Θανάσης Διαμαντόπουλος: Η στάση του πρωθυπουργού στην υπόθεση Novartis γλιτώνει τον τόπο από ταλαιπωρία - Free Sunday
Θανάσης Διαμαντόπουλος: Η στάση του πρωθυπουργού στην υπόθεση Novartis γλιτώνει τον τόπο από ταλαιπωρία

Θανάσης Διαμαντόπουλος: Η στάση του πρωθυπουργού στην υπόθεση Novartis γλιτώνει τον τόπο από ταλαιπωρία

Με αφορμή την κυκλοφορία του μυθιστορήματός του «Ο Δικαστής» (εκδ. Μεταίχμιο), ο ομότιμος καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου Θανάσης Διαμαντόπουλος μιλά στην FS για το πώς το βιβλίο του συνδέεται με το σήμερα και τα όσα συμβαίνουν στην πολιτική ζωή του τόπου.

diamantopoulos book

Κατ’ αρχάς θα ήθελα να μιλήσουμε για το νέο σας βιβλίο. Τι σας οδήγησε να γράψετε τον «Δικαστή»;

Το μυθιστόρημά μου, που κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, έχει δύο στόχους. Ο ένας είναι να δώσει στον αναγνώστη μια μυθιστορηματική περιήγηση όλης της ελληνικής ιστορίας των τελευταίων 70 χρόνων, από τις αρχές της Κατοχής μέχρι την πυρκαγιά στο Μάτι, μέσα από τη ματιά και τα βιώματα ενός υπέργηρου, μισάνθρωπου αρεοπαγίτη, ο οποίος, όμως, και προσωπικά βιώματα τρομακτικά έχει, κυρίως τα δύσκολα χρόνια της δεκαετίας του ’40, αλλά και στη συνέχεια η συγκυρία τον έκανε να βρεθεί πολύ κοντά στη διαχείριση πολύ σημαντικών υποθέσεων, από την περιβόητη υπόθεση του «χασάπη της Θεσσαλονίκης» Μέρτεν και την εκτέλεση του «δράκου του Σέιχ-Σου» μέχρι τη δίκη του Ανδρέα Παπανδρέου. Η δυνατότητα, μέσα από την εμπλοκή ή την αναφορά μιας μεμονωμένης συγκεκριμένης περίπτωσης, να γίνεται η παρουσίαση του ιστορικού δράματος με τρόπο που ο αναγνώστης μπορεί να προσλάβει άκοπα είναι ο ένας σκοπός του βιβλίου και, θα έλεγα, ο επιφανειακός. Η βαθύτερη στόχευση είναι η προσπάθεια να αναζητήσω τη σχέση του ανθρώπου με την εξουσία και την τάση που δημιουργεί για κατάχρησή της, πολλώ μάλλον που ο ήρωας του μυθιστορήματος, ο δικαστής, έχει μια ευρύτερη κριτική ματιά προς τους συναδέλφους του, κυρίως όμως ο ίδιος τα χρόνια της δικτατορίας ήταν ανακριτής, με τεράστια και ανεξέλεγκτη εξουσία, λόγω πολιτικής συγκυρίας, με αποτέλεσμα να κουβαλάει μέσα του βαθιές τύψεις που να θέλει να τις αποκαλύψει πριν τελειώσει η ζωή του. Μάλιστα, ο βασικός λόγος της ενοχής του συνδέεται με την οικογένεια της διδακτορικής φοιτήτριας στην οποία κάνει την αφήγηση των αναμνήσεων και βιωμάτων του.

Γιατί επιλέξατε για ήρωα έναν δικαστή;

Κατ’ αρχάς γιατί είναι πρόσφορο να δει κανείς την κατάχρηση εξουσίας μέσα από αυτό το λειτούργημα. Τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, κατά την άποψή μου, είχαμε πολλές προκλητικές ερμηνείες κανόνων δικαίου που έφτασαν σε αυτοεπιδίκαση τεράστιων ποσών στους σημερινούς δικαστικούς. Αλλά και διότι από τη φύση του ένα τέτοιο επάγγελμα μπορούσε να έχει πρόσβαση και επαφή με πολύ σημαντικές υποθέσεις που κυριολεκτικά στροβίλισαν τον δημόσιο βίο κατά τα μεταπολεμικά χρόνια. Επιπλέον, προσφέρεται για την ανατομία της ανθρώπινης ψυχής που θέλω να δώσω, των τύψεων για μια κατάχρηση εξουσίας.

Θα θυμάστε ότι μια περίοδο η Ιταλία έζησε τη λεγόμενη «δημοκρατία των δικαστών». Θεωρείτε ότι η Ελλάδα έχει ανάγκη κάτι τέτοιο ή προειδοποιείτε για την αποφυγή αυτού του ενδεχομένου;

Όχι, είναι μια ατομική ανατομία της ανθρώπινης ψυχής. Περνώντας όλα τα βιώματα, όλες τις τραγωδίες, μέσα από την ατομοκεντρική παρουσίαση του εθνικού μας δράματος ουσιαστικά πρόκειται για τη σύγκρουση του ατόμου με την κατάχρηση της εξουσίας.

