Εμβόλια: Το τεράστιο κόστος της «μη Ευρώπης» - Free Sunday
Εμβόλια: Το τεράστιο κόστος της «μη Ευρώπης»
Άδικη και πολιτικά ιδιοτελής η κριτική στη Φον ντερ Λάιεν.

Εμβόλια: Το τεράστιο κόστος της «μη Ευρώπης»

Με αφορμή την υστέρηση που παρατηρείται στον εμβολιασμό στην Ε.Ε. των «27» σε σχέση με Ισραήλ, ΗΠΑ και Ηνωμένο Βασίλειο αναπτύσσεται η κριτική σε βάρος της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Φον ντερ Λάιεν, και της ίδιας της Ε.Ε.

Επαναλαμβάνονται τα γνωστά επιχειρήματα περί γραφειοκρατικής και καθυστερημένης αντίδρασης, έλλειψης σχεδιασμού, αδυναμίας σωστής διαπραγμάτευσης, επιβολής των όρων των μεγάλων επιχειρηματικών συμφερόντων. Η προβολή αυτών των επιχειρημάτων καταλήγει συνήθως στην εκτίμηση ότι η Ε.Ε. απογοητεύει και ίσως να είναι πιο συμφέρουσα η μη συμμετοχή σε αυτήν.

Στην περίπτωση των προβλημάτων που αντιμετωπίζουμε με τον έγκαιρο εμβολιασμό και γενικότερα της δυσκολίας αποτελεσματικής αντιμετώπισης της πανδημίας δεν πληρώνουμε το κόστος της Ευρώπης, όπως υποστηρίζουν ορισμένοι, αλλά το κόστος της «μη Ευρώπης».

Η περίπτωση της AstraZeneca

Η δυσκολία στη συνεννόηση μεταξύ της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και της βρετανο-σουηδικής φαρμακοβιομηχανίας AstraZeneca είναι ένας από τους λόγους που εξηγούν την ευρωπαϊκή καθυστέρηση στον εμβολιασμό.

Οι εκπρόσωποι της εταιρείας υποστηρίζουν ότι είναι υποχρεωμένοι να δώσουν προτεραιότητα στην προμήθεια των εμβολίων στο Ηνωμένο Βασίλειο γιατί έκλεισαν τη συμφωνία με αυτό τον Μάιο του 2020, ενώ η συμφωνία με την Ε.Ε. ήρθε μήνες αργότερα, τον Αύγουστο.

Η αρμόδια επίτροπος, Στέλλα Κυριακίδου, απάντησε, πολύ σωστά, ότι η παράδοση των εμβολίων δεν είναι κάτι σαν την ουρά στον χασάπη, όπου εξυπηρετείται αυτός που προηγείται, αλλά έχει σχέση με το ακριβές περιεχόμενο των συμβάσεων και την ηθική υποχρέωση των φαρμακοβιομηχανιών έναντι του κοινωνικού συνόλου.

Η AstraZeneca θεωρεί υπεύθυνη την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για χάσιμο πολύτιμου χρόνου, εφόσον καθυστέρησε με τη διαπραγματευτική της τακτική τη συμφωνία από τον Ιούνιο μέχρι τον Αύγουστο χωρίς να αλλάξει ουσιαστικά το περιεχόμενό της.

Είναι φανερό ότι η AstraZeneca ερμηνεύει τις υποχρεώσεις της με όρους Brexit. Οι υπεύθυνοι της εταιρείας κλείνουν το μάτι στον Μπόρις Τζόνσον –ο οποίος πιέζεται από τις αρνητικές οικονομικές συνέπειες του Brexit– και του δίνουν την ευκαιρία να επιχειρηματολογήσει υπέρ της αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ε.Ε., εφόσον προμηθεύεται πιο γρήγορα τα εμβόλια από τους «27».

Κατά την άποψή μου, η AstraZeneca, για τους δικούς της λόγους, παίζει το παιχνίδι του εμβολιακού εθνικισμού, το οποίο βέβαια δεν θα ήταν η επιλογή της αν δεν είχε προηγηθεί το Brexit.

