Γ. Κωνσταντινίδης: «Το γεγονός ότι οι περισσότεροι αναποφάσιστοι προέρχονται από τον ΣΥΡΙΖΑ δεν σημαίνει ότι τελικά θα ξαναγυρίσουν στον ΣΥΡΙΖΑ» - Free Sunday
Γ. Κωνσταντινίδης: «Το γεγονός ότι οι περισσότεροι αναποφάσιστοι προέρχονται από τον ΣΥΡΙΖΑ δεν σημαίνει ότι τελικά θα ξαναγυρίσουν στον ΣΥΡΙΖΑ»

Γ. Κωνσταντινίδης: «Το γεγονός ότι οι περισσότεροι αναποφάσιστοι προέρχονται από τον ΣΥΡΙΖΑ δεν σημαίνει ότι τελικά θα ξαναγυρίσουν στον ΣΥΡΙΖΑ»

Την εκτίμηση ότι η «μάχη των προσώπων» μεταξύ του Αλέξη Τσίπρα και του Κυριάκου Μητσοτάκη θα συνεχιστεί μέχρι τέλους κάνει ο επιστημονικός διευθυντής της εταιρείας Prorata Γιάννης Κωνσταντινίδης, επισημαίνοντας παράλληλα τον κρίσιμο ρόλο που έχουν οι ψηφοφόροι που από τον Σεπτέμβριο του 2015 και μετά έχουν απομακρυνθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ.

Θα ήθελα να ξεκινήσουμε με μια βασική απορία μου: Πώς εξηγείτε ότι ο κ. Τσίπρας έρχεται πέμπτος ή έκτος σε δημοτικότητα πολιτικός αρχηγός, ενώ πολλοί πολίτες συνεχίζουν να αναφέρονται στις επικοινωνιακές του ικανότητες;

Οι επικοινωνιακές ικανότητες των ηγετών δεν προσλαμβάνονται συνήθως ως ένα θετικό χαρακτηριστικό, γιατί ταυτίζονται με την τεχνητή προσπάθεια να δείξει ο ηγέτης κάτι που δεν είναι. Συνεπώς, είναι πιθανό να αξιολογείται κάποιος αρχηγός αρνητικά στο σύνολο της παρουσίας του, αλλά να του αναγνωρίζεται η επικοινωνιακή δεινότητα. Αυτή φαίνεται να είναι η περίπτωση του Αλέξη Τσίπρα, η δημοτικότητα του οποίου φθίνει διαρκώς, παρά το γεγονός ότι η επικοινωνιακή του υπεροχή σε σύγκριση με τον Κυριάκο Μητσοτάκη δεν αμφισβητείται. Το «παιδί της διπλανής πόρτας» μπορεί να έχει τον τρόπο του στη γειτονιά, αλλά αυτό δεν σημαίνει υποχρεωτικά ότι τον «θέλουμε για γαμπρό μας».

Δηλαδή στα υπόλοιπα χαρακτηριστικά υπερισχύει ο κ. Μητσοτάκης του πρωθυπουργού; Και, αν ναι, πότε είχαμε ανάλογο πλεονέκτημα για τον πρόεδρο του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης;

Ο κ. Μητσοτάκης εκλαμβάνεται από την κοινή γνώμη ως ελαφρώς πιο αποτελεσματικός και πιο έντιμος –με την έννοια της συνέπειας μεταξύ λόγων και πράξεων– από τον κ. Τσίπρα. Όμως ο πρωθυπουργός διατηρεί ακόμα, έστω και οριακά, το χαρακτηριστικό της ηθικής εντιμότητας και της προσήνειας, πεδία δυνητικά σημαντικά για την τελική αξιολόγηση των πολιτικών αρχηγών από τους ψηφοφόρους. Συνεπώς, η μάχη των προσώπων δεν φέρνει καθαρό αποτέλεσμα και σίγουρα θα συνεχιστεί μέχρις εσχάτων, δεδομένης της προστιθέμενης αξίας των συγκεκριμένων αρχηγών για τα κόμματά τους: του ανατρεπτικού και επικοινωνιακού Αλέξη Τσίπρα για τον αδιαμόρφωτο αριστερισμό του ΣΥΡΙΖΑ και του μετριοπαθούς και κοσμοπολίτη Κυριάκου Μητσοτάκη για τον δομημένο συντηρητισμό της ΝΔ.

