Ισορροπία τρόμου: Οικονομικές κυρώσεις εναντίον πυρηνικών - Free Sunday
Ισορροπία τρόμου: Οικονομικές κυρώσεις εναντίον πυρηνικών
Η αυτοπαγίδευση Πούτιν τον κάνει πιο επικίνδυνο

Ισορροπία τρόμου: Οικονομικές κυρώσεις εναντίον πυρηνικών

Μπήκαμε στη δεύτερη εβδομάδα του πολέμου στην Ουκρανία και αναπτύσσεται ένα διεθνές οικονομικό, πολιτικό και στρατιωτικό θρίλερ με άγνωστη κατάληξη.

Από τη μια έχουμε την Ε.Ε. και τις ΗΠΑ να αξιοποιούν την οικονομική υπεροχή τους έναντι της Ρωσίας, μέσω των κυρώσεων. Από την άλλη έχουμε τον Πούτιν να επισείει, μετά την εισβολή στην Ουκρανία, τον κίνδυνο μιας πυρηνικής επίθεσης.

Τα ρωσικά στρατεύματα επιτυγχάνουν σε γενικές γραμμές τους στόχους τους, όμως το πολιτικό και οικονομικό κόστος για την επιτιθέμενη Ρωσία μεγαλώνει συνεχώς. Ο Πούτιν μπορεί να παγιδευτεί στις επιθετικές επιλογές του, με αποτέλεσμα να γίνει πιο επικίνδυνος και απρόβλεπτος.

Οι εκτιμήσεις του προέδρου της Γαλλίας Μακρόν και του προέδρου της Γερμανίας Στάνμαγιερ, για μια δοκιμασία που θα πάει σε βάθος χρόνου, μας προετοιμάζουν για αυτά που έρχονται.

Οι κυρώσεις του 2014

Οι οικονομικές κυρώσεις σε βάρος της Ρωσίας, για αυτά που κάνει στην Ουκρανία, χρονολογούνται από το 2014. Τότε ο Πούτιν πήρε την πρωτοβουλία για την προσάρτηση της Κριμαίας και ενίσχυσε τους ρωσόφωνους αυτονομιστές, με αποτέλεσμα να ελέγξουν μεγάλες περιοχές της ανατολικής Ουκρανίας.

Η Ε.Ε. και οι ΗΠΑ προχώρησαν στην επιβολή κυρώσεων σε βάρος της ρωσικής οικονομίας. Η Ρωσία απάντησε και αυτή δυναμικά, απαγορεύοντας μεταξύ άλλων τις εισαγωγές τροφίμων από την Αυστραλία, τον Καναδά, τη Νορβηγία, την Ιαπωνία, τις ΗΠΑ και την Ε.Ε.

Οι πρώτες κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Ρωσία εκτιμάται ότι τη ζημίωσαν κατά 40 δισ. ευρώ, ενώ 100 δισ. ευρώ ήταν η άμεση απώλεια εσόδων εξαιτίας της συγκυριακής υποχώρησης των διεθνών τιμών του πετρελαίου και του φυσικού αερίου.

Από την άλλη πλευρά, κόστος από τις κυρώσεις και τα αντίμετρα της Ρωσίας είχαν και οι ευρωπαϊκές οικονομίες, το οποίο εκτιμήθηκε συνολικά στα 100 δισ. ευρώ για την περίοδο 2015-2016.

Σύμφωνα με μελέτες που έγιναν το 2018, οι κυρώσεις στέρησαν από τη ρωσική οικονομία δυνητική ανάπτυξη 0,5 έως 1,5% του ΑΕΠ.

ΗΠΑ και Ευρωπαϊκή Ένωση είχαν τονίσει στον Πούτιν και στους συνεργάτες του ότι οι κυρώσεις θα συνεχίζονταν μέχρι να συνεργαστεί η Ρωσία στην εφαρμογή των συμφωνιών Μινσκ 2. Είναι χαρακτηριστικό ότι τον Ιανουάριο του 2022 η Ε.Ε. αποφάσισε την παράταση της ισχύος των κυρώσεων μέχρι τον Ιούλιο του 2022.

Διαφορετικά είδη κυρώσεων

Η εφαρμογή οικονομικών κυρώσεων συνοδεύεται και από την παρουσίαση του σκεπτικού στο οποίο στηρίζονται.