Επίσης, η καθυστέρηση στη διαπραγμάτευση στην οποία αναφέρεται έχει σχέση με το γεγονός ότι μέχρι τον Ιούνιο διαπραγματευόταν με την Inclusive Vaccine Alliance, στην οποία συμμετείχαν η Γερμανία, η Γαλλία, η Ιταλία και η Ολλανδία, ενώ στη συνέχεια αποφασίστηκε, σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η ενιαία διαπραγμάτευση των «27» μέσω της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Αποφεύχθηκε έτσι η πολυδιάσπαση δυνάμεων και ένας εσωτερικός ανταγωνισμός μεταξύ των «27», που θα μπορούσαν να αποβούν σε βάρος της συνοχής της Ε.Ε. Η AstraZeneca δεν έχασε τίποτα από την επιβολή ενότητας στην ευρωπαϊκή διαπραγμάτευση μαζί της, εφόσον διεύρυνε την πελατεία της στα 27 κράτη-μέλη. Φαίνεται όμως ότι δυσαρεστήθηκε από την επιβεβαίωση της ευρωπαϊκής ενότητας, που αναδεικνύει τη σχετική απομόνωση στην οποία έχει περιέλθει το Ηνωμένο Βασίλειο μέσω Brexit.

Φιλόδοξοι στόχοι

Παρά τις δυσκολίες που παρατηρούνται, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επιμένει σε φιλόδοξους στόχους σε ό,τι αφορά τον ρυθμό του εμβολιασμού στην Ε.Ε.

Σύμφωνα με όσα είπε η Φον ντερ Λάιεν στη συζήτηση που είχαμε μαζί της οι ευρωβουλευτές του ΕΛΚ, τον Ιανουάριο είχαν παραδοθεί 18,5 εκατομμύρια δόσεις εμβολίου στην Ε.Ε., τον Φεβρουάριο θα έχουμε τις παραδόσεις 33 εκατομμυρίων δόσεων, οι οποίες θα ανέβουν τον Μάρτιο στα 55 εκατομμύρια. Το β΄ τρίμηνο του 2021 οι παραδόσεις θα επιταχυνθούν και θα φτάσουμε συνολικά τον Απρίλιο, τον Μάιο και τον Ιούνιο σε επιπλέον 300 εκατομμύρια δόσεις εμβολίων.

Από την εικόνα που μας εμφάνισε η Φον ντερ Λάιεν προκύπτει ότι από τον Μάιο η Ε.Ε. θα αξιοποιεί όλες τις συμφωνίες που έχει προετοιμάσει και υπογράψει και θα προμηθεύεται επτά διαφορετικά εμβόλια. Μέχρι τα τέλη του χρόνου θα έχει ολοκληρώσει ένα εντυπωσιακό πρόγραμμα εμβολιασμού και θα έχει συμβάλει και στην κάλυψη των αναγκών και άλλων κρατών, που συνδέονται με την Ε.Ε. ή έχουν ανάγκη οικονομικής και υγειονομικής υποστήριξης.

Η καθυστέρηση στον εμβολιασμό στην Ε.Ε. είναι υπαρκτή, αλλά δεν είναι τόσο δραματική όσο παρουσιάζεται από αυτούς που θέλουν να αμφισβητήσουν την αποτελεσματικότητά της. Στις ΗΠΑ έχει εμβολιαστεί γύρω στο 15% του πληθυσμού, στο Ηνωμένο Βασίλειο γύρω στο 10% και τα ποσοστά της Ε.Ε. είναι γύρω στο 3%. Όμως τα ποσοστά εμβολιασμού στο Ηνωμένο Βασίλειο δεν είναι απολύτως συγκρίσιμα, γιατί με απόφαση της κυβέρνησης Τζόνσον έχει μεγαλώσει σε 12 εβδομάδες το διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ της 1ης και της 2ης δόσης του εμβολίου. Κατά συνέπεια, το ποσοστό του πληθυσμού που έχει πλήρη κάλυψη έναντι του Covid-19, έχοντας κάνει και τις δύο δόσεις του εμβολίου, είναι μονοψήφιο και δεν απέχει πολύ από το χαμηλό ποσοστό της Ε.Ε.

