Η πραγματικότητα του voucher  - Free Sunday
Η πραγματικότητα του voucher 

Η πραγματικότητα του voucher 

Με την εμφάνιση του πρώτου κρούσματος κορωνοϊού συνειδητοποιήθηκε σταδιακά ότι οι χώροι των Δικαστηρίων είναι χώροι υψηλής επικινδυνότητας. Εκπρόσωποι των δικαστών άρχισαν να ζητούν αναστολή λειτουργίας, δικηγορικοί σύλλογοι το ίδιο. Τις μέρες εκείνες, οι δικαστικοί υπάλληλοι είχαν στάσεις εργασίας επί δίωρο κάθε πρωί για τυπικά συνδικαλιστικά αιτήματα. Τις συνέχιζαν επίμονα, στοχεύοντας φανερά στη μείωση της έκθεσής τους στο κοινό. Έτσι κι αλλιώς είχαν επιβάλλει περιορισμούς στην είσοδο των γραφείων τους, με αποτέλεσμα οι δικηγόροι και οι πολίτες να συνωστίζονται απέξω. Δεν διέκοψαν τις στάσεις προκειμένου να απλωθούν χρονικά οι συναλλαγές και να μειωθούν οι ουρές. Οι δικαστές δεν προχώρησαν σε ορισμό χρονικών ζωνών εκδίκασης συγκεκριμένων υποθέσεων προκειμένου να μειωθεί ο συνωστισμός. Ορισμένοι δικηγορικοί σύλλογοι κήρυξαν αποχή από τα καθήκοντα για την προστασία των μελών τους. Αποχή σημαίνει βεβαίως απώλεια εισοδήματος.

 

Όλα έδειχναν ότι τα δικαστήρια θα κλείσουν λόγω της πανδημίας, αλλά ουδείς (ούτε η Κυβέρνηση) ασχολήθηκε με το να διασώσει κάποιες από τις εργασίες και να στηρίξει και την αγορά και την κοινωνία και το εισόδημα των δικηγόρων. Επισήμως τα δικαστήρια δεν έκλεισαν, αλλά τέθηκαν σε μερική αναστολή λειτουργίας. Δόθηκε εντολή να σταματήσουν οι δίκες και για τα υπόλοιπα θέματα η ρύθμιση ανατέθηκε στις τοπικές διοικήσεις. Είχαν ήδη ξεκινήσει οι άδειες ειδικού σκοπού, και οι τοπικές δικαστικές διοικήσεις φρόντισαν να θέσουν όλο το υπόλοιπο προσωπικό των γραμματειών σε καθεστώς ασφαλούς λειτουργίας. Κοινώς ελάχιστοι μέσα και οι υπόλοιποι σπίτια τους. Για τις ελάχιστες πιθανές εργασίες, χρειάζεται προηγούμενη τηλεφωνική επικοινωνία και έγκριση του Προϊσταμένου Δικαστή.

 

Για να πάρει κανείς ένα πιστοποιητικό από τα δικαστήρια χρειάζεται αίτηση με επικολλημένο «μεγαρόσημο» (τέλος υπέρ της ανέγερσης δικαστικών κτιρίων). Λίγες ημέρες πριν την πανδημία το μεγαρόσημο αποϋλοποίηθηκε, δηλαδή μπορεί να πληρωθεί ηλεκτρονικά. Παρόλα αυτά διαρκούσης της αναστολής δεν μπορεί να πάρει κανείς πιστοποιητικό μέσω email, ούτε καν οι δικηγόροι, των οποίων τα email είναι στο σύνολό τους καταχωρημένα στο δικηγορικό σύλλογο. Η κυβέρνηση προτίμησε να καταργήσει το μεγαρόσημο προσωρινά και να γίνονται περιορισμένες, ελάχιστες, αιτήσεις μέσω πλατφόρμας.

