H κατάρα του… 2% - Free Sunday
H κατάρα του… 2%
Οι αισιόδοξες εκτιμήσεις για ανάπτυξη άνω του 2% όχι μόνο διαψεύδονται αλλά το χειρότερο είναι ότι από το 2020 και μετά προβλέπεται επιβράδυνση.

H κατάρα του… 2%

Σε όνειρο θερινής νυκτός μετατρέπεται ο στόχος της κυβέρνησης για ανάπτυξη 2,5% το 2019, καθώς φαίνεται ότι ο ρυθμός επέκτασης της ελληνικής οικονομίας έχει κολλήσει σε επίπεδα κάτω του 2%. Τη στιγμή, δηλαδή, που η ελληνική κοινωνία χρειάζεται περισσότερο από ποτέ μια αναπτυξιακή έκρηξη που θα προσελκύσει κεφάλαια από το εξωτερικό και κατά συνέπεια θα συμβάλει στη μείωση της ανεργίας, η οικονομία κάθε άλλο παρά έχει βρει τον βηματισμό της.

Οι αισιόδοξες εκτιμήσεις για ανάπτυξη άνω του 2% όχι μόνο διαψεύδονται αλλά το χειρότερο είναι ότι από το 2020 και μετά προβλέπεται επιβράδυνση. Τον κώδωνα του κινδύνου έκρουσε και η Τράπεζα της Ελλάδος (ΤτΕ), που στην ετήσια έκθεσή της έκανε λόγο για στασιμότητα της ελληνικής οικονομίας με ανάπτυξη 1,9% το 2019 και 1,8% το 2020, ενώ το ΔΝΤ «βλέπει» περαιτέρω επιβράδυνση στο 1,2% το 2023. Η πολιτική της κυβέρνησης αλλά και τα γεγονότα του 2015 έχουν αφήσει ανεξίτηλα σημάδια στην ελληνική οικονομία, ενώ η καθυστερημένη έξοδος από τα μνημόνια έχει κοστίσει ακριβά. Γι’ αυτό, ενώ η ΤτΕ υποβάθμισε την πρόβλεψη για την ανάπτυξη του 2019 στο 1,9%, έναντι 2,3% προηγουμένως, κανείς δεν μπορεί να αποκλείσει το ενδεχόμενο να ρίξει ακόμη περισσότερο τον πήχη στην περίπτωση που οι φόβοι γίνουν πραγματικότητα και η παρατεταμένη προεκλογική περίοδος «παγώσει» την οικονομική δραστηριότητα.

Οι κίνδυνοι για την ανάπτυξη

Τα χαμηλά επίπεδα των επενδύσεων, η ανεπαρκής εγχώρια αποταμίευση, το υψηλό –αν και μειούμενο– απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων, η μεγάλη απώλεια υλικού και ανθρώπινου κεφαλαίου κατά τα χρόνια της ύφεσης, καθώς και οι διαγραφόμενες χαμηλές προσδοκίες για την πορεία του δυνητικού προϊόντος μεσομακροπρόθεσμα λόγω των ισχνών δημογραφικών εξελίξεων και της βραδείας ενσωμάτωσης των νέων τεχνολογιών στην παραγωγική διαδικασία, είναι παράγοντες που δρουν ανασταλτικά στην αναπτυξιακή δυναμική, όπως υπογραμμίζει ο διοικητής της ΤτΕ, Γιάννης Στουρνάρας.

Σύμφωνα με τον ίδιο, ο σημαντικότερος δημοσιονομικός κίνδυνος στο άμεσο μέλλον είναι «η ενδεχόμενη εφαρμογή των αποφάσεων της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, οι οποίες έκριναν αντισυνταγματικές προγενέστερες περικοπές των συντάξεων και την κατάργηση των δώρων των συνταξιούχων». Όπως εξηγεί, «η πρόσθετη δαπάνη δρα επιβαρυντικά στην ανάλυση βιωσιμότητας του δημόσιου χρέους, καθώς οδηγεί στην αναθεώρηση προς τα άνω της συνταξιοδοτικής δαπάνης και τροφοδοτεί αβεβαιότητα για τη δημοσιονομική πολιτική και την οικονομική βιωσιμότητα του ασφαλιστικού συστήματος».

