Καλή αλλά δύσκολη η σχέση με τους Ευρωπαίους εταίρους - Free Sunday
Καλή αλλά δύσκολη η σχέση με τους Ευρωπαίους εταίρους
Η σύνθετη αποστολή του οικονομικού επιτελείου

Καλή αλλά δύσκολη η σχέση με τους Ευρωπαίους εταίρους

Η δήλωση της εβδομάδας ήρθε από την καγκελάριο Μέρκελ, η οποία υπογράμμισε ότι οι αποφάσεις που έχουν ληφθεί στο Eurogroup ισχύουν και πως δεν βλέπει κανέναν λόγο να αλλάξουν ο τρόπος διαχείρισης του ελληνικού χρέους και οι δημοσιονομικοί στόχοι επειδή απέκτησε η Ελλάδα κεντροδεξιά κυβέρνηση.

Είχαν προηγηθεί δηλώσεις του προέδρου του Eurogroup και υπουργού Οικονομικών της Πορτογαλίας, κ. Σεντένο, και του επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, κ. Ρέγκλινγκ, στην ίδια κατεύθυνση.

Τα πρώτα εμπόδια

Είναι φανερό λοιπόν ότι το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης έχει μια εξαιρετικά σύνθετη αποστολή.

Πρώτον, πρέπει να φροντίσει να μην υπάρξουν σοβαρές δημοσιονομικές αποκλείσεις οι οποίες θα προκαλέσουν το ενδιαφέρον των Ευρωπαίων εταίρων και πιστωτών.

Αυτό σημαίνει ότι η νέα κυβέρνηση πρέπει να μετρήσει τις «μαύρες τρύπες» που αφήνει πίσω της η κυβέρνηση Τσίπρα και το κόστος οποιασδήποτε προεκλογικής ή μετεκλογικής δημοσιονομικής χαλάρωσης και να καλύψει τον σχετικό λογαριασμό.

Δεύτερον, δεν πρέπει να υπάρξουν πρόσθετα μέτρα για την κάλυψη τυχόν δημοσιονομικών αποκλίσεων, γιατί κάτι τέτοιο θα δημιουργούσε τεράστιο πρόβλημα αξιοπιστίας στην κυβέρνηση στο ξεκίνημα της τετραετίας.

Ο πρωθυπουργός και το οικονομικό επιτελείο πρέπει να παραμείνουν αξιόπιστοι τόσο έναντι των Ευρωπαίων εταίρων όσο και έναντι του ελληνικού λαού.

Πρόκειται για μία δύσκολη οικονομική και πολιτική άσκηση, από την οποία θα εξαρτηθεί η προοπτική της ελληνικής οικονομίας και της ίδιας της κυβέρνησης.

Παλαιότερα υπήρχε η λεγόμενη δημοσιονομική απογραφή, όπου οι κυβερνήσεις αναδείκνυαν τη δημοσιονομική ασυνέπεια των προηγούμενων υπευθύνων για την οικονομία, σε μια προσπάθεια να έρθουν σε συνεννόηση με τους εταίρους. Στις σημερινές συνθήκες, η δημοσιονομική απογραφή μπορεί να υπάρξει μόνο για εσωτερική χρήση, γιατί μια δημόσια και διεθνής συζήτηση για τα λάθη και τις παραλείψεις της προηγούμενης κυβέρνησης μπορεί να προκαλέσει την αρνητική αντίδραση των αγορών και δεν πρόκειται να επηρεάσει την κρίση των Ευρωπαίων εταίρων και πιστωτών.

Αυτό άλλωστε ήταν το μήνυμα που έστειλαν με τις παρεμβάσεις τους η Μέρκελ, ο Σεντένο και ο Ρέγκλινγκ.

Το ευρωπαϊκό περιβάλλον

Το ευρωπαϊκό περιβάλλον στο οποίο καλείται να λειτουργήσει η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει τα εξής χαρακτηριστικά.

Πρώτον, οι ηγέτες της Ευρωζώνης είναι αποφασισμένοι να μην επιτρέψουν στην κυβέρνηση της Ιταλίας να αμφισβητήσει τους κανόνες λειτουργίας της σε ό,τι αφορά το δημοσιονομικό έλλειμμα και το χρέος.

