Εμβολιασμός: Το υπερόπλο μπορεί να γίνει μπούμερανγκ - Free Sunday
Εμβολιασμός: Το υπερόπλο μπορεί να γίνει μπούμερανγκ
Η Ελλάδα μεταξύ Ισραήλ, Ηνωμένου Βασιλείου και Χιλής.

Εμβολιασμός: Το υπερόπλο μπορεί να γίνει μπούμερανγκ

Η Ελλάδα ακολουθεί την ευρωπαϊκή στρατηγική, η οποία στηρίζει την έξοδο από την κρίση της πανδημίας στον εμβολιασμό.

Όταν ξεκίνησε η κρίση της πανδημίας στην Ε.Ε., οι επιστήμονες προέβλεπαν ότι δεν θα μπορούσε να υπάρξει εξαιρετικά γρήγορη ανάπτυξη και παραγωγή αποτελεσματικού εμβολίου και πως ο εμβολιασμός του γενικού πληθυσμού θα ξεκινούσε, το νωρίτερο, το 2022. Αυτή ήταν και η άποψη που επικρατούσε στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ).

Τελικά, η επιστήμη και η τεχνολογία κινήθηκαν πολύ πιο γρήγορα απ’ ό,τι εκτιμούσαμε. Είναι χαρακτηριστικό ότι η Ε.Ε. –που υστερεί στην ταχύτητα των εμβολιασμών έναντι των ΗΠΑ και του Ηνωμένου Βασιλείου– έχει θέσει ως βασικό στόχο τον εμβολιασμό του 70% του πληθυσμού μέχρι τα τέλη Σεπτεμβρίου 2021.

Επομένως, οι εξελίξεις σε ό,τι αφορά τα εμβόλια και τον εμβολιασμό ήταν η ευχάριστη έκπληξη της περιόδου της πανδημίας.

Χαλάρωση της προσπάθειας

Ο εμβολιασμός όμως έχει και μία επικίνδυνη υγειονομική, κοινωνική και οικονομική διάσταση. Επειδή δημιουργεί την προσδοκία της απόλυτης ασφάλειας, οδηγεί στη χαλάρωση της κοινωνικής συμπεριφοράς και της τήρησης των μέτρων.

Η Κίνα και άλλες χώρες που χτυπήθηκαν νωρίτερα από την πανδημία επεξεργάστηκαν και εφάρμοσαν με επιτυχία στρατηγική αντιμετώπισής της η οποία δεν στηρίχτηκε στα ανύπαρκτα στις αρχές του 2020 εμβόλια.

Έδωσαν έμφαση στην κοινωνική πειθαρχία με σκληρό και αδιαπραγμάτευτο lockdown. Στη συνέχεια προχώρησαν σε μια ελεγχόμενη επανεκκίνηση, με βασικά χαρακτηριστικά τα μαζικά διαγνωστικά τεστ, τη χαρτογράφηση των νέων κρουσμάτων και την ψηφιακή καταγραφή και παρακολούθηση των κοινωνικών επαφών των νέων κρουσμάτων.

Οι κοινωνίες αυτές μπόρεσαν να αντιμετωπίσουν την πανδημία χωρίς τα εμβόλια και ήδη έχουν επιστρέψει στην κανονικότητα της καθημερινότητας και στη δυναμική οικονομική ανάπτυξη.

Αντίθετα, οι ΗΠΑ, η Ε.Ε. και φυσικά η Ελλάδα δεν μπόρεσαν να αντιμετωπίσουν την πανδημία στη βάση της κοινωνικής πειθαρχίας και της ελεγχόμενης επανεκκίνησης και βρήκαν στον εμβολιασμό την υπέρβαση εξαιρετικά δυσάρεστων από κοινωνική και πολιτική άποψη καταστάσεων.

Στην πορεία όμως διαπιστώνουν ότι ο εμβολιασμός δεν αποτελεί την απόλυτη απάντηση στην πρόκληση της πανδημίας. Τα περιοριστικά μέτρα θα είναι μαζί μας κατά τη διάρκεια της περιόδου του εμβολιασμού, αλλά και για ένα απροσδιόριστο διάστημα μετά τη λήξη της. Παράλληλα, η χαλάρωση που συνδέεται με την προσδοκία της απόλυτης ασφάλειας λόγω του εμβολιασμού έχει υψηλό κόστος σε ανθρώπινες ζωές και μπορεί να υπονομεύσει, ως έναν βαθμό, την αποτελεσματικότητα του εμβολιασμού.

