Από το ζενίθ στο ναδίρ της φαρμακευτικής δαπάνης - Free Sunday
Από το ζενίθ στο ναδίρ της φαρμακευτικής δαπάνης

Από το ζενίθ στο ναδίρ της φαρμακευτικής δαπάνης

Σύμφωνα με τα στοιχεία που ως τώρα έχουν δει το φως της δημοσιότητας, η εταιρεία φέρεται να δωροδοκούσε γιατρούς και ενδεχομένως και πολιτικά πρόσωπα, ώστε να χρησιμοποιούνται τα φάρμακά της έναντι αυτών ανταγωνιστριών επιχειρήσεων, προκειμένου να αυξάνονται τα κέρδη της, αλλά και για προνομιακή μεταχείρισή της, όσον αφορά τις πληρωμές από το Δημόσιο, εν μέσω κρίσης.

Ρεκόρ φαρμακευτικής δαπάνης

Όπως προαναφέρθηκε, η υπόθεση Novartis σχετίζεται άμεσα με το πρόβλημα της φαρμακευτικής δαπάνης στην Ελλάδα, η οποία ακόμη και σήμερα έχει μία από τις υψηλότερες –αν όχι την υψηλότερη– δημόσιες δαπάνες για φάρμακα. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έχουν συλλέξει το ΙΟΒΕ και το ΚΕΠΕ, από το 2002, όταν η φαρμακευτική δαπάνη στην Ελλάδα αντιστοιχούσε στο 1,5% του ΑΕΠ, ήτοι γύρω στα 2 δισ. ευρώ, και στο 15% των συνολικών δαπανών για την υγεία στη χώρα (o μέσος όρος της Ευρωζώνης ήταν 17,7%), το 2010 έφτασε να αντιστοιχεί στο 1,8% του ΑΕΠ, όταν ο μέσος όρος ολόκληρης της Ε.Ε. δεν ξεπερνούσε το 1,1% και όταν το 1990 η φαρμακευτική δαπάνη στην Ελλάδα ήταν μόλις 0,5% του ΑΕΠ. Ακόμα πιο σημαντικό, η δημόσια δαπάνη για φάρμακα έφτασε να αντιστοιχεί, από 56% το 1990 και 60% το 2000, στο 89% (!) της συνολικής φαρμακευτικής δαπάνης στη χώρα.

Από την άνοδο στην πτώση

Από τα ίδια στοιχεία προκύπτει ότι σε καθαρά νούμερα η φαρμακευτική δαπάνη στην Ελλάδα, από 1,54 δισ. ευρώ το 2002, έφτασε το 2007 στα 3,56 δισ., το 2008 στα 3,98 δισ., το 2009 στα 4,39 δισ. και το 2010 στα 3,99 δισ. ευρώ, όταν η χώρα βρισκόταν ήδη σε κρίση και μνημόνιο. Σημειώνεται, δε, ότι το ΚΕΠΕ εκτιμά ότι «η αύξηση αποδίδεται κυρίως, σύμφωνα με ειδικούς μελετητές, στον υπερβολικό όγκο της κατανάλωσης φαρμάκων –λόγω υπερσυνταγογράφησης ή και κατευθυνόμενης συνταγογράφησης– και σε μικρότερο βαθμό στις υψηλές, συγκριτικά με άλλες χώρες, τιμές ιδιαίτερα των εκτός πατέντας φαρμάκων και των γενόσημων σκευασμάτων, αλλά και στην εκτεταμένη παρανομία με τα βιβλιάρια υγείας και τις ταινίες γνησιότητας». Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι μία από τις πρώτες κινήσεις της τότε κυβέρνησης του Γιώργου Παπανδρέου ήταν η καθιέρωση της ηλεκτρονικής συνταγογράφησης ως μέσο ελέγχου και περιορισμού των δαπανών στον χώρο της υγείας. Από τα στοιχεία του ΣΦΕΕ προκύπτει μια σταθερή και διαρκής πτώση στη φαρμακευτική δαπάνη από το 2011 και μετά. Συγκεκριμένα, το 2011 διαμορφώθηκε στα 3,75 δισ. ευρώ, το 2012 στα 2,73 δισ., το 2013 στα 2,40 δισ., το 2014 στα 2,15 δισ. και το 2015 στα 2,14 δισ. ευρώ. Σημειώνεται ότι αυτή η φαρμακευτική δαπάνη δεν αφορά τις δαπάνες των νοσοκομείων για φάρμακα.