Μετά την προσάρτηση της Κριμαίας από τη Ρωσία και την αυτονόμηση περιοχών της ανατολικής Ουκρανίας, οι κυρώσεις είχαν στόχο να υποχρεώσουν τη Μόσχα να αναθεωρήσει την επιθετική πολιτική της.

Αυτό βέβαια δεν έγινε, για διάφορους λόγους. Πρώτον, οι Ρώσοι είναι εκπαιδευμένοι στη θεωρία της περικύκλωσης και συσπειρώνονται κάθε φορά που το σύστημα εξουσίας παρουσιάζει τη χώρα να απειλείται από το εξωτερικό.

Δεύτερον, οι κυρώσεις αντιμετωπίστηκαν αποτελεσματικά από το ρωσικό σύστημα εξουσίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι πήρε και ορισμένες πρωτοβουλίες, όπως η απαγόρευση εισαγωγών δυτικών αγροτικών προϊόντων, για να ενισχύσει την αυτάρκεια του αγροτικού τομέα της οικονομίας.

Επιπλέον, το εύρος των κυρώσεων ήταν σχετικά περιορισμένο με βάση τις αυξομειώσεις των εσόδων της Ρωσίας από τις εξαγωγές φυσικού αερίου και πετρελαίου. Μόλις ανέκαμψε η ενεργειακή αγορά, η ρωσική οικονομία κάλυψε με άνεση το όποιο κόστος των κυρώσεων, ενώ δημιουργήθηκαν σταδιακά συναλλαγματικά αποθέματα της τάξης των 650 δισ. δολαρίων.

Από το 2018 οι ΗΠΑ άρχισαν να στρέφονται κατά Ρώσων ολιγαρχών και των επιχειρήσεων τις οποίες ελέγχουν, με το σκεπτικό ότι δρούσαν υπονομευτικά ανά την υφήλιο. Στην πρώτη λίστα των σχετικών κυρώσεων συμπεριλαμβάνονταν επτά ολιγάρχες, δώδεκα εταιρείες που βρίσκονταν υπό τον έλεγχό τους και δεκαεπτά ανώτατοι Ρώσοι αξιωματούχοι, με τους περισσότερους από τους οποίους να πρωταγωνιστούν στον τομέα κατασκευής και εξαγωγών οπλικών συστημάτων.

Οι προσωποποιημένες οικονομικές κυρώσεις οδηγούν σε περιορισμούς στη χορήγηση βίζας, στο πάγωμα λογαριασμών και μετοχών εταιρειών, ακόμη και στην κατάσχεση ακινήτων, θαλαμηγών και ιδιωτικών αεροσκαφών.

Αυτού του είδους οι κυρώσεις ακούγονται εντυπωσιακές και απασχολούν συχνά τα διεθνή ΜΜΕ, δεν θεωρούνται όμως ιδιαίτερα αποτελεσματικές. Οι ισχυροί παράγοντες του οικονομικού και πολιτικού συστήματος της Ρωσίας είναι σε θέση να καλύπτουν τα ίχνη τους πίσω από διάφορες εταιρείες, τρίτα πρόσωπα, επενδυτικούς ομίλους, διεθνή νομικά γραφεία.

Πολιτική διαμάχη

Οι οικονομικές κυρώσεις που εφαρμόστηκαν σε βάρος της Ρωσίας την περίοδο 2014-2021 δεν επηρέασαν ουσιαστικά την οικονομία της και, όπως αποδείχτηκε, ούτε την προετοιμασία της για γενική επίθεση εναντίον της Ουκρανίας.

Ένας από τους λόγους για τους οποίους οι κυρώσεις δεν ήταν αποτελεσματικές είναι ότι πολλές ευρωπαϊκές χώρες δεν πίστεψαν σε αυτές, με αποτέλεσμα να αρχίσει η συστηματική πολιτική αμφισβήτησή τους.

Η Γαλλία, η Ιταλία, η Ελλάδα, η Κύπρος, η Ουγγαρία, η Αυστρία και η Σλοβακία αμφισβήτησαν, για διαφορετικούς λόγους η καθεμία, τις κυρώσεις, ενώ η Γερμανία ήταν ταυτόχρονα υπέρ των κυρώσεων και υπέρ της ανάπτυξης της ενεργειακής της συνεργασίας με τη Ρωσία, μέσω της κατασκευής του αγωγού φυσικού αερίου NordStream 2.