Ο πρωθυπουργός της Ιταλίας κ. Κόντε και ο υπουργός Οικονομικών κ. Τρία παρεμβαίνουν υπέρ της συνεννόησης με τις Βρυξέλλες, γι’ αυτό αποφεύχθηκε, προς το παρόν, η ενεργοποίηση της διαδικασίας επιβολής κυρώσεων για υπερβολικό έλλειμμα. Ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης της Ιταλίας κ. Σαλβίνι και πρόεδρος της Λέγκας επιμένει στην άμεση μείωση της φορολογίας, μέσω της υιοθέτησης ενιαίου φορολογικού συντελεστή, ανεξάρτητα από το δημοσιονομικό κόστος και τις συνέπειες στις σχέσεις με τις Βρυξέλλες.

Η κόντρα Ρώμης - Βρυξελλών περιορίζει, προς το παρόν, τα περιθώρια ελιγμών της κυβέρνησης Μητσοτάκη, εφόσον οι εταίροι στέλνουν μηνύματα δημοσιονομικής αυστηρότητας προς την κυβέρνηση της Ιταλίας και σε κάθε ενδιαφερόμενο.

Δεύτερον, πολλές κυβερνήσεις της Ευρωζώνης βρίσκονται αντιμέτωπες με μια δύσκολη εσωτερική πολιτική κατάσταση και δεν θέλουν να αναλάβουν πολιτικό ρίσκο χαλαρώνοντας, σε αυτήν τη φάση, τη στάση τους έναντι της Ελλάδας. Ορισμένες μάλιστα θεωρούν ότι μπορούν να δημιουργήσουν πολιτικό κεφάλαιο μέσα από μία αυστηρή αντιμετώπιση της Ιταλίας αλλά και της Ελλάδας. Οι κυβερνήσεις της Ολλανδίας και της Αυστρίας ανήκουν σε αυτή την κατηγορία.

Η μέθοδος Μητσοτάκη

Όλα αυτά είναι γνωστά στον πρωθυπουργό κ. Μητσοτάκη και τους συνεργάτες του και ξέρουν πώς να τα αντιμετωπίσουν.

Σε πρώτη φάση θα επιβεβαιώσουν τη συνέπεια και την αξιοπιστία τους δημιουργώντας κλίμα δημοσιονομικής σταθερότητας, παρά τις ενδεχόμενες «μαύρες τρύπες» που μπορεί να έχει αφήσει πίσω της η κυβέρνηση Τσίπρα.

Σε δεύτερη φάση θα δημιουργηθεί κλίμα οικονομικής και επενδυτικής εμπιστοσύνης, το οποίο θα ενισχύεται στον βαθμό που θα προωθούνται συγκεκριμένες επενδύσεις και θα γίνονται οι προγραμματισμένες μεταρρυθμίσεις, ιδιαίτερα στον ενεργειακό τομέα που έχει τεράστια προβλήματα και είναι τεράστιας στρατηγικής σημασίας.

Τρίτον, έχοντας επιβεβαιώσει την αξιοπιστία της και έχοντας βελτιώσει την οικονομική προοπτική μέσα από συγκεκριμένες επενδύσεις και μεταρρυθμίσεις, η κυβέρνηση θα αρχίσει να θέτει στους Ευρωπαίους εταίρους και πιστωτές ζητήματα προκειμένου να υπάρξει μια κάπως πιο χαλαρή και κυρίως πιο δημιουργική οικονομική πολιτική.

Με βάση την εμπειρία που έχω αποκτήσει ως μέλος της Επιτροπής Οικονομικών και Νομισματικών Υποθέσεων του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, θεωρώ πολύ δύσκολο να υπάρξει απόφαση σε επίπεδο Ευρωζώνης που θα οδηγήσει σε επίσημη μείωση του στόχου για το πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα.