Επιπλέον, υπάρχουν άλλες, εξαιρετικά αναπτυγμένες χώρες, όπως η Ιαπωνία, η Σιγκαπούρη και ο Καναδάς, όπου τα ποσοστά κάλυψης του πληθυσμού από τον εμβολιασμό είναι πολύ χαμηλότερα. Στον Καναδά είναι μόλις 0,1%, ίσως γιατί η κυβέρνηση της χώρας αιφνιδιάστηκε από την απόφαση του Τραμπ λίγο προτού αποχωρήσει από τον Λευκό Οίκο να απαγορεύσει την εξαγωγή εμβολίων που παράγονται στις ΗΠΑ.

Το οικονομικό κόστος

Σύμφωνα με τους ειδικούς του Bloomberg, αν καθυστερήσει 1-2 μήνες η Ε.Ε. στο άνοιγμα της οικονομίας της εξαιτίας των δυσκολιών στον εμβολιασμό, αυτό μπορεί να της κοστίσει 50-100 δισ. ευρώ.

Δημιουργούνται επίσης οι προϋποθέσεις για παραμονή της ευρωπαϊκής οικονομίας σε ύφεση το α΄ εξάμηνο του έτους, ύστερα από ένα δύσκολο 2020.

Η ύφεση στην Ευρωζώνη το 2020 εκτιμάται από τη Eurostat στο 6,8%. Το τελικό αποτέλεσμα είναι καλύτερο από την εκτίμηση που περιλάμβανε η φθινοπωρινή έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για πτώση του ΑΕΠ κατά 7,8% το 2020. Στην ίδια έκθεση υπήρχε πρόγνωση για αύξηση του ΑΕΠ της Ευρωζώνης κατά 4,2% το 2021 και κατά 3% το 2022.

Τα αποτελέσματα του 2020 είναι κάπως καλύτερα από τις προγνώσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Όλα δείχνουν όμως ότι το 2021 θα είναι πιο δύσκολο απ’ ό,τι είχε προβλεφθεί και πως η Ευρωζώνη θα πρέπει να φτάσει στο 2023 για να καλύψει το χαμένο έδαφος του 2020.

Τις χειρότερες επιδόσεις σε ό,τι αφορά την πτώση του ΑΕΠ το δ΄ τρίμηνο σε σχέση με το δ΄ τρίμηνο του 2019 εμφανίζει η Ισπανία με -9,1%, ακολουθούμενη από την Ιταλία με -6,6%. Η Γαλλία είναι στο -5% και η Γερμανία στο -3,9%.

Για την Ελλάδα η φθινοπωρινή έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής προέβλεπε πτώση του ΑΕΠ κατά 9% το 2020, αύξηση 5% το 2021 και 3,5% το 2022. Τα οριστικά στοιχεία για το ΑΕΠ θα ανακοινωθούν από την Ελληνική Στατιστική Αρχή στις αρχές Μαρτίου 2021.

Μπορούμε πάντως να πούμε ότι το 2020 θα έχουμε ίδια ή χειρότερη επίδοση από αυτήν της Ισπανίας και πως είναι εξαιρετικά δύσκολο να πιάσουμε τον στόχο του 2021, εφόσον είμαστε σε βαθιά ύφεση το α΄ τρίμηνο του έτους και πάμε αναγκαστικά για πρόσθετα περιοριστικά μέτρα.

Η καθυστέρηση στον εμβολιασμό είναι σημαντική για την οικονομία, δεν είναι όμως καθοριστική. Τα προβλήματα της ευρωπαϊκής οικονομίας οφείλονται κυρίως στην αδυναμία αποτελεσματικής αντιμετώπισης της πανδημίας. Στην Ε.Ε. διαχειριζόμαστε αντί να αντιμετωπίζουμε την πανδημία, με αποτέλεσμα να αποκτούν πλεονέκτημα κράτη όπως η Κίνα, η Νέα Ζηλανδία και η Αυστραλία, που αντιμετωπίζουν αντί να διαχειρίζονται την πανδημία. Είναι χαρακτηριστικό ότι η κινεζική οικονομία αναπτύσσεται ήδη εξαιρετικά δυναμικά, ενώ ο εμβολιασμός του πληθυσμού είναι σε ποσοστά συγκρίσιμα με της Ε.Ε. Η διαφορά είναι ότι οι Κινέζοι, που έχουν ολοκληρωμένη αντιμετώπιση της πανδημίας με εξαιρετικά αυστηρά lockdowns, μαζικά δωρεάν τεστ και ψηφιακή καταγραφή των επαφών των νέων κρουσμάτων, μπορούν να περιμένουν την ανάπτυξη του εμβολιαστικού προγράμματος, γιατί δεν εξαρτώνται 100% από αυτό, όπως οι Ευρωπαίοι και οι Αμερικανοί.

