Γιάννης Παναγόπουλος: «Η επιδίωξη είναι να οδηγηθούν οι συλλογικές συμβάσεις σε πλήρη απίσχναση» - Free Sunday
Γιάννης Παναγόπουλος: «Η επιδίωξη είναι να οδηγηθούν οι συλλογικές συμβάσεις σε πλήρη απίσχναση»

Γιάννης Παναγόπουλος: «Η επιδίωξη είναι να οδηγηθούν οι συλλογικές συμβάσεις σε πλήρη απίσχναση»

 

Σημειώνει παράλληλα ότι το τρίτο μνημόνιο επανέφερε ζητήματα που θεωρούνταν ότι είχαν κλείσει με το δεύτερο μνημόνιο. Παράλληλα, υπογραμμίζει ότι, αν δεν αλλάξουν άμεσα οι εφαρμοζόμενες πολιτικές, τότε η ανεργία θα επανέλθει σε επίπεδα 2008 μετά από μια εικοσαετία. 

Κατ' αρχάς, θα ήθελα να μου πείτε για την ατζέντα των δανειστών για τα εργασιακά, στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης του προγράμματος προσαρμογής. Τι ζητούν;
Οι δανειστές επαναλαμβάνουν αυτό που η κυβέρνηση συνυπέγραψε στο τρίτο μνημόνιο και επανέφερε ζητήματα που θεωρούσαμε ότι είχαν κλείσει κατά τη διαπραγμάτευση του δευτέρου μνημονίου, δηλαδή, την απελευθέρωση των ομαδικών απολύσεων, τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας, τον συνδικαλιστικό νόμο και όλα όσα σχετίζονται με τις ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις, δηλαδή, τη μετενέργεια, την καθολικότητα των συμβάσεων, κλπ. Έχει ενδιαφέρον το ότι, με την έκφραση «έξυπνες λύσεις», στην ουσία οι δανειστές φέρνουν στο τραπέζι ζητήματα που προκαλούν ολόκληρο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα των εργασιακών σχέσεων, καθώς η επιδίωξη είναι να οδηγηθούν οι συλλογικές συμβάσεις σε πλήρη απίσχναση ή, σε τελική ανάλυση, σε τέτοια αποκέντρωση που ο αδύναμος πόλος που είναι ο εργαζόμενος δεν θα μπορεί να προστατευθεί. Για να εξηγήσω τι εννοώ, αν επικρατήσουν αυτά που ζητούν οι δανειστές, τότε δεν θα μπορούμε να μιλάμε για εθνικό εργατικό δίκαιο, ούτε για ευρωπαϊκό, αλλά για το δίκαιο της κάθε επιχείρησης, όπως θα το αντιλαμβάνεται και θα το εφαρμόζει με απεριόριστο διευθυντικό δικαίωμα ο κάθε εργοδότης.
Η κυβέρνηση επιμένει ότι αυτό που συζητά είναι η επιστροφή των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Με βάση τα παραπάνω, πιστεύετε ότι μπορεί να επιτευχθεί αυτός ο στόχος;
Θα ευχόμουν να έχει δίκιο η κυβέρνηση και να επιτευχθεί αυτός ο στόχος. Όμως, δεν τρέφω αυταπάτες, γιατί το τρίτο μνημόνιο φέρει την υπογραφή της κυβέρνησης -στο οποίο υπάρχουν όλα τα ζητήματα που προανέφερα. Κυβέρνηση και δανειστές για το ζήτημα των ομαδικών απολύσεων κρύβονται έντεχνα πίσω από την πιθανολογούμενη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου για προσφυγή που έχει γίνει από πολυεθνική επιχείρηση που δραστηριοποιείται στην Ελλάδα, και όπου η εισήγηση του εισαγγελέα είναι να απελευθερωθούν οι ομαδικές απολύσεις. Η κυβέρνηση λέει ότι θα σεβαστεί την απόφαση και οι δανειστές δεν το θέτουν ως ζήτημα, καθώς θεωρούν δεδομένη την απόφαση. Για τα άλλα ζητήματα πρέπει να πω ότι έχουν υπογράψει -και είναι η διατύπωση που υπάρχει στο τρίτο μνημόνιο- ότι δεν θα επανέλθουμε στην προτεραία κατάσταση. Πώς, όταν υπογράφεις κάτι τέτοιο, μπορείς να λες ότι θα επαναφέρω τις συλλογικές συμβάσεις; Ειλικρινά, το εύχομαι και το ελπίζω και έχουμε συνδράμει με όλες μας τις δυνάμεις σε αυτή την κατεύθυνση. Θυμίζω ότι δεν αρκεστήκαμε σε παρεμβάσεις στους εκπροσώπους των δανειστών, αλλά προσφύγαμε πρόσφατα και στην Επιτροπή της Χάρτας Κοινωνικών Δικαιωμάτων στο Συμβούλιο της Ευρώπης, για υποστηρίξουμε όλα τα ζητήματα που έχουμε θέσει ως συνδικαλιστικό κίνημα έναντι των απαιτήσεων των δανειστών.