Είναι χαρακτηριστικό ότι τον Ιούνιο του 2017 οι κυβερνήσεις της Γερμανίας και της Αυστρίας διαμαρτυρήθηκαν έντονα για την πρόθεση της κυβέρνησης των ΗΠΑ να επιβάλλει κυρώσεις στις εταιρείες που θα έπαιρναν μέρος στην κατασκευή και στη χρηματοδότηση του NordStream 2.

Στη σχετική κοινή ανακοίνωση, ο τότε Αυστριακός καγκελάριος και ο υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας τόνιζαν ότι «οι προμήθειες της Ευρώπης σε ενέργεια είναι ένα ευρωπαϊκό ζήτημα που δεν αφορά τις ΗΠΑ». Υπογράμμιζαν επίσης πως «το να απειλούνται επιχειρήσεις από τη Γερμανία, την Αυστρία και άλλα ευρωπαϊκά κράτη με τιμωρία στην αγορά των ΗΠΑ, σε περίπτωση που πάρουν μέρος στο σχέδιο για τον αγωγό φυσικού αερίου NordStream 2 με τη Ρωσία ή στη χρηματοδότησή του, προσθέτει μια εντελώς νέα και εξαιρετικά αρνητική διάσταση στις ευρω-αμερικανικές σχέσεις».

Είχε προηγηθεί η κυβέρνηση Τσίπρα το 2015, η οποία ζητούσε βελτίωση των σχέσεων Ρωσίας και Ε.Ε., στα πλαίσια της πολυδιάστατης εξωτερικής πολιτικής που προσπαθούσε να εφαρμόσει. Ο πρωθυπουργός της Ουγγαρίας Όρμπαν, ο οποίος υποστήριζε πως με τις κυρώσεις η Ευρώπη ουσιαστικά πυροβολούσε τα πόδια της. Επίσης, η Γαλλία από τον Ιανουάριο του 2016 προσπαθούσε να πάρει πρωτοβουλίες για την άρση των κυρώσεων σε διάστημα 6 έως 12 μηνών.

Η πολιτική αμφισβήτηση των κυρώσεων συνεχίστηκε και το 2019, με τον τότε πρωθυπουργό της Ιταλίας Τζουζέπε Κόντε να δηλώνει ότι η χώρα του εργαζόταν στην κατεύθυνση της άρσης των κυρώσεων που η κυβέρνησή του θεωρούσε αναποτελεσματικές και σε βάρος της ιταλικής οικονομίας.

Η κοινή γνώμη

Η πολιτική αμφισβήτηση των κυρώσεων στηρίζεται στην εκτίμηση της ευρύτερης ευρωπαϊκής κοινής γνώμης, ότι κοστίζουν πολύ σε ό,τι αφορά την οικονομική ανάπτυξη και τις θέσεις εργασίας.

Ακόμη και σήμερα, που η εισβολή των Ρώσων στην Ουκρανία προκαλεί την αρνητική αντίδραση της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης, πάρα πολλοί επιμένουν σε μια ήπια προσέγγιση σε αυτά τα ζητήματα.

Σύμφωνα με πρόσφατη δημοσκόπηση που πραγματοποιήθηκε στη Γαλλία, 50% των ερωτηθέντων θεωρούν τη Ρωσία ένα αναγκαίο κακό και πως πρέπει να υπάρξει κάποιου είδους συνεννόηση μαζί της και μόνο ένα 37% την θεωρούν αντίπαλο που πρέπει να αντιμετωπιστεί με αυστηρότητα.

Ανάλογη χαλαρότητα καταγράφεται για την ελληνική κοινή γνώμη και στα αποτελέσματα της δημοσκόπησης της εταιρείας Prorata. Σύμφωνα με αυτήν, το 61% των ερωτηθέντων θεωρούν ότι η Ελλάδα πρέπει να δίνει μόνο ανθρωπιστική βοήθεια στην Ουκρανία και μόνο 32% εγκρίνουν την απόφαση της κυβέρνησης Μητσοτάκη να στείλει πολεμικό υλικό.

63% των ερωτηθέντων θεωρούν επικίνδυνη για την Ελλάδα την πρωτοβουλία της κυβέρνησης.