Μετά από μια ομοβροντία νέων δημοσκοπήσεων, ποια είναι τα βασικά συμπεράσματα που βγάζετε; Δείχνει πράγματι σταθερό και σημαντικό το προβάδισμα της ΝΔ έναντι του ΣΥΡΙΖΑ;

Το τελευταίο κύμα δημοσκοπήσεων επιβεβαίωσε την τάση που έχει ουσιαστικά διαμορφωθεί από τον Σεπτέμβρη του 2016 ως αποτέλεσμα της ρήξης σημαντικού τμήματος των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ με την επιλογή που έκαναν το 2015. Η απροθυμία τους να επαναλάβουν την επιλογή του 2015 δημιούργησε, από τον Σεπτέμβριο του 2016 ήδη, μια σημαντική δημοσκοπική υπεροχή της ΝΔ, την οποία εντοπίζουμε επαναλαμβανόμενα έκτοτε. Το κρίσιμο σημείο, πάντως, είναι ότι τη ρήξη των ψηφοφόρων αυτών με τον ΣΥΡΙΖΑ –ποσοστιαία υπολογίζεται στο 30% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ του 2015– δεν την ακολούθησε μια μετατόπιση προς ένα άλλο κόμμα, κάτι που αφήνει θεωρητικά ανοιχτό το ζήτημα της επιστροφής των ψηφοφόρων αυτών στον ΣΥΡΙΖΑ.

Μόνο θεωρητικά; Δηλαδή πρακτικά δεν καταγράφεται ή δεν αναμένεται να καταγραφεί μια ενίσχυση του ΣΥΡΙΖΑ μέσα από τη δεξαμενή των αναποφάσιστων;

Το γεγονός ότι οι περισσότεροι αναποφάσιστοι προέρχονται από τον ΣΥΡΙΖΑ δεν σημαίνει ότι τελικά θα ξαναγυρίσουν στον ΣΥΡΙΖΑ. Προφανώς το γεγονός ότι, ενώ δηλώνουν ότι έφυγαν από τον ΣΥΡΙΖΑ, δεν έχουν μετακινηθεί σε κάποιο άλλο κόμμα τούς καθιστά δυνητικά διεκδικήσιμους από τον ΣΥΡΙΖΑ. Όμως τα εμπειρικά δεδομένα μαρτυρούν ότι οι περισσότεροι από αυτούς (περίπου τα τρία τέταρτα του 30% των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ του 2015) δίνουν μηδενική πιθανότητα να επιστρέψουν στον ΣΥΡΙΖΑ. Με άλλα λόγια, η συσπείρωση του ΣΥΡΙΖΑ δεν δείχνει να μπορεί να φτάσει άνω του 70%.

Προς ποια κατεύθυνση θα κινηθούν αυτοί οι ψηφοφόροι; Προς τα αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ ίσως;

Τα λεγόμενα αντιμνημονιακά κόμματα που αναδύθηκαν μετά τη στροφή του ΣΥΡΙΖΑ στο ζήτημα του μνημονίου το καλοκαίρι του 2015 καταγράφονται μάλλον ασθενικά σε όλες τις δημοσκοπήσεις των τελευταίων μηνών και είναι απίθανο να συγκεντρώσουν αξιοσημείωτα ποσοστά στις ερχόμενες εκλογές. Είναι αλήθεια ότι η τομή «μνημόνιο-αντιμνημόνιο» εξασθενεί και είναι χαρακτηριστικό ως προς το σημείο αυτό το γεγονός ότι ακόμα και η ψήφος στο δημοψήφισμα του 2015 τείνει πλέον να καταγράφεται στις σημερινές δημοσκοπήσεις εσφαλμένα –με μεγαλύτερο από το πραγματικό ποσοστό για το «ναι» και μικρότερο για το «όχι»– ως αποτέλεσμα το πιθανότερο μιας πορείας φθοράς της διάκρισης εκείνης. Τα κόμματα στα αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ υπόκεινται επιπλέον στην πίεση της αντιδεξιάς ρητορικής που έχει επιλέξει ο ΣΥΡΙΖΑ και η οποία λειτουργεί εκβιαστικά υπέρ της σύνταξης ενός ενιαίου μετώπου κατά της «επάρατης Δεξιάς» που φυσικά συρρικνώνει τους μικρούς παίκτες του αριστερού άκρου.

Άρα, ίσως κινηθούν προς το κέντρο; Εκτιμάτε ότι έχει πιθανότητες το ΚΙΝΑΛ να ξεφύγει από την πίεση που του ασκεί ο ΣΥΡΙΖΑ και να κερδίσει διψήφιο ποσοστό;

Εκτιμώ ότι αυτό είναι εξίσου απίθανο. Το ΚΙΝΑΛ έχει τοποθετηθεί με σαφήνεια στο λεγόμενο «αντι-ΣΥΡΙΖΑ» στρατόπεδο και το πέρασμα των ψηφοφόρων από τη μια μεριά αυτού του τείχους στην άλλη είναι σχεδόν αδύνατο. Οι μετρήσεις αποτυπώνουν ένα πολύ μικρό ποσοστό ψηφοφόρων που αισθάνονται να απέχουν εξίσου από τον ΣΥΡΙΖΑ και το ΚΙΝΑΛ (<2%). Όχι, οι περισσότεροι από τους ψηφοφόρους που θα εγκαταλείψουν τον ΣΥΡΙΖΑ θα επιλέξουν κατά τα φαινόμενα να απόσχουν από την κάλπη. Δεν θα κινηθούν ούτε προς τα αριστερά ούτε προς το κέντρο. Όσο για το ΚΙΝΑΛ, ο στόχος του διψήφιου ποσοστού απομακρύνεται πολύ, δεδομένης και της αναμενόμενης πόλωσης που θα δημιουργηθεί στον δρόμο για τις εκλογές ανάμεσα στον ΣΥΡΙΖΑ και στον κεντρικό πρωταγωνιστή του «αντι-ΣΥΡΙΖΑ» στρατοπέδου, τη ΝΔ.