Δύο επιτυχίες, μία αποτυχία

Το Ισραήλ και το Ηνωμένο Βασίλειο έφυγαν μπροστά στη διαδικασία του εμβολιασμού. Το Ισραήλ αξιοποίησε το ισχυρό λόμπι που διαθέτει στις ΗΠΑ και την επιρροή του στη γενική διεύθυνση της Pfizer για να προμηθευτεί πρώτο το αναγκαίο στοκ εμβολίων.

Το Ηνωμένο Βασίλειο εκμεταλλεύτηκε την προνομιακή σχέση του με τη βρετανοσουηδική AstraZeneca για να καλύψει πρώτο –σε συνθήκες Brexit– τις ανάγκες του, αφήνοντας την Ε.Ε. στην ουρά.

Οι κυβερνήσεις των δύο χωρών συνδύασαν τη διαδικασία του εμβολιασμού με τη λήψη των αναγκαίων περιοριστικών μέτρων. Είναι χαρακτηριστικό ότι το Ισραήλ επέβαλε τρία lockdowns μέχρι να μπορέσει να σταθεροποιήσει την κατάσταση και να λύσει το μεγαλύτερο μέρος του προβλήματος με τον γρήγορο εμβολιασμό. Τα στοιχεία (statista.com) στις αρχές Απριλίου του 2021 δείχνουν την εντυπωσιακή βελτίωση που παρατηρείται στις δύο χώρες.

Στο Ηνωμένο Βασίλειο –με πληθυσμό 66,8 εκατομμύρια– είχαν καταγραφεί περισσότεροι από 126.000 θάνατοι εξαιτίας της πανδημίας. Η χώρα στις αρχές Απριλίου 2021 είχε την έκτη χειρότερη επίδοση παγκοσμίως σε ό,τι αφορά τον αριθμό των θανάτων ανά εκατομμύριο κατοίκους. Πρώτη σε θανάτους από Covid-19 ανά εκατομμύριο κατοίκους έρχεται η Τσεχία με 2.440. Ακολουθεί η Ουγγαρία με 2.063, ενώ το Βέλγιο βρίσκεται στην τρίτη θέση με 1.995.

Τέταρτη έρχεται η Βοσνία-Ερζεγοβίνη με 1.946 θανάτους ανά εκατομμύριο κατοίκους, πέμπτη η Σλοβενία με 1.927 και την εξάδα συμπληρώνει το Ηνωμένο Βασίλειο με 1.890.

Όμως η φοβερή δοκιμασία μοιάζει να ανήκει στο παρελθόν για το Ηνωμένο Βασίλειο. Την τελευταία εβδομάδα είχε 328 θανάτους από Covid-19, που μεταφράζονται σε 4,9 θανάτους ανά εκατομμύριο κατοίκους. Τα στοιχεία, λοιπόν, δείχνουν μεγάλη ύφεση της πανδημίας, που οφείλεται στην πρόοδο του εμβολιασμού και στην τήρηση των αναγκαίων προστατευτικών μέτρων.

Ανάλογη επιτυχία καταγράφει το Ισραήλ, αν και η βελτίωση είναι λιγότερο σημαντική, γιατί το πρόβλημα δεν είχε ξεφύγει από τον έλεγχο, όπως είχε συμβεί για ένα διάστημα στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Το Ισραήλ, με πληθυσμό 9 εκατομμύρια, στις αρχές Απριλίου 2021 είχε καταγράψει 6.197 θανάτους.

Στην κατάταξη στον πίνακα των θανάτων ανά εκατομμύριο κατοίκους είναι σε πολύ καλύτερη κατάσταση από το Ηνωμένο Βασίλειο, με 684 θανάτους ανά εκατομμύριο.

Την τελευταία εβδομάδα είχαμε 75 θανάτους από Covid-19 στο Ισραήλ, αριθμός που μεταφράζεται σε 8,2 θανάτους ανά εκατομμύριο κατοίκους. Η πανδημία είναι σε ύφεση, όχι όμως στον βαθμό που παρατηρείται στο Ηνωμένο Βασίλειο, και η βελτίωση λόγω του εμβολιασμού είναι λιγότερο εντυπωσιακή, γιατί το πρόβλημα στο ξεκίνημα του εμβολιασμού ήταν μικρότερο.

