Γ. Κωνσταντινίδης: Η θετική λήξη της πανδημίας ευνοεί προκήρυξη εκλογών - Free Sunday
Γ. Κωνσταντινίδης: Η θετική λήξη της πανδημίας ευνοεί προκήρυξη εκλογών

Γ. Κωνσταντινίδης: Η θετική λήξη της πανδημίας ευνοεί προκήρυξη εκλογών

Την εκτίμηση ότι η ΝΔ θα προσπαθήσει να αξιοποιήσει μια ευνοϊκή οικονομική και ψυχολογική συγκυρία μόλις οι θετικοί δείκτες που προβλέπονται για μετά την πανδημία επαληθευτούν, και γι’ αυτό θα προκηρύξει εκλογές, κάνει σε συνέντευξή του στην F.S. ο αναπληρωτής καθηγητής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας Γιάννης Κωνσταντινίδης.

Ο κ. Κωνσταντινίδης, ο οποίος ειδικεύεται σε θέματα πολιτικής συμπεριφοράς, υποστηρίζει ότι η αντιπάθεια για τον ΣΥΡΙΖΑ θα δημιουργήσει σύντομα συνθήκες αδιεξόδου για ένα τμήμα του εκλογικού ακροατηρίου που θα θέλει να εγκαταλείψει τη ΝΔ, λόγω της απογοήτευσής του από την πορεία της οικονομίας, αλλά δεν θα είναι έτοιμο να στηρίξει τον ΣΥΡΙΖΑ.

 

Συμμερίζεστε την άποψη ότι ο νέος νόμος για τα πανεπιστήμια συμπυκνώνει τις διαφορές πολιτικής μεταξύ ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ;

Η συζήτηση στη Βουλή γύρω από το συγκεκριμένο νομοσχέδιο έδειξε ότι οι δύο αρχηγοί παραμένουν προσηλωμένοι στα παραδοσιακά ακροατήριά τους, συνεπώς στους ψηφοθηρικούς στόχους τους, και όχι στην ουσία της πολιτικής. Η συζήτηση για τη βελτίωση της λειτουργίας του δημόσιου πανεπιστημίου μάλλον αδικήθηκε από την αντιπαράθεση για τη σύσταση ομάδας ειδικών φρουρών στους χώρους των πανεπιστημίων και για τη βάση εισαγωγής του «δέκα». Όμως αυτές οι κουβέντες ήταν που χάιδεψαν τους ψηφοφόρους που «μαίνονται» υπέρ της κανονικότητας και υπέρ της ισότητας αντιστοίχως. Τα δύο κόμματα αναμφίβολα αντιμετώπισαν το νομοσχέδιο για τα πανεπιστήμια ως αφορμή για ενίσχυση των οχυρωμάτων τους στον δρόμο για τις επόμενες εκλογές.

 

Θεωρείτε ότι θα έχει κάποια σημασία στις επόμενες εκλογές η επιτυχία ή η αποτυχία εφαρμογής του συγκεκριμένου νόμου;

Η πόλωση που επιδίωξαν και τα δύο μέρη επί του θέματος μαρτυρά την πρόθεση αξιοποίησης και της πορείας εφαρμογής του συγκεκριμένου νόμου στο πεδίο μιας προεκλογικής μάχης. Με άλλα λόγια, το ζήτημα θα επανέλθει και από τις δύο πλευρές την κρίσιμη στιγμή που θα στηθούν οι κάλπες κι έτσι μοιραία θα παρουσιαστεί στους εκλογείς και από τις δύο πλευρές ως επιχείρημα για την καταδίκη, διά της ψήφου, του αντιπάλου. Η ΝΔ θα ισχυριστεί ότι η κυβέρνηση έφερε την τάξη στα πανεπιστήμια και ο ΣΥΡΙΖΑ θα ισχυριστεί ότι η κυβέρνηση έφερε τον χωροφύλακα στα πανεπιστήμια. Ο νόμος για τα πανεπιστήμια θα χρησιμοποιηθεί σίγουρα επικοινωνιακά και γι’ αυτό είναι απολύτως βέβαιο ότι θα είναι ένα από τα κομβικά ζητήματα της επόμενης αναμέτρησης.