Επιπλέον, «καθώς η χώρα εισέρχεται στον εκλογικό κύκλο, ενισχύονται οι κίνδυνοι επιβράδυνσης της μεταρρυθμιστικής προσπάθειας και δημοσιονομικής χαλάρωσης, με αποτέλεσμα να επιτείνεται η οικονομική αβεβαιότητα. Ελλοχεύει, συνεπώς, ο κίνδυνος ανατροπής της σημαντικής προόδου που έχει συντελεστεί μέχρι σήμερα».

Η απειλή για την απασχόληση

Η ΤτΕ εκτιμά επίσης ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 10,9% θα έχει μεσοπρόθεσμη αρνητική επίπτωση στην απασχόληση, ιδίως των νέων: «Η αύξηση του κατώτατου μισθού που νομοθετήθηκε τον Ιανουάριο του τρέχοντος έτους, παρ’ ότι εκτιμάται ότι θα αποφέρει βραχυχρόνια οφέλη όσον αφορά την ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος και κατ’ επέκταση της ιδιωτικής κατανάλωσης, μεσοπρόθεσμα αναμένεται να επηρεάσει αρνητικά την απασχόληση, κυρίως των νέων, καθώς και την ανταγωνιστικότητα. Σε κάθε περίπτωση, η αύξηση του μέσου μισθού πρέπει να συμβαδίζει με την αύξηση της παραγωγικότητας της εργασίας, ώστε να διασφαλιστούν τα οφέλη σε όρους ανταγωνιστικότητας και απασχόλησης από την επίπονη μεταρρυθμιστική προσπάθεια από το 2010 μέχρι σήμερα».

Η… απάντηση

Στις προβλέψεις της ΤτΕ η κυβέρνηση «απάντησε» με το Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων του υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης, όπου περιλαμβάνονται αισιόδοξες προβλέψεις.

Συγκεκριμένα, το Δελτίο επιμένει ότι «η επίσημη πρόβλεψη-στόχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για ανάπτυξη 2,2% της ελληνικής οικονομίας το 2019 παραμένει εφικτή και ενδεχομένως να ξεπεραστεί, παρά τη διεθνή οικονομική αβεβαιότητα». Και αυτό, παρ’ ότι για το 2018 το Δελτίο εκτιμά ότι τελικά ο ρυθμός αύξησης του πραγματικού ΑΕΠ θα περιοριστεί στο 1,9% αντί του προβλεπόμενου 2,1%, καθώς παραδέχεται την υποχώρηση των αναπτυξιακών ρυθμών στο τελευταίο τετράμηνο του 2018.

Δυσοίωνες εκτιμήσεις από επενδυτικούς οίκους

Εν τω μεταξύ, δυσοίωνες είναι και οι εκτιμήσεις των επενδυτικών οίκων για την ελληνική οικονομία.

Πιο αναλυτικά, η Citigroup εκτιμά ότι το 2019 το ελληνικό ΑΕΠ θα επιβραδυνθεί στο 1,5% και το 2020 θα διαμορφωθεί στο 1,5% επίσης. Σύμφωνα με την αμερικανική τράπεζα, η απουσία επενδύσεων παραμένει το μεγαλύτερο βαρίδι στην οικονομία, καθώς και στις προοπτικές της ανάπτυξης, λόγω της πολύ αδύναμης εγχώριας ρευστότητας, της απουσίας τραπεζικών πιστώσεων και των ανεπαρκών επενδύσεων από το εξωτερικό.

Από την πλευρά της, η Barclays επισημαίνει πως η ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας φέτος θα κινηθεί στο 1,5%, αν και εκτιμά πως το 2020 θα ανακάμψει στο 2,1%, ενώ η ABN Amro εκτιμά πως τόσο φέτος όσο και το 2020 το ελληνικό ΑΕΠ θα κινηθεί στο 1,8%.

Μέτρια ανάπτυξη «βλέπει» η BofA Merrill Lynch, εκτιμώντας ότι το 2019 δεν θα κινηθεί πάνω από το 2%.

Τέλος, η Capital Economics σε πρόσφατη έκθεσή της είχε σημειώσει πως η έλλειψη επενδύσεων, η επιβράδυνση της οικονομίας της Ευρωζώνης, το δημογραφικό, η αργή πρόοδος στις μεταρρυθμίσεις και ο αδύναμος τραπεζικός κλάδος αναμένεται να «χτυπήσουν» την ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, οδηγώντας το 2020 σε σημαντική επιβράδυνση, εκτιμώντας πως φέτος η ανάπτυξη θα κινηθεί στο 1,5%, ενώ το 2020 σε μόλις 0,5%.