Δημήτρης Σεβαστάκης: «Οι εξαναγκασμοί μνημονιακού τύπου μπορούν να αμβλυνθούν» - Free Sunday
Δημήτρης Σεβαστάκης: «Οι εξαναγκασμοί μνημονιακού τύπου μπορούν να αμβλυνθούν»

Δημήτρης Σεβαστάκης: «Οι εξαναγκασμοί μνημονιακού τύπου μπορούν να αμβλυνθούν»

Με θετικό τρόπο αντιμετωπίζει ο βουλευτής Σάμου του ΣΥΡΙΖΑ Δημήτρης Σεβαστάκης την πρόσφατη απόφαση του Eurogroup για την Ελλάδα.

Ο κ. Σεβαστάκης υπογραμμίζει τη σημασία της συνάρτησης της αποπληρωμής του χρέους με τον ρυθμό ανάπτυξης, αλλά και τον δυναμικό χαρακτήρα της συμφωνίας Ελλάδας-δανειστών.

Πώς κρίνετε το αποτέλεσμα της συνεδρίασης του Eurogroup της 15ης Ιουνίου;

Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο της συμφωνίας είναι η συνάρτηση ανάπτυξης-αποπληρωμής. Είναι η πρώτη φορά που μια συμφωνία δίνει κίνητρα στον δανειστή να «μεριμνά» για το αναπτυξιακό και όχι μόνο για το εισπρακτικό σκέλος της προγραμματικής σχέσης με τη Ελλάδα. Αυτό ακριβώς το στοιχείο ενισχύεται και με την Αναπτυξιακή Τράπεζα. Η παραμονή του ΔΝΤ, έστω ως παρατηρητή και τεχνικού συμβούλου, θα πιέζει προς τον εξορθολογισμό και ανασχεδιασμό του χρέους. Τα πενταετή πλεονάσματα του 3,5% είναι ανασχετικά και ο ανοιχτός χαρακτήρας του κειμένου υποδεικνύει τη συνεχή διαπραγμάτευση και στο μέλλον. Όμως το ίδιο το γεγονός της συμφωνίας είναι δυναμικό και σημαντικό. Κατά τη γνώμη μου, θα μπορούσε να υπάρχει ευρύτερο μέτωπο των εσωτερικών πολιτικών δυνάμεων, αφού στην αρχιτεκτονική των μέχρι σήμερα συμφωνιών δεν υπάρχει από την αντιπολίτευση τεκμηριωμένη, ουσιαστική διαφωνία ή αντιπρόταση. Θα μπορούσε να υπάρξει μια μίνιμουμ στήριξη από την αντιπολίτευση. Αλλά η εκμηδενιστική και κοντόφθαλμη μορφή αντιπολίτευσης είναι μέσα στις παραδόσεις του ελληνικού συστήματος– σε αντίθεση με τις άλλες χώρες που βρέθηκαν σε μνημόνιο. Και από αυτό δεν εξαιρώ ούτε την Αριστερά.

Θεωρείτε ότι όντως ανοίγει ο δρόμος για το τέλος των μνημονίων, όπως υποστηρίζει ο πρωθυπουργός;

