Συντάξεις: Αναμνήσεις από το μέλλον - Free Sunday
Συντάξεις: Αναμνήσεις από το μέλλον
Το ασφαλιστικό μπορεί να υπονομεύσει το «πακέτο» των 32 δισ.

Συντάξεις: Αναμνήσεις από το μέλλον

Η πολιτική διαμάχη που ξέσπασε γύρω από την καταβολή των αναδρομικών στους συνταξιούχους, βάσει δικαστικών αποφάσεων, είναι ενδεικτική της δυσκολίας προσαρμογής του ελληνικού πολιτικού συστήματος στις νέες συνθήκες που δημιούργησε η πανδημία.

Αυξήσεις αντί για μειώσεις

Ο ΣΥΡΙΖΑ και άλλα κόμματα της αντιπολίτευσης υποστηρίζουν ότι η κυβέρνηση πρέπει να καταβάλει «εδώ και τώρα» 3,9 δισ. ευρώ στους συνταξιούχους, σύμφωνα με τις δικαστικές αποφάσεις.

Η κυβέρνηση προθυμοποιείται να καταβάλει, εντός του 2020, τα αναδρομικά που αντιστοιχούν στις κύριες συντάξεις, ύψους 1,4 δισ. ευρώ.

Πιστεύω ότι η καταβολή των αναδρομικών έπρεπε να «παγώσει» μέχρι να αντιμετωπιστούν πλήρως οι οικονομικές και κοινωνικές συνέπειες της πανδημίας. Αυτό μπορούσε να γίνει μόνο στη βάση εθνικής συναίνεσης, η οποία βέβαια δεν υπάρχει σε αυτό και σε άλλα ζητήματα μεγάλης σημασίας.

Δεν είναι η ώρα για την καταβολή αναδρομικών στους συνταξιούχους, γιατί αυτοί που πλήττονται από την πανδημία είναι οι εργαζόμενοι και οι άνεργοι, ιδιαίτερα οι νέοι. Οι συνταξιούχοι δεν γνωρίζουν σε αυτή τη φάση μεγάλη οικονομική πίεση, εφόσον η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει αναλάβει τη δέσμευση ότι δεν θα προχωρήσει σε μειώσεις συντάξεων, όπως έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ την προηγούμενη τετραετία. Ο πρωθυπουργός και οι συνεργάτες του τιμούν αυτή τη δέσμευση παρά την εξαιρετικά δύσκολη οικονομική και δημοσιονομική κατάσταση εξαιτίας της πανδημίας.

Τα αναδρομικά των 1,4 δισ. ευρώ στους συνταξιούχους θα λείψουν από τη χρηματοδότηση πρωτοβουλιών υπέρ της στήριξης της απασχόλησης και των επενδύσεων στον παραγωγικό ιδιωτικό τομέα.

Προκαλεί εντύπωση η στάση του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος, αδιαφορώντας για τους περιορισμούς της πανδημίας, ζητεί από την κυβέρνηση να προχωρήσει σε ταχύτερες και μεγαλύτερες αυξήσεις στους συνταξιούχους, ενώ στη διάρκεια της δικής του τετραετίας περιέκοψε δραστικά τις συντάξεις, συμπεριλαμβανομένου του ΕΚΑΣ, το οποίο αφορούσε τους χαμηλοσυνταξιούχους.

Ρεσιτάλ δημαγωγίας

Σε μια προσπάθεια να συγκρατήσει τη δημοσκοπική του πτώση, ο ΣΥΡΙΖΑ επιδίδεται σε ένα ρεσιτάλ δημαγωγίας γύρω από την καταβολή αναδρομικών στους συνταξιούχους.

Υποκρίνεται ότι έχει δημιουργηθεί, με δική του πρωτοβουλία, ένα απόθεμα χρηματοδότησης της τάξης των 35 δισ., με το οποίο μπορεί να χρηματοδοτηθεί η άμεση και πλήρης καταβολή των αναδρομικών.

