δηλώσει ότι παρά την αντίθεσή του με τις θέσεις του Όρμπαν για τον Πούτιν και την Ουκρανία, θα συνεχιστεί η πολύ καλή συνεργασία τους. Όρμπαν και Κατσίνσκι αλληλοκαλύπτονται στην αντιπαράθεσή τους με τις Βρυξέλλες για ζητήματα παραβίασης των κανόνων του Κράτους Δικαίου από τις κυβερνήσεις τους.

Η Ουγγαρία ακολουθεί τις κινήσεις της Ε.Ε. για οικονομικές κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας. Ανήκει όμως στις χώρες, όπως η Γερμανία και η Ελλάδα, οι οποίες δεν δέχονται την επέκταση των κυρώσεων στις εισαγωγές ρωσικού πετρελαίου και φυσικού αερίου. Ο Όρμπαν δεν στέλνει στρατιωτικό εξοπλισμό στην Ουκρανία, ούτε δέχθηκε την ανάπτυξη αμερικανο-νατοϊκών στρατευμάτων στη χώρα του, όπως η Πολωνία και η Βουλγαρία.

Αξιοσημείωτη είναι η στροφή του Όρμπαν στο θέμα των προσφυγικών ρευμάτων. Η Ουγγαρία υποδέχεται εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες από την Ουκρανία, με το 90% από αυτούς να επιδιώκουν να καταλήξουν σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες και κυρίως στη Γερμανία.

Η σημασία των Orbanomics

Οι αναλύσεις που αποδίδουν τον εκλογικό θρίαμβο του Όρμπαν στον τεκμηριωμένο αυταρχισμό του και στις προνομιακές σχέσεις του με τον Πούτιν είναι ελλιπείς. Δεν λαμβάνουν υπόψη την εντυπωσιακή επιτυχία της οικονομικής του στρατηγικής, των λεγόμενων Orbanomics.

Πρόκειται για ένα ευφυές μίγμα φορολογίας και ελέγχου των μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων, ανάπτυξης με κοινωνική ευαισθησία και κοινωνικά και πολιτικά στοχευμένων παροχών.

Τα Orbanomcis καταγγέλθηκαν στην αρχή σαν επικίνδυνος οικονομικός λαϊκισμός. Οι επικριτές τους δέχονται τώρα ότι συνέβαλαν στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη της χώρας, ενώ βρίσκουν μιμητές και σε άλλες πρώην Ανατολικές χώρες της Ε.Ε.

Μετά τον σχηματισμό κυβέρνησης το 2010, ο Όρμπαν προσπάθησε να διαπραγματευτεί με τις Βρυξέλλες την προσωρινή εξαίρεση από τον δημοσιονομικό κανόνα του ελλείμματος που δεν μπορεί να ξεπεράσει το 3% του ΑΕΠ. Απέτυχε και γι’ αυτό άρχισε να εφαρμόζει μία ανορθόδοξη πολιτική.

Πρώτα έθεσε υπό τον έλεγχό του τα κεφάλαια της αναπτυγμένης ιδιωτικής ασφάλισης, της τάξης των 12 δισ. δολαρίων, καταργώντας και κρατικοποιώντας τα ιδιωτικά ασφαλιστικά ταμεία.

Στη συνέχεια, αύξησε προσωρινά τον Φόρο Προστιθέμενης Αξίας (ΦΠΑ) στο 27%, μόλις όμως το επέτρεψαν οι δημοσιονομικές συνθήκες τον μείωσε σταδιακά στο 5% για το κρέας, τα ψάρια, τα κοτόπουλα, τα αυγά και το Internet.

Μείωσε τον φόρο στα κέρδη των επιχειρήσεων στο 9% ανεξάρτητα από το ύψος στο οποίο διαμορφώνονται. Ταυτόχρονα μείωσε και τις ασφαλιστικές εισφορές των εργοδοτών.

Από την άλλη πλευρά, επέβαλε νέα σκληρή φορολογία στις τράπεζες και τις υποχρέωσε να αναλάβουν το κόστος για τα στεγαστικά δάνεια σε ξένο νόμισμα, ιδιαίτερα σε ελβετικό φράγκο, τα οποία μετατράπηκαν σε εφιάλτη για τους δανειολήπτες λόγω των συνεχών ανατιμήσεων των ισχυρών ξένων νομισμάτων. Ο Όρμπαν καταγγέλθηκε από τις Βρυξέλλες για τις μεθοδεύσεις του στο θέμα των τραπεζών, στη συνέχεια όμως η Πολωνία, η Κροατία και η Ρουμανία εφάρμοσαν ανάλογες ρυθμίσεις για τα στεγαστικά δάνεια σε ξένο νόμισμα.

Άλλες εντυπωσιακές πρωτοβουλίες του Όρμπαν ήταν η μείωση του λογαριασμού του ηλεκτρικού κατά 25% κατά την περίοδο 2010-2014.