 

Έχετε την ίδια γνώμη για το ζήτημα του διαλόγου με την Τουρκία; Είχατε, πριν από μερικούς μήνες, προβλέψει δυσκολίες του Κυριάκου Μητσοτάκη εξαιτίας ενός ενδεχόμενου διαλόγου με την Τουρκία. Θα μπορούσε να αποτελέσει η έναρξη αυτού του διαλόγου αδύναμο σημείο για τη ΝΔ;

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης γνωρίζει ότι σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής η διαλλακτικότητά του εκλαμβάνεται ως ενδοτισμός από τη λεγόμενη «δεξιά πτέρυγα» του κόμματός του. Άλλωστε η διαχείριση του ζητήματος της ονομασίας της ΠΓΔΜ από τον πατέρα του, τον Κώστα Μητσοτάκη, παραμένει αγκάθι στη σχέση του σημερινού πρωθυπουργού με τον διαφορετικής οπτικής σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής Αντώνη Σαμαρά, ο οποίος και ηγείται ατύπως της «δεξιάς πτέρυγας». Στον βαθμό που ο Κυριάκος Μητσοτάκης γνωρίζει τα δεδομένα αυτά, είναι απολύτως λογικό να επιχειρεί με προσοχή να παρουσιάσει την έναρξη των διερευνητικών επαφών ως ήττα της Τουρκίας προκειμένου να μειώσει την επιφυλακτικότητα μέρους του εκλογικού του ακροατηρίου για τον διάλογο. Θα είναι σίγουρα μια αμφίρροπη, άτυπη μάχη για τις εντυπώσεις, σε περίπτωση βεβαίως που ο διάλογος με την Τουρκία συνεχιστεί.

 

Πιστεύετε ότι το συγκεκριμένο θέμα θα μπορούσε να τροφοδοτήσει εκλογικά ένα νέο κόμμα στα δεξιά της ΝΔ; Παρατηρείται σημαντική κινητικότητα σε αυτόν τον χώρο το τελευταίο διάστημα, χωρίς ωστόσο ενιαία έκφραση…

Σε αυτό ακριβώς το σημείο βρίσκεται το κλειδί της επιτυχίας γι’ αυτόν τον χώρο. Στην ενιαία έκφρασή του. Όσο παραμένει διασπασμένος σε μικρά κομματίδια, η ενέργειά τους θα σπαταλιέται σε προσωπικές κόντρες μεταξύ των, συχνά φιλόδοξων έως και εγωπαθών, αρχηγών τους. Η σύμπτυξή τους σε ένα κόμμα, ίσως μάλιστα υπό την ηγεσία προσώπου με υψηλή δημοτικότητα που δεν προέρχεται από τον χώρο της πολιτικής, θα εξασφάλιζε μια πρώτη εντυπωσιακή δημοσκοπική καταγραφή. Η είσοδος ενός κόμματος ως δυνητική επιλογή στο μυαλό του ψηφοφόρου είναι σημαντικό βήμα για την εκλογική του επιτυχία. Θυμίζω ότι η άνοδος της Χρυσής Αυγής το 2012 υπήρξε ραγδαία μετά την πρώτη καταγραφή της σε δημοσκόπηση στο 3%. Από κει και μετά, η κατασκευή της θεματικής ατζέντας ενός τέτοιου κόμματος είναι ευκολότερη υπόθεση, γιατί ακόμα και μια νύξη στον πατριωτισμό των Ελλήνων –όποιο περιεχόμενο κι αν αποδίδεται στη λέξη– έχει πάντα την ικανότητα να κινητοποιεί τον χώρο της παραδοσιακής Δεξιάς.