Η Χιλή είναι μια άλλη χώρα με προωθημένο εμβολιαστικό πρόγραμμα, το οποίο έχει καλύψει γύρω στο 37% του πληθυσμού. Ο πληθυσμός της χώρας είναι 18,9 εκατομμύρια. Στις αρχές του Απριλίου 2021 είχαν καταγραφεί 23.070 θάνατοι από Covid-19, αριθμός που μεταφράζεται σε 1.217 θανάτους ανά εκατομμύριο κατοίκους, σε όλη τη διάρκεια της πανδημίας.

Οι ειδικοί του ΠΟΥ είναι αρκετά ανήσυχοι, γιατί θεωρούν ότι η πρόοδος του εμβολιασμού οδήγησε σε υπερβολική χαλάρωση της κοινωνικής συμπεριφοράς και των μέτρων. Τους προβληματίζει το γεγονός ότι στη διάρκεια της τελευταίας εβδομάδας πέθαναν 686 από Covid-19 στη Χιλή, ένας αριθμός που μεταφράζεται σε 36 θανάτους ανά εκατομμύριο κατοίκους στη διάρκεια της τελευταίας εβδομάδας.

Η πανδημία δεν έχει υποχωρήσει επαρκώς στη Χιλή, παρά το γεγονός ότι το εμβολιαστικό πρόγραμμα είναι από τα πιο προωθημένα στον κόσμο. Οι απώλειες ανά εκατομμύριο κατοίκους στη διάρκεια της τελευταίας εβδομάδας είναι υπερτετραπλάσιες σε σχέση με το Ισραήλ και υπερεπταπλάσιες σε σχέση με το Ηνωμένο Βασίλειο.

Η περίπτωση της Ελλάδας

Ο καθηγητής Τσιόδρας με ομιλία του στην Ακαδημία Αθηνών προειδοποίησε για τον κίνδυνο της μετατροπής της Ελλάδας σε ένα είδος Χιλής, όπου τα αποτελέσματα του εμβολιαστικού προγράμματος δεν θα είναι τα επιδιωκόμενα, εξαιτίας της υπερβολικής χαλάρωσης της κοινωνικής συμπεριφοράς και των μέτρων.

Η Ελλάδα –με πληθυσμό 10,7 εκατομμύρια– είχε καταγράψει πάνω από 8.000 θανάτους στις αρχές Απριλίου, αριθμός που μεταφράζεται σε 741 θανάτους ανά εκατομμύριο κατοίκους. Η γενική εικόνα της αντιμετώπισης της πανδημίας από τη χώρα μας είναι εντυπωσιακά καλύτερη του Ηνωμένου Βασιλείου, πολύ καλύτερη της Χιλής και λίγο χειρότερη του Ισραήλ. Όταν αναφερόμαστε σε ολόκληρη την περίοδο της πανδημίας, μπορούμε να μιλήσουμε για ελληνική επιτυχία. Τα στοιχεία, όμως, της τελευταίας εβδομάδας επιβεβαιώνουν ότι η πανδημία βρίσκεται σε έξαρση στη χώρα μας. Είχαμε 363 θανάτους σε μία εβδομάδα ή 33,8 θανάτους ανά εκατομμύριο κάτοικους, επίδοση που είναι απόλυτα συγκρίσιμη με της Χιλής.

Αρχίζει, λοιπόν, να δημιουργείται η εντύπωση ότι ενώ πηγαίνουμε καλά στο πρόγραμμα εμβολιασμού –όπου ήδη έχουν διατεθεί 2 εκατομμύρια δόσεις εμβολίων–, αρχίζουμε να πηγαίνουμε χειρότερα σε ό,τι αφορά τα νέα κρούσματα, τις εισαγωγές στις ΜΕΘ και τους θανάτους.

Είναι λογικό, λοιπόν, να ανησυχεί τον Σωτήρη Τσιόδρα το προηγούμενο της Χιλής. Όπου υπάρχει υπερβολική χαλάρωση με την προσδοκία της ασφάλειας που προσφέρει ο εμβολιασμός, τα αποτελέσματα είναι ιδιαίτερα αρνητικά.

Δύο κίνδυνοι

Ο πρώτος κίνδυνος που δημιουργεί η χαλάρωση που σχετίζεται με την προσδοκία της ασφάλειας που προσφέρει ο εμβολιασμός είναι να χάσουμε χιλιάδες συμπολίτες μας στη διάρκεια της περιόδου του εμβολιασμού. Οι απώλειες στην Ελλάδα τρέχουν αυτή την περίοδο με μηνιαίο ρυθμό 2.000 και μπορούν να χαθούν 6.000 έως 8.000 ζωές επιπλέον μέχρις ότου φτάσουμε στον εμβολιασμό του 70% του πληθυσμού.

