Αποχαιρετώντας τον Ομπάμα: Συμβολισμοί και πραγματικότητα - Free Sunday
Αποχαιρετώντας τον Ομπάμα: Συμβολισμοί και πραγματικότητα

Αποχαιρετώντας τον Ομπάμα: Συμβολισμοί και πραγματικότητα

Η πρόσφατη επίσκεψη του Μπαράκ Ομπάμα στην Αθήνα υπενθυμίζει, μέσω του παραδείγματος του Αμερικανού Προέδρου, τη σημασία της προσωπικότητας των ηγετών ως παράγοντα ερμηνείας της απήχησής τους στο εκλογικό τους ακροατήριο, αλλά –στην περίπτωση των Αμερικανών ηγετών– και στη διεθνή κοινή γνώμη. 

Ο Μπαράκ Ομπάμα εισήλθε στον Λευκό Οίκο το 2008 με τον δείκτη δημοτικότητάς του στο +70% και εξέρχεται τον μεθεπόμενο μήνα από αυτόν με το ποσοστό να έχει περιοριστεί μόλις στο +59%. Είναι ο πλέον δημοφιλής στον υπόλοιπο κόσμο, παρά το γεγονός ότι η οκταετία της θητείας του συνοδεύτηκε από συνεχείς διαμάχες στο Κογκρέσο και τελικά από την επικράτηση μιας έντονης ριζοσπαστικοποίησης, ιδιαίτερα από την πλευρά του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος. Η διατήρηση της δημοφιλίας του μαρτυρά τον όγκο του προσωπικού πολιτικού του κεφαλαίου. Πώς όμως επέδρασε το κεφάλαιο του Ομπάμα στην εκστρατεία της Χίλαρι Κλίντον στις πρόσφατες προεδρικές εκλογές;

Η αποτυχία της Χίλαρι Κλίντον στις εκλογές της 8ης Νοεμβρίου, παρά την εμφανή προσπάθεια αξιοποίησης στο μέγιστο του πρώην Προέδρου στην καμπάνια της, αποδεικνύει ότι το «κεφάλαιο Ομπάμα» δεν ήταν κληροδοτούμενο. Ίσως μάλιστα η προσπάθεια αξιοποίησης του «κεφαλαίου Ομπάμα» να συνέτεινε σε μια μη ευνοϊκή για τη Χίλαρι Κλίντον σύγκριση με τον προκάτοχό της. Σε επίπεδο συμβολισμού, Ομπάμα και Κλίντον εξέπεμπαν απολύτως διαφορετικά περιεχόμενα.

Η εκλογή του Μπαράκ Ομπάμα, το 2008, ήταν μια στιγμή πολιτικής αλλαγής. Ο συμβολισμός που αντανακλούσε ο νέος Πρόεδρος μεταφραζόταν σε πολιτική και κοινωνική πρόοδο, στην ίση ευκαιρία και στην ισότητα. Ένας μη προνομιούχος, Αφροαμερικανός νέος, με φοιτητικά δάνεια, τα οποία αποπλήρωσε μόλις μερικά χρόνια πριν από την εκλογή του ως Πρόεδρος των ΗΠΑ, φοίτησε στο Χάρβαρντ, έγινε δικηγόρος και με την άσκηση της νομικής διευκόλυνε αδύναμες κοινωνικά ομάδες. Ο συμβολισμός της Χίλαρι Κλίντον μεταφραζόταν στην επιστροφή της εξουσίας στο κατεστημένο της Ουάσινγκτον. 

Η διαρκής διεκδίκηση της εξουσίας, με τον ίδιο τρόπο και τους ίδιους κανόνες, από τους ίδιους δρώντες, σήμερα που τόσο το περιεχόμενο της πολιτικής όσο και οι δρώντες υφίστανται δριμεία κριτική σε όλη την επικράτεια του δυτικού κόσμου, προκαλούσε δυσφορία. Η ασυμβατότητα της πολιτικής τους διαδρομής και η διαφορετική κοινωνική στόχευση του καθενός δημιουργούσαν τόσο μεγάλη απόσταση μεταξύ των δύο, ώστε η φυσιολογική μεταφορά ψήφων από τον έναν υποψήφιο στον άλλον μεταξύ 2008 και 2016 να είναι σχεδόν ανέφικτη.