 

Ο ΣΥΡΙΖΑ ανέδειξε κυβερνητικά σφάλματα στην τήρηση των υγειονομικών κανόνων και στην ειδησεογραφική κάλυψη από την ΕΡΤ, δεν κατάφερε να κερδίσει τις εντυπώσεις και κατηγορήθηκε για ανάλογες δικές του κυβερνητικές συμπεριφορές. Είναι άραγε εντονότερη η πίεση στη ΝΔ από τα δεξιά της και όχι από τον ΣΥΡΙΖΑ;

Είναι αλήθεια ότι το αντι-ΣΥΡΙΖΑ συναίσθημα της κοινής γνώμης δεν φαίνεται να έχει εκτονωθεί. Οι εκλογείς έδωσαν το 2019 τη νίκη στη ΝΔ για να τιμωρήσουν τον ΣΥΡΙΖΑ και δεν έχουν ξεπεράσει ακόμα τη διάθεσή τους αυτή. Η παραμονή του Αλέξη Τσίπρα στην ηγεσία του κόμματος δεν βοήθησε και στο θάμπωμα του αρνητικού συναισθήματος στον χρόνο, όπως ίσως θα συνέβαινε αν άλλαζε η εικόνα της ηγεσίας του κόμματος. Μοιραία, ακόμα και η ορθή κριτική του στην κυβέρνηση Μητσοτάκη φιλτράρεται μέσα από το πρίσμα της αρνητικής προδιάθεσης για το κυβερνητικό παρελθόν του ΣΥΡΙΖΑ. Εκτιμώ ότι η αντιπάθεια για τον ΣΥΡΙΖΑ θα δημιουργήσει σύντομα συνθήκες αδιεξόδου για ένα τμήμα του εκλογικού ακροατηρίου που θα θέλει να εγκαταλείψει τη ΝΔ λόγω της απογοήτευσής του από την πορεία της οικονομίας, αλλά και από μεμονωμένες υποχωρήσεις της κυβέρνησης προς πολιτικές θέσεις της «δεξιάς πτέρυγας», αλλά δεν θα είναι έτοιμο να στηρίξει τον ΣΥΡΙΖΑ.

 

Μήπως αυτό το αδιέξοδο που περιγράφετε οφείλεται και στην αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ να μιλήσει με μια φωνή; Ο Αλέξης Τσίπρας φαίνεται να έχει πάρει πορεία προς το κέντρο, χωρίς όμως να τον ακολουθούν πολλά στελέχη του κόμματός του…

Το εκλογικό μέγεθος του ΣΥΡΙΖΑ –εδραιωμένο πλέον μετά από τρεις βουλευτικές εκλογές– τον αναγκάζει να πορεύεται με ένα αρκετά ανομοιογενές μείγμα προσώπων και αρχών, όπως συμβαίνει άλλωστε με κάθε μεγάλο κόμμα σε ένα δικομματικό σύστημα. Οι ψηφοφόροι έχουν την εμπειρία τέτοιων κομμάτων, συνεπώς δεν ενοχλούνται από τις κακόηχες, για τα αυτιά του καθενός, θέσεις και δηλώσεις. Με άλλα λόγια, το πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ αυτή τη στιγμή δεν είναι η αριστερή συνιστώσα του 4%, για τον ίδιο λόγο που το πρόβλημα της ΝΔ δεν είναι οι υπερεθνικιστικές ή ενίοτε υπερσυντηρητικές κορόνες ορισμένων υπουργών του. Οι αρχηγοί των δύο κομμάτων, στρατηγικά φερόμενοι, στρέφουν το κόμμα τους προς τον κεντρώο χώρο, όπου συνωστίζονται οι περισσότεροι εκλογείς, είτε λόγω εγγενούς μετριοπάθειας είτε –συνηθέστερα– λόγω μειωμένου ενδιαφέροντος για την πολιτική. Και αυτό το καταφέρνουν παρά τις παραφωνίες, ακριβώς γιατί είναι αρχηγοί. Όμως οι στρατηγικές τους κινήσεις στο πολιτικό πεδίο δεν μπορούν να σβήσουν τις εικόνες από την κυβερνητική τους διαχείριση. Του ΣΥΡΙΖΑ ως κυβέρνησης, σήμερα. Πιθανώς της ΝΔ ως κυβέρνησης, αύριο.