Τα αίτια της καθυστέρησης

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έσπευσε να καλύψει ένα κενό που είχαν δημιουργήσει με τα λάθη και τις παραλείψεις τους οι κυβερνήσεις των «27» και γι’ αυτό η κριτική που της ασκείται είναι τις περισσότερες φορές άδικη και πολιτικά ιδιοτελής.

Πρώτον, δεν υπάρχει πρόβλεψη στην Ε.Ε. για κοινή πολιτική σε θέματα δημόσιας υγείας, ούτε η πολιτική βούληση να καλυφθεί το σημαντικό κενό.

Στο θέμα της δημόσιας υγείας δεν πληρώνουμε το κόστος της Ευρώπης, αλλά το κόστος της «μη Ευρώπης».

Ακόμη και σήμερα, που ασκείται δριμύτατη κριτική στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, δεν υπάρχει δυναμική υπέρ της συνεννόησης μεταξύ των «27» και της υιοθέτησης κοινών κανόνων και πολιτικής. Αναφέρω ενδεικτικά ότι τα κράτη-μέλη ακολουθούν διαφορετική πολιτική ακόμη και σε σχέση με το πολυσυζητημένο εμβόλιο της AstraZeneca. Η Γερμανία, η Γαλλία, η Πολωνία, η Αυστρία, το Βέλγιο και η Σουηδία αποφάσισαν να μη χορηγήσουν το συγκεκριμένο εμβόλιο σε άτομα άνω των 55 ετών, θεωρώντας ότι οι κλινικές δοκιμές δεν κάλυψαν επαρκώς αυτές τις ηλικιακές κατηγορίες. Ο τρόπος αξιοποίησης του εμβολίου κρίνεται σε εθνικό και όχι σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Το ίδιο ισχύει για τα περιοριστικά μέτρα, την οργάνωση των αεροπορικών ταξιδιών μεταξύ κρατών-μελών της Ε.Ε., την προσωρινή διακοπή της αεροπορικής σύνδεσης με τρίτες χώρες, τους όρους και τη διάρκεια της καραντίνας.

Είναι εντυπωσιακή η εμμονή των κυβερνήσεων σε εθνικές λύσεις στην αντιμετώπιση μιας πανδημίας που δεν είναι απλώς ευρωπαϊκό φαινόμενο αλλά παγκόσμιο.

Δεύτερον, δεν υπάρχει προς το παρόν φαρμακοβιομηχανία που να έδωσε μια 100% ευρωπαϊκή λύση στο θέμα του εμβολίου. Θα ίσχυε αυτό για την AstraZeneca, αλλά το Brexit αφαίρεσε την ευρωπαϊκή ταυτότητά της.

Η επιστημονική, ερευνητική αποτυχία των «27» είναι εντυπωσιακή. Η Γαλλία δεν μπόρεσε να προσφέρει τίποτα στην έγκαιρη ανάπτυξη των εμβολίων. Τη θετική εξαίρεση του ευρωπαϊκού κανόνα αποτελεί η Γερμανία με την BioNTech, η οποία όμως αναγκάστηκε να υποκλιθεί στην αμερικανική Pfizer, που διαθέτει τις παραγωγικές δυνατότητες και ένα εξαιρετικά αναπτυγμένο διεθνές δίκτυο διανομής.

