Είδαμε την παράσταση «Παλιοί Καιροί», στο υπόγειο του Θεάτρου του Καρόλου Κουν. - Free Sunday
Είδαμε την παράσταση «Παλιοί Καιροί», στο υπόγειο του Θεάτρου του Καρόλου Κουν.

Είδαμε την παράσταση «Παλιοί Καιροί», στο υπόγειο του Θεάτρου του Καρόλου Κουν.

Ένα από τα σημαντικότερα και το πλέον αινιγματικό και δαιδαλώδες έργο του Πίντερ, λαμβάνει χώρα στο θέατρο απ’ το οποίο για πρώτη φορά ξεκίνησε την πορεία του στην χώρα μας , σκηνοθετημένο από τον σπουδαίο Γιάννη Χουβαρδά, ο οποίος ως επίσης ξεκίνησε την καλλιτεχνική του πορεία πριν 42 έτη σαν ηθοποιός, στο ίδιο ετούτο θέατρο.

ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Αν θελήσει κανείς να δώσει μια εικόνα της παράστασης δομημένη και κατανοητή                                  θα πέσει στο τέλμα της ίδιας του της ερμηνείας.

Διότι αυτό που ζει ο θεατής παρακολουθώντας την παράσταση, δεν είναι κάτι ορθολογιστικό και κατανοητό, μα μια διαρκώς μεταβαλλόμενη αλληγορία πολλών διαστάσεων, σχετική με τα ποιος, τι, που και γιατί.

Ένα τρίο, σε μια αγροικία που έχει μετατραπεί σε σπίτι, η Κέιτ, στον καναπέ της κουλουριασμένη, η Άννα, ακουμπισμένη στο παράθυρο και ο Ντίλι, βυθισμένος στην πολυθρόνα του.

Είναι ο Ντίλι με την Κέιτ ζευγάρι, που περιπλέκεται ανάμεσά τους μετά από 20 έτη                            μια παλιά φίλη και συγκάτοικος της Κέιτ, η Άννα, που τους επισκέφτηκε,                                                  ή μήπως είναι η Άννα και η Κέιτ το παλαιό ζευγάρι που μπαίνει ανάμεσά τους ο Ντίλι;

Είναι η Κέιτ υπαρκτή, ή μήπως ένα αποκύημα της φαντασίας;

Είναι ζωντανή, ή μήπως νεκρή;

Μήπως εν τέλει οι δύο γυναίκες είναι ένα και το αυτό πρόσωπο;

Μήπως νεκρός είναι ο Ντίλι;  Μήπως κι όλοι;

Ένα παιχνίδι χειραγώγησης, ελέγχου, επικοινωνίας και σιωπής, με χιούμορ σκοπιμότητας,         παθητικότητα και ακραία ελεγχόμενο ερωτισμό, η δύναμη των λέξεων και η χειριστική τους διάθεση, ο χρόνος που πλέκει και αποπλέκει, η πραγματικότητα και το ψέμα, είναι μερικές μονάχα από τις υποθέσεις, που καλείται να αντιμετωπίσει κανείς… και τις δικές του πιθανές εξηγήσεις να παραθέσει.




 ΚΡΙΤΙΚΗ

Μελετώντας με σκεπτικισμό την παράσταση και τον πολύ σπουδαίο δραματουργό, αντιλαμβάνεται κανείς πως σκοπός της δεν είναι απλά και μόνο να δώσει απαντήσεις σε θέματα και πρακτικές που ταλανίζουν την ανθρώπινη φύση, μα συχνά πολύ να αφυπνίσει, δημιουργώντας νέα ερωτήματα, που ενεργοποιούν την φιλοσοφική και ερευνητική μας διάθεση και μεταστρέφουν την στασιμότητα της σκέψης σε ένα μικρό προσωπικό big bang ανακατατάξεων και ανασυνθέσεων.

Ένα έργο σκοπό έχει να γρονθοκοπήσει όχι μόνο το κατεστημένο, μα και το ίδιο το σώμα του θεατή, να ανοίξει και να διαπλατύνει την οπτική του απέναντι στο πως αντιλαμβάνεται  τον κόσμο μα και τον εαυτό του και εν τέλει (για την παράσταση μιλώντας), να αποσαφηνίσει με λεπτότητα ανοίγματος άνθους πως οι ανθρώπινες σχέσεις δεν είναι τίποτε άλλο, παρά μια ανταλλαγή συναισθημάτων και θεωριών… που οδηγούν στην όποια εξέλιξη.

Απέναντι στο δύσκολο εγχείρημα λοιπόν που ανέλαβε να πραγματώσει ο Γιάννης Χουβαρδάς,  ανακινώντας το διάδημα του αναπάντητου,  έστησε μια παράσταση που την περικυκλώνει με το εύρος του συναισθηματικού της γιγαντισμού, με τα πρόσωπα, τα χέρια και τα σώματα υπερμεγέθη να αποτυπώνονται σε μια μεγάλη οθόνη πίσω από το καστ, εστιάζοντας έτσι, όχι μόνον στις ερμηνείες καθαυτές, και την ακρίβεια των χαρακτηριστικών, μα και στον ίδιο τον ψυχοσυναισθηματικό φορέα που τις κουρδίζει, τις εναρμονίζει.

