Πορείες αντίθετες για Σκαραμαγκά - Νεώριο - Free Sunday
Πορείες αντίθετες για Σκαραμαγκά - Νεώριο

Πορείες αντίθετες για Σκαραμαγκά - Νεώριο

Προσπάθεια για να αναστήσει με κάθε τρόπο τη ναυπηγική βιομηχανία της χώρας κάνει τις τελευταίες εβδομάδες η κυβέρνηση. Προσπάθεια που, προς το παρόν τουλάχιστον, κινείται στις δύο αντίθετες κατευθύνσεις, με το Νεώριο να αντικρίζει μια καινούργια μέρα και σημαντικές προοπτικές και τον Σκαραμαγκά να βυθίζεται όλο και περισσότερο από βαθιές πληγές στο κουφάρι του.

Στην περίπτωση των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά η ελληνική κυβέρνηση επιδιώκει να προσελκύσει νέους επενδυτές, μέσω του καθεστώτος της αναγκαστικής διαχείρισης. Επικαλείται, μάλιστα, παρέμβαση της Διεύθυνσης Ανταγωνισμού της Ε.Ε., η οποία φέρεται να απείλησε με επιβολή ημερήσιου προστίμου 19.000 ευρώ, αν δεν εφαρμοστεί η απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για την ανάκτηση των λεγόμενων «περιουσιακών στοιχείων» που δεν συνδέονται με την κατασκευή ή την επισκευή πολεμικών πλοίων.

Το θέμα των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά επανέρχεται στο προσκήνιο με αφορμή τη δικαστική διαμάχη που συνεχίζεται ανάμεσα στον επενδυτή Ισκαντάρ Σάφα και στο ελληνικό Δημόσιο, καθώς πριν από έναν μήνα το ελληνικό Δημόσιο έχασε μια διαιτητική διαδικασία στο Παρίσι. Καταδικάστηκε να πληρώσει 200 εκατ. ευρώ στον Ισκαντάρ Σάφα. Η απόφαση αυτή όμως προβλέπει και ότι το ελληνικό Δημόσιο θα αναθέσει και θα πληρώσει στον επενδυτή για την κατασκευή δύο υποβρυχίων του προγράμματος «Ποσειδών» αξίας 800 εκατ. ευρώ.

Ο ίδιος ο Ισκαντάρ Σάφα δηλώνει ότι είναι ναυπηγός και όχι δικηγορική εταιρεία για να κυνηγάει τη μια διαιτησία πίσω από την άλλη.

Οι σχέσεις του Ισκαντάρ Σάφα με την ελληνική κυβέρνηση διερράγησαν οριστικά το 2012-2013, όταν η κυβέρνηση σταμάτησε να χρηματοδοτεί το πρόγραμμα «Αρχιμήδης», δηλαδή τα τέσσερα νέα υποβρύχια και άλλα δύο νέα του προγράμματος «Ποσειδών».

Ανάμεσα στους συνομιλητές της κυβέρνησης από την αρχή του χρόνου είναι η γερμανική εταιρεία Luerssen, που κατέχει οκτώ ναυπηγεία στη Γερμανία, μεταξύ των οποίων και το μεγάλο ναυπηγείο της Blohm and Voss στο Αμβούργο. Τις εξελίξεις στα Ελληνικά Ναυπηγεία Σκαραμαγκά παρακολουθούν ωστόσο και η Cosco και τουλάχιστον δύο ακόμη επενδυτικά κεφάλαια.

Το πρόβλημα τόσο για την κυβέρνηση όσο και για τη γερμανική εταιρεία Luerssen είναι ότι τα σημαντικότερα περιουσιακά στοιχεία των Ναυπηγείων Σκαραμαγκά είναι αφενός το υπόστεγο κατασκευής των υποβρυχίων και αφετέρου το συμβόλαιο κατασκευής δύο ακόμη υποβρυχίων τύπου 214. Το διαιτητικό δικαστήριο στο Παρίσι αποφάσισε ότι η ελληνική κυβέρνηση πρέπει να αναθέσει την κατασκευή των δύο υποβρυχίων, αξίας 800 εκατ. ευρώ, στον Ισκαντάρ Σάφα και στα Ναυπηγεία Σκαραμαγκά.

Το συμβόλαιο για την κατασκευή των δύο υποβρυχίων δένει τα χέρια της ελληνικής πλευράς και αποτελεί κατά κάποιον τρόπο σημαντική κληρονομιά του ναυπηγείου, όποια και αν είναι η τύχη του. Εν τω μεταξύ, το Πολεμικό Ναυτικό έχει εκφράσει την ανάγκη τα δύο τελευταία χρόνια για περισσότερα πλοία επιφανείας.

Όλα, όπως φαίνεται, θα κριθούν από την απόφαση που θα λάβει το Μονομελές Πρωτοδικείο Αθηνών, όπου θα συζητηθεί η αίτηση υπαγωγής των Ελληνικών Ναυπηγείων Σκαραμαγκά (ΕΝΑΕ) σε καθεστώς ειδικής διαχείρισης που προβλέπει ο νόμος 4307/2014 στις 17 Νοεμβρίου.