Οι κυβερνήσεις των «27» επιμένουν στη συμπίεση του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού, ο οποίος περιορίζεται στο 1% του συνολικού ΑΕΠ. Εφόσον λοιπόν δεν θέτουν στη διάθεση της Ε.Ε. επαρκή κονδύλια για τη δυναμική ανάπτυξη της έρευνας και της παραγωγής στον τομέα του φαρμάκου, είναι αυτονόητο ότι αναλαμβάνουν την υποχρέωση να το κάνουν σε εθνικό επίπεδο, όπου, σύμφωνα με τη θεωρία που προβάλλουν, «τα λεφτά των φορολογουμένων πιάνουν τόπο».

Αποδείχθηκε στην πράξη ότι η βιομηχανία των κρατών-μελών της Ε.Ε. ήταν εντελώς ανέτοιμη να αντιμετωπίσει την πρόκληση της πανδημίας, από τα φάρμακα μέχρι τα εμβόλια και από τις χειρουργικές μάσκες μέχρι τους αναπνευστήρες.

Η πανδημία ανέδειξε τη βιομηχανική υστέρηση των «27» με όρους παγκόσμιου ανταγωνισμού και επιβεβαίωσε τον ρόλο της Κίνας ως εργοστασίου του κόσμου. Υπολογίζεται ότι το 2020 η Κίνα εξήγαγε 200 δισεκατομμύρια προστατευτικές μάσκες, δηλαδή 40 για κάθε κάτοικο του πλανήτη εκτός Κίνας.

Τα επόμενα βήματα

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατάφερε να βρει κάποια ισορροπία στις σχέσεις της με την AstraZeneca, η οποία θα αρχίσει από αυτόν τον μήνα να αυξάνει τις παραδόσεις δόσεων εμβολίων.

Όπως μας εξήγησε η Φον ντερ Λάιεν σε τηλεδιάσκεψη με τους ευρωβουλευτές του ΕΛΚ, την Επιτροπή ανησυχεί περισσότερο από τον ρυθμό του εμβολιασμού η επίδραση που μπορεί να έχουν οι μεταλλάξεις στην αποτελεσματικότητα των εμβολίων.

Ιδιαίτερα προβληματικές θεωρούνται οι μεταλλάξεις που προέρχονται από τη Βραζιλία και τη Νότια Αφρική, ενώ, αντίθετα, η κατάσταση φαίνεται να ελέγχεται σε σχέση με τη βρετανική μετάλλαξη.

Οι ειδικοί υπογραμμίζουν ότι οι μεταλλάξεις του ιού διευκολύνθηκαν από τη χαλαρή πολιτική που εφάρμοσαν ο Τζόνσον στο Ηνωμένο Βασίλειο και ο Μπολσονάρου στη Βραζιλία. Υπογραμμίζουν την αναγκαιότητα επιβολής αυστηρών μέτρων μέχρι την ολοκλήρωση του προγράμματος εμβολιασμού, γιατί όσο περισσότερο χώρο βρει ο ιός για να εξαπλωθεί, τόσο πιθανότερες γίνονται οι μεταλλάξεις, που μπορεί να μειώσουν την αποτελεσματικότητα των εμβολίων.

Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι τα εμβόλια mRNA (Pfizer/BioNTech, Moderna) μπορεί να επικαιροποιηθούν για την αντιμετώπιση του μεταλλαγμένου ιού, αλλά η σχετική διαδικασία απαιτεί χρόνο και χρήμα και οδηγεί αναπόφευκτα στην παράταση της οικονομικής αβεβαιότητας και της κρίσης.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή συνεργάζεται ήδη με επτά φαρμακοβιομηχανίες και τη European Medicines Agency για την προετοιμασία εμβολίων ικανών να αντιμετωπίσουν τις σημερινές και τις μελλοντικές μεταλλάξεις του ιού.

Πρόσθετες επενδύσεις

Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Φον ντερ Λάιεν, και ο πρωθυπουργός της Πορτογαλίας, που προεδρεύει του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Κόστα, απέστειλαν κοινή επιστολή στους επικεφαλής των κυβερνήσεων των κρατών-μελών υπογραμμίζοντας ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα δεσμεύσει πάνω από 10 δισ. ευρώ για την αναβάθμιση υφιστάμενων εγκαταστάσεων ή την κατασκευή νέων, για να υπάρχει η δυνατότητα παραγωγής περισσότερων εμβολίων ανάλογα με την πρόκληση που θα αντιμετωπίζει η Ε.Ε. Ενθαρρύνουν επίσης τη συνεργασία μεταξύ των εταιρειών και την ανάπτυξη ενός νέου προγράμματος αντιμετώπισης βιολογικών κινδύνων που θα χρηματοδοτεί και θα συντονίζει ερευνητικά κέντρα και εταιρείες.

