Ψυχόδραμα πριν από την Τζαμάικα - Free Sunday
Ψυχόδραμα πριν από την Τζαμάικα

Ψυχόδραμα πριν από την Τζαμάικα

Οι συνομιλίες για τον σχηματισμό τρικομματικού κυβερνητικού συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών, Φιλελευθέρων και Πρασίνων ξεκίνησαν με καθυστέρηση, με ευθύνη κατά κύριο λόγο του ηγέτη των δεύτερων, Λίντνερ, και προβλέπεται πλέον ότι η νέα κυβέρνηση μάλλον θα σχηματιστεί στα τέλη του χρόνου ή ακόμη και τις πρώτες μέρες του 2018.

Μήλον της έριδος, η επιμονή των Φιλελευθέρων να λάβουν το υπουργείο Οικονομικών και η σκληρή αντίσταση των Χριστιανοδημοκρατών, μια αντιπαράθεση που οδήγησε ακόμη και σε σενάρια διχοτόμησης του υπουργείου ανάμεσα στις αρμοδιότητες για τον γερμανικό προϋπολογισμό και στην ευθύνη διαχείρισης της Ευρωζώνης και πιο συγκεκριμένα της εποπτείας, δηλαδή χειραγώγησης, του Eurogroup.

Παρά την προσπάθεια των Φιλελευθέρων να καλλιεργήσουν την εντύπωση ότι προσπαθούν να διασφαλίσουν προληπτικά ότι το Βερολίνο δεν θα χαλαρώσει τη δημοσιονομική αυστηρότητα υποκύπτοντας στις πιέσεις των εταίρων του στην Ευρωζώνη, πρόκειται μάλλον για προσπάθεια δημιουργίας εντυπώσεων παρά για ουσιαστική αντιπαράθεση.

Θέμα χρόνου

Το nοn paper του Σόιμπλε που δόθηκε στη δημοσιότητα λίγο μετά τα μέσα Οκτωβρίου δεν αφήνει περιθώρια ουσιαστικής συζήτησης των προτάσεων Μακρόν και προφανώς δεν είναι οι ευχές ενός αποχωρούντος υπουργού στον διάδοχό του αλλά ένα σαφές μήνυμα ότι δεν υπάρχει χώρος για αμφισβήτηση από τα δεξιά της ευρωπαϊκής πολιτικής της Χριστιανοδημοκρατικής Ένωσης: Ούτε από το αδελφό κόμμα στη Βαυαρία, τους Χριστιανοκοινωνιστές, ούτε από τους Φιλελεύθερους, αλλά ούτε και από την Εναλλακτική για τη Γερμανία.

Αυτό που συμβαίνει είναι ότι οι Φιλελεύθεροι θέλουν να δώσουν μια σαφή εντύπωση διακριτού στίγματος σε σχέση με τη χριστιανοδημοκρατία, καθώς είναι νωπές οι μνήμες του εκλογικού τους θριάμβου το 2009 με ποσοστό 15% και μετά από μία τετραετία συγκυβέρνησης με τη Μέρκελ της καταβαράθρωσής τους το 2013 σε ποσοστό κάτω του 5%, που τους απέκλεισε από την Ομοσπονδιακή Βουλή.

Συνεπώς τα σενάρια περί κυβέρνησης μειοψηφίας ή και νέας προσφυγής στις κάλπες που διακινούν οι Φιλελεύθεροι είναι εκτός πραγματικότητας. Η Τζαμάικα είναι θέμα χρόνου πότε θα σχηματιστεί και οι όποιες δυσκολίες στην ευρωπαϊκή διαπραγμάτευση που θα καταγραφούν στη συνέχεια δεν θα οφείλονται στους Φιλελεύθερους αλλά στον φόβο της χριστιανοδημοκρατίας για υψηλό εκλογικό κόστος, διαρροές δηλαδή προς την Εναλλακτική, στις ευρωεκλογές της άνοιξης του 2019.

