Δημήτρης Αλεξίου: «Ζητούμενο είναι το νόμιμο να είναι και ηθικά σωστό» - Free Sunday
Δημήτρης Αλεξίου: «Ζητούμενο είναι το νόμιμο να είναι και ηθικά σωστό»

Δημήτρης Αλεξίου: «Ζητούμενο είναι το νόμιμο να είναι και ηθικά σωστό»

Το νέο βιβλίο του Δημήτρη Αλεξίου, «Άνθρωποι από χώμα», από τις εκδόσεις Διόπτρα, είναι μια ιστορία γεμάτη ανθρωπιά για το πένθος, την αδικία και την απονομή δικαιοσύνης. Διαβάζουμε στο οπισθόφυλλο: Στο μικρό ορεινό χωριό Βερτίλι, η βορειοδυτική πλευρά του χωριού καταρρέει μαζί με τρεις από τις στοές του κοντινού ορυχείου. Η κατολίσθηση κατάπιε το δημοτικό σχολείο της περιοχής με όλους τους δασκάλους και τους μαθητές. Το μοναδικό παιδί που παραμένει ζωντανό στο χωριό είναι ο εντεκάχρονος Ιορδάνης Ντάβαρης. Πώς μπορεί ένα παιδί σε αυτή την ηλικία να βιώσει μια τέτοια καταστροφή; Το βιβλίο ρίχνει μια βαθιά αλλά και αρκετά λοξή ματιά στην ελληνική κοινωνία των αρχών της δεκαετίας του ’60, όταν η προέλευση και τα κοινωνικά φρονήματα των ανθρώπων έπαιζαν μεγαλύτερο ρόλο στη ζωή και στην τύχη τους απ’ ό,τι θεσμοί όπως η δημοκρατία, η δικαιοσύνη και η ισότητα.

 

Πώς γεννήθηκε η ιδέα για το βιβλίο;

Όπως πολλοί άνθρωποι, παρακολούθησα κι εγώ το επεισόδιο της αγγλικής σειράς «Το στέμμα», που αναφερόταν στην τραγωδία του Άμπερφαν, την κατολίσθηση δηλαδή που έθαψε το σχολείο του χωριού Άμπερφαν τον Οκτώβρη του 1966 στην Ουαλία. Ψάχνοντας λίγο παραπάνω το θέμα των ανθρακωρυχείων, ανακάλυψα την ιστορία του Έλληνα μετανάστη Λούη Τίκα (Ηλίας Σπαντιδάκης) στην Αμερική, ο οποίος κατάφερε το 1914 να συνενώσει 11.000 ανθρακωρύχους του Κολοράντο σε απεργία διαρκείας κατά του ιδιοκτήτη των ορυχείων Ροκφέλερ, σε έναν αγώνα που έληξε με τη δολοφονία του και μία φοβερά αιματηρή μάχη δέκα ημερών που έμεινε γνωστή ως Σφαγή του Λάντλοου. Τα δύο αυτά περιστατικά γέννησαν το φανταστικό ελληνικό χωριό ανθρακωρύχων Βερτίλι.

Στο επίκεντρο βρίσκεται ένα παιδί, επιζών, που καταλήγει να είναι το μοναδικό παιδί του χωριού. Διαβάζουμε συχνά για απομακρυσμένες περιοχές ή νησιά που έχουν ελάχιστα παιδιά συχνά λιγότερα από τα δάχτυλα ενός χεριού. Είχατε αυτά τα παιδιά στον νου σας;

Παρόλο που η μοναξιά είναι πολύ σημαντικό θέμα σε αυτές τις περιπτώσεις των παιδιών, τουλάχιστον αυτά τα παιδιά ζουν σε μία κατάσταση την οποία έχουν συνηθίσει από την πρώτη στιγμή της ζωής τους. Αντιθέτως, στην περίπτωση του Ιορδάνη στο βιβλίο μου, έχουμε μία βίαιη μεταβολή με τον θάνατο όλων των παιδιών 6-12 χρονών, όλων των μαθητών του σχολείου. Οπότε ο ήρωάς μου μένει ξαφνικά μόνος εκπρόσωπος μίας ολόκληρης γενιάς, ταυτόχρονα ο «τυχερός» της τραγωδίας αλλά και αυτός που τη θυμίζει σε όλους. Είναι το μόνο παιδί που καλείται να παίξει αυτόν τον ρόλο, αλλά την ίδια στιγμή οι συνθήκες τον προστάζουν να μεγαλώσει απότομα και πριν από την ηλικία του. Είναι μία πολύ οδυνηρή θέση να είσαι ο μόνος επιζών.