Η πρωτοβουλία της Φον ντερ Λάιεν είναι στη σωστή κατεύθυνση, αλλά η προσπάθεια που πρέπει να γίνει είναι μεγάλης οικονομικής και ερευνητικής κλίμακας και ξεπερνά κατά πολύ τις δυνατότητες της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και κυρίως του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού.

Η «μη Ευρώπη» που έχουν επιλέξει οι κυβερνήσεις των «27» σε κλάδους στρατηγικής σημασίας μετατρέπουν την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και κυρίως το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο σε… αιθεροβάμονες.

Οι συζητήσεις και οι περιγραφές για την πράσινη μετάβαση, το ψηφιακό άλμα, την κοινή ευρωπαϊκή άμυνα, την Ευρώπη… στο Διάστημα είναι συνήθως ενδιαφέρουσες, αλλά δεν οδηγούν σε συγκεκριμένα αποτελέσματα. Με τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό «παγωμένο» σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα, δεν υπάρχουν τα εκατοντάδες δισ. ευρώ για να ανταγωνιστούμε τους ψηφιακούς πρωταθλητές των ΗΠΑ και της Κίνας, να πάρουμε την πρωτοβουλία στον τομέα των φαρμακοβιομηχανιών ή να αναπτύξουμε την ευρωπαϊκή άμυνα. Τα ευρωπαϊκά κονδύλια που αναλογούν στην υπό διαμόρφωση κοινή πολιτική άμυνας είναι της τάξης του 1 δισ. ευρώ τον χρόνο, ποσό που μπορεί να χαρακτηριστεί συμβολικό για τον συγκεκριμένο κλάδο της οικονομίας.

Ποιος φταίει

Όσο μεγαλώνουν οι δυσκολίες εξαιτίας των λαθών και των παραλείψεων σε επίπεδο Ε.Ε. και κρατών-μελών, τόσο μεγαλώνει η προσπάθεια πολιτικής εκμετάλλευσης και μετάθεσης των ευθυνών.

Το χαρακτηριστικό blame game διατρέχει την ευρωπαϊκή πολιτική, είτε πρόκειται για τις συνέπειες της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008-2009, είτε για το προσφυγικό-μεταναστευτικό, είτε για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Διακρίνω σε αυτό τρεις κατηγορίες πολιτικών και παραγόντων.

Η πρώτη αποτελείται από αυτούς που προσπαθούν να φθείρουν την Ε.Ε. από τα δεξιά ή από τα αριστερά, παρουσιάζοντάς την ως γραφειοκρατική και αναποτελεσματική ή ως όργανο μεγάλων και σκοτεινών συμφερόντων.

Η δεύτερη αποτελείται από εκείνους που υπερασπίζονται την Ε.Ε., χωρίς όμως να παίρνουν μέτρα ενίσχυσής της. Η φιλοευρωπαϊκή επιχειρηματολογία τους συνοδεύεται από την αντίθεσή τους στην ενίσχυση του ευρωπαϊκού προϋπολογισμού και την άρνησή τους να περιοριστούν ορισμένες εθνικές αρμοδιότητες για να διευκολυνθεί η επεξεργασία και εφαρμογή ευρωπαϊκής πολιτικής.

Υπάρχει και μια τρίτη κατηγορία πολιτικών και παραγόντων, στην οποία θεωρώ ότι ανήκω. Αποτελείται από εκείνους που πιστεύουν στην κοινή ευρωπαϊκή προοπτική και είναι πρόθυμοι να την υποστηρίξουν με την αναγκαία μεταφορά πόρων και αρμοδιοτήτων.

Τα προβλήματα στον εμβολιασμό και στην αντιμετώπιση της πανδημίας δεν δείχνουν ότι «φταίει η Ευρώπη». Αντίθετα, αναδεικνύουν το ολοένα αυξανόμενο κόστος της «μη Ευρώπης».