Ένα ζευγάρι, που ίσως και να μην είναι, δέχεται επίσκεψη από μια φίλη από το παρελθόν που ίσως και να μην υπάρχει,(ενδεχομένως ένα και το αυτό πρόσωπο), κάνοντας αναδρομές σε ένα κοινό παρελθόν, που ίσως και να μην είναι παρά η αντανάκλασή της πιθανότητάς του στο μέλλον, συζητώντας με τρόπους πολυδιάστατους τις αλήθειες και την πορεία, με διάθεση λεκτικά χειριστική και  ιδιάζουσα. Ζωή και θάνατος, παρελθόν και παρόν, έρωτας και πλήξη, η δυναμική των λέξεων και η τροχισμένη τους λεπίδα, είναι οι παράμετροι που ωθούν το δράμα εμπρός και πίσω, ερμηνεύοντας πως τίποτε τελικά δεν είναι όπως φαίνεται.

Τα λόγια της Άννας πως: «Υπάρχουν πράγματα που θυμάται κάποιος ακόμη κι αν δεν έχουν συμβεί ποτέ. Καθώς τα σκέφτομαι πραγματοποιούνται», δείχνουν πως , υπάρχει μια λεπταίσθητη μεμβράνη που χωρίζει το πραγματικό απ’ το φανταστικό και που ανά πάσα στιγμή δύναται να διαρρηχθεί, αποκαλύπτοντας πως η ζωή που φαντάζει  αληθινή δεν είναι τίποτε άλλο, παρά η κραυγή της πιθανότητας κάποιου παρελθόντος, ή η αβέβαιη αποκάλυψη κάποιου μέλλοντος.

Το ερώτημα που ανακύπτει σκηνοθετικά είναι το αν έπρεπε οι κάμερες να κινούνται και ανά πάσα στιγμή να περιγράφουν με “γιγαντιαία” ακρίβεια το συναίσθημα, ή αν έπρεπε κάποιες στιγμές να σιωπούν, αφήνοντας την εικόνα ως σύνολο να διεισδύσει μέσα μας κι όχι ως περιστατικό μεμονωμένο. Μα το αφήνουμε κι αυτό ως αναπάντητο, προς κρίση και ερμηνεία του κάθε θεατή χωριστά.

Το επιτελείο των τριών ερμηνευτών είναι σπουδαίο κι αυτοί  τόσο καλά συντονισμένοι, που μοιάζει εξωπραγματική η μεταξύ τους αρμονία, πράγμα που βοηθά την ίδια την συγκεχυμένη φύση της παράστασης.                                                                                                                                                    

Προσωπικότητες αινιγματικές, με τον Ντίλι (Χρήστο Λούλη), ως ενδιάμεσο φορέα γεμάτο υποσκάπτουσα ενέργεια, μέρος της συνολικής κρυπτο-αποκρυπτογράφησης, την νωχελικότερη Κέιτ, Μαρία Σκουλά, γοητευτική και σιωπηλά σαγηνευτική, ενώ τέλος η Μαρία Κεχαγιόγλου ως Άννα, δυναμική και επιβλητική, που ενώ είναι φιλοξενούμενη, καταλαμβάνει με το εκτόπισμά της ένα μεγάλο κομμάτι, του χώρου, ανάμεσα στους άλλους δύο πρωταγωνιστές.

Το σκηνικό με το εύρημα της βιντεοσκόπησης πολύ ενδιαφέρον, με τον καθρέφτη να αντικατοπτρίζει τις δύο όψεις της πραγματικότητας, την μουσική να οδηγεί και να εξελίσσει, ενώ τέλος τα κοστούμια συμπληρώνουν άρτια τη συνολική εικόνα.

Μια παράσταση ιδιάζουσα, με βεβαιότητα σημαντική, που θα προβληματίσει, θα διχάσει και που φυσικά είναι ένα σταυρόλεξο…για δύσκολους λύτες.

Συντελεστές της παράστασης

Μετάφραση: Έρι Κύργια
Σκηνοθεσία: Γιάννης Χουβαρδάς
Σκηνικά: Εύα Μανιδάκη
Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη
Σχεδιασμός φωτισμών: Στέλλα Κάλτσου
Video design: Παντελής Μάκκας
Βοηθός σκηνοθέτη: Μαριλένα Μόσχου

Παίζουν οι ηθοποιοί:

Μαρία Κεχαγιόγλου
Χρήστος Λούλης
Μαρία Σκουλά 

Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν - ΥΠΟΓΕΙΟ

Πεσμαζόγλου 5, Αθήνα

τηλ. 210-3222760, 210-3228706