Στα ύψη η ανασφάλεια μετά τον κορονοϊό - Free Sunday
Στα ύψη η ανασφάλεια μετά τον κορονοϊό
Η ΓΣΕΕ κρούει τον κώδωνα του κινδύνου και κάνει λόγο για ανασφάλεια και αβεβαιότητα των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα για το μέλλον της εργασίας και των αμοιβών τους.

Στα ύψη η ανασφάλεια μετά τον κορονοϊό

Βαθιές πληγές στην αγορά εργασίας αφήνει η κρίση του κορονοϊού και η έρευνα του ΙΝΕ ΓΣΕΕ περιγράφει με ιδιαίτερα μελανά χρώματα το κλίμα αβεβαιότητας που επικρατεί.

Ένας στους έξι μισθωτούς ο οποίος μπήκε σε καθεστώς αναστολής σύμβασης εξαναγκάστηκε από τον εργοδότη του να δουλεύει «μαύρα» κατά τη διάρκεια της αναστολής. Περίπου 4 στους 10 μισθωτούς δηλώνουν ότι δεν νιώθουν ασφάλεια για τη διατήρηση της θέσης εργασίας τους, ενώ, ακόμη χειρότερα, οι 6 στους 10 δεν περιμένουν κάποια θετική εξέλιξη στον μισθό τους.

Μπορεί ως χώρα η Ελλάδα να βγήκε σχεδόν αλώβητη από τη μάχη με τον κορονοϊό, παρά το κατακερματισμένο σύστημα υγείας, ωστόσο τα αυστηρά περιοριστικά μέτρα και το προσωρινό λουκέτο σε επιχειρήσεις συνθέτουν ένα σκηνικό που επιστρέφει τη χώρα πολλά χρόνια πίσω.

Η ΓΣΕΕ κρούει τον κώδωνα του κινδύνου και κάνει λόγο για ανασφάλεια και αβεβαιότητα των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα για το μέλλον της εργασίας και των αμοιβών τους. «Είναι ξεκάθαρο πως η εργασία και οι εργαζόμενοι χρειάζονται επιπλέον υποστήριξη και πως οι σοβαρές στρεβλώσεις στην αγορά εργασίας θα εντείνονται όσο επιλέγονται η ημιαπασχόληση, η εργασιακή ευελιξία και οι μειωμένες αμοιβές ως μέσα αύξησης της ανταγωνιστικότητας και καταπολέμησης της ανεργίας» παρατηρεί η ΓΣΕΕ και συμπληρώνει: «Χρειάζεται πλήρης επαναφορά και ενεργοποίηση των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων, του κοινωνικού διαλόγου, και η διαμόρφωση ενός πλέγματος ουσιαστικής ενίσχυσης και προστασίας της εργασίας. Χρειάζεται, επίσης, η ανάπτυξη θεσμικού πλαισίου ρύθμισης της τηλεργασίας, μετά από εξειδικευμένο κοινωνικό διάλογο, με στόχο την αποτύπωση και ανάδειξη των θετικών και των “γκρίζων” περιοχών της, πριν μετατραπεί από ευκαιρία σε ακόμη μια αρνητική παράμετρο για την εργασία».

Η έρευνα

Η έρευνα του ΙΝΕ ΓΣΕΕ διεξήχθη την περίοδο 9-14 Ιουνίου αποκλειστικά σε εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα και τα ευρήματα είναι αποκαλυπτικά τόσο για την απαισιοδοξία που διαμορφώνεται στους Έλληνες εργαζόμενους όσο και για τις αυθαίρετες πρακτικές των εργοδοτών την περίοδο της καραντίνας.

Το 33% των εργαζομένων, δηλαδή 1 στους 3, δήλωσε ότι έχει μεταβληθεί η σχέση εργασίας του μετά την πανδημία. Το 19% των εργαζομένων δήλωσε ότι μετά την πανδημία συνεχίζει να εργάζεται με τηλεργασία και το 14% με μερική ή εκ περιτροπής απασχόληση. Αποκαλύπτεται, δηλαδή, πως 1 στους 7 έχασε τη θέση πλήρους απασχόλησης που είχε πριν από την έλευση του κορονοϊού και πλέον εργάζεται με μερική ή εκ περιτροπής απασχόληση.