Από αυτά τα 35 δισ., τα 16 έχουν σχέση με τη διαχείριση του χρέους του ελληνικού Δημοσίου και δεν μπορούν να χρησιμοποιηθούν χωρίς να προκληθεί η αντίδραση των Ευρωπαίων εταίρων και πιστωτών. Τα υπόλοιπα αποτελούν αποθεματικά των ΔΕΚΟ, των ΟΤΑ, ασφαλιστικών ταμείων, και χρησιμοποιούνται, σε αυτή τη φάση, για την προσωρινή κάλυψη των ελλειμμάτων που προκαλεί η πανδημία.

Η κυβέρνηση είναι ιδιαίτερα προσεκτική σε ό,τι αφορά τη διατήρηση χρηματοδοτικών εφεδρειών, γι’ αυτό προσφεύγει κατά διαστήματα στις αγορές για τον αναγκαίο δανεισμό.

Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ για άμεση καταβολή περίπου 4 δισ. ευρώ στους συνταξιούχους θα προκαλούσε κρίση ρευστότητας, ενώ ακόμη δεν ξέρουμε πόσο θα διαρκέσουν οι οικονομικές και κοινωνικές δυσκολίες που προκαλεί η πανδημία. Θα προκαλούσε επίσης κρίση εμπιστοσύνης σε βάρος της ελληνικής οικονομίας και της κυβέρνησης, με το σκεπτικό ότι οι δαπάνες ξεπερνούν κατά πολύ τις δυνατότητες της ελληνικής οικονομίας και του Δημοσίου. Η κρίση αξιοπιστίας θα περνούσε στη σχέση μας με τις αγορές και τους Ευρωπαίους εταίρους, με αποτέλεσμα να χάναμε την πρόσβαση σε ρευστότητα με εξαιρετικά ευνοϊκούς όρους που μας εξασφαλίζει η παρουσία μας στις αγορές, η συμμετοχή μας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) και ο πρωταγωνιστικός μας ρόλος στην προετοιμασία λειτουργίας του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης.

Ουσιαστικά, η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ ισοδυναμεί με πρόταση άμεσης απομόνωσης της ελληνικής οικονομίας στα πλαίσια της Ευρωζώνης και αμφισβήτησης όλων των κατακτήσεων της κυβέρνησης Μητσοτάκη.

Σε αυτή τη φάση παρατηρείται, ανάλογα με τον μήνα, πτώση των εσόδων του Δημοσίου κατά 30%-40%, ενώ παρόμοια είναι η πτώση στα έσοδα των ασφαλιστικών ταμείων εξαιτίας της πανδημίας. Είμαστε υποχρεωμένοι, λοιπόν, να δανειζόμαστε για να καλύπτουμε τη χρηματοδότηση της λειτουργίας του κράτους, στην οποία βέβαια συμπεριλαμβάνεται και η καταβολή συντάξεων που κοστίζουν, σε μηνιαία βάση, γύρω στα 2,3 δισ. ευρώ. Αποτελεί επίτευγμα της κυβέρνησης και προσωπικά του πρωθυπουργού κ. Μητσοτάκη το γεγονός ότι το ελληνικό Δημόσιο παραμένει, σε αντίθεση με την προηγούμενη κρίση, στις αγορές, και μάλιστα με επιτόκιο στο δεκαετές ομόλογο του ελληνικού Δημοσίου που υποχωρεί προς το 1% και συγκρίνεται με το αντίστοιχο της Ιταλίας.

Οι φειδωλοί σε ό,τι αφορά τις συντάξεις στην κυβερνητική τετραετία του ΣΥΡΙΖΑ μετατρέπονται τώρα, για τις ανάγκες του σεναρίου, σε δημαγωγούς που πιέζουν την κυβέρνηση για μεγαλύτερες από τις προγραμματισμένες αυξήσεις των συντάξεων. Επιδίωξή τους είναι να προκαλέσουν την πολιτική φθορά της κυβέρνησης ή μια κρίση εμπιστοσύνης, τύπου 2015, στις σχέσεις μας με τους Ευρωπαίους εταίρους και πιστωτές.

Το λάθος θέμα

Η πολιτική διαμάχη γύρω από τα αναδρομικά των συνταξιούχων είναι το λάθος θέμα για την Ελλάδα αυτή την περίοδο.

