Διεκδικώντας τον τίτλο του «μη συστημικού» - Free Sunday
Διεκδικώντας τον τίτλο του «μη συστημικού»

Διεκδικώντας τον τίτλο του «μη συστημικού»

Θυμωμένος με τους πρώην και τους νυν κυβερνώντες, φοβισμένος για την οικονομική του θέση, με ελάχιστη εναπομείνασα ελπίδα για το μέλλον. Πώς να καλυφθεί πολιτικά ένα τόσο πολύπλοκο πλέγμα συναισθηματικών αναγκών;

Μοιάζει ευκολότερο τόσο για τον ΣΥΡΙΖΑ όσο και για τη ΝΔ, μπροστά σε μια ιδιαιτέρως απαισιόδοξη κοινωνία, να πολώσουν την αντιπαράθεση. Και η επιλογή τους μοιάζει πετυχημένη, καθώς και τα δύο κόμματα εμφανίζουν τάσεις ενίσχυσης της εκλογικής τους επιρροής. Η πτωτική πορεία του ΣΥΡΙΖΑ ανακόπτεται χάρη, πιθανότατα, στην παροχή οικονομικής βοήθειας προς τους χαμηλοσυνταξιούχους και στη μείωση του ΦΠΑ σε ορισμένα νησιά του Αιγαίου που πλήττονται από τις προσφυγικές ροές. Η δημοσκοπική υπεροχή της ΝΔ συνεχίζεται αμείωτη, ακόμα και χωρίς κάποια έντονη δυναμική κλιμάκωσης.

Πώς εργάζονται τα δύο κόμματα στην καλλιέργεια της αντιπαράθεσης αυτής; Οι στρατηγικές τους έχουν ένα κοινό σημείο αναφοράς: την προσπάθεια να μείνουν τα ίδια μακριά από την έννοια του «συστημικού κόμματος» και, ιδανικά, να την αποδώσουν στον αντίπαλό τους. Έχοντας αυτοπροσδιοριστεί ως «αντισυστημικό κόμμα» που πρεσβεύει τη διακοπή της οικονομικής λιτότητας, ο ΣΥΡΙΖΑ επιδιώκει να διατηρήσει την ιδιότητα παρά την πιστή εφαρμογή των δημοσιονομικών μέτρων που συνεπάγεται η εφαρμογή του τρίτου μνημονίου. Έχοντας κάνει σημαία της την ανάγκη υλοποίησης μεταρρυθμίσεων που θα αλλάξουν τη δομή του κράτους και της οικονομίας, η ΝΔ επιδιώκει να φτιάξει την εικόνα του μεταρρυθμιστικού κόμματος που αποκλίνει σταδιακά από την πελατειακή λογική του «συστημικού κόμματος».

Σε ποιον βαθμό φαίνεται να τα καταφέρνουν; Με βάση τα ευρήματα του «Σφυγμού Ιανουαρίου», το ποσοστό των ψηφοφόρων που υποστηρίζουν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι πλέον ένα αντισυστημικό κόμμα φτάνει στο 63% και είναι υψηλό ακόμα και μεταξύ εκείνων που δηλώνουν πολύ υψηλή πιθανότητα να τον προτιμήσουν στις επόμενες εκλογές (41%). Βεβαίως, τα ποσοστά είναι σημαντικά υψηλότερα μεταξύ εκείνων που δίνουν μέση πιθανότητα να ψηφίσουν τον ΣΥΡΙΖΑ στις επόμενες εκλογές (52%) και εκείνων που δίνουν χαμηλή πιθανότητα να τον επιλέξουν στις επόμενες εκλογές (57%). 

Ομοίως, ο «Σφυγμός Ιανουαρίου» αποκαλύπτει ότι το 67% των ερωτηθέντων πιστεύει ότι η ΝΔ είναι το κόμμα του συστήματος, ποσοστό που παραμένει σχετικά πλειοψηφικό ακόμα και μεταξύ όσων δηλώνουν πολύ πιθανή την ψήφο για τη ΝΔ (44%). Φυσικά, τα ποσοστά για όσους δηλώνουν μέση ή χαμηλή πιθανότητα ψήφου για τη ΝΔ και συμφωνούν με την άποψη ότι η ΝΔ είναι το κόμμα του συστήματος είναι ακόμα υψηλότερα.

Οι αριθμοί μοιάζουν να προδίδουν και τους δύο. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν νοείται πλέον ως αντισυστημικό κόμμα, αφού η εφαρμογή του τρίτου μνημονίου είναι καθοριστική για την αντίληψη της παλαιότερης εκλογικής βάσης του ΣΥΡΙΖΑ ως προς τις θέσεις του κόμματος σήμερα. Ούτε όμως η ΝΔ έχει αποτινάξει την ταμπέλα του συστημικού κόμματος, καθώς η ανακύκλωση πολιτικών οι οποίοι σε ένα πολύ κοντινό παρελθόν δεν πέτυχαν να απεγκλωβιστούν από πελατειακές συνήθειες, πολέμιες των επιδιωκόμενων μεταρρυθμίσεων, θολώνει τις προσδοκίες. 

Αυτοδιαψευδόμενα, τα δύο κόμματα διατρέχουν τον σημαντικό κίνδυνο να χάσουν τα τμήματα της κοινωνίας που τα είχαν αρχικώς εμπιστευτεί: ο ΣΥΡΙΖΑ όσους τοποθετήθηκαν ενάντια στα μνημόνια και η ΝΔ όσους έδωσαν προτεραιότητα στην ανάγκη δομικών αλλαγών στο κράτος και στην οικονομία.

Με την αμφισβήτηση του προφίλ που καθένα από τα δύο κόμματα είχε καλλιεργήσει να περισσεύει, ο μόνος τρόπος να διατηρήσουν τις δυνάμεις τους είναι να υπογραμμίζουν, σε επίπεδο ρητορικής, ακριβώς την αποτυχία του αντιπάλου τους να διατηρήσει το επιδιωκόμενο προφίλ. Προϊόν της ρητορικής αυτής είναι η όξυνση των πηγαίων συναισθημάτων φόβου και θυμού, στα οποία αναφερθήκαμε αρχικώς, και όχι τελικά ο κατευνασμός τους. Οι εσφαλμένες στρατηγικές του παρελθόντος διατηρούν έντονα την αναδρομικότητά τους και συνεχίζουν να είναι ιδιαίτερα επιζήμιες σε συλλογικό επίπεδο.