Εντύπωση επίσης προκαλεί το ότι 47% των ερωτηθέντων θεωρούν υπεύθυνους για την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, τη Ρωσία, την Ουκρανία, την Ε.Ε. και τις ΗΠΑ, με την πολιτική που ακολούθησαν στην ουκρανική κρίση διαρκείας.

Διαφορετικά διαμορφώνεται η κοινή γνώμη σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Πολωνία, Λετονία, Λιθουανία, Εσθονία, που αισθάνονται ότι απειλούνται από τη Ρωσία, έχουν εξαιρετικά αποφασισμένη κοινή γνώμη στην κατεύθυνση της αυστηρής και αποτελεσματικής αντιμετώπισης της επιθετικής στρατηγικής του Πούτιν.

Η ρωσική διπλωματία θεωρεί ότι μπορεί να αξιοποιήσει τις διαφορετικές προσεγγίσεις των Ευρωπαίων, για να περιορίσει την αποτελεσματικότητα των κυρώσεων.

Διαφορετική κλίμακα

Μετά την εισβολή των Ρώσων στην Ουκρανία και την ουσιαστική συμμετοχή της Λευκορωσίας στην προετοιμασία και την εκτέλεση της επίθεσης, οι οικονομικές κυρώσεις άλλαξαν, όπως ήταν επόμενο, κλίμακα.

Αυτήν τη φορά δεν έχουν στόχο να επηρεάσουν τις επιλογές της Μόσχας, αλλά να φθείρουν την οικονομία της, ώστε σε βάθος χρόνου να μην μπορεί να υποστηρίξει την πολεμική της προσπάθεια. Όπως αναφέρει η σχετική απόφαση της κυβέρνησης των ΗΠΑ, «οι κυρώσεις θα περιορίσουν δραστικά τη δυνατότητα της Ρωσίας και της Λευκορωσίας να αποκτήσουν τα υλικά τα οποία χρειάζονται για να στηρίξουν τη στρατιωτική τους επίθεση κατά της Ουκρανίας, όπως και τη δυνατότητά τους να προβάλλουν ισχύ με τρόπο που απειλεί την περιφερειακή σταθερότητα και υπονομεύει την παγκόσμια ειρήνη και ασφάλεια».

Οι ΗΠΑ και η Ε.Ε. κινούνται πλέον δυναμικά εναντίον της λειτουργίας του αγωγού φυσικού αερίου NordStream 2, σε βάρος των μεγαλύτερων ρωσικών τραπεζών, οι οποίες αποκλείονται από το διεθνές σύστημα πληρωμών SWIFT. Επιβάλλεται επίσης εμπάργκο σε εξαγωγές που αφορούν τον τομέα παραγωγής και διύλισης πετρελαίου, ενώ έχει απαγορευτεί και η πρόσβαση ρωσικών αεροσκαφών στον εναέριο χώρο των ΗΠΑ και της ΕΕ.

Παράλληλα έχουν προσδιοριστεί οι προσωπικότητες και οι εταιρείες που στηρίζουν την πολεμική προσπάθεια της Ρωσίας, προσφέροντας τεχνολογία και υλικό, και έχουν συμπεριληφθεί στη λίστα των κυρώσεων.

Ακόμη και σήμερα, που Ευρωπαίοι και Αμερικανοί θεωρούν ότι η ρωσική απειλή είναι εξαιρετικά σοβαρή, προχωρούν σε εξαιρέσεις στην επιβολή κυρώσεων, σε μια προσπάθεια να περιορίσουν τη ζημιά για τη δική τους οικονομία. Από τις χρηματοπιστωτικές κυρώσεις εξαιρούνται οι πληρωμές στον τομέα της ενέργειας, εφόσον ΗΠΑ και Ε.Ε. έχουν καταλήξει στο συμπέρασμα ότι ένα ενεργειακό εμπάργκο σε βάρος της Ρωσίας θα τους προκαλούσε τεράστια προβλήματα. Με την απόφαση αυτή περιορίζεται η αποτελεσματικότητα των κυρώσεων, εφόσον όλο το σύστημα Πούτιν και η χρηματοδότηση της πολεμικής προσπάθειας της Ρωσίας στηρίζεται στις εξαγωγές ενεργειακών προϊόντων.