Εκτιμώ όμως πως μπορεί να υπάρξουν σημαντικές ρυθμίσεις που θα είναι ευνοϊκές για την ελληνική οικονομία και θα οδηγήσουν ουσιαστικά στο ίδιο αποτέλεσμα. Αυτές μπορεί να έχουν σχέση με το κόστος διαχείρισης του δημόσιου χρέους, εάν συνεχιστεί η πτωτική τάση των επιτοκίων στην Ευρωζώνη και ενισχυθεί η εμπιστοσύνη στα ελληνικά ομόλογα, η οποία ήδη εκδηλώνεται με εντυπωσιακό τρόπο λόγω της πολιτικής επικράτησης Μητσοτάκη.

Σημασία επίσης έχει ο τρόπος που θα καλυφθούν διάφορες «μαύρες τρύπες». Για παράδειγμα, εάν η «ουρά» των συντάξεων και των εφάπαξ που έχει δημιουργηθεί και μπορεί να έχει ένα κόστος της τάξης του 1,2 έως 1,5 δισ. ευρώ εξαφανιστεί με το πέρασμα του λογαριασμού απευθείας στο δημόσιο χρέος, όπως έχει συμβεί κατά το παρελθόν, θα διευκολυνθεί η κυβέρνηση στους δημοσιονομικούς χειρισμούς της. Ανάλογες κινήσεις μπορεί να γίνουν σε σχέση με τη χρηματοδότηση της διαχείρισης των κόκκινων δανείων των τραπεζών ή της κατανομής των εσόδων από τις ιδιωτικοποιήσεις.

Σε γενικές γραμμές πιστεύω ότι η κυβέρνηση Μητσοτάκη μπορεί να φτάσει στο επιδιωκόμενο αποτέλεσμα πιο εύκολα μέσα από συνεννοήσεις και ειδικές ρυθμίσεις παρά μέσα από μία πολιτική απόφαση, η λήψη της οποίας απαιτεί ομοφωνία σε επίπεδο Ευρωζώνης. Η συμμετοχή ειδικών στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης που έχουν ισχυρές ευρωπαϊκές προσβάσεις μπορεί να εξυπηρετεί αυτόν ακριβώς το σκοπό.

Βήμα βήμα με ασφάλεια

Η προσέγγιση του πρωθυπουργού και του οικονομικού επιτελείου σε αυτά τα ζητήματα θα είναι βήμα βήμα και σε συνθήκες οικονομικής και πολιτικής ασφάλειας.

Μια προσεκτική ανάγνωση των μέτρων που έχει προγραμματίσει η κυβέρνηση στον οικονομικό τομέα οδηγεί στο συμπέρασμα ότι αυτά είναι καλά μελετημένα και η εφαρμογή τους θα είναι σταδιακή και με βάση τον δημοσιονομικό χώρο που υπάρχει ή πρόκειται να δημιουργηθεί μέσα από συγκεκριμένες πρωτοβουλίες της κυβέρνησης και τη βελτίωση της κατάστασης και της προοπτικής της οικονομίας.

Για παράδειγμα, λίγες είναι οι φορολογικές ελαφρύνσεις άμεσης εφαρμογής, με αυτές που έχουν μεγαλύτερο δημοσιονομικό κόστος να ξεκινούν το 2020 και να πηγαίνουν σε βάθος τετραετίας.

Θεωρώ ότι, παρά τις δυσκολίες, το οικονομικό επιτελείο θα επιτύχει τους στόχους του συμβάλλοντας στην καλή πορεία της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Προς το παρόν οι δυσκολίες σχετίζονται με ενδεχόμενες «μαύρες τρύπες» που μπορούν να απειλήσουν τη δημοσιονομική σταθερότητα και να δυσκολέψουν τη συνεννόηση με τους εταίρους, τη μείωση του ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας στην Ευρωζώνη και στο σύνολο της Ε.Ε. και σε κάποια γκρίζα σύννεφα πάνω από τον ελληνικό τουρισμό, ο οποίος, όπως έδειξε και η καταστροφή στη Χαλκιδική, εξαρτάται από τον διεθνή ανταγωνισμό αλλά και καιρικά φαινόμενα που μπορεί να συνδέονται με την κλιματική αλλαγή.