Μιλώντας για δικαστές και για δικαιοσύνη, στη Βουλή έχει κινηθεί η διαδικασία για την υπόθεση Novartis. Πώς προσλαμβάνετε εσείς τις εξελίξεις αυτές;

Σε ένα σημείο βάζω τον ήρωά μου να λέει ότι η δικαιοσύνη είναι κάτι πολύ μεγάλο για να την απονέμουν δικαστές. Θα συμπλήρωνα ότι είναι κάτι πολύ μεγάλο για να την απονέμουν άνθρωποι. Η ανθρώπινη φύση, είτε μιλάμε για πολιτικό είτε για δικαστή, έχει την τάση να αποκλίνει, με διάφορες σκοπιμότητες ή ιδιοτέλειες, ενώ δεν υπάρχει και ενιαία προσέγγιση στην έννοια της δικαιότητας. Για παράδειγμα, στην περιβόητη υπόθεση της καθαρίστριας που είχε καταδικαστεί σε πολύχρονη κάθειρξη για πλαστογράφηση απολυτηρίου Δημοτικού, βλέπουμε ότι οι δικαστές έχουν τελείως διαφορετική ερμηνεία ακόμα και του γραπτού κανόνα δικαίου. Άρα, φιλοσοφικά, η δικαιοσύνη είναι το μόνο που μπορούν να δώσουν οι ανθρώπινες κοινωνίες. Για να μη θεωρηθεί ότι υπεκφεύγω, αυτό αναζητείται και σήμερα, η ύπαρξη θεσμικών αντερεισμάτων, η ύπαρξη θεσμών ελέγχου και οριοθετήσεων που κατά το δυνατόν να δυσκολεύουν την κατάχρηση ή την ιδιοτελή μεταχείριση των κανόνων και διαδικασιών που προβλέπει το θεσμοθετημένο δίκαιο. Και αυτό ακριβώς φαίνεται ότι συντελέστηκε στην υπόθεση Novartis, στον βαθμό που είναι σκευωρία –και, για τους περισσότερους, πιστεύω από την πρώτη στιγμή ότι είναι–, διερράγησαν οι φραγμοί, τα αναχώματα, και έγινε προσπάθεια να καταλυθούν τα στεγανά εκείνα που είναι προϊόν πολύχρονης πείρας και διαδικασίας νομικού πολιτισμού, ως αποτέλεσμα της εμπειρίας ότι η ανθρώπινη φύση οδηγεί στην κατάχρηση. Αυτά τα στεγανά καταβλήθηκε προσπάθεια να καταλυθούν και αυτό είναι το χειρότερο.

Πώς σχολιάζετε τη φράση «εγώ τους πολιτικούς μου αντιπάλους δεν τους πάω στο δικαστήριο» που φέρεται να είπε ο πρωθυπουργός;

Θεωρώ ότι είναι πολιτικά ευφυής κίνηση, για πολλούς λόγους. Πρώτον, διότι το αντίθετο θυματοποιεί και ηρωοποιεί τον διωκόμενο. Δεύτερον, διότι η ελληνική πολιτική ιστορία έχει δείξει πολλές φορές πόσο ταλαιπωρήθηκε ο τόπος από προσπάθειες αντεκδίκησης. Τρίτον, η ηθική αυτουργία μπορεί κάπως να αποδειχθεί, ενώ η απλή συνέργεια είναι κάτι τόσο ασαφές, που το να εμπλακεί ο τόπος σε περιπέτειες για κάτι τόσο δυσαπόδεικτο είναι λάθος. Η στάση του πρωθυπουργού γλιτώνει τον τόπο από ταλαιπωρία, αποτρέπει την ηρωοποίηση του πολιτικού του αντιπάλου και οδηγεί σε μια κανονικότητα.

Τέλος, θα ήθελα να αναφερθούμε και στον θόρυβο που ξέσπασε με το ζήτημα της μετονομασίας του σταθμού του μετρό στον Ευαγγελισμό σε σταθμό «Παύλος Μπακογιάννης». Πώς κρίνετε το όλο θέμα;

Πρέπει να πω ότι θαύμασα τη στάση του Κώστα Μπακογιάννη. Τον είχα γνωρίσει όταν είχε πρωτοεκλεγεί δήμαρχος Καρπενησίου και με είχε εντυπωσιάσει η φωτεινότητα της προσωπικότητάς του. Θεωρώ ότι είναι μία από τις απειροελάχιστες περιπτώσεις γόνου που εξευγενίζει και βελτιώνει τη γενιά του. Με τη στάση του απέδειξε και επέδειξε εξαιρετικά γρήγορα πολιτικά αντανακλαστικά. Γιατί η μετονομασία θα ήταν ούτως ή άλλως άτοπη. Οι σταθμοί του μετρό ονομάζονται κατά κανόνα από τοπωνύμια της περιοχής που εξυπηρετούν, ενώ τα θύματα της τρομοκρατίας, αν έπρεπε συνολικά και συμβολικά να τιμηθούν, θα μπορούσε να προστεθεί στον σταθμό του Συντάγματος το όνομα του Θάνου Αξαρλιάν. Αλλά, εν προκειμένω, το άτοπο γινόταν και πολιτικό λάθος, γιατί ποιος θα πίστευε ότι με τον γιο του τιμώμενου δήμαρχο Αθηναίων και τον κουνιάδο του πρωθυπουργό δεν υπήρξε μια οικογενειοκρατική αντίληψη και απλώς έβαλαν και τον Παναγούλη για ξεκάρφωμα. Νομίζω ότι ήταν εξαιρετική η στάση της οικογένειας, και ειδικά του Κώστα Μπακογιάννη, που το απέτρεψαν, γιατί αυτοί θα επωμίζονταν το πολιτικό κόστος.