Υπενθυμίζεται πως τα στοιχεία του συστήματος «Εργάνη» του περασμένου Απριλίου έδειξαν εκρηκτική άνοδο στις μετατροπές συμβάσεων πλήρους απασχόλησης σε συμβάσεις εκ περιτροπής εργασίας είτε με τη σύμφωνη γνώμη του μισθωτού είτε με μονομερή απόφαση του εργοδότη. Αναλυτικά, τον περασμένο Απρίλιο καταγράφηκαν 4.206 μετατροπές συμβάσεων πλήρους απασχόλησης σε εκ περιτροπής με συμφωνία εργαζόμενου-εργοδότη, όταν τον Απρίλιο του 2019 είχαν καταγραφεί 528 μετατροπές. Η αύξηση αγγίζει το 800%. Αντίστοιχη εικόνα καταγράφηκε και τον Μάρτιο, οπότε μετρήθηκαν 2.810 συναινετικές μετατροπές έναντι 532 τον Μάρτιο του 2019.

Σύμφωνα με την έρευνα της ΓΣΕΕ, κατά το διάστημα της τηλεργασίας το 35% των απασχολουμένων που εργαζόταν με αυτή τη μορφή δήλωσε ότι δούλευε περισσότερο χρόνο σε σχέση με το κανονικό του ωράριο, κάτι που συνεπάγεται παραβίαση του ωραρίου και ευελιξία απασχόλησης, με αποτέλεσμα ο μισθωτός να δουλεύει τελικά περισσότερο απ’ ό,τι δούλευε πριν.

Ελεύθερη πτώση της… αισιοδοξίας

Είναι χαρακτηριστικό πως ενώ για 18 συνεχόμενους μήνες, από τον Σεπτέμβριο του 2018 μέχρι τον Μάρτιο του 2020, ο δείκτης ασφάλειας της απασχόλησης ανέκαμπτε συνεχώς, φτάνοντας από το -31% στο -22%, πλέον κάνει ελεύθερη βουτιά, πέφτοντας κάτω και από τα επίπεδα του Σεπτεμβρίου του 2018, στο -39%.

Η αίσθηση της επισφάλειας οργιάζει στους μισθωτούς μερικής απασχόλησης, καθώς το 46% από αυτούς θεωρεί αβέβαιη τη διατήρηση της θέσης εργασίας του το επόμενο εξάμηνο. Από την άλλη, οι μισθωτοί πλήρους απασχόλησης εκφράζουν αβεβαιότητα σε ποσοστό 35%, ενώ το 60% είναι σίγουρο ότι θα διατηρήσει τη θέση του στην αγορά εργασίας το επόμενο εξάμηνο.

Επιπρόσθετα, περίπου 6 στους 10 εργαζόμενους (59%) δεν αναμένουν κάποια θετική εξέλιξη στον μισθό τους, επιβεβαιώνοντας την έλλειψη αισιοδοξίας των μισθωτών για την εξέλιξη των αμοιβών τους.

Δεν είναι τυχαίο πως ο δείκτης εξέλιξης των αμοιβών έχει επιδεινωθεί κατά 12 μονάδες από τον Μάρτιο του 2020. Ενδεικτικό είναι μάλιστα το γεγονός πως ενώ από τον Σεπτέμβριο του 2018 (που η ΓΣΕΕ έχει συγκρίσιμα στοιχεία) ο εν λόγω δείκτης συνεχώς αυξάνονταν, τώρα κάνει κατακόρυφη βουτιά, πέφτοντας κάτω ακόμη και από το επίπεδο του Σεπτεμβρίου του 2018.

Η μεγαλύτερη απαισιοδοξία κρύβεται στους εργαζόμενους μερικής απασχόλησης, καθώς σε αυτή την υποομάδα το 65% εκτιμά πως η εξέλιξη των αμοιβών του το επόμενο εξάμηνο δεν θα είναι θετική. Οι μισθωτοί πλήρους απασχόλησης είναι επίσης απαισιόδοξοι, αλλά όχι στον ίδιο βαθμό, καθώς σε αυτή την υποομάδα το 55% εκτιμά πως η εξέλιξη των αμοιβών του το επόμενο εξάμηνο δεν θα είναι θετική.