Είδαμε την παράσταση «Οι Τρεις Αδελφές» του Τσέχωφ, στο Θέατρο Βεάκη - Free Sunday
Είδαμε την παράσταση «Οι Τρεις Αδελφές» του Τσέχωφ, στο Θέατρο Βεάκη

Είδαμε την παράσταση «Οι Τρεις Αδελφές» του Τσέχωφ, στο Θέατρο Βεάκη

Το εμβληματικό έργο του Αντόν Τσέχωφ, ένα σπουδαίο ψυχογράφημα χαρακτήρα εύθυμου, μεταφρασμένο εξαίρετα από τον Αλέξανδρο Ίσαρη και τον Γιώργο Δεπάστα, πολυπαιγμένο ως παράσταση, σε σκηνοθεσία του Δημήτρη Καραντζά… παρακολουθήσαμε.

ΚΡΙΤΙΚΗ-ΠΕΡΙΛΗΨΗ

Ο αρχιμάστορας του θεάτρου Άντον Τσέχωφ μέσω της απραξίας, της αδυναμίας διαχείρισης  της ευτυχίας, των σκληρών και άτολμων επιλογών, της χωροχρονικότητας του έρωτα και της  εισόδου του ανθρώπου σε μία νέα και καθόλα διαφορετική πραγματικότητα, συνθέτει τις Τρεις Αδελφές.

Οι Τρεις Αδελφές αδύναμες να αναμετρηθούν με το παρόν και τις συνέπειες του, κραυγάζουν  για το χαμένο παρελθόν και ματαιοπονούν για ένα αβέβαιο, φαντασιακό «στη Μόσχα» μέλλον.  Ένας παροξυσμός στα πλαίσια της ανακάλυψης της αλήθειας, μία ενδοσκόπηση, διχοτόμηση  και φιλοσοφική κατακρήμνιση του παρόντος, από ένα δυναμικό παρελθόν και ένα αδύνατο μέλλον.  Ο χρόνος είναι το κλειδί της μηχανής που παίρνει στα χέρια του ο Δημήτρης Καραντζάς,  για να μεταφέρει θεατρικά την οπτική του και την προσέγγιση του στο κοινό.  Ο τρόπος που το κάνει είναι με τη μεταφορά των τριών αδελφών σε ένα τοπίο μερικών ετών μετά,
οι οποίες όντας γερασμένες, βουτούν το πινέλο τους στο παρελθόν εστιάζοντας στην αξεπέραστη  στιγμή της εγκατάλειψης της Μόσχας και της ριζικής αλλαγής της ύπαρξής τους.

Οι επιλογές της ζωής, η μοίρα, οι διαρκείς ψυχικές μετακινήσεις , η μοιρολατρία  και η διάθεση αλλαγής, είναι οι ρόδες επάνω στις οποίες η παράσταση τροχοδρομείται.  Κραυγές μες στη σιωπή και τη μοναξιά, κραυγές μες στη βουή και το συνωστισμό, κραυγές πόνου,  στις οποίες διαφαίνεται το αξεπέραστο και το αμετάβλητο. Το πεπρωμένο.  Μέσα του, οι ήρωες κατοικούν απελπισμένοι.

Η ώριμη ηλικία καταδεικνύει την ψυχική τους εξορία σε έναν τόπο όπου ο χρόνος,  έχει γράψει τη δική του ιστορία. Στην ελπίδα προσκολλημένες σαν την πεταλίδα στο βράχο,  μα η ελπίδα να είναι φρούδα.

Η παράσταση αποτελείται από δύο μέρη, όπου ο ρυθμός του πρώτου είναι καταιγιστικός.  Αρχικά παρατηρούμε τη φθορά του χρόνου επάνω στα πρόσωπα των πρωταγωνιστριών
και έπειτα αρχίζει μέσα από μία ταχύτατη δόμηση του σκηνικού, των προσώπων και των  γεγονότων να συντίθεται η πλοκή.  Γρήγορος λόγος, ξεδίπλωμα επάνω σε ξεδίπλωμα, όπου σε συνδυασμό με τη διαρκή κινητικότητα  και την μεταφορά των επίπλων του σκηνικού καθόλη τη διάρκεια του πρώτου μέρους,  (ψυχική διαρκής αναδόμηση και ασφυξία των πρωταγωνιστριών), γίνεται αντιληπτό πως ο ειρμός χάνεται  και ο θεατής που αγνοεί την ιστορία πίσω από την παράσταση, είναι πολύ πιθανόν να μπερδευτεί  και να κουραστεί, ενώ σε κάποια σημεία οι διάλογοι αγγίζουν τα όρια της υστερίας.