Ανοίγει ο δρόμος, πάλι όμως με διεκδίκηση και ανάγκη επεξεργασίας, για μεγαλύτερη πολιτική και οικονομική αυτοβουλία. Οι εξαναγκασμοί μνημονιακού τύπου μπορούν να αμβλυνθούν. Η εξαρτημένη ελληνική οικονομία, τα θεμελιακά της προβλήματα και η ίδια η δομή της ενδοευρωπαϊκής σχέσης δεν μπορούν να οδηγήσουν σε μοντέλα ανεξαρτησίας όπως αυτά της δεκαετίας του ’70 ή του ’80. Το εύθραυστο και διασυνδεόμενο τραπεζικό σύστημα, τα ενιαία κανονιστικά πλαίσια, η ιδεολογική διασταύρωση με τον ευρωπαϊκό χώρο και η εθνική ανασφάλεια αναθεωρούν και τους όρους αυτεξουσιότητας και αυτάρκειας. Η ευρωπαϊκή οικονομία, και πάντως η ελληνική, συνοικοδομούνται με όρους αλληλεξάρτησης και φυσικά ισχύος. Η μια χώρα εισδύει θεσμικά, οικονομικά και πολιτικά στην άλλη. Δεν παρατάσσονται ως ετερότητες. Αυτή τη μεγάλη εθνική επένδυση την έκανε η Ελλάδα με την ένταξη στην ΕΟΚ και τις διάφορες φάσεις ωρίμανσης (προγράμματα, ενισχύσεις, ενσωμάτωση δικαίου, ένταξη στην ΟΝΕ κ.λπ.). Με αυτή την έννοια, ένα είδος μνημονιακού-συμβολαιακού υποστρώματος στις σχέσεις Ευρώπης - Ελλάδας υπάρχει από τη δεκαετία του ’70 και εξελίσσεται. Όμως τα επώδυνα και ενίοτε ταπεινωτικά χαρακτηριστικά του πανικόβλητου δανεισμού του 2010 και εντεύθεν μπορούν σταδιακά να αρθούν. Νομίζω, αυτό εννοεί και ο πρωθυπουργός.

Πολλοί υποστηρίζουν ότι η κυβέρνηση αρχικά έθεσε πολύ ψηλά τον πήχη των προσδοκιών. Συμφωνείτε;

Συχνά υπάρχει μια υψίφωνος ρητορική αρκετών στελεχών. Δεν χρειάζεται να εκλαμβάνεις την επιθυμία σου ως πραγματικότητα, αλλά να πραγματοποιείς αργά και ψύχραιμα την επεξεργασμένη στρατηγική επιλογή.

Τα κόμματα της αντιπολίτευσης θεωρούν ότι στο Eurogroup η κυβέρνηση απέτυχε. Τι απαντάτε;

Ό,τι και να συμφωνούσε η κυβέρνηση, θα το αποκαθήλωναν, εφόσον ο πόθος για εξουσία είναι μεγαλύτερος από την περίσκεψη και το μέτρο. Δεν είναι τυχαία η ιδεολογική καχεξία, ιδίως της συντηρητικής παράταξης, η καθαρολογία και οι απλουστεύσεις. Γιατί ως επικράτεια είναι διαμορφωμένη σε απόλυτη εξάρτηση με την εξουσία. Αυτός ο ρηχός εμπειρισμός δεν της έχει επιτρέψει ιδεολογικές επεξεργασίες. Γι’ αυτό κάνει εισαγωγή θεωρίας με μορφή στερεοτύπων. Μια ξερή αναφορά σε άσαρκες και ανεπεξέργαστες έννοιες. «Επιχειρηματικότητα», «ιδιωτική πρωτοβουλία», «φιλελευθερισμός» κ.λπ., όταν η μόνη έννοια που τα κόμματα εξουσίας επέτρεψαν ήταν η κρατικοδίαιτη καπατσοσύνη, χωρίς την κρίσιμη ποιότητα της παραγωγικής επινοητικότητας, της στρατηγικής διορατικότητας και της διαρθρωτικής ευκινησίας. Φτώχεια και ανοησία με ελάχιστες φωτεινές εξαιρέσεις. Γι’ αυτό λίγες επιχειρήσεις συνεχίζουν να ουσιώνουν κάποιας μορφής φιλελεύθερο νόημα και αντιστοίχως το πολιτικό υπερκείμενο αδυνατεί να αφομοιώσει τον φιλελευθερισμό ιδεολογικά.

Από δω και πέρα, τι περιμένετε από την κυβέρνηση; Πού θεωρείτε ότι θα πρέπει να ρίξει το βάρος των προσπαθειών της;

Στην τολμηρή διοικητική αναμόρφωση, στην πυκνότερη διασύνδεση, συνεννόηση και συντονισμό των επιμέρους πολιτικών των υπουργείων, τα οποία επίσης θέλουν επανοικοδόμηση. Νέος αυτοδιοικητικός χάρτης, νέο Δημόσιο, ποιότητα, τιμιότητα και ευλυγισία.