Οι προσωποποιημένες κυρώσεις οδηγούν συχνά σε αξιοπερίεργες καταστάσεις. Στη Γαλλία κατασχέθηκε η θαλαμηγός μήκους 88 μέτρων του στενού συνεργάτη του Πούτιν και επικεφαλής του ενεργειακού ομίλου της Ροζνεφτ, Ιγκόρ Σετσίν. Το αποτέλεσμα είναι να διαμαρτύρεται η εταιρεία που διαχειρίζεται τη θαλαμηγό, όπως και η εταιρεία στην οποία ανήκει η θαλαμηγός, υποστηρίζοντας ότι δεν έχουν καμία σχέση «με το συγκεκριμένο πρόσωπο».

Καταγράφεται επίσης μεγάλη συγκέντρωση ρωσικών σούπερ θαλαμηγών στις Μαλδίβες, στον Ινδικό Ωκεανό, εφόσον τα νησιά αυτά δεν έχουν συμφωνίες με τις ΗΠΑ που θα μπορούσαν να θέσουν σε κίνδυνο τις σούπερ θαλαμηγούς των Ρώσων ολιγαρχών και γενικότερα τα οικονομικά τους συμφέροντα.

Μεγαλώνει το κόστος

Παρά τη βασική εξαίρεση του ενεργειακού τομέα, είναι φανερό ότι οι νέες οικονομικές κυρώσεις είναι πολύ πιο σοβαρές και φιλόδοξες από τις κυρώσεις που εξακολουθούν να ισχύουν από το 2014.

Οι επιπτώσεις για τη ρωσική οικονομία είναι αυτήν τη φορά αρκετά σημαντικές. Άλλωστε, το ρωσικό Δημόσιο θα πρέπει να σηκώσει το οικονομικό φορτίο του πολέμου κατά της Ουκρανίας όπως και το οικονομικό φορτίο της κατοχής μεγάλου μέρους ή και του συνόλου της χώρας.

Η ενσωμάτωση της Κριμαίας κόστισε ακριβά στη Ρωσία, με την έννοια ότι βρέθηκε στην ανάγκη να στηρίξει οικονομικά μια περιοχή που είναι αποκλεισμένη από τις διεθνείς επενδύσεις, το εμπόριο, ακόμη και τον τουρισμό. Ο Πούτιν έκανε εντυπωσιακές επενδύσεις υποδομής στην Κριμαία, θέλοντας να την προβάλει σαν ένα είδος «βιτρίνας» εν όψει εξελίξεων. Στην περιοχή όμως που ελέγχεται από τους ρωσόφονους αυτονομιστές και αναγνωρίστηκε πρόσφατα από τη Ρωσία με τη μορφή δύο νέων κρατών-δορυφόρων, η οικονομική και κοινωνική κατάσταση είναι απελπιστική.

Η αφαίμαξη της ρωσικής οικονομίας, προκειμένου να υποστηριχθεί η επεκτατική στρατηγική του Πούτιν, πραγματοποιείται σε συνθήκες διεθνούς απομόνωσης. Στον ΟΗΕ καταδικάστηκε η ρωσική εισβολή από 149 χώρες ενώ 35, μεταξύ των οποίων η Κίνα, προτίμησαν, για λόγους τακτικής, την αποχή από την κρίσιμη ψηφοφορία. Με τη Ρωσία συντάχθηκαν μόνο η Λευκορωσία, η Συρία, η Β. Κορέα και η Ερυθραία. Μέσα από την εισβολή στην Ουκρανία, η Ρωσία κινδυνεύει να αναδειχθεί στο σημαντικότερο διεθνή παρία.

Η μεγάλη πολιτική απομόνωση κάνει πιο δύσκολη την αντιμετώπιση των οικονομικών κυρώσεων νέου τύπου. Με τη Ρωσία να επιδίδεται σε κατακτητικούς πολέμους, η Ουκρανία, η Γεωργία και η Μολδαβία έσπευσαν να υποβάλουν αίτηση για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, στέλνοντας διεθνώς το μήνυμα ότι απειλούνται από τη στρατηγική του Πούτιν.

