Καθαρό και σκληρό Brexit - Free Sunday
 Καθαρό και σκληρό Brexit

Καθαρό και σκληρό Brexit

Μέχρι και πριν από λίγες εβδομάδες όλα ήταν ρευστά γύρω από την υλοποίηση της εξόδου του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ε.Ε.

Η μεγάλη εικόνα ήταν από τη μια πλευρά η Βρετανία και κυρίως η κυβέρνηση Μέι να μην ξέρουν ποια εντολή των ψηφοφόρων να διαβάσουν στην επικράτηση του Brexit στο δημοψήφισμα του Ιουνίου και από την άλλη η Ε.Ε. και κυρίως η Γερμανία και η Γαλλία να προβληματίζονται για τον βαθμό, το εύρος και το βάθος της τιμωρητικής μεταχείρισης που πρέπει να επιβληθεί στο Ηνωμένο Βασίλειο, προφανώς για να φρονηματιστούν όσοι από τους «27» τείνουν να πιστέψουν ότι μια αλά καρτ ένταξη είναι ρεαλιστική επιλογή.

Διαφορετική ανάγνωση

Για αρκετούς μήνες, από το δημοψήφισμα μέχρι και τα τέλη του 2016, αναζητήθηκε μια φόρμουλα που θα μπορούσε να συνδυάζει τη συμμετοχή της Βρετανίας στην ενιαία αγορά, χωρίς όμως την υποχρέωση ελεύθερης διακίνησης πολιτών, την οποία έχουν αποδεχτεί οι εκτός Ε.Ε. Νορβηγία και Ελβετία.

Από τα τέλη της περασμένης εβδομάδας προαναγγέλλεται η στροφή της πρωθυπουργού Μέι προς την επιλογή του καθαρού και σκληρού Brexit, μια επιλογή που διαβάστηκε διαφορετικά στο Παρίσι και στο Βερολίνο:
  • Στη Γαλλία η τοποθέτηση της Βρετανίδας πρωθυπουργού καταγράφηκε ως εκβιασμός προς τους υπόλοιπους «27»: ή μας δίνετε άνευ όρων πρόσβαση στην ενιαία αγορά ή μετατρέπουμε το Ηνωμένο Βασίλειο συνολικά σε φορολογικό παράδεισο. Κάπως έτσι διάβασε η «Monde» την επιλογή του σκληρού Brexit.
  • Στη Γερμανία η πλειονότητα των αναλύσεων-προσεγγίσεων χαρακτηρίζει την ομιλία της Μέι ως μπλόφα εσωτερικής χρήσης, καθώς εκτιμάται ότι το κόστος της πλήρους ρήξης για το Λονδίνο θα είναι συντριπτικό, με αρκετές όμως φωνές να αντιτείνουν ότι η Γερμανία θα είναι η πιο ζημιωμένη από τους «27» σε περίπτωση υλοποίησης του σκληρού Brexit.

Ο εκλογικός κύκλος

Η Τερέζα Μέι έχει δεσμευτεί να ενεργοποιήσει το άρθρο 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας, ώστε να εκκινήσει μια διετής διαπραγμάτευση, στο πέρας της οποίας θα συμφωνηθεί η μεθόδευση της αποχώρησης του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ε.Ε. Στην πραγματικότητα, όλοι, και στο Λονδίνο και στο Βερολίνο και στις Βρυξέλλες, γνωρίζουν ότι η ουσιαστική διαπραγμάτευση δεν μπορεί να αρχίσει πριν από τα τέλη Σεπτεμβρίου του 2017, όταν με τις βουλευτικές εκλογές στη Γερμανία θα κλείσει ο εκλογικός κύκλος στην Ευρώπη, ο οποίος θα αρχίσει στα μέσα Μαρτίου στην Ολλανδία, θα συνεχιστεί Απρίλιο και Μάιο στη Γαλλία, με άγνωστο Χ την Ιταλία, όπου είναι πολύ πιθανό να έχουμε πρόωρες εκλογές στο διάστημα από τον Απρίλιο έως τον Ιούνιο.

Αν οι παραπάνω εκλογικές αναμετρήσεις δώσουν αποτελέσματα που θα κινούνται στον αστερισμό του Brexit, θα ζητούν δηλαδή είτε αποχώρηση είτε αλά καρτ παραμονή στην Ε.Ε., επιβεβαιώνοντας την πρόγνωση Τραμπ ότι η Βρετανία ήταν μόνο η αρχή, τότε το περιθώριο ελιγμών της Βρετανίας θα είναι πολλαπλάσιο του σημερινού.