Τα εκλογικά αποτελέσματα σε Πολιτείες που «βάφτηκαν κόκκινες» το 2016, ενώ είχαν υπερψηφίσει τον Ομπάμα το 2008 και το 2012 (όπως το Μίσιγκαν, η Πενσιλβάνια και το Ουισκόνσιν), αποδεικνύουν και στην πράξη ότι η μεταφορά ψήφων ήταν μη εφικτή. Οι έντονα ταυτισμένες με την υποψηφιότητα Ομπάμα κοινωνικές ομάδες των Αφροαμερικανών ή των Λατίνων δεν προσήλθαν τελικά με τον ίδιο ζήλο στην κάλπη, παρά τις απειλές του στρατοπέδου Τραμπ κατά των μειονοτήτων. Στο σημερινό πολιτικό περιβάλλον η επιλογή της Χίλαρι Κλίντον ως διαδόχου του Μπαράκ Ομπάμα έμοιαζε λαθεμένη, δεδομένου του συμβολισμού που η ίδια εξέπεμπε.

Παρ’ ότι, ωστόσο, η κληρονομιά του Ομπάμα δεν ήταν μεταβιβάσιμη στην Κλίντον λόγω του διαφορετικού συμβολισμού που εξέπεμπαν, η Κλίντον είχε να αντιμετωπίσει την έντονη αμφισβήτηση των πολιτικών κατορθωμάτων της διακυβέρνησης Ομπάμα, η οποία δεν περιοριζόταν στον χώρο των Ρεπουμπλικάνων ψηφοφόρων.

Σε πρόσφατη συνέντευξή του ο Μπαράκ Ομπάμα, μολονότι πεπεισμένος ότι η πολιτική του κινήθηκε προς τη σωστή κατεύθυνση, φάνηκε απογοητευμένος από το γεγονός ότι τα αποτελέσματα της οικονομικής πολιτικής δεν είναι αισθητά στην κοινωνία και δεν μπορούν να απαλλάξουν από τον φόβο της οικονομικής ανασφάλειας. Η νίκη του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος το 2014, στις ενδιάμεσες εκλογές στις ΗΠΑ, και ο έλεγχος τόσο της Βουλής των Αντιπροσώπων όσο και της Γερουσίας από τους ίδιους απέδειξε ότι η κοινωνία δεν αποδεχόταν μαζικά τις πολιτικές του Ομπάμα.

Το νομοσχέδιο για την παροχή ιατροφαρμακευτικής ασφάλισης στους Αμερικανούς πολίτες, Affordable Care Act, αποτέλεσε το πλέον αμφισβητούμενο πολιτικό του σχέδιο και τελικά το σημείο αναφοράς της θητείας του. Ο τομέας παροχής υπηρεσιών υγείας ισοδυναμεί με το 1/5 του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος στις ΗΠΑ, κάτι που καθιστά στρατηγικό στόχο κάθε κυβέρνησης τη συγκέντρωση σημαντικών εσόδων από τον συγκεκριμένο χώρο. Ωστόσο, τα αποτελέσματα της μεταρρύθμισης σήμερα δεν έγιναν απτά στην καθημερινή ζωή του Αμερικανού πολίτη και το Affordable Care Act έφερε σημαντικό ρίσκο για τη δημόσια εικόνα του Μπαράκ Ομπάμα.