Είναι κρίμα να αφήσουμε να διπλασιαστούν οι απώλειες σε ανθρώπινες ζωές χωρίς καν να αντιδράσουμε, επειδή δηλώνουμε κουρασμένοι ή αισθανόμαστε καταπιεσμένοι. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι αντίπαλος δεν είναι η κόπωση, ένα αίσθημα καταπίεσης ή η κυβέρνηση, αλλά η πανδημία, που δεν συγχωρεί λάθη και παραλείψεις.

Ο δεύτερος κίνδυνος που οφείλεται στην υπερβολική χαλάρωση κατά την περίοδο του εμβολιασμού είναι να υπάρξουν μεταλλάξεις οι οποίες θα επιβάλουν έναν νέο γύρο εμβολιασμού με «ενισχυμένα» εμβόλια. Ο πρώτος γύρος εμβολιασμού σίγουρα δεν θα είναι ο τελευταίος, εφόσον ο Covid-19 θα μείνει μαζί μας και θα είμαστε υποχρεωμένοι να επαναλαμβάνουμε τον εμβολιασμό, όπως, για παράδειγμα, κάνουμε με τη γρίπη.

Έχει παρατηρηθεί όμως ότι όσο μεγαλύτερη είναι η διασπορά κατά τη διάρκεια της περιόδου του εμβολιασμού, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες για μετάλλαξη του ιού που θα περιορίσει την αποτελεσματικότητα του εμβολιαστικού προγράμματος και θα μας οδηγήσει νωρίτερα σε έναν νέο γύρο εμβολιασμού. Δεν πρέπει, λοιπόν, να παίζουμε με το μέλλον μας στο όνομα της κόπωσης, της αντίδρασης στους περιορισμούς ή της αντίδρασης στην κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα.

Αλλαγή προτεραιοτήτων

Η πρόοδος του εμβολιασμού συμβάλλει και στην αλλαγή πολιτικών προτεραιοτήτων σε σχέση με τη διαχείριση της πανδημίας.

Εμβολιάζονται πρώτα τα μεγάλης ηλικίας άτομα, τα οποία κινδυνεύουν περισσότερο από την πανδημία. Οι μεγαλύτερες ηλικίες έχουν μια πιο πειθαρχημένη κοινωνική συμπεριφορά και μια πιο συντηρητική προσέγγιση στο θέμα της αντιμετώπισης της πανδημίας.

Η πρόοδος του εμβολιασμού περιορίζει τον κίνδυνο και τις ανησυχίες των μεγαλύτερης ηλικίας συμπολιτών μας και φέρνει στο προσκήνιο άλλες ηλικιακές ομάδες, οι οποίες διεκδικούν δυναμικά, για διάφορους λόγους, τη χαλάρωση των μέτρων.

Οι έμποροι θέλουν να ανοίξουν τα καταστήματα, οι άνθρωποι της εστίασης και των σχετικών υπηρεσιών ανυπομονούν να ξαναμπούν στην επαγγελματική ρουτίνα, οι νέοι θέλουν να ζήσουν τα νιάτα τους, οι «χούλιγκαν» θέλουν κάπου να ξεσπάσουν και πάει λέγοντας. Τα επιτελεία των κομμάτων –και φυσικά της κυβέρνησης– βρίσκονται αντιμέτωπα με μια νέα κοινωνική κατάσταση, με τους μεγαλύτερης ηλικίας πιο συντηρητικούς ψηφοφόρους να έχουν καλυφθεί σε γενικές γραμμές από τον εμβολιασμό και τους νεότερης ηλικίας ψηφοφόρους να ανυπομονούν για την ανακοίνωση του τέλους μιας πανδημίας η οποία στην περίπτωση της Ελλάδας βρίσκεται σε έξαρση.

Αυτή η κατάσταση δημιουργεί μια ανάποδη λειτουργία του πολιτικού συστήματος. Οι αποφάσεις παίρνονται με δημοσκοπικά δεδομένα, «φωτογραφίες της στιγμής» και χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η ανάγκη αποτελεσματικής αντιμετώπισης της πανδημίας.

Τα κόμματα της αντιπολίτευσης υιοθετούν σχεδόν όλα τα αιτήματα για χαλάρωση των μέτρων και της κοινωνικής συμπεριφοράς και απλώς ρίχνουν τις ευθύνες για τις δρομολογημένες αρνητικές εξελίξεις στην κυβέρνηση.