220272 CMYK min

Η δεκαετία του ’60 για τον περισσότερο δυτικό κόσμο ήταν μια συγκλονιστική περίοδος ανάκαμψης, επανάστασης στον τομέα των μεταφορών, των ατομικών δικαιωμάτων, της γυναικείας χειραφέτησης. Στην Ελλάδα, ωστόσο, δεν ζήσαμε αυτό ακριβώς. Γιατί επιλέξατε αυτήν τη δεκαετία ως χρόνο δράσης του βιβλίου σας;

Η δεκαετία του ’60 στην Ελλάδα κουβαλούσε πάνω της ακόμα νωπά όλα τα μετεμφυλιακά σημάδια. Σε επίπεδο κοινωνίας, ο Ψυχρός Πόλεμος εξακολουθούσε, τα εργατικά δικαιώματα και η κοινωνική δικαιοσύνη ήταν αιτήματα που δεν είχαν ικανοποιηθεί, οι θεσμοί δεν λειτουργούσαν όπως θα έπρεπε και δυστυχώς το παρακράτος –με την ανοχή του κράτους– μεσουρανούσε. Ήταν η ιδανική εποχή για ένα μυθιστόρημα με θέμα τους εργατικούς αγώνες, την ανικανότητα ή και αδιαφορία του κράτους και τις σκοτεινές διασυνδέσεις που προσπαθούν να αποδιώξουν τις ευθύνες για μία εθνική τραγωδία από αυτούς που πραγματικά φταίνε. Σε ένα επίπεδο βέβαια, θα μπορούσε να έχει και αναφορές στο σήμερα.

Νομίζετε ότι έχουμε ξεπεράσει κομπλεξισμούς και εμμονές του ’60 σήμερα σαν κοινωνία ή κάποια ακόμα μας στοιχειώνουν;

Δυστυχώς, δεν νομίζω ότι έχουμε ξεπεράσει πολλά πράγματα. Πολλοί θεσμοί δεν λειτουργούν όπως θα έπρεπε και αυτό φαίνεται στην απαξίωσή τους από την κοινωνία: τα κόμματα, η αστυνομία, η δικαιοσύνη, ο Τύπος, ακόμα και η εκκλησία. Οι ταξικές διαφορές γίνονται όλο και πιο έντονες λόγω άκρατων νεοφιλελεύθερων πολιτικών, που θυμίζουν τις αρχές του προηγούμενου αιώνα. Ταυτόχρονα, η λέξη «κομμουνιστής» ακούγεται ακόμα και σήμερα από τα χείλη πολιτικών –ακόμα και υπουργών– ως βρισιά, παρά την περιβόητη εθνική συμφιλίωση δύο δεκαετίες πριν. Και έχουμε περιστατικά παρακράτους, όταν δημοσιογράφοι και μάρτυρες σε ποινικές υποθέσεις δολοφονούνται μέρα μεσημέρι. Επομένως, όπως καταλαβαίνετε, δεν είμαι αισιόδοξος.

Έχετε σπουδάσει Νομικές Επιστήμες και ασκείτε τη δικηγορία. Ένα από τα θέματα του βιβλίου σας είναι πώς αντιμετωπίζεται η τραγωδία στο μικρό ορεινό χωριό Βερτίλι θεσμικά από το επίσημο κράτος και τη δικαιοσύνη. Είναι αυτή η παράμετρος μια δική σας τοποθέτηση, ένας σχολιασμός;

Ναι, σε μεγάλο βαθμό και από πολλές διαφορετικές οπτικές γωνίες. Κατ’ αρχάς, ακόμα και σήμερα –πόσο μάλλον τότε– η δικαιοσύνη δεν είναι τυφλή, αλλά εθελοτυφλεί ανάλογα με ποιον έχει απέναντί της. Επίσης, όπως και το βιβλίο δείχνει σε μεγάλο βαθμό, ένα μεγάλο μέρος της διαδικασίας απονομής δικαιοσύνης παίζεται –λανθασμένα– σε επικοινωνιακό επίπεδο. Γνωρίζουμε όλοι τους σταρ ποινικολόγους που προσπαθούν διαρκώς να χειραγωγήσουν την κοινή γνώμη με δημόσιες εμφανίσεις στα κανάλια. Τέλος, υπάρχει πάντα στη δικαιοσύνη ένας ηθικός πυρήνας τον οποίο οι άνθρωποι διαισθάνονται, ακόμα και αν ο νόμος διαφωνεί. Όλοι ξέρουμε ότι το «νόμιμο» δεν είναι πάντα και το «ηθικά σωστό». Ζητούμενό μας λοιπόν σαν κοινωνία είναι να κατορθώσουμε το νόμιμο να είναι και ηθικά σωστό.