Ως πρόεδρος της Επιτροπής Μορφωτικών Υποθέσεων, αλλά και ως πανεπιστημιακός, πώς κρίνετε το νομοσχέδιο του υπουργείου Παιδείας για την ανώτατη εκπαίδευση;

Αποπειράται να ενσωματώσει πλευρές της πανεπιστημιακής δυναμικής , να λύσει δομικά προβλήματα δαπανών, γνωστικών χαρακτηριστικών, επαγγελματικών δικαιωμάτων, σχέσης πανεπιστημίων με τον κοινωνικό χώρο και να δώσει έμπρακτη βοήθεια στον ταλαντούχο φοιτητή, ώστε να μπορεί να σπουδάσει, ανεξαρτήτως ταξικής προέλευσης. Γίνεται μια προσπάθεια σύνθεσης ενός ανοιχτού κανονιστικού πλαισίου που να ενσωματώνει πολλές πλευρές του πολυετούς διαλόγου για την εκπαίδευση, καθώς και προγενέστερες νομοθετικές πρόνοιες. Αναμορφώνεται, βελτιώνεται, ανασχεδιάζεται με τη διαβούλευση. Δεν πρέπει να προακυρώνεται και να δαιμονοποιείται.

Πού αποδίδετε τις σφοδρές αντιδράσεις της ΝΔ έναντι του νομοσχεδίου αυτού;

Η πολιτική σύγκρουση αναπτύσσεται με κάθε αφορμή. Δεν είναι τυχαίο ότι όλες οι αντιδράσεις είναι επιδερμικές και επικοινωνιακές, δεν ακουμπούν στα ουσιώδη, έστω αντιδικώντας. Είναι ενδιαφέρον ότι ακόμη και σε νομοθετήματα όπου υπάρχει ευρεία συμφωνία, ακόμη και σε ενσωματώσεις ευρωπαϊκών οδηγιών, χρησιμοποιείται ένας αντιπολιτευτικός λόγος πάνω σε περιφερειακά ή διαδικαστικά ζητήματα. Προσωπικά, θέλω πολιτική διαφωνία, όχι τεχνικές αμφιθεάτρου.

Πώς θα μπορούσε η Ελλάδα, κατά την άποψή σας, να σταματήσει το «brain drain» που προκάλεσε η κρίση;

Με την αλλαγή παραγωγικού προτύπου. Για παράδειγμα, ο σημερινός αγρότης δεν είναι ο χειρώνακτας του Ζαχαρία Παπαντωνίου αλλά ο επιστήμονας της Γεωπονικής και του ΕΜΠ. Πρέπει να ελέγχει σύνθετες πληροφορίες, να διεθνοποιεί τα προϊόντα της παραγωγής του, να ενσωματώνει νέες τεχνικές από τη διεθνή βιβλιογραφία, τις διεθνείς πρακτικές και τα συνέδρια. Η εμπράγματη ελληνική παραγωγή, οι επιχειρήσεις, ο πρωτογενής παραγωγικός τομέας, τι απαιτούν; Έναν εργαζόμενο με διδακτορικό που να του δίνει 400 ευρώ. Ή ένα παιδί χωρίς δικαιώματα και φιλοδοξία ως διεκπεραιωτή, «ντελιβερά». Βάζω, λοιπόν, στην παραγωγή τον μορφωμένο, αλλά αυτό συνεπάγεται και την αναμόρφωση της παραγωγής. Δηλαδή νομιμοποιώ και δεν νεκρώνω την απαιτητική, υψηλού επιπέδου παραγωγική δράση. Όταν όλο το σύστημα είναι διαμορφωμένο για να εμποδίζει τη δημιουργία, πώς εντάσσεται ο ταλαντούχος, πώς σταματά η διαρροή; Όταν υπάρχει μια κακομαθημένη παραγωγική νωθρότητα, με επιδοματική κουλτούρα, πώς θα μείνει όχι μόνο ο μορφωμένος νέος αλλά και ο ευφυής και επινοητικός πολίτης; Η περίφημη σύνδεση εκπαίδευσης και αγοράς πώς θα γίνει, με το χαμηλό επίπεδο της παραγωγικής πράξης στον τόπο μας; Αυτά δεν έχουν εύκολες απαντήσεις. Και δεν φαίνεται η ελληνική πολιτική σκηνή με τον μικρό ορίζοντά της να τα ενσωματώνει στην προβληματική της.