Έχοντας επιλέξει την ασφαλιστική μεταρρύθμιση ως αιχμή του δόρατος κατά τη διάρκεια της θητείας του, γνώριζε ότι η επιτυχία της πολιτικής διαδρομής του θα κρινόταν από τον βαθμό στον οποίο θα κέρδιζε τη μαζική υποστήριξη της κοινής γνώμης, την οποία δεν έλαβε τελικά εξαιτίας των πολλών δικλείδων ασφαλείας που εμπεριέχει ο νόμος και οι οποίες αποτρέπουν την ασφαλιστική αποζημίωση για το σύνολο των ασθενειών.

Μια διαφορετική ιεράρχηση των προτεραιοτήτων πιθανώς, με βάση τη διεθνή ανάλυση, να κατέληγε στην υπερψήφιση ενός ακόμη «τονωτικού» πακέτου για την οικονομία. Και ίσως μια ακόμη τονωτική –άκρως κεϊνσιανή– ένεση στη ρευστότητα της αγοράς να δημιουργούσε ευρέως την αίσθηση ότι η οικονομία ανθεί. Ωστόσο, ο Μπαράκ Ομπάμα θα έπρεπε τότε να εγκαταλείψει ένα πολιτικό του όραμα.

Σε συνδυασμό με όλα τα παραπάνω, η κριτική και ενδεχομένως η απογοήτευση μέρους της κοινωνίας να εντάθηκαν και από τη σαφή επιδίωξη του απερχόμενου Προέδρου να ολοκληρωθούν οι διαπραγματεύσεις για τη νέα διατλαντική εμπορική συμφωνία ανάμεσα στις ΗΠΑ και στην Ε.Ε. Πρόκειται για μια συμφωνία η οποία επιδέχεται δριμεία κριτική και από τις δύο πλευρές του Ατλαντικού. Σε πολλές δημόσιες εμφανίσεις του ο Ομπάμα προσπάθησε να εξηγήσει τα οφέλη της συμφωνίας για την ανάπτυξη της οικονομίας, ωστόσο η ανασφάλεια της κοινωνίας ως προς τις απαιτήσεις του διεθνούς ανταγωνισμού και ο φόβος αναφορικά με τις συνέπειες στο ατομικό εισόδημά τους εμπόδισαν την κατανόηση της επεξήγησης που πρόσφερε ο Ομπάμα. Την ίδια στιγμή, το ίδιο μέρος της κοινωνίας φαίνεται να άκουγε με ενδιαφέρον τη σκληρή, σε βάρος του διμερούς εμπορίου με την Κίνα για παράδειγμα, κριτική του Ντόναλντ Τραμπ.

Συνδυαστικά, οι δύο παράγοντες, ο όγκος του πάντως μη μεταβιβάσιμου πολιτικού κεφαλαίου Ομπάμα και η προσλαμβανόμενη αναποτελεσματικότητα του βασικού πολιτικού σχεδίου του Ομπάμα για την ασφαλιστική μεταρρύθμιση, λειτούργησαν σε βάρος της υποψηφιότητας Κλίντον. Ο συνολικός συμβολισμός του Ομπάμα, έτσι όπως αυτός αποτέλεσε ένα μαζικό εκλογικό κίνητρο το 2008, δεν θα μπορούσε σήμερα να προδιαθέσει υπέρ μιας σθεναρής και μαζικής υποστήριξης της Χίλαρι Κλίντον.

Ωστόσο, δεν θα πρέπει στο όνομα της αναμφισβήτητης δημοτικότητας και της ξεχωριστής προσωπικότητάς του να παραλείπεται η αναφορά στη σημασία της αποτυχίας του στην κεντρική μεταρρυθμιστική επιδίωξη, το λεγόμενο Obamacare, στην ερμηνεία των διαρροών απογοητευμένων πρώην ψηφοφόρων των Δημοκρατικών προς τους Ρεπουμπλικάνους του Ντόναλντ Τραμπ. Το πολιτικό κεφάλαιο τελικά ξεπερνά το επίπεδο των συμβολισμών και της δύναμης των προσωπικοτήτων.