Κατά περιόδους, ο Όρμπαν επέβαλε ειδικούς φόρους στις τράπεζες, τις τηλεπικοινωνίες, την ενέργεια και τις αλυσίδες σουπερμάρκετ με το σκεπτικό ότι πραγματοποιούσαν υπερκέρδη και έπρεπε να συμβάλλουν στη χρηματοδότηση της κοινωνικής πολιτικής της κυβέρνησης. Οι Βρυξέλλες εξέφραζαν περιοδικά τις αντιρρήσεις τους θεωρώντας ότι μέσα από την ειδική φορολογία μεθόδευε τον περιορισμό της επιρροής του ξένου κεφαλαίου και τη δημιουργία ελεγχόμενων από αυτόν εθνικών πρωταθλητών.

Η επιτυχία της οικονομικής πολιτικής του Όρμπαν περιόρισε την ανεργία από το 11,4% στο 3,8% και την ανεργία των νέων στο 10%.

Προεκλογικά οικονομικά

Τα Orbanomics έχουν και μία εντυπωσιακή προεκλογική διάσταση.

Από τα τέλη του 2021, η κυβέρνηση επέβαλε πλαφόν στις τιμές βασικών αγαθών, όπως το αλεύρι, το λάδι, η ζάχαρη και τα κοτόπουλα.

Οι τιμές των καυσίμων, όπως και της ενέργειας, «πάγωσαν» προεκλογικά. Δόθηκε και προεκλογική αύξηση στον κατώτατο μισθό 20%, η οποία αφορά το ⅓ των εργαζόμενων στον ιδιωτικό τομέα.

Από το 2012 οικογένειες με τουλάχιστον τρία παιδιά έχουν ουσιαστικά απαλλαγεί από τον φόρο εισοδήματος. Από το 2019 οι οικογένειες μπορούν να παίρνουν σημαντικές επιδοτήσεις και δάνεια για την αγορά αυτοκινήτου ή την απόκτηση στέγης. Τον Μάρτιο, η κυβερνητική πλειοψηφία της Βουλής εξέλεξε για πρώτη φορά γυναίκα Πρόεδρο της Δημοκρατίας, την υπουργό που προώθησε τις μεταρρυθμίσεις υπέρ των οικογενειών, Καταλίν Νόβακ.

Οικονομική ανάπτυξη

Τα Orbanomics δεν οδήγησαν στην οικονομική κατάρρευση που προέβλεψαν οι επικριτές τους, αλλά στην οικονομική ανάπτυξη και τον εκσυγχρονισμό της οικονομίας της Ουγγαρίας.

Η οικονομία της Ουγγαρίας είχε ανάπτυξη 5,1% το 2018 και 4,9% το 2019. Το 2020, το ΑΕΠ μειώθηκε κατά 5% εξαιτίας της πανδημίας, αλλά το 2021 υπερκαλύφθηκαν οι απώλειες με ανάπτυξη 6,2%.

Στην εξαιρετικά εξωστρεφή βιομηχανία της Ουγγαρίας αναλογεί το 31,3% του ΑΕΠ, ενώ στην Ελλάδα το αντίστοιχο ποσοστό είναι κάτω από 9%.

Η χώρα παρουσιάζει σταθερά εμπορικό πλεόνασμα, με το 27,7% των εξαγωγών να κατευθύνονται στη Γερμανία και το 26,2% των εισαγωγών να προέρχονται από αυτήν.

Η Ουγγαρία είναι ο μεγαλύτερος παραγωγός στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη στον τομέα των ηλεκτρονικών, καταγράφει εντυπωσιακή πρόοδο στην τεχνολογία της κινητής τηλεφωνίας, όπως και σε ζητήματα ασφάλειας της ψηφιακής οικονομίας και της πληροφόρησης.

Το 2019 οι ξένες άμεσες επενδύσεις στη χώρα είχαν φτάσει τα 119 δισ. δολάρια, με τις επενδύσεις των ουγγρικών επιχειρήσεων στο εξωτερικό να είναι στα 50 δισ. δολάρια.

Η οικονομική επιτυχία και οι παρεμβάσεις της κυβέρνησης έχουν φέρει σταθερή άνοδο του βιοτικού επιπέδου από τα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας. Επιπλέον, σύμφωνα με τις διεθνείς αξιολογήσεις, η Ουγγαρία είναι μία από τις χώρες με τη λιγότερο άνιση κατανομή εισοδήματος.

Επομένως, η διαχρονική επιτυχία του Όρμπαν έχει στέρεες οικονομικές και κοινωνικές βάσεις.

Μια κόντρα με μέλλον

Ο Όρμπαν πανηγύρισε τον εκλογικό του θρίαμβο πετώντας το γάντι στις Βρυξέλλες. Όπως είπε χαρακτηριστικά: «Έχουμε μια νίκη τόσο μεγάλη που μπορεί να τη δεις από το φεγγάρι και σίγουρα θα τη δουν από τις Βρυξέλλες».