Η πρόκληση για τη Μέρκελ

Στο σημείο αυτό μπορούμε να δούμε τον μεγάλο κίνδυνο για το μέλλον της Ε.Ε.-Ευρωζώνης, την απόκλιση προτεραιοτήτων μεταξύ Γαλλίας και Γερμανίας με ορίζοντα τις ευρωεκλογές του 2019:

  • Στη Γαλλία ο Μακρόν έχει αναλάβει μεταρρυθμίσεις και διαρθρωτικές αλλαγές υψηλού κόστους, ως προκαταβολική κίνηση καλής θέλησης, ώστε το Βερολίνο να αποδεχτεί την πολιτική πλαισίωση της Ευρωζώνης, αλλά και μέτρα σύγκλισης των χωρών-μελών και σταθεροποίησής τους μέσω μιας συνολικής αλληλεγγύης. Μόνο υπό αυτές τις προϋποθέσεις, εκτιμούν στο Μέγαρο των Ηλυσίων, δεν θα έχουμε εκλογική νίκη του ακροδεξιού αντιευρωπαϊκού λαϊκισμού με τη Λεπέν ή τον όποιον διάδοχό της.
  • Αντίθετα, στη Γερμανία παραμένει ακόμη θολό το πώς σκοπεύουν οι Χριστιανοδημοκράτες να αντιμετωπίσουν πολιτικά την Εναλλακτική για τη Γερμανία, με περαιτέρω περιχαράκωση στην Ευρώπη ή με υπεράσπιση της ανάγκης για έναν νέο γαλλογερμανικό συμβιβασμό. Σε κάθε περίπτωση, οι Χριστιανοκοινωνιστές της Βαυαρίας και οι Φιλελεύθεροι φαίνεται να θωρακίζονται απέναντι στην Εναλλακτική με πιο σκληρές θέσεις, τόσο σε ό,τι αφορά την Ευρωζώνη όσο και σε ό,τι αφορά το προσφυγικό.

Αυτή είναι και η πραγματική πλέον πρόκληση για τη Μέρκελ, η οποία για χρόνια είχε ως άλλοθι για την ευρωπαϊκή ακινησία της Γερμανίας την αρνητική διάθεση μιας μεγάλης μερίδας της κοινής γνώμης σε περαιτέρω εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Σήμερα το πρόβλημα δεν είναι η CSU και το FDP, αλλά η Εναλλακτική – πολυσυλλεκτικό μόρφωμα απορρόφησης κάθε είδους πολιτικής και κοινωνικής δυσαρέσκειας και ανασφάλειας.

Με τα παραπάνω δεδομένα είναι σαφές ότι εξίσου μεγάλο πρόβλημα με τη χριστιανοδημοκρατία στον ορίζοντα των ευρωεκλογών του 2019 έχουν και οι Σοσιαλδημοκράτες του Σουλτς: να αποκτήσουν ξανά διακριτό στίγμα από τη Μέρκελ, με την οποία συγκυβέρνησαν για δύο τετραετίες, να συνθέσουν μια νέα εσωτερική και ευρωπαϊκή ατζέντα και να δώσουν στους δυσαρεστημένους ψηφοφόρους διέξοδο προς μια κεντροαριστερή εναλλακτική διακυβέρνηση.

Ο κίνδυνος της συνταγής Στράους

Ο για δεκαετίες ιστορικός ηγέτης των Χριστιανοκοινωνιστών στη Βαυαρία Φραντζ Γιόζεφ Στράους είχε πει «πιο δεξιά από μένα είναι ο τοίχος», με άλλα λόγια ότι η Δεξιά δεν πρέπει να αφήνει στην ακροδεξιά πεδίο πολιτικής αξιοποίησης, κενό προς συμπλήρωση.

Το non paper που άφησε ως παρακαταθήκη συνέχισης της πολιτικής του ο πρώην υπουργός Οικονομικών και νυν πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Βουλής Σόιμπλε δείχνει ότι ο κίνδυνος για συνταγή Στράους απέναντι στην Εναλλακτική για τη Γερμανία είναι υπαρκτός.

Η πολιτική Στράους μπορεί να ήταν επιτυχής για δεκαετίες στη Βαυαρία, όπου υπήρχαν τοπικές ιστορικές ιδιαιτερότητες. Σε μεγαλύτερη κλίμακα, η υιοθέτηση σκληρών θέσεων με στόχο την ανάσχεση της διόγκωσης και στη συνέχεια τον διεμβολισμό της ακροδεξιάς αποδίδει πρόσκαιρα μόνο αποτελέσματα: Το 2007 στη Γαλλία ο Σαρκοζί διεμβόλισε το Εθνικό Μέτωπο του Λεπέν, ο οποίος το 2002 είχε περάσει στον δεύτερο γύρο της προεδρικής εκλογής, αλλά δέκα χρόνια αργότερα, λίγο πριν υπάρξει η έκπληξη του φαινομένου Μακρόν, η Λεπέν φαινόταν να βρίσκεται στο κατώφλι του Μεγάρου των Ηλυσίων.