Μείωση και στα σύνολα

Πτωτική τάση, ωστόσο, παρατηρείται και στη συνολική (δημόσια και ιδιωτική) δαπάνη για φάρμακα στην Ελλάδα, καθώς από το 2009, όταν οι πωλήσεις των φαρμάκων στην Ελλάδα άγγιξαν τα 8,46 δισ. ευρώ, η συνολική φαρμακευτική δαπάνη το 2015 «έπεσε» στα 5,6 δισ. ευρώ. Συγκεκριμένα, η πορεία της συνολικής φαρμακευτικής δαπάνης στη χώρα διαμορφώθηκε το 2010 σε 7,3 δισ. ευρώ (521 εκατ. συσκευασίες), το 2011 σε 6,7 δισ. (512 εκατ. συσκευασίες), το 2012 σε 5,9 δισ. (479 εκατ. συσκευασίες), το 2013 σε 5,6 δισ. (485 συσκευασίες), το 2014 σε 5,6 δισ. ευρώ (502 συσκευασίες), ενώ παρόμοια ήταν τα ποσά για το 2015 και το 2016. Στα 5,603 δισ. ευρώ διαμορφώθηκε η συνολική αγορά φαρμάκου με βάση τα επίσημα στοιχεία του ΕΟΦ το 2015, έναντι 5,638 δισ. ευρώ το 2014, καθώς η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη παραμένει «κλειδωμένη» στα 2 δισ. ευρώ. Παρά ταύτα, τα προβλήματα παραμένουν, καθώς, σύμφωνα με εκτιμήσεις, ο προϋπολογισμός των 570 εκατ. ευρώ για τη νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη για το 2016 (ο οποίος ήταν μειωμένος κατά περίπου 22% σε σχέση με το 2015) δεν ήταν αρκετός και κατέγραψε υπέρβαση που μπορεί να ξεπεράσει τα 250 εκατ. ευρώ.

«Φαρμακευτική φτωχοποίηση»

Ο Σύνδεσμος Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ) κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι οδηγεί τους πολίτες σε «φαρμακευτική φτωχοποίηση», τονίζοντας, μεταξύ άλλων, ότι «η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη, που συνεχώς μειώνεται τα τελευταία χρόνια και σήμερα έχει οροφή τα 1,945 εκατ. ευρώ και τα 570 εκατ. ευρώ για τα νοσοκομεία, είναι και ανεπαρκής και παρουσιάζει συνεχή και ανεξέλεγκτη υπέρβαση. Γιατί προσδιορίστηκε αυθαίρετα, χωρίς να λαμβάνει υπόψη της τις πραγματικές ανάγκες των Ελλήνων ασθενών, την επιβάρυνση της τριτοβάθμιας υγείας αλλά και τη ραγδαία αύξηση των ανασφάλιστων. Τις επιπλέον ανάγκες τις καλύπτουν από τη μια οι ασθενείς (από το 9% το 2009, η μέση συμμετοχή ανήλθε στο 26% το 2015) και από την άλλη οι εταιρείες, που με τις υποχρεωτικές εκπτώσεις και επιστροφές χρηματοδοτούν το 25% των φαρμακευτικών δαπανών. Δηλαδή τη χρήση ενός στα τέσσερα φάρμακα την καλύπτει ο φαρμακευτικός κλάδος». Εκτιμά, δε, ότι πλέον η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη στην Ελλάδα βρίσκεται στο 50% του ευρωπαϊκού μέσου όρου, ενώ ο πρόεδρος του Συνδέσμου Πασχάλης Αποστολίδης σε συνέντευξή του στον ΣΚΑΪ τόνισε ότι «ζητάμε ορθολογική διαχείριση», αναφερόμενος ταυτόχρονα στις παρατηρήσεις αναλυτών της Εθνικής Σχολής Δημόσιας Υγείας σύμφωνα με τις οποίες η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη στη χώρα μας θα έπρεπε να αυξηθεί κατά 200-300 εκατ. ευρώ, ώστε να ισορροπήσει το σύστημα.