Μιλήστε μας λίγο για την προσφυγή της ΓΣΕΕ στο Συμβούλιο της Ευρώπης...
Μετά την προσφυγή στο Διεθνές Γραφείο Εργασίας και τις αυστηρότατες συστάσεις που έκανε στην ελληνική κυβέρνηση -με τις οποίες δεν έχει, ωστόσο, συμμορφωθεί, καθώς δεν τις αποδέχονται και οι δανειστές-, κάναμε και νέα προσφυγή στην Επιτροπή της Χάρτας Κοινωνικών Δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης, όπου θέσαμε όλα τα ζητήματα των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων, των ομαδικών απολύσεων, κλπ. Επικαιροποιήσαμε προηγούμενη απόφαση η οποία θεωρείται ότι παραβιάζει κατάφορα το ευρωπαϊκό κεκτημένο: μιλώ για τον «υποκατώτατο μισθό» -σύμφωνα με το νεολογισμό...- που αφορά σε νέους κάτω των 25 ετών και υπολείπεται του καθημαγμένου κατώτατου μισθού. Για όλα αυτά τα ζητήματα αναμένουμε μια ευνοϊκή απόφαση από το Συμβούλιο της Ευρώπης. Δεν αποτελεί λύση, αλλά αποτελεί άλλο ένα όπλο στη φαρέτρα του διαρκούς αγώνα που κάνουμε.
Παρουσιάστηκε εντός της εβδομάδας η ενδιάμεση έκθεση του ΙΝΕ ΓΣΕΕ για την ελληνική οικονομία, στην οποία αναφέρεται ότι το 70% των ανέργων στην Ελλάδα είναι μακροχρόνια άνεργοι. Αυτό δεν θα έπρεπε να αποτελέσει αντικείμενο της διαπραγμάτευσης κυβέρνησης και δανειστών;
Για να συνδέσω την έκθεση με αυτά που έλεγα πριν, ο βαρύτερος «φόρος» που έχουν πληρώσει οι εργαζόμενοι με τις πολιτικές των μνημονίων δεν είναι η υπερφορολόγηση ή η μείωση των μισθών, αλλά η ανεργία. Είναι αλήθεια ότι εντείνεται η μακροχρόνια ανεργία, η Ελλάδα είναι «πρωταθλήτρια» στην ανεργία των νέων και σύμφωνα με τις δικές μας εκτιμήσεις, αν δεν σπάσει ο φαύλος κύκλος της ύφεσης και συνεχιστεί αυτή η υφεσιακή στασιμότητα -παρά τις περί του αντιθέτου διακηρύξεις της κυβέρνησης-, για να μειωθεί η ανεργία στα επίπεδα που ήταν το 2008 θα χρειαστούν 20 χρόνια. Οι δυνάμεις της εργασίας βρίσκονται σε δυσμενέστατη κατάσταση και, δυστυχώς, η συνέχιση των ασκούμενων πολιτικών δεν προβλέπεται να την επαναφέρει σε ανεκτά επίπεδα. Είναι μια κατάσταση μη ανεκτή, μια κατάσταση που δεν μπορεί να πάει παραπέρα. Και η κυβέρνηση πρέπει να μιλήσει για αυτά τα ζητήματα καθαρά και χωρίς επικοινωνιακά τεχνάσματα.
Στην ίδια έκθεση υπάρχει πρόβλεψη για υφεσιακή πορεία της οικονομίας, σε αντίθεση με τις προβλέψεις της κυβέρνησης και του προϋπολογισμού περί ανάπτυξης. Το σχόλιό σας;
Κάθε κυβέρνηση προσπαθεί να δομήσει το δικό της «success story», αλλά όλα όσα έχουν ακουστεί τελούν υπό την αίρεση πολλών «αν»: αν γίνει το ένα, αν γίνει το άλλο, αν γίνει το παράλλο... Όμως, αυτά τα «αν» δεν επιβεβαιώνονται από την καθημερινότητα. Για παράδειγμα, και αυτό είναι το μεγάλο λάθος «αν» των δανειστών, το οποίο έχει αποδεχθεί και η πολιτική τάξη της χώρας, επιχειρήθηκε μέσω της εσωτερικής υποτίμησης και ενός τεράστιου υφεσιακού σοκ, να αλλάξει η δομή της οικονομίας και από την κατανάλωση να περάσει στην παραγωγή εμπορεύσιμων προϊόντων, δηλαδή να γίνουμε εξαγωγική οικονομία. Δυστυχώς, η πρόβλεψη ότι με αυτό τον τρόπο μπορεί η οικονομία να γίνει πιο εξωστρεφής δεν επαληθεύτηκε, και η θέση της χώρας στη διεθνή ανταγωνιστικότητα υποχώρησε. Γι' αυτό και όλα αυτά που λέει η κυβέρνηση ανάγονται στη σφαίρα της επικοινωνίας, της προσπάθειας διατήρησης καλύτερης θέσης στο πολιτικό παίγνιο, αλλά δεν είναι αυτό που βιώνει η κοινωνία ως προοπτική για το μέλλον.