 

Ο κώδικας πολιτικής δικονομίας προβλέπει από το 2016 ότι πολλές δίκες γίνονται (κυρίως στις εμπορικές και ιδιοκτησιακές διαφορές) αποκλειστικά γραπτώς. Οι ισχυρισμοί κατατίθενται εγγράφως, οι μάρτυρες καταθέτουν εγγράφως, παρόν στα δικαστήρια δεν απαιτείται. Αυτές οι δίκες ανεστάλησαν επίσης ! Το ευτράπελο είναι ότι οι δικηγόροι το 2014 είχαν απορρίψει αυτή τη διαδικασία σε ποσοστό 95% μέσω κλαδικού δημοψηφίσματος (και εξάμηνης αποχής …) διότι επρόκειτο περί «μνημονιακού» κατασκευάσματος του Σαμαρά. Το εισήγαγε κατόπιν αυτούσιο ο ΣΥΡΙΖΑ στα πλαίσια του τρίτου μνημονίου.

 

Στα πολιτικά εφετεία οι δίκες είναι εξορισμού γραπτές και το «παρών» δίδεται εδώ και χρόνια γραπτώς. Και αυτές οι δίκες ανεστάλησαν.

 

Υπήρχε και υπάρχει η δυνατότητα να ορίζονται ζώνες ώρας (ραντεβού …) για τις δίκες με προφορική διαδικασία. Στις καλές εποχές οι δικαστές δεν το εφάρμοζαν ούτε για τη διευκόλυνση του κοινού. Στην εποχή της πανδημίας, προτιμήθηκε η αναστολή για λόγους ασφαλείας ...

 

Με απλά λόγια, οι αμειβόμενοι από το δημόσιο ταμείο, δικαστές και δικαστικοί υπάλληλοι κάλυψαν τη δική τους ασφάλεια (όπως οι ίδιοι την εννοούσαν) σταματώντας τα πάντα και οι δικηγόροι έμειναν άνεργοι, οι δε πολίτες με τις δουλειές τους παγωμένες. Η αρχική κυβερνητική απόφαση δεν περιλάμβανε πάγωμα όλων των προθεσμιών, προφανώς διότι υπέθετε πως κάποιοι θα δουλέψουν. Αργότερα η κυβέρνηση αναγκάστηκε, παρατείνοντας τα μέτρα να παγώσει και όλες τις προθεσμίες.

 

Με το κλείσιμο των δικαστηρίων ο Πρόεδρος του Αρείου Πάγου και ο Υπουργός Δικαιοσύνης ξεκίνησαν τις παραινέσεις προς τους δικαστές, ώστε να εκδοθούν οι χιλιάδες αποφάσεις που εκκρεμούν επί έτη (και όχι επί μήνες …). Δεν μας ανακοίνωσε κανείς ούτε πόσες εκκρεμούσαν, ούτε πόσες εκδόθηκαν, ούτε πόσες μένουν να εκδοθούν, μετά από σαράντα ημέρες κλεισίματος. Σε κάθε περίπτωση, πρέπει ο δικαστής να τις πάει ο ίδιος στο δικαστήριο και δεν μπορεί να τις στείλει ηλεκτρονικά. Στο δικαστήριο υπάρχουν ελάχιστοι υπάλληλοι για να προχωρήσουν τις γραφειοκρατίες, αλλά και αν τις ολοκληρώσουν, δεν υπάρχει τρόπος να πάρει κανείς την απόφαση και να συνεχίσει.

 

Το κτηματολόγιο είναι μια ηλεκτρονική βάση δεδομένων η οποία λειτουργεί τοπικά. Δυνατότητα διαδικτυακής σύνδεσης δεν υπάρχει (… θα υπάρξει ποτέ;) και πρέπει κανείς να πάει στο αρμόδιο γραφείο για να ερευνήσει μέσω τοπικού υπολογιστή. Το ευτράπελο εδώ είναι ότι στην κανονική εποχή τα έγγραφα που κατέθετε ο πολίτης σκανάρονταν αμέσως για να καταχωρηθούν. Στην εποχή της πανδημίας έκλεισαν οι πόρτες και η υπηρεσία δεν δέχεται τα έγγραφα ηλεκτρονικά, σκαναρισμένα από δικηγόρο ή συμβολαιογράφο. Ανεστάλησαν τα πάντα!

