Μ. Κωνσταντίνου, καθηγητής Θεολογικής: «Ντελίβερι θαυμάτων δεν γίνεται» - Free Sunday
Μ. Κωνσταντίνου, καθηγητής Θεολογικής: «Ντελίβερι θαυμάτων δεν γίνεται»

Μ. Κωνσταντίνου, καθηγητής Θεολογικής: «Ντελίβερι θαυμάτων δεν γίνεται»

Την εκτίμηση ότι ανάμεσα στο πρώτο και στο δεύτερο κύμα της πανδημίας η Εκκλησία κατόρθωσε να περιορίσει τις ανορθολογικές φωνές στο εσωτερικό της και να τεκμηριώσει θεολογικά τη στάση της, ώστε να μην επιτρέψει τον κλονισμό της πίστης του πληρώματός της και ταυτόχρονα να το προστατέψει από ανθρωποφαγικές επιθέσεις, κάνει ο ομότιμος καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του ΑΠΘ και Άρχων Διδάσκαλος του Ευαγγελίου της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, Μιλτιάδης Κωνσταντίνου.

Ο κ. Κωνσταντίνου θεωρεί σημείο έναρξης της ανασύνταξης της Εκκλησίας τη φράση του Οικουμενικού Πατριάρχη «κινδυνεύουν οι πιστοί, όχι η πίστη» και χαρακτηρίζει τις διαρροές περί VIP αντιμετώπισης του Αρχιεπισκόπου απόδειξη του «πολέμου και της λάσπης που λούζεται η Εκκλησία απ’ όσους επιθυμούν να την ευτελίσουν στα μάτια της κοινωνίας», ενώ επικαλείται το βιβλίο της Σοφίας Σειράχ από την Παλαιά Διαθήκη, στο οποίο ο άνθρωπος δέχεται τη συμβουλή να προσεύχεται, αλλά να καλέσει «και τον γιατρό, γιατί ο Κύριος τον έχει ορίσει στο λειτούργημά του».

 

Με μια πρώτη ματιά, η Εκκλησία της Ελλάδος εμφανίστηκε λιγότερο αρνητική στη λήψη μέτρων στο δεύτερο κύμα της πανδημίας σε σχέση με το πρώτο. Άλλαξε κάτι στο μεταξύ;

Ασφαλώς άλλαξαν πολλά πράγματα. Μετά τον πρώτο κλυδωνισμό που βίωσε η ιεραρχία της Εκκλησίας από τον αιφνιδιασμό της, καθώς είχε από τη μια μεριά να αντιμετωπίσει μια πρωτόγνωρη κατάσταση και από την άλλη μια σκληρή –και εν πολλοίς άδικη– κριτική τόσο από τα μέλη της όσο και από άλλους χώρους, ανασυνέταξε τις θεολογικές της δυνάμεις και, στηριζόμενη τόσο στις Γραφές της όσο και στην παράδοσή της, κατόρθωσε να περιορίσει, με σχετικά μεγάλο βαθμό επιτυχίας, τις ανορθολογικές φωνές στο εσωτερικό της, αλλά ταυτόχρονα και να τεκμηριώσει θεολογικά τη στάση της, ώστε να μην επιτρέψει τον κλονισμό της πίστης του πληρώματός της και ταυτόχρονα να το προστατέψει από ανθρωποφαγικές επιθέσεις. Η φράση του Οικουμενικού Πατριάρχη «κινδυνεύουν οι πιστοί, όχι η πίστη» σηματοδότησε μια σειρά από θεολογικές τοποθετήσεις τόσο για το ζήτημα της συμμετοχής στις λατρευτικές συνάξεις όσο και για το θέμα της σχέσης πίστης και επιστήμης, που πραγματικά θωράκισαν τη θεολογική επιχειρηματολογία της θεσμικής Εκκλησίας, ώστε να αντιμετωπίσει την αφόρητη πίεση που δέχτηκε τόσο από φονταμενταλιστικούς όσο και από εχθρικούς προς αυτήν κύκλους.

 

Κάποιοι ιεράρχες έδειξαν να αιφνιδιάζονται όταν τα κρούσματα πέρασαν την πύλη της Εκκλησίας. Πόσο βάσιμη είναι η υποψία ότι έκρυψαν τα κρούσματα;

Από την πρώτη στιγμή της εμφάνισης του ιού κατέστη σαφές ότι ουδείς είναι απρόσβλητος από αυτόν. Γι’ αυτό και αμέσως σχεδόν η θεσμική Εκκλησία έσπευσε να συμμορφωθεί με τα μέτρα προστασίας που προτάθηκαν από την πολιτεία. Εξαιρέσεις ασφαλώς υπήρξαν, όπως και γραφικές ή συνωμοσιολογικές δηλώσεις, αλλά δεν χαρακτηρίζουν αυτές σύνολη τη στάση της Εκκλησίας, που ήταν σοβαρή και υπεύθυνη. Κατά συνέπεια, το να έκρυψε η ιεραρχία συνειδητά κρούσματα το θεωρώ απίθανο. Αν κάποιος κληρικός έκρυψε ενδεχομένως την κατάστασή του, δεν μπορεί κανείς να το αποκλείσει, αλλά αυτό είναι πλέον θέμα προσωπικής ευθύνης και απόφασης του καθενός.