Οι τρεις πρωταγωνίστριες,( Καραμπέτη, Μαξίμου και Κεχαγιόγλου), δούλεψαν καλά τους ρόλους τους  και απέδωσαν με τρόπο αλάνθαστο τους χαρακτήρες χωρίς όμως να επιτευχθεί το ύψιστο.
Ο Αιμίλιος Χειλάκης ως αξιωματικός, στάθηκε με κέφι και διάθεση εν τω μέσω της δίνης των  Αναμνήσεων, ενώνοντας το παρελθόν με το παρόν και κατά συνέπεια το μέλλον, ενώ η Σύρμω  Κεκέ ως νύφη, στήριξε το ρόλο της στο 100% και μετέφερε μία νότα κεφιού στη συνολική κινητικότητα.  Ο Πιατάς πάντα ιδιαίτερος, με εμβόλιμες ατάκες, παρασκηνιακά πατώντας στην πλοκή,
συνέβαλε και αυτός σημαντικά. Η Ευδοξία Ανδρουλιδάκη στη θέση του υπέργηρου φύλακα Φεραπόντ δραματουργικά συμπαθής,  ο Αινείας Τσαμάτης ως λοχαγός Σαλιόνη γραφικός, όπου ψεκάζει τους πάντες και τα πάντα γύρω του για να φύγει όπως χαρακτηριστικά λέει στο τέλος η πτωματίλα, ενώ το υπόλοιπο cast,  (Ορφέας Αυγουστίδης ,Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης, Νίκος Μάνεσης, Γιάννης Κλίνης και η Υβόννη Μαλτέζου συμπαθείς και αυτοί.

Στο δεύτερο μέρος οι ρυθμοί πέφτουν, ο χρόνος γυρίζει πίσω και βλέπουμε και πάλι τις Τρεις Αδελφές  νέες, φορώντας τα χρωματιστά τους φουστάνια, να απολαμβάνουν το χιόνι και τη χαμένη παιδικότητα
στην πολυαγαπημένη τους Μόσχα.  Το κομμάτι αυτό είχε το ρυθμό, τη φιλολογική αρετή και το κλίμα που το κατέστησε ευχάριστο  και το ταύτισε με τις προσδοκίες μας.

Τα κοστούμια της Ιωάννας Τσάμη προσαρμοσμένα ορθά στο σκηνοθετικό κλίμα καθώς η μουσική  του Δημήτρη Καμαρωτού και οι φωτισμοί του Αλέκου Αναστασίου.  Τα σκηνικά της Μαρίας Πανουργιά σε παραλληλισμό με τη σκηνοθεσία καταλήγουν να μεταδώσουν  όχι μόνο τη συναισθηματική πληρότητα μα και τη χρονική φθορά με τον μαρασμό των φυτών.

Εν κατακλείδι η παράσταση, γεμάτη πειραματισμό και ταχύτητα, άλλοτε περισσότερο και άλλοτε λιγότερο ταυτισμένη με το κλίμα που ενδεχομένως θα προσδοκούσαμε, μα με ένα επιτελείο αξιοπρόσεκτο
και ένα δεύτερο μέρος που σε αποζημιώνει.

ΣΥΝΤΕΛΕΣΤΕΣ

Μετάφραση: Αλέξανδρος Ίσαρης – Γιώργος Δεπάστας
Σκηνοθεσία: Δημήτρης Καραντζάς
Σκηνικά: Μαρία Πανουργιά
Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη
Μουσική: Δημήτρης Καμαρωτός
Κίνηση: Χρήστος Παπαδόπουλος
Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου
Σύμβουλος δραματουργίας: Αντώνης Αντωνόπουλος
Βοηθος σκηνοθέτη: Ασημίνα Αναστασοπούλου
Φωτογραφίες παράστασης: Γκέλυ Καλαμπάκα

Παίζουν: Καρυοφυλλιά Καραμπέτη, Αιμίλιος Χειλάκης, Αθηνά Μαξίμου,
Μαρία Κεχαγιόγλου, Ορφέας Αυγουστίδης, Κωνσταντίνος Αβαρικιώτης,
Σύρμω Κεκέ, Γιάννης Κλίνης, Αινείας Τσαμάτης, Ευδοξία Ανδρουλιδάκη,
Νίκος Μάνεσης, η Υβόννη Μαλτέζου και ο Δημήτρης Πιατάς