Η πυρηνική απειλή

Οι ειδικοί διακρίνουν και σημάδια στρατιωτικής αδυναμίας της Ρωσίας. Οι δυνάμεις της επικράτησαν στις ανατολικές περιοχές της Ουκρανίας, εφόσον χρησιμοποίησαν τα προγεφυρώματα της Κριμαίας και των αυτονομιστών και κινήθηκαν σε περιοχές και πόλεις με σημαντική ρωσική παρουσία στον πληθυσμό. Η προώθηση στη Μαριούπολη, η κατάληψη της Χερσώνας και η προετοιμασία της προέλασης προς Οδησσό έγιναν με όρους που εκθέτουν διεθνώς τη Ρωσία. Βομβαρδίστηκαν κατοικημένες περιοχές και χρησιμοποιήθηκε η τακτική του στρατιωτικού οδοστρωτήρα. Με βάση τις εκτεταμένες καταστροφές στο Χάρκοβο, αλλά και τη δυσκολία στην προέλαση των ρωσικών στρατευμάτων προς το Κίεβο, οι ειδικοί καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι ένα μεγάλο τμήμα των ρωσικών στρατευμάτων δεν είναι κατάλληλα προετοιμασμένο ούτε έχει τη σωστή ψυχολογία για έναν τόσο σκληρό αγώνα. Το αποτέλεσμα είναι να καταφεύγει το ρωσικό επιτελείο σε ισοπεδωτικές στρατιωτικές λύσεις, όπου ο ανθρώπινος παράγοντας παίζει μικρότερο ρόλο στο πεδίο της αναμέτρησης.

Με τις μεθόδους που ακολουθεί η Ρωσία χαλυβδώνει τη θέληση των Ουκρανών να αγωνιστούν για μια ελεύθερη πατρίδα, αποκτά ολοένα πιο αρνητική διεθνή εικόνα και καταγγέλλεται ήδη για εγκλήματα πολέμου.

Σε αυτές τις δύσκολες για το ρωσικό καθεστώς συνθήκες, το όπλο του πυρηνικού εκβιασμού αποκτά ολοένα μεγαλύτερη σημασία. Ο Πούτιν ξεκίνησε την εισβολή στην Ουκρανία θέτοντας το πυρηνικό οπλοστάσιο της χώρας του σε πλήρη ετοιμότητα. Έστειλε με αυτόν τον τρόπο μήνυμα στις ΗΠΑ και στην Ε.Ε. να μην επιχειρήσουν να τον σταματήσουν με άμεση εμπλοκή στη στρατιωτική αναμέτρηση και πως είναι αποφασισμένος να επιτύχει, με κάθε κόστος, τον τελικό του σκοπό. Με βάση την τηλεφωνική συνομιλία που είχε με τον πρόεδρο της Γαλλία Μακρόν, ο τελικός σκοπός μοιάζει να είναι η πλήρης επικράτηση των ρωσικών στρατευμάτων και η κατοχή της Ουκρανίας.

Η μάχη που έδωσαν τα ρωσικά στρατεύματα για την κατάληψη του πυρηνικού εργοστασίου της Ζαπορίζια, παρά τον κίνδυνο να υπάρξουν καταστροφές και διαρροή πυρηνικής ενέργειας, ενισχύει τον πυρηνικό εκβιασμό που ασκεί ο Πούτιν.

Ένα «ελεγχόμενο» πυρηνικό πλήγμα σε βάρος της Ουκρανίας ή ένα προγραμματισμένο πυρηνικό ατύχημα θα μπορούσε να είναι η οικονομική απάντηση του Πούτιν στις οικονομικές κυρώσεις που επιβάλλουν Ε.Ε. και ΗΠΑ σε βάρος της Ρωσίας. Ένα πυρηνικό «συμβάν» θα προκαλούσε τεράστιες χρηματιστηριακές απώλειες ιδιαίτερα στην Ε.Ε. των «27» και θα λειτουργούσε αποσταθεροποιητικά για την ευρωπαϊκή οικονομία.

Μπορεί ένα μεγάλο τμήμα της ευρωπαϊκής κοινής γνώμης, όπως για παράδειγμα στη Γαλλία και στην Ελλάδα, να θεωρεί ότι ο Πούτιν διεξάγει περιορισμένο πόλεμο σε βάρος της Ουκρανίας, στην πραγματικότητα όμως έχει ξεκινήσει μια πολεμική αναμέτρηση που απειλεί το σύνολο της Ευρώπης. Όσο πιο γρήγορα το καταλάβουμε, προσαρμοστούμε και αναλάβουμε τις ευθύνες μας, τόσο το καλύτερο.