 

Μήπως περίμεναν περισσότερη προστασία από τον Θεό λόγω ιδιότητος;

Κάθε πιστός άνθρωπος ελπίζει στη θεία προστασία και προσεύχεται γι’ αυτήν. Ουδείς όμως μπορεί να ισχυριστεί ότι μπορεί να διασφαλίσει τον τρόπο με τον οποίο ενεργεί ο Θεός. Αυτό δεν είναι μια απλώς αφελής θέση, αλλά εγγίζει και τα όρια της ύβρεως. Οι αληθινά πιστοί άνθρωποι, κατά συνέπεια, προσεύχονται και παρακαλούν τον Θεό για τη σωτηρία του σύμπαντος κόσμου, δεν προκαλούν όμως τον Θεό, ζητώντας θαύματα κατά παραγγελία. Οι πιστοί πιστεύουν στην παντοδυναμία του Θεού και στα θαύματα, όμως ντελίβερι θαυμάτων δεν γίνεται.

 

Στη βιβλική προσέγγιση ο Ιώβ επέμεινε να εναποθέτει τη ζωή του στα χέρια του Θεού, όσο κι αν βασανιζόταν. Στην πανδημία του Covid πολλοί ιεράρχες κατέφυγαν πολύ πιο γρήγορα στην προστασία της επιστήμης.

Το βιβλίο του Ιώβ γράφεται σε μια εποχή κατά την οποία στο βιβλικό Ισραήλ κυριαρχεί μια μηχανιστική αντίληψη για τη σχέση του Θεού με τους ανθρώπους, που οδηγεί πολλούς θεολογούντες της εποχής να πιστεύουν ότι είναι σε θέση να ερμηνεύσουν τον τρόπο με τον οποίο ενεργεί ο Θεός μέσα στην ανθρώπινη ιστορία. Στην όλη συζήτηση παρεμβαίνει τελικά ο ίδιος ο Θεός (κεφ. 38 εξ.), που θέτει τον Ιώβ μπροστά σε μια σειρά επιστημονικά (με τα δεδομένα της εποχής βέβαια) ερωτήματα, αναγκάζοντάς τον τελικά να ομολογήσει την αδυναμία του στο να συλλάβει σε όλη τους την έκταση το θαύμα και τα μυστήρια της δημιουργίας. Γι’ αυτό το βιβλίο της Σοφίας Σειράχ συμβουλεύει: «Παιδί μου, τις αρρώστιες σου μην τις παραμελείς, αλλά στον Κύριο να προσεύχεσαι κι αυτός θα σε γιατρέψει… Έπειτα κάλεσε και τον γιατρό, γιατί ο Κύριος τον έχει ορίσει στο λειτούργημά του» (38:9, 12).

 

Μέχρι τώρα οι άνθρωποι μπροστά στο «κακό» κατέφευγαν σε λιτανείες και δημόσιες προσευχές για να ικετεύσουν τον Θεό. Τώρα καλούνται να μείνουν σπίτι. Μπορεί αυτό να τους απομακρύνει από τον Θεό και, γενικότερα, η παραδοχή ότι ο Θεός δεν μπόρεσε να βοηθήσει στην πανδημία κλονίζει την πίστη τους;

Πιστεύω ότι ο άνθρωπος ο οποίος αγωνίζεται να καλλιεργήσει μια αληθινή σχέση με τον Θεό δεν διατρέχει τέτοιον κίνδυνο. Το πώς ο Θεός παρεμβαίνει στον κόσμο, τι κάνει για χάρη των ανθρώπων και τι ζητά από τους ανθρώπους μάς το έχει δώσει γραμμένο. Οι άνθρωποι που μελετούν την Αγία Γραφή δεν κινδυνεύουν να παρασυρθούν από ευσεβιστικές μεγαλοστομίες με πνευματικό περιτύλιγμα.

 

Θα έπρεπε η ιεραρχία να αποποιηθεί τη VIP αντιμετώπιση στα νοσοκομεία;

Αυτό είναι μια κατηγορία που εύκολα προσάπτεται σε ανθρώπους που πρεσβεύουν κάποιες αρχές, αλλά μοιάζει λίγο λαϊκίστικη. Σε ό,τι αφορά τους Έλληνες ιεράρχες που αρρώστησαν, δεν νομίζω ότι προσφέρθηκαν VIP υπηρεσίες, ένας μάλιστα πέθανε. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι άνθρωποι οι οποίοι κατέχουν κάποια υψηλή θέση ή εκπροσωπούν έναν θεσμό έχουν συχνά κάποια διαφορετική αντιμετώπιση. Το αν θα τη δεχτούν ή όχι εξαρτάται από την προσωπικότητα του καθενός. Στην προκειμένη, πάντως, περίπτωση, ούτε ο αρχιεπίσκοπος Αλβανίας ούτε ο αρχιεπίσκοπος Ελλάδος δέχτηκαν κάποιες εξαιρετικές υπηρεσίες και το ότι ορισμένοι δέχτηκαν να κυκλοφορήσουν fake news πάνω σε αυτό το τόσο ευαίσθητο θέμα αποδεικνύει τον πόλεμο που υφίσταται η Εκκλησία και τη λάσπη που λούζεται απ’ όσους επιθυμούν να την ευτελίσουν στα μάτια της κοινωνίας.

 

Μήπως η πανδημία επιφέρει μια βίαιη αλλαγή της επετηρίδας στην ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία;

Βίαιη αλλαγή δεν μπορεί να επέλθει σε ένα σύστημα που λειτουργεί συνοδικά. Είτε σε περιόδους πανδημίας είτε σε κανονικές συνθήκες, επίσκοποι πεθαίνουν και η Ιερά Σύνοδος συνέρχεται και εκλέγει τους αντικαταστάτες τους. Δεν υπάρχει επετηρίδα παρά μόνον ένας κατάλογος υποψηφίων. Όταν πεθάνει ο Αρχιεπίσκοπος, θα ακολουθηθεί η ίδια διαδικασία, όπως ακριβώς και μετά τον αιφνίδιο θάνατο του προκατόχου του.