Η γοητεία του πολιτικά ανοίκειου - Free Sunday
Η γοητεία του πολιτικά ανοίκειου

Η γοητεία του πολιτικά ανοίκειου

Παρ’ ότι υποψήφιος ενός μικρού και μη συστημικού κόμματος, ο Μπέλεν συσπείρωσε γύρω του τα συστημικά κόμματα του συναινετικού αυστριακού δικομματισμού, καθώς βρέθηκε, στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών, απέναντι στον υποψήφιο του ακροδεξιού FPÖ, Νόρμπερτ Χόφερ, ο οποίος και προβαλλόταν ως η αντικατεστημένη επιλογή που θα έθιγε τα συμφέροντα της καθεστηκυίας τάξης και των πολιτικά αποξενωμένων ελίτ. Υπό αυτή την έννοια, μια νίκη του Χόφερ θα αποτελούσε ένα ακόμη τεκμήριο της επιτυχίας των αντισυστημικών εκλογικών επιλογών των τελευταίων μηνών σε Ευρώπη και ΗΠΑ. 

Το εκλογικό αποτέλεσμα δημιουργεί δύο ερωτήματα, τα οποία τείνουν να λησμονιούνται πίσω από μια έκδηλη αίσθηση ανακούφισης των κυρίαρχων μίντια και των διαμορφωτών κοινής γνώμης για το ίδιο το αποτέλεσμα.

α) Γιατί τελικά δεν επικράτησε ο Χόφερ στην Αυστρία;

Η υποψηφιότητα Χόφερ δεν ήταν μια «απλή» αντισυστημική επιλογή, καθώς το ανοιχτά φιλοναζιστικό παρελθόν του FPÖ δημιουργούσε δύσκολους συνειρμούς σε μια χώρα που διχάστηκε έντονα και επί μακρόν επί του ζητήματος της διαχείρισης του παρελθόντος της. Η επικράτηση Χόφερ θα σηματοδοτούσε την πρώτη επίσημη ανακήρυξη ενός φίλα προσκείμενου στο ναζιστικό καθεστώς πολιτικού ως ανώτατης αρχής σε ευρωπαϊκό κράτος. Η εκλογή Χόφερ θα επέφερε δραματικές εξελίξεις στον συνολικό διεθνή προσανατολισμό, καθώς και στον τρόπο με τον οποίο γίνονται αντιληπτά τα ανθρώπινα δικαιώματα στην Αυστρία, μια χώρα κοσμοπολίτικη, ιδιαίτερα εύπορη και με οικονομική πορεία σαφώς συνδεδεμένη με τα ευρωπαϊκά πράγματα.

Η μαζικότατη συσπείρωση σύσσωμης της δημοκρατικής κοινωνίας γύρω από τον Μπέλεν και η ιστορική αντίδραση μιας χώρας στην επικράτηση πολιτικών με καταβολές στην πιο μαύρη σελίδα της Ιστορίας της οδήγησαν τελικά στην ήττα του ακροδεξιού υποψηφίου. Ήταν η αντίδραση αυτή που έδωσε τελικά τη νίκη σε έναν μετριοπαθή υποψήφιο, υπέρμαχο της πολιτικής των ανοιχτών συνόρων σε σχέση με το προσφυγικό ζήτημα, χωρίς ωστόσο αυτό να σημαίνει ότι η αυστριακή κοινωνία άφησε πίσω της τις αμφιβολίες για τον ρόλο της Ε.Ε., τις φοβίες της για το Ισλάμ και την αντιπάθειά της για τις συμβιβασμένες πολιτικές ελίτ. Απόδειξη τούτου αποτελεί η ίδια η επιτυχία του ηττημένου Χόφερ.

β) Γιατί, ωστόσο, ο Χόφερ έφτασε να συγκεντρώσει το 46% των ψήφων σε μια αναμέτρηση με μεγάλη μάλιστα εκλογική συμμετοχή;

Ο αποκλεισμός των υποψηφίων των δύο επί χρόνια σταθερών κυβερνητικών κομμάτων, του κεντροαριστερού SPÖ και του κεντροδεξιού ÖVP, αποτέλεσε, πέρυσι την άνοιξη, κατά τον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών, μια αδιαμφισβήτητα αντισυστημική στροφή για την πλειοψηφία της αυστριακής κοινής γνώμης. Η πλειοψηφία, υπερπηδώντας τις οικείες κυβερνητικές δυνάμεις, στράφηκε σε δύο –αντίθετες ασφαλώς μεταξύ τους– μη κατεστημένες πολιτικές ατζέντες. 

Τα κίνητρα προς αυτές τις επιλογές αποδίδονται στην περιορισμένη εμπιστοσύνη της κοινωνίας απέναντι στην ικανότητα των κατεστημένων κομμάτων να διαχειριστούν σήμερα τις νέες οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες. Η οικονομία της Αυστρίας από το 2011 ακολούθησε σφιχτούς δημοσιονομικούς στόχους, οι οποίοι οδήγησαν στη μείωση του πληθωρισμού και της κατανάλωσης, στη μείωση των εξαγωγών και σε σημαντικό βαθμό αποεπένδυσης. Αναφορικά με το προσφυγικό ζήτημα, η Αυστρία δέχτηκε, με την προοπτική της μόνιμης εγκατάστασης, 100.000 πρόσφυγες από τη Συρία, καθώς και μετανάστες από το Αφγανιστάν και το Ιράκ.

Εκ των δύο επιλογών που καταγράφηκαν στον πρώτο εκείνο γύρο των προεδρικών εκλογών ως κεντρικές, το ακροδεξιό FPÖ πρόβαλλε ως εκφραστής της σκληρής αντισυστημικότητας που ταυτόχρονα έβαλλε κατά των μεταναστών και της λιτότητας. Δεν είναι τυχαίο, λοιπόν, ότι η απήχησή του είναι εδραιωμένη, όπως μαρτυρούν και δημοσκοπήσεις ενόψει των κοινοβουλευτικών εκλογών του 2018, στις οποίες το FPÖ έρχεται πρώτο στην πρόθεση ψήφου, με ποσοστό 33%. Έπονται οι κεντροδεξιοί και οι κεντροαριστεροί, με ποσοστά 22% και 25% αντίστοιχα, ενώ οι Πράσινοι λαμβάνουν πρόθεση ψήφου από το 12%.

Τελικό σχόλιο

Η ψήφος για το FPÖ στην Αυστρία εκλαμβάνεται ως εκλογική τιμωρία των έως σήμερα κραταιών, κυβερνητικών δυνάμεων. Οι κοινωνίες φαίνονται αδιάκοπα να αναζητούν εναλλακτικές εκλογικές επιλογές, οι οποίες εκφράζουν πολιτικές αντιλιτότητας και, κυρίως, φανερά απέχουν από το έως σήμερα πολιτικά οικείο. 
Ένα σημαντικό μέρος των κοινωνιών αυτών εξελίσσεται αντιδραστικά, αποδεχόμενο τον αναχρονιστικό και ξενοφοβικό λόγο και τα αιτήματα για μια κλειστή κοινωνία. Η ήττα του Χόφερ προφανώς δεν αποδεικνύει τον μικρό όγκο αυτού του κομματιού της κοινωνίας ή την τάση συρρίκνωσής του. Είναι μάλλον οι ναζιστικές αναφορές του συγκεκριμένου κόμματος που στέρησαν τη νίκη από τις «πολιτικά ανοίκειες» δυνάμεις.