Πρώτον, οι Ευρωπαίοι εταίροι έχουν ζητήσει την καταβολή των 800 εκατ. ευρώ που αναλογούν σε συντάξεις και εφάπαξ που δεν αποδίδονται. Έχουν καταβάλει τα σχετικά ποσά δύο και τρεις φορές μέσα από τα προγράμματα δανεισμού της Ελλάδας και η έξοδος από το μνημόνιο τον Αύγουστο του 2018 θα έπρεπε να είχε συνοδευτεί από τον μηδενισμό των ασφαλιστικών του Δημοσίου.

Η «ουρά» των 800 εκατ. ευρώ που ενοχλεί τους Ευρωπαίους εταίρους και πιστωτές συνδυάζεται με άλλες πρωτοβουλίες, για να στείλει το λάθος μήνυμα. Δόθηκαν αυξήσεις στις επικουρικές με ετήσιο κόστος της τάξης των 300 εκατ. ευρώ, ενώ βρίσκονται σε εξέλιξη και πολυτελή προγράμματα εθελουσίας εξόδου από τις τράπεζες μέχρι τη ΔΕΗ. Χιλιάδες εργαζόμενοι θα συνταξιοδοτηθούν στα 55 τους χωρίς να έχουν συμπληρώσει τις ασφαλιστικές προϋποθέσεις και παίρνοντας και μπόνους δεκάδων χιλιάδων ευρώ, για να υπάρξει μεγάλη συμμετοχή στα προγράμματα εθελουσίας εξόδου.

Από τη στιγμή που η ελληνική κυβέρνηση βρίσκει 1,4 δισ. ευρώ σε περίοδο μεγάλης οικονομικής και δημοσιονομικής δυσκολίας για τα αναδρομικά των συνταξιούχων, οι Ευρωπαίοι εταίροι θα θεωρήσουν αυτονόητο ότι έχει και τα 800 εκατ. ευρώ για τις συντάξεις και τα εφάπαξ που καθυστερούν.

Στην παγίδα του Ρούτε

Με την πολιτική ασυνεννοησία γύρω από το ασφαλιστικό-συνταξιοδοτικό κινδυνεύουμε να πέσουμε στην παγίδα του πρωθυπουργού της Ολλανδίας Ρούτε. Ο φιλελεύθερος ηγέτης απαίτησε να υπάρξουν όροι στη διαχείριση του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης που θα περιορίζουν τη χρηματοδότηση σε επενδύσεις στα πλαίσια που έχουν συμφωνηθεί.

Αυτό σημαίνει ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να τραβήξει πρόσθετα κονδύλια από την Ε.Ε. για να καλύψει ασφαλιστικές «τρύπες» ή παροχές που βρίσκονται πέρα από τις οικονομικές, δημοσιονομικές δυνατότητές μας.

Εάν το επιχειρήσουμε, θα πρέπει να περιμένουμε δυναμική αντίδραση σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, εφόσον ο τρόπος λειτουργίας του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης δημιουργεί ένα είδος ελέγχου των πρωτοβουλιών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής από τις κυβερνήσεις των κρατών-μελών.

Εάν δεσμεύσουμε όλα τα κονδύλια που διαθέτουμε και τα δάνεια που είμαστε σε θέση να πάρουμε στις διεθνείς αγορές στην κάλυψη τρεχουσών υποχρεώσεων, θα μείνουμε πίσω και στη συγχρηματοδότηση ευρωπαϊκών προγραμμάτων. Είναι πολύ πιθανό, λοιπόν, τα δισεκατομμύρια που θα δεσμεύσουμε για τα αναδρομικά των συνταξιούχων να μας κάνουν διαπραγματευτικά ευάλωτους και χρηματοδοτικά αδύναμους, με αποτέλεσμα να χάσουμε, στα πλαίσια του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης, αρκετά δισεκατομμύρια επενδύσεων που χρειαζόμαστε για την ανάπτυξη και τη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης.

Θα βρεθούμε επίσης σε αδυναμία να χρηματοδοτήσουμε την ενίσχυση του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων, το οποίο πρέπει να λειτουργήσει συμπληρωματικά προς τις επενδύσεις τους Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης.