Η εξαφάνιση του Τσιόδρα

Ανάποδα λειτουργεί σε αυτή τη φάση και η κυβέρνηση. Αντί να αντιδράσει στην έξαρση της πανδημίας με αποτελεσματικότερα μέτρα και την αυστηρότερη εφαρμογή τους, προχωρά σε μια εξαιρετικά ριψοκίνδυνη χαλάρωση.

Τον Μάρτιο-Απρίλιο του 2020 είχαμε τον Τσιόδρα σε ρόλο «τσάρου» της πανδημίας να καθοδηγεί κυβέρνηση και κοινωνία στην αποτελεσματική αντιμετώπιση της πανδημίας. Σήμερα έχουμε περάσει σε μια γκρίζα περιοχή, όπου, αντί για την καθοδήγηση Τσιόδρα και τη δημιουργία κλίματος κοινωνικής υπευθυνότητας και πειθαρχίας, έχουμε ένα είδος μικρής βουλής λοιμωξιολόγων, οι οποίοι επηρεάζονται άμεσα από κυβερνητικούς παράγοντες και πολιτικούς και καταλήγουν να συμπεριφέρονται οι ίδιοι σαν πολιτικοί.

Η επικοινωνιακή-πολιτική ρουτίνα που ακολουθείται συνοψίζεται ως εξής: Κυβερνητικοί παράγοντες οι οποίοι θέλουν να αυξήσουν την αναγνωρισιμότητα και δημοτικότητά τους ή να δείξουν ότι παράγουν έργο ανακοινώνουν σε φιλικά προς αυτούς ΜΜΕ την επικείμενη χαλάρωση των μέτρων. «Τότε θα αρχίσετε να πηγαίνετε στα καταστήματα, στα σχολεία, θα μπορέσετε να πάτε και εκδρομή το Πάσχα» κ.λπ.

Στη συνέχεια εμφανίζονται στην πολυμελή επιτροπή λοιμωξιολόγων και επιχειρηματολογούν υπέρ των θέσεων που ήδη έχουν παρουσιάσει στα ΜΜΕ, ώστε να έχουν οι ειδικοί επιστήμονες πλήρη γνώση των οικονομικών και κοινωνικών παραμέτρων που σχετίζονται με τις αποφάσεις που θα πάρουν.

Εκμαιεύουν, στις περισσότερες περιπτώσεις, τις αποφάσεις των λοιμωξιολόγων που εξυπηρετούν τον πολιτικό σχεδιασμό τους. Ακόμη κι αν εισπράξουν μερικά «όχι» από τους λοιμωξιολόγους, θεωρούν ότι βγαίνουν κερδισμένοι από αυτή τη διαδικασία, εφόσον αυτοί προσπάθησαν, αλλά κάποιοι υπερβολικά αυστηροί δεν είναι σε θέση να αντιληφθούν τις πραγματικές ανάγκες της οικονομίας και της κοινωνίας.

Βρισκόμαστε ήδη σε οριακή κατάσταση, όπου συμβαίνουν αυτά που έπρεπε να αποτρέψουμε.

Προκαλεί εντύπωση το γεγονός ότι η κυβέρνηση προχωρά σε χαλάρωση των μέτρων μέσα από τη διαδικασία που περιέγραψα, παρά το γεγονός ότι η πανδημία βρίσκεται σε έξαρση. Δεν υπάρχει προηγούμενο κυβέρνησης η οποία να πήρε ρίσκο χαλάρωσης σε συνθήκες έξαρσης της πανδημίας.

Ο Τσιόδρας, ο οποίος θεωρητικά είναι επικεφαλής των λοιμωξιολόγων, βρέθηκε τελικά να είναι επικεφαλής μιας μειοψηφίας λοιμωξιολόγων η οποία δίνει μάχη για τη διατήρηση και αυστηροποίηση των μέτρων. Ο Τσιόδρας και όσοι σκέφτονται σαν αυτόν ηττήθηκαν στην τελευταία ψηφοφορία 19 προς 7.

Έτσι, αποφασίστηκε η επανέναρξη των μαθημάτων στα λύκεια, προτού μετρηθεί η επιδημιολογική επιβάρυνση από το ελεγχόμενο άνοιγμα των εμπορικών καταστημάτων και ενώ έχει δημιουργηθεί κλίμα υπέρ του δικαιώματος στην πασχαλινή έξοδο.