Θεωρείτε ότι η πόλωση θα αφανίσει και τα μικρότερα κόμματα του σημερινού Κοινοβουλίου, δηλαδή το Ποτάμι, τους ΑΝΕΛ και την Ένωση Κεντρώων;

Διατηρώ ορισμένες επιφυλάξεις γι’ αυτή την πρόβλεψη, κυρίως για την περίπτωση του Ποταμιού. Εκτιμώ ότι η αντιπολωτική ταυτότητα του Ποταμιού θα το καταστήσει ελκυστικό σε μια μερίδα εκλογέων που ενοχλούνται από την ανελέητη αντιπαράθεση των δύο μεγάλων κομμάτων, η οποία τείνει να θυμίζει τον παλαιό δικομματισμό που οι ίδιοι ψηφοφόροι απέρριψαν μόλις λίγα χρόνια πριν. Η προοπτική των ΑΝΕΛ και της Ένωσης Κεντρώων δεν είναι τόσο θετική, καθώς οι μεν πρώτοι ως εταίροι μιας μη δημοφιλούς κυβέρνησης υπόκεινται σε ισχυρή κριτική, οι δε δεύτεροι απέτυχαν να ταυτιστούν με οποιοδήποτε θέμα ή θέση, με αποτέλεσμα να ξεπεραστούν από νεότερα κόμματα του περιθωρίου που δείχνουν πλέον να κερδίζουν τη λεγόμενη ψήφο ευτελισμού της διαδικασίας.

Αναφέρεστε σε κομματικούς σχηματισμούς που εμφανίζονται στα δεξιά της ΝΔ; Θεωρείτε ότι τα κόμματα αυτά μπορούν να επηρεάσουν το αποτέλεσμα και τον συσχετισμό δυνάμεων;

Οι δημοσκοπήσεις πράγματι καταγράφουν σημαντικά ποσοστά για κόμματα που αναδύθηκαν τους τελευταίους μήνες στην πλάτη της στραμμένης προς το κέντρο ΝΔ. Τα κόμματα αυτά κερδίζουν τις προτιμήσεις των πλέον ενοχλημένων και αποξενωμένων από το πολιτικό σύστημα στρωμάτων, που συχνά διακρίνονται και για το έντονο πάθος τους για τα ζητήματα εξωτερικής πολιτικής. Η επιτυχία ενός τουλάχιστον τέτοιου κόμματος θα πρέπει να θεωρείται βέβαιη, εξέλιξη που όντως μπορεί να επηρεάσει ουσιαστικά την τελική κατανομή των εδρών στο Κοινοβούλιο, δεδομένου ότι η είσοδος ενός ακόμη κόμματος στο Κοινοβούλιο θα δυσκολέψει την κατάκτηση της αυτοδυναμίας για το πρώτο κόμμα.

Μιλήσατε για πρόωρα απογοητευμένους ψηφοφόρους του ΣΥΡΙΖΑ και για ενοχλημένους ψηφοφόρους που προσπερνούν την αξιωματική αντιπολίτευση και επιλέγουν άλλα κόμματα στα δεξιά της. Τι σημαίνουν όλα αυτά για το πολιτικό σύστημα;

Η χαμηλή ικανοποίηση από την πολιτική και τα κόμματα μαρτυρά κρίση εμπιστοσύνης, εκπροσώπησης και τελικά νομιμοποίησης των πολιτικών αποφάσεων που λαμβάνει η εκάστοτε κυβέρνηση ή νομοθετική εξουσία. Η δυσαρέσκεια από μια κυβέρνηση σε ένα βάθος χρόνου είναι αναμενόμενη, όπως αναμενόμενη είναι και η ενίσχυση της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε βάρος της εκάστοτε κυβέρνησης. Όμως στην περίπτωσή μας η δυσαρέσκεια ήρθε πολύ γρήγορα στον χρόνο –και μάλιστα για ένα κόμμα που εκκίνησε με πολύ υψηλές προσδοκίες από την κοινή γνώμη– και δεν δείχνει να απορροφάται από τη ΝΔ. Διπλός προβληματισμός. Τέτοιες εξελίξεις οδηγούν πιθανότατα σε έκρηξη του ποσοστού αποχής και σε ενίσχυση κομμάτων του πρώην περιθωρίου.