Χωρίς αντίκρισμα το πλεονέκτημα

Η πολιτική αναμέτρηση για τα αναδρομικά των συνταξιούχων μοιάζει εκτός τόπου και χρόνου εάν λάβουμε υπόψη μας την επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης και της προοπτικής.

Η Ελλάδα απέδειξε ότι έχει το απόλυτο τουριστικό πλεονέκτημα εξαιτίας της αποτελεσματικής αντιμετώπισης του πρώτου κύματος της πανδημίας. Είναι χαρακτηριστικό ότι στην Τουρκία δεν πηγαίνουν Ευρωπαίοι τουρίστες, ενώ οι Βρετανοί τουρίστες αποσύρονται από την Ισπανία, όπως και οι Γερμανοί τουρίστες από διάφορα μέρη της χώρας στα οποία παρατηρείται ανησυχητική αύξηση των κρουσμάτων.

Το πλεονέκτημα που έχουμε έναντι παραδοσιακών ανταγωνιστών, όπως η Ισπανία και η Τουρκία, δυστυχώς δεν εξασφαλίζει μεγάλη αύξηση των εσόδων του τουριστικού τομέα. Τα πράγματα φαίνεται να εξελίσσονται, σε ό,τι αφορά τις αφίξεις και τις δαπάνες των ξένων τουριστών, χειρότερα απ’ ό,τι είχε εκτιμηθεί αρχικά, ενώ οι ξένοι τουρίστες συμβάλλουν και στη σταθερή αύξηση των κρουσμάτων στη χώρα μας.

Αργή επιστροφή στην κανονικότητα

Τα νέα δεν είναι καλά σε ό,τι αφορά την εξέλιξη της πανδημίας στην Ευρώπη και στον κόσμο ολόκληρο. Οι ΗΠΑ και η Λατινική Αμερική δοκιμάζονται σκληρά, δημιουργούνται νέες μεγάλες εστίες στην Ινδία και στην Αφρική, ενώ παρατηρείται ανησυχητική αύξηση κρουσμάτων στην Ευρώπη.

Ο κορονοϊός αποδεικνύεται πιο ανθεκτικός απ’ ό,τι εκτιμούσαν οι περισσότεροι επιστήμονες και οι πολιτικοί, με αποτέλεσμα να ενισχύεται η αβεβαιότητα για την πορεία της οικονομίας. Οι αρχικές εκτιμήσεις, σύμφωνα με τις οποίες θα καλύπταμε το 2021 τις απώλειες του 2020, δίνουν τη θέση τους σε σενάρια σύμφωνα με τα οποία θα χρειαστούμε 2,5 έως 3 χρόνια για να καλύψουμε τη ζημιά του 2020.

Σε περίπτωση μάλιστα που επιβεβαιωθούν οι προγνώσεις των επιστημόνων για δεύτερο κύμα πανδημίας, οι οικονομικοί υπολογισμοί θα αλλάξουν προς το χειρότερο. Έχουμε μπει σε μια κρίση μεγάλης έντασης και απροσδιόριστης διάρκειας, γι’ αυτό ζητήματα όπως η καταβολή αναδρομικών στους συνταξιούχους δείχνουν εντελώς ξεπερασμένα από τις αρνητικές εξελίξεις.

Την κατάσταση περιπλέκει το γεγονός ότι για το 2020 η ευρωπαϊκή αλληλεγγύη είναι εξαιρετικά περιορισμένη σε σχέση με τις ανάγκες, που αυξάνονται συνεχώς.

Υπάρχουν πιστωτικές διευκολύνσεις, δεν υπάρχει όμως δυναμική παρέμβαση, όπως με το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης. Αυτό σημαίνει ότι τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. θα στηριχτούν το δύσκολο 2020 κυρίως στις δυνάμεις τους και στη δυνατότητα να εξασφαλίσουν πιστώσεις από τις διεθνείς αγορές και διευκολύνσεις από την ΕΚΤ.

Μάχη για τις επενδύσεις

Αφού περάσουμε τη δοκιμασία του 2020, θα δώσουμε μια δύσκολη μάχη για την εξασφάλιση ευρωπαϊκών κονδυλίων και την προσέλκυση επενδύσεων.