Οι λοιμωξιολόγοι σχηματίζουν πλειοψηφίες, προβάλλονται στα ΜΜΕ με έναν τρόπο που συμβάλλει στη δημιουργία σύγχυσης, επεξεργάζονται προσωπικές στρατηγικές με επιστημονική, επαγγελματική και πολιτική στόχευση. Η χώρα λειτουργεί ανάποδα, χαλαρώνουμε την ώρα που πρέπει να εντείνουμε την προσπάθεια, μετατρέπουμε τους ειδικούς επιστήμονες σε πολιτικούς ή και πολιτικάντηδες, ενώ κυβέρνηση και αντιπολίτευση δίνουν προτεραιότητα στη μεταξύ τους αναμέτρηση αντί να συνεννοηθούν για να αναμετρηθούν με την πανδημία.

Δύο σενάρια

Εδώ που έχουμε φτάσει, δύο είναι τα πιθανά σενάρια.

Το καλό σενάριο στηρίζεται στην επιτάχυνση του εμβολιαστικού προγράμματος και στη βελτίωση των καιρικών συνθηκών. Ο συνδυασμός αυτός αναμένεται να οδηγήσει σε δραστική μείωση θανάτων και νέων κρουσμάτων, παρά τα ελληνικά παράδοξα που ανέφερα.

Το κακό σενάριο –που έχει μικρότερες, αλλά σοβαρές πιθανότητες πραγματοποίησης– στηρίζεται σε έναν συνδυασμό μετατροπής της Ελλάδας σε ένα είδος Χιλής, λόγω υπερβολικής χαλάρωσης και αρνητικών εξελίξεων σε σχέση με τα εμβόλια. Οι καθυστερήσεις μπορεί να έχουν σχέση με προβλήματα παραγωγής, ενίσχυσης των επιφυλάξεων για ενδεχόμενες παρενέργειες ή γρήγορη εμφάνιση μεταλλάξεων που θα επηρεάσουν αρνητικά την πρόοδο και τον σχεδιασμό.

Όποιο σενάριο και να πραγματοποιηθεί, το βέβαιο είναι ότι μεγαλώνει –με αποκλειστικά δική μας ευθύνη– το ανθρώπινο και το οικονομικό κόστος της διαχείρισης της κρίσης.

Θα χάσουμε 4.000 με 5.000 περισσότερους απ’ όσους θα χάναμε αν ήμασταν πιο προσεκτικοί και αποτελεσματικοί. Θα δούμε την οικονομία να αντιμετωπίζει μεγαλύτερα προβλήματα και την οικονομική ανάκαμψη να καθυστερεί περισσότερο.

Για παράδειγμα, ενώ πέρυσι είχαμε υγειονομικό πλεονέκτημα έναντι ανταγωνιστικών τουριστικών προορισμών, όπως είναι η Πορτογαλία, η Ισπανία ή η Τουρκία, φέτος το έχουμε χάσει, με την έξαρση της πανδημίας να παρατηρείται σε μια περίοδο στην οποία διαμορφώνεται το ύψος των κρατήσεων.

Με τις κυβερνήσεις των περισσότερων κρατών-μελών της Ε.Ε. να επιδιώκουν –για προφανείς οικονομικούς λόγους– να προτιμήσουν οι πολίτες τους τον εσωτερικό από τον διεθνή τουρισμό, η Ελλάδα μετατρέπεται σε εύκολο οικονομικό στόχο για όσο διάστημα διατηρούμε την πανδημία σε έξαρση. Ακόμη και οι λιγότεροι που θα επιλέξουν το εξωτερικό είναι αμφίβολο ότι θα μας προτιμήσουν.

Όσο για το σύνθημα «ανοίξτε γρήγορα εμπόριο και υπηρεσίες, γιατί δεν αντέχει άλλο η οικονομία», είναι εντελώς παραπλανητικό. Όπως εξηγώ εδώ και δώδεκα μήνες, αναγκαία προϋπόθεση για το άνοιγμα της οικονομίας είναι η αποτελεσματική αντιμετώπιση της πανδημίας. Ιδιαίτερα για μια οικονομία με τα διαρθρωτικά χαρακτηριστικά της ελληνικής –όπου πρωταγωνιστούν ο τουρισμός, οι υπηρεσίες και οι κοινωνικές επαφές– δεν μπορεί να υπάρξει ασφαλής επιστροφή στην οικονομική κανονικότητα προτού αφήσουμε οριστικά πίσω μας την πανδημία.