Στη συνέχεια έγινε πιο συγκεκριμένος λέγοντας: «Όλος ο κόσμος μπορεί να δει σήμερα το βράδυ, εδώ στη Βουδαπέστη, τη νίκη της Χριστιανοδημοκρατικής πολιτικής, των συντηρητικών, πατριωτικών πολιτικών και της κοινωνίας των πολιτών. Το μήνυμα μας στην Ευρώπη είναι: Αυτό δεν είναι το παρελθόν, αυτό είναι το μέλλον, το ευρωπαϊκό μέλλον που θα μοιραστούμε».

Εξασφαλίζοντας την τέταρτη συνεχόμενη τετραετία, ο Όρμπαν αναδεικνύεται, μετά τη συνταξιοδότηση Μέρκελ, στον μακροβιότερο Ευρωπαίο πολιτικό ηγέτη. Έχει ήδη 16 χρόνια στην εξουσία, τα 12 τελευταία συνεχόμενα και πηγαίνει για εικοσαετία, ενώ είναι σχετικά νέος για πολιτικός ηγέτης, 58 ετών.

Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Φον ντερ Λάιεν, δεν άφησε την πρόκληση αναπάντητη. Μιλώντας στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ανακοίνωσε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα εκκινήσει την προβλεπόμενη διαδικασία σε βάρος της Ουγγαρίας για ζητήματα που έχουν σχέση με παραβίαση των κανόνων του Κράτους Δικαίου και την κυβερνητική διαφθορά. Η απάντηση της κυβέρνησης της Ουγγαρίας είναι ότι δεν σχολιάζει πολιτικές τοποθετήσεις, ό,τι έχει να πει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει να το πει με επίσημα κείμενα τα οποία θα μελετήσουν οι κυβερνητικοί αρμόδιοι.

Η δυναμική παρέμβαση της Φον ντερ Λάιεν συμπίπτει χρονικά με φραστικά και πολιτικά ανοίγματα στην κατεύθυνση της Βαρσοβίας. Επιδίωξη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι να επιβραβεύσει την Πολωνία για τη δυναμική στάση της έναντι του Πούτιν και την υποδοχή στα εδάφη της εκατομμυρίων προσφύγων από την Ουκρανία μέσα από μια συμβιβαστική λύση για θέματα κυβερνητικών παρεμβάσεων στη Δικαιοσύνη, που θα ξεμπλοκάρει τη χρηματοδότηση της Πολωνίας από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης. Αντίθετα, το μήνυμα προς τη Βουδαπέστη είναι ότι έχει να καλύψει μεγάλη απόσταση για να εκταμιευτεί η χρηματοδότηση που της αναλογεί από το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης.

Μέσα από τη διαφορετική προσέγγιση Ουγγαρίας και Πολωνίας στο θέμα της Ουκρανίας οι Βρυξέλλες διακρίνουν μια ευκαιρία να σπάσουν το ισχυρό δίδυμο Όρμπαν - Κατσίνσκι αναγνωρίζοντας τη στρατηγική αναβάθμιση της Πολωνίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση και γενικότερα στο νέο διεθνοπολιτικό περιβάλλον που δημιουργεί η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία.

Πρόκειται για μια σύνθετη διεθνοπολιτική άσκηση που δεν έχει εξασφαλισμένη την επιτυχία. Κατσίνσκι και Όρμπαν γνωρίζουν ότι χρειάζονται ο ένας τον άλλον για να μπλοκάρουν ενδεχόμενες ευρωπαϊκές πρωτοβουλίες σε βάρος τους. Ο Όρμπαν είναι εξαιρετικά ευέλικτος και ενισχυμένος έναντι των Βρυξελλών μετά τη θριαμβευτική επανεκλογή του. Ο Κατσίνσκι εκφράζει τον πατριωτισμό έως εθνικισμό των Πολωνών με έναν τρόπο ο οποίος ξεπερνάει, αρκετές φορές, τα όρια. Χαρακτηριστικό το προσωρινό, ελπίζεται, βέτο που προβάλλει η υπουργός Οικονομικών της Πολωνίας, Μαγκνταλένα Ρεφσκόφσκα, στην έγκριση της Ευρωπαϊκής Οδηγίας που εφαρμόζει τον ελάχιστο φόρο 15% στις πολυεθνικές επιχειρήσεις.

Έχουνε συμφωνήσει σε αυτόν 137 χώρες και εκτιμάται ότι μπορεί να εξασφαλίσει πρόσθετα φορολογικά έσοδα της τάξης των 150 δισεκατομμυρίων δολαρίων τον χρόνο.

Η Πολωνία διαπραγματεύεται την έγκρισή της σκληρά, στέλνοντας το μήνυμα ότι θα αξιοποιήσει όλες τις δυνατότητες που της προσφέρει η στρατηγική της αναβάθμιση εξαιτίας του σημαντικού ρόλου της στην κρίση της Ουκρανίας.

Το μόνο βέβαιο είναι ότι η συντηρητική κυβέρνηση της Πολωνίας έχει ενισχυθεί από τις πρόσφατες εξελίξεις, όπως η εξουσία του Όρμπαν, αλλά με εντελώς διαφορετικό τρόπο σε ό,τι αφορά τις σχέσεις με τον Πούτιν και τη Ρωσία.