 

Η ανάλυσή σας μοιάζει να αφήνει εκτός σκηνής το ΚΙΝΑΛ. Πιστεύετε ότι πράγματι δεν έχει καμία τύχη απέναντι στον δικομματισμό ΝΔ-ΣΥΡΙΖΑ; Και, αν ναι, πού εντοπίζετε το βασικό πρόβλημα του ΚΙΝΑΛ; Στα πρόσωπα; Στις θέσεις του;

Τα ενδιάμεσα κόμματα σε ένα δικομματικό σύστημα δυσκολεύονται να πείσουν για τη χρησιμότητά τους όταν τα μεγάλα κόμματα επιλέγουν στρατηγικές πόλωσης. Πάνω σε αυτό το εγγενές χαρακτηριστικό των ενδιάμεσων κομμάτων έρχεται να προστεθεί μια σειρά εκλογικών αποτυχιών, τις οποίες δεν ακολούθησε καμία αλλαγή ηγεσίας, μια εξέλιξη που, όπως σημείωσα και νωρίτερα με αφορμή το ερώτημά σας για τον ΣΥΡΙΖΑ, προσδίδει νέα δυναμική σε ένα ηττημένο κόμμα. Προσθέστε σε αυτά και έναν ενοχλητικό μικρομεγαλισμό πολλών στελεχών του, που δείχνουν προσκολλημένοι στα μεγαλεία του παρελθόντος, και έχετε την εικόνα ενός κόμματος με περιορισμένες συμπάθειες. Πέρα από την αδύναμη εικόνα του όμως, το σοβαρότερο πρόβλημα του ΚΙΝΑΛ είναι η αμφίθυμη στάση του απέναντι στη ΝΔ. Όταν προσπαθεί να τηρήσει αποστάσεις από τη ΝΔ, ενοχλεί τους δεξιόστροφους σημερινούς ψηφοφόρους του. Όταν προσπαθεί να ρίξει γέφυρες με τη ΝΔ, καθίσταται πολιτικά περιττό. Ίσως η μόνη εξέλιξη που θα μπορούσε να σώσει το ΚΙΝΑΛ από αυτό το αδιέξοδο είναι η συμμετοχή του μαζί με τη ΝΔ σε μια συμμαχική κυβέρνηση μετά τις επόμενες εκλογές της απλής αναλογικής. Από τη θέση αυτή θα μπορούσε να συγκεράσει την τακτική των αποστάσεων και την τακτική των γεφυρών.

 

Πιστεύετε ότι η κυβέρνηση θα ευνοηθεί από τη συγκυρία, αν οι εκλογές γίνουν μετά το τέλος της πανδημίας υπό συνθήκες έντονου καταναλωτισμού και συναισθηματικής ευφορίας, όπως προβλέπουν οι επιστήμονες;

Όντως μια ευνοϊκή οικονομική και ψυχολογική συγκυρία για ένα εκλογικό ακροατήριο ευνοεί την εκάστοτε κυβέρνηση, πολύ περισσότερο αν η συγκυρία αυτή ακολουθεί μια εξαιρετικά δύσκολη συνθήκη. Είναι βέβαιο ότι η ΝΔ θα προσπαθήσει να αξιοποιήσει μια τέτοια συγκυρία και γι’ αυτό θα προκηρύξει εκλογές μόλις αυτοί οι θετικοί δείκτες που προβλέπονται επαληθευτούν. Όμως το μέλλον της πανδημίας και, πολύ περισσότερο, το μέλλον της οικονομίας παραμένουν άδηλα. Αν η πανδημία αφήσει πίσω της κλειστές επιχειρήσεις και χιλιάδες ανέργους, οι δείκτες κατανάλωσης ή αισιοδοξίας δεν θα είναι υψηλοί. Και τότε, το μόνο όπλο της κυβέρνησης Μητσοτάκη θα είναι το κακό κυβερνητικό παρελθόν του ΣΥΡΙΖΑ. Ένα όπλο που όσο περνά ο καιρός θα παλιώνει και θα αποδεικνύεται ανεπαρκές.