Οι εσωτερικές ισορροπίες της Ε.Ε. οδήγησαν στον περιορισμό των επιχορηγήσεων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης για την Ελλάδα από τα 22,5 στα 19 δισ., ενώ, σύμφωνα με ορισμένους υπολογισμούς –χαρακτηριστική η μελέτη του Ινστιτούτου Μπρίγκελ–, μπορεί να περιοριστούν σε κάτι λιγότερο από 17 δισ.

Η παρέμβαση των λεγόμενων «φειδωλών» –οι οποίοι στην πραγματικότητα είναι ευρωσκεπτικιστές– προκαλεί σοβαρά προβλήματα προσαρμογής για την ελληνική οικονομία. Για παράδειγμα, το Ταμείο Δίκαιης Μετάβασης είδε τα κονδύλια του να αυξάνονται από τα 10 στα 40 δισ. και στη συνέχεια να περιορίζονται σε λιγότερο από 20 δισ. Αυτό σημαίνει ότι η απολιγνιτοποίηση στην Ελλάδα θα στηριχτεί σε ευρωπαϊκές επιχορηγήσεις μόλις 700 εκατ. ευρώ, ενώ με βάση την αρχική πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής μπορούσαν να φτάσουν τα 1,7 δισ. ευρώ.

Η επιδείνωση της οικονομικής κατάστασης και της προοπτικής λόγω πανδημίας επηρεάζει αναπόφευκτα και τον προγραμματισμό μεγάλων ιδιωτικών επενδύσεων. Η αποχώρηση της Μαριάννας Λάτση και της οικογένειάς της από την επένδυση στο Ελληνικό δεν θέτει σε κίνδυνο τη στρατηγικής σημασίας επένδυση, αλλά δείχνει τον προβληματισμό που δημιουργείται μεταξύ των επενδυτών εξαιτίας της δύσκολης συγκυρίας και της προοπτικής. Στη συγκεκριμένη περίπτωση η κ. Λάτση και τα μέλη της οικογένειάς της προτίμησαν να αφιερωθούν στη ναυτιλία, στην οποία έχει δημιουργηθεί οικογενειακή παράδοση, παρά να ρισκάρουν σε βάθος χρόνου.

Ανάλογους υπολογισμούς κάνουν μεγάλοι, μεσαίοι και μικροί επενδυτές, σε μια προσπάθεια να περιορίσουν το ρίσκο που αναλαμβάνουν σε περιβάλλον μεγάλης αβεβαιότητας.

Έμφαση στις επενδύσεις

Σε ένα τόσο σύνθετο και αβέβαιο περιβάλλον πρέπει να δώσουμε απόλυτη προτεραιότητα στις επενδύσεις. Τα κονδύλια του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης που μας αναλογούν πρέπει να αξιοποιηθούν στο σύνολό τους. Το Πρόγραμμα Δημοσίων Επενδύσεων πρέπει να ενισχυθεί. Οι ιδιωτικές επενδύσεις πρέπει να υποστηριχτούν με διάφορους τρόπους. Κατά την άποψή μου, δεν μπορούμε να περιμένουμε τη βελτίωση της οικονομικής και δημοσιονομικής κατάστασης, η οποία, απ’ ό,τι φαίνεται, θα πάρει αρκετό χρόνο. Πρέπει να πάμε σε κλαδικές λύσεις, αφού πρώτα αποφασίσουμε ποιους κλάδους της οικονομίας θέλουμε να ενισχύσουμε στο πλαίσιο της προσαρμογής μας στη νέα στρατηγική της Ε.Ε.

Τα κίνητρα με τη μορφή της μείωσης των φορολογικών και ασφαλιστικών βαρών και των επιδοτήσεων πρέπει να είναι καλά στοχευμένα, προκειμένου να μετατραπεί το Ευρωπαϊκό Ταμείο Ανάκαμψης σε καταλύτη για τις επενδύσεις και την ανάπτυξη.

Γι’ αυτό επιμένω ότι η δέσμευση 1,4 δισ. ευρώ για τα αναδρομικά των συνταξιούχων είναι πολυτέλεια στις συνθήκες που έχουν δημιουργηθεί. Οι επενδύσεις, η ανάπτυξη και η απασχόληση πρέπει να είναι η απόλυτη προτεραιότητα.