Μετά την απόφαση θα διοριστεί ο προτεινόμενος στην αίτηση ειδικός διαχειριστής (Delloitte), που είναι ξένος ελεγκτικός οίκος, και αυτός με τη σειρά του θα εγκατασταθεί με τη βοήθεια της δημόσιας αρχής στη διοίκηση της επιχείρησης, θα κάνει απογραφή των στοιχείων της και, όπως προβλέπει ο νόμος 4307/2014, το συντομότερο δυνατόν θα διενεργήσει δημόσιο πλειοδοτικό διαγωνισμό για την εκποίηση του συνόλου του ενεργητικού ή επιμέρους λειτουργικών συνόλων (κλάδων) ή περιουσιακών της στοιχείων, εφόσον αυτά δεν αποτελούν κλάδους.

Οι κλάδοι στην περίπτωση της ΕΝΑΕ είναι ο στρατιωτικός και ο εμπορικός. Ο εμπορικός δεν λειτουργεί από τις αρχές της δεκαετίας. Το στρατιωτικό σκέλος δεν μπορεί παρά να πουληθεί σε ευρωπαϊκό όμιλο. Το εμπορικό κομμάτι, που περιλαμβάνει και τη μεγαλύτερη σταθερή δεξαμενή στην Ανατολική Μεσόγειο ανυψωτικής δυναμικότητας 500.000 τόνων, είναι αυτό που ενδιαφέρει τον ΟΛΠ και την Cosco και δυνητικά και άλλους υποψηφίους. Κανείς, πάντως, δεν πρόκειται να μπει σε ένα ναυπηγείο από το οποίο δεν έχει «φύγει» άνευ αξιώσεων ο προηγούμενος μέτοχος.

Το Νεώριο και η αμερικανική ONEX

H ONEX Shipyards, που εκπροσωπείται από τον Πάνο Ξενοκώστα, είναι τελικά ο επενδυτής για το Νεώριο Σύρου, ο οποίος στις αρχές του μήνα παρουσίασε το επιχειρηματικό σχέδιο της ελληνοαμερικανικής ONEX για την επαναλειτουργία, τον εκσυγχρονισμό και την περαιτέρω ανάπτυξη των Ναυπηγείων «Νεώριον» στις δημοτικές αρχές της Σύρου.

Σε συνέχεια των τελευταίων διαβουλεύσεων και διαπραγματεύσεων μεταξύ της ΟΝΕΧ, της ελληνικής κυβέρνησης και των πιστωτριών τραπεζών, κατά τις οποίες επήλθε πλήρη συμφωνία των εμπλεκόμενων μερών, ο κ. Ξενοκώστας παρουσίασε διεξοδικά στον δήμαρχο Σύρου-Ερμούπολης, κ. Γιώργο Μαραγκό, το αναπτυξιακό και χρηματοδοτικό πλάνο, καθώς και το χρονοδιάγραμμα υλοποίησης της επένδυσης, για την οποία, πέραν του επιχειρηματικού ενδιαφέροντος της εταιρείας, υπάρχει και επισήμως, διά στόματος του Αμερικανού πρέσβη κ. Geoffrey R. Pyatt, τόσο κατά την πρόσφατη παρουσία του στον Δήμο Σύρου-Ερμούπολης όσο και κατά την επίσκεψη του Έλληνα πρωθυπουργού στη Αμερική, έντονο ενδιαφέρον εκ μέρους της αμερικανικής κυβέρνησης.

Σημειώνεται ότι η ONEX κατέθεσε την καλύτερη προσφορά απ’ όλους τους υποψήφιους επενδυτές που διεκδίκησαν τα ναυπηγεία, η οποία έφτασε τελικά στα 60 εκατ. ευρώ από 40 εκατ. ευρώ στην αρχή. Υπέρ της ONEX τάχθηκε από την πρώτη στιγμή και η τοπική κοινωνία της Σύρου, υποστηρίζοντας πως είναι η μόνη που εξασφαλίζει την επαναλειτουργία του ναυπηγείου ως έχει, αλλά και τη διατήρηση όλων των θέσεων εργασίας.

Ενδιαφέρον είχαν εκδηλώσει επίσης η κορεατική Daewoo αλλά και ομάδα εφοπλιστών και επιχειρηματιών από τη Σύρο, ενώ στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων κλήθηκε και η Cosco.

Το Νεώριο είναι από τα παλαιότερα ναυπηγεία της χώρας, ανήκει στον επιχειρηματία Νίκο Ταβουλάρη και απασχολεί περίπου 300 εργαζόμενους. Παραμένει κλειστό από τον περασμένο Φεβρουάριο, ενώ υπολειτουργεί εδώ και δύο χρόνια. Τα χρέη του ξεπερνούν τα 60 εκατ. ευρώ, με το μεγαλύτερο μέρος να αφορά χρέη προς Δημόσιο και ΙΚΑ.