Το βρετανικό στοίχημα

Αν μη τι άλλο, και ως διαπραγματευτική τακτική η επιλογή του καθαρού και σκληρού Brexit από τη Μέι πετά το μπαλάκι στο Βερολίνο και στις Βρυξέλλες: Θα επιμείνουν σε μια τιμωρητική μεταχείριση προς παραδειγματισμό των υπολοίπων; Θα προτάξουν τα εμπορικά και χρηματοπιστωτικά συμφέροντα των πολιτικών; Και, τέλος, πώς θα συνδυάσουν την αντιμετώπιση του Brexit με τον ρόλο του Λονδίνου σε μια κοινή εξωτερική και αμυντική πολιτική;

Η σκληρή στάση της Μέι είναι ταυτόχρονα και μια έμμεση αλλά σαφής προεξόφληση-στοίχημα της Βρετανίας ότι όταν θα αρχίσει η ουσιαστική διαπραγμάτευση, η Ε.Ε. και η Ευρωζώνη θα κλυδωνίζονται από αντισυστημικά, λαϊκιστικά, αντιευρωπαϊκά κύματα αμφισβήτησης που όχι μόνο θα απαγορεύουν την επιβολή τιμωρητικής σε βάρος του Λονδίνου μεταχείρισης αλλά, αντίθετα, θα δίνουν στην αποχωρούσα Αλβιώνα περιθώρια συμπλεύσεων και συμμαχιών, από μια Ιταλία του Γκρίλο μέχρι τους δύστροπους ανατολικούς εταίρους, όπως η Πολωνία και η Ουγγαρία.

Η εξέλιξη της σχέσης

Αν επιχειρήσουμε μια ιστορική αναδρομή στη σχέση της Βρετανίας με την Ε.Ε., θα διαπιστώσουμε ότι, παρά τις περί του αντιθέτου εντυπώσεις, το Λονδίνο πολύ γρήγορα κατάλαβε ότι η Αυτοκρατορία και η Κοινοπολιτεία είναι παρελθόν και η ευρωπαϊκή ολοκλήρωση μονόδρομος.

Το 1960 ο τότε Συντηρητικός πρωθυπουργός Μακμίλαν ζήτησε την ένταξη της χώρας του στην ΕΟΚ των Έξι, αλλά προσέκρουσε στο βέτο του τότε Προέδρου της Γαλλίας στρατηγού Ντε Γκολ, ο οποίος θεωρούσε το Ηνωμένο Βασίλειο δούρειο ίππο των ΗΠΑ.

Δέκα χρόνια αργότερα ο διάδοχος του Ντε Γκολ, Πομπιντού, έλεγε «ναι» στον Συντηρητικό πρωθυπουργό της Βρετανίας Χιθ, καθώς εκτιμούσε ότι η προσχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου επιτρέπει μια τριγωνική εξισορρόπηση της Δυτικής Γερμανίας, η οποία στο πλαίσιο του γαλλογερμανικού άξονα είχε κατοχυρώσει προβάδισμα επί της Γαλλίας.

Στην συνέχεια, μετά το 1979, ήρθε η εποχή της Σιδηράς Κυρίας, με τη Θάτσερ να υιοθετεί ένα κοινωνικοοικονομικό μοντέλο που μεγάλωνε την απόσταση από την υπόλοιπη ηπειρωτική Ευρώπη. Το καθοριστικό όμως γεγονός ήταν ότι η Θάτσερ και ο διάδοχός της Μέιτζορ αρνήθηκαν να δεσμεύσουν τη χώρα τους στην πρόσω ολοταχώς εμβάθυνση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης που πρότειναν οι Μιτεράν-Ντελόρ και προσυπέγραψε ο Κολ.

Μια επιλογή, πρώτον, προστασίας της νεοφιλελεύθερης απορρύθμισης από τον υπερεθνικό κρατικό παρεμβατισμό των Βρυξελλών και, δεύτερον, άρνησης μιας προοπτικής που από την απέναντι μεριά της Μάγχης ήταν συνώνυμη της γερμανικής Ευρώπης.

Σήμερα είναι βέβαιο ότι η Ε.Ε.-Ευρωζώνη του περασμένου Ιουνίου, όταν έγινε το δημοψήφισμα στη Βρετανία, θα είναι εντελώς διαφορετική όταν θα αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις για το Brexit. Προφανώς η παραπάνω διαπίστωση οδήγησε το Λονδίνο να στείλει το μήνυμα ότι είναι έτοιμο να αναλάβει το κόστος μιας πλήρους ρήξης, το οικονομικό και πολιτικό κόστος της οποίας δεν είναι βέβαιο ότι στα τέλη του 2017 θα θέλουν και θα μπορούν να αναλάβουν τόσο το Βερολίνο όσο και οι Βρυξέλλες.