 

Επισήμως λοιπόν τα Δικαστήρια ανέστειλαν … μερικώς (!) τη λειτουργία τους, και έτσι οι δικηγόροι βρέθηκαν στους «πληττόμενους» και όχι σε αυτούς που έκλεισαν με διαταγή της αρχής. Απαίτησαν επίδομα 800 ευρώ, το οποίο υποσχέθηκε ο ίδιος ο Πρωθυπουργός. Η υπόσχεση αθετήθηκε, διότι προέκυψε δυνατότητα επιδότησης τηλεκατάρτισης (voucher) από την Ευρωπαϊκή ΄Ενωση, στο ύψος των 600 ευρώ για τον καταρτιζόμενο και των 470 ευρώ για τον παρέχοντα. H κυβέρνηση στράφηκε προς τα εκεί, διότι (έτσι έκρινε) ελαφρύνεται το δημόσιο ταμείο και διαχέονται εισαγόμενα λεφτά στην οικονομία. Η όλη οργάνωση έγινε βιαστικά και προέκυψαν καθυστερήσεις και ευτράπελα. Η κατάρτιση είναι χαμηλού επιπέδου, κακής ποιότητας και κυριολεκτικά πρόσχημα απορρόφησης ευρωπαϊκών κονδυλίων. Τετρακόσια ευρώ δίνονται εντός του Απριλίου (σαράντα μέρες μετά το κλείσιμο) και διακόσια θα δοθούν με το πέραν των 100 ωρών κατάρτισης. Το θέμα είναι ότι οι μισθωτοί πήραν 800 ήδη.

 

Οι γιατροί δεν έκλεισαν και λειτουργούν. Η βιομηχανία δεν έκλεισε και πολλοί μηχανικοί εργάζονται κανονικά. Μόνο όσοι σχετίζονται με τις πολεοδομίες διέκοψαν ή κυρίως επιβράδυναν. Οι λογιστές αύξησαν τη δουλειά τους, με (όχι αμελητέο) ερώτημα το ποιος πελάτης έχει να τους πληρώσει (σε κάθε περίπτωση έχουν λαμβάνειν). Κάνουν και όλοι αυτοί τηλεκατάρτιση, αλλά είναι για τους περισσότερους πρόσθετο και όχι το μοναδικό (όπως για τους δικηγόρους) εισόδημα.

 

Οι δικηγόροι βρέθηκαν απολύτως άνεργοι αφενός πληρώνοντας την αφέλειά τους να απαιτούν κλείσιμο δικαστηρίων χωρίς καμία προετοιμασία, αφετέρου αρνούμενοι στη συνέχεια να πιέσουν θεσμικά, πρώτα τους Δικαστές που διοικούν τα μέγαρα και ύστερα την κυβέρνηση, για διατήρηση σε λειτουργία και όσων υφιστάμενων διαδικασιών ταιριάζουν με την περίσταση και για άμεση ενεργοποίηση μηχανισμών τηλεργασίας. Πληρώνουν τον πληθωρισμό τους, το χαμηλό και αποκομμένο από την πραγματικότητα επίπεδο σπουδών τους, την βαριά φορολογία των τελευταίων ετών, τον διασπασμένο συνδικαλισμό, μέσω τοπικών συλλόγων νπδδ, που όμως δεν είναι ΤΕΕ.

 

Πίεση στους δικαστές και δικαστικούς υπαλλήλους δεν πρόκειται να ασκήσουν ούτε ο ιατρός υπουργός, ούτε ο δικαστικός υφυπουργός.

 

Η οργή για την κακής ποιότητας τηλεκατάρτιση είναι πρωτίστως κραυγή αγωνίας κατά την αναζήτηση κρίσιμων πόρων επιβίωσης.