Τώρα μας έφταιξε και η μαντίλα - Free Sunday
Τώρα μας έφταιξε και η μαντίλα

Τώρα μας έφταιξε και η μαντίλα

Στη μαθητική παρέλαση την παραμονή της 25ης Μαρτίου 2016 η μαθήτρια της τρίτης τάξης του 41ου Δημοσίου Λυκείου Αθηνών Άγια Ιμπραήμ, που κατάγεται από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου, παρέλασε ως παραστάτιδα πλάι στη Γαλανόλευκη. Η συνολική παρουσία της πριν και κατά την παρέλαση, αλλά και στις δηλώσεις της, ήταν συνολικά ευπρεπής, όπως, άλλωστε, αρμόζει σε αριστεύσασα μαθήτρια. Ωστόσο, από πολλούς κρίθηκε ως προκλητική με μόνη αιτία το γεγονός ότι η έφηβη μαθήτρια παρέλασε φορώντας την παραδοσιακή για τις μουσουλμάνες μαντίλα ή, αλλιώς, χιτζάμπ.

Στο συνηθισμένο από επιδεικτική υπερβολή ελληνικό διαδίκτυο, αλλά και στα ΜΜΕ, οι αντιδράσεις ήταν μάλλον ακραίες. Κάποιοι ανήγαγαν τη μαθήτρια σε σύμβολο ελευθερίας, κάνοντας ηρωίδα μια άριστη μαθήτρια που της επετράπη το αυτονόητο. Ίσως βέβαια να απαιτεί και κάποιον ηρωισμό η κατάκτηση της αριστείας στο βάναυσα γνωσιοθηρικό ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα από ένα κορίτσι οικογένειας Αράβων οικονομικών μεταναστών. Σίγουρα δεν είναι κατόρθωμα να εμφανιστούν η παραστάτις και ο άρρεν σημαιοφόρος με αλογοουρά, δηλαδή με τα χαρακτηριστικά που συνηθίζονται στον οικογενειακό και κοινωνικό τους περίγυρο, στο πλαίσιο του αυτοπροσδιορισμού κάθε ατόμου που ζει στην Ε.Ε.

Άλλοι είδαν την άλωση της ελληνικής εθνικής ταυτότητας στην εμφάνιση μιας μουσουλμάνας με μαντίλα μπροστά από τη Βουλή. Αντέδρασαν δηλαδή σαν να μη φορούσε η Άγια όλο αυτό το διάστημα τη μαντίλα της σε κάθε σχολική δράση και πρώτη φορά στην επέτειο της Εθνικής Παλιγγενεσίας επέλεξε να καλύψει την κώμη της, για να προκαλέσει το κοινό αίσθημα. Σαν να πραγματώνεται ο ούτως ή άλλος παρωχημένος σκοπός της μαθητικής παρέλασης διά της καταστολής της διαφορετικότητας και της ύψωσης τειχών σε βάρος των αλλοεθνών και αλλόθρησκων μαθητών. Ή σαν να υπάρχει εθνικό dress code για τις παρελάσεις που επιτρέπει το καυτό μίνι και το βραδινό μακιγιάζ στα κορίτσια, τα εμφανή τατουάζ και τα piercings σε κάθε μαθητή, ως εύλογη έκφραση της νεανικής προσωπικότητας των μαθητών, αλλά απαγορεύει ως εθνική απειλή τη μαντίλα και τη μακριά φούστα.

Ας μη γελιόμαστε, ο ρατσισμός έβρισκε και θα βρίσκει πάντα τρόπους να εκφραστεί και διατηρεί εύλογα μεγάλο ακροατήριο. Κατά περίπτωση, με μεγάλη ευκολία ξεχνά τις αρχές της ανεξιθρησκίας και της ελευθερίας της κοινωνικής έκφρασης που ρητώς προτάσσει το Σύνταγμα. Προ εικοσαετίας έφταιγε η αλβανική καταγωγή του επίσης αριστούχου σημαιοφόρου Οδυσσέα Τσενάι, που ξεσήκωσε θύελλα μίσους στην κοινωνία της Περαίας και πανελληνίως, κυρίως από τους γονείς των μη επιλεγέντων για παρέλαση μαθητών. Το αποτέλεσμα ήταν να στρέψουν τον νεαρό για πάντα στο εξωτερικό και να αποστερήσουν την ελληνική κοινωνία από έναν ξεχωριστό σήμερα επιστήμονα. Είναι αξιοσημείωτο, άλλωστε, ότι άτομα που συχνά επιδίδονται σε επίδειξη δημοκρατικού φρονήματος με την πρώτη ευκαιρία επιτέθηκαν στην έφηβη μαθήτρια, ότι δήθεν είναι δάκτυλος ισλαμιστών, ότι τάχα προάγει και εμπεδώνει τον μουσουλμανικό φονταμενταλισμό στην ελληνική κοινωνία.

Η πραγματικότητα όμως δείχνει να είναι αλλιώς και πολύ μακριά από τα άκρα. Για όσους, μάλιστα, έχουν ταξιδέψει σε αραβικές χώρες ή γνωρίζουν έστω και λίγο την αιγυπτιακή κοινωνία, είναι σαφές ότι η κάλυψη του κεφαλιού των γυναικών από την εφηβεία και μετά αποτελεί περισσότερο κοινωνική συνήθεια των λαϊκών τάξεων και δευτερευόντως ένδειξη μουσουλμανικής ευσέβειας. Συνεπώς, η επίθεση στην ενδυματολογική διαφοροποίηση μιας μαθήτριας που στ’ αλήθεια δεν προσβάλλει κανέναν, αλλά με την παρέλασή της μπροστά από την εξέδρα των επισήμων ως «μετέχουσας της παιδεύσεως της ημετέρας» (Ισοκράτους, Πανηγυρικός, εδ. 50) περιποιεί τιμή σε ένα αρχαίο έθνος που αντιλαμβάνεται το μέλλον του μέσα από την πολυμορφία και την ανεκτικότητα, είναι αδόκιμη. Η ίδια, άλλωστε, η Άγια υποστηρίζει εύγλωττα το δικαίωμα στην πολυμορφία, δηλώνει πως πιστεύει «ότι έτσι θα ζούμε καλύτερα».