Αν. Τάκης: Αναμενόμενα τα χτυπήματα των Βρυξελλών - Free Sunday
Αν. Τάκης: Αναμενόμενα τα χτυπήματα των Βρυξελλών

Αν. Τάκης: Αναμενόμενα τα χτυπήματα των Βρυξελλών

Θα ήθελα να αρχίσουμε τη συζήτησή μας με το νέο περιστατικό τρομοκρατίας στην καρδιά της Ευρώπης, τις βομβιστικές επιθέσεις στις Βρυξέλλες. Κατά την άποψή σας, τι υποδηλώνει το νέο αυτό χτύπημα;

Είναι πραγματικά τρομερά θλιβερό και ανησυχητικό αυτό που συνέβη στις Βρυξέλλες. Μπορεί όμως στ’ αλήθεια να πει κανείς ότι ήταν κάτι το απροσδόκητο; Ο συνδυασμός εθελοτυφλίας για το αύριο και φοβικής αντίδρασης στις σημερινές προκλήσεις φαίνεται να έχει καθηλώσει από καιρό τους ευρωπαϊκούς λαούς και τις ηγεσίες τους σε μια τροχιά κλιμακούμενης αντιπαράθεσης με τον ισλαμικό κόσμο, άρα και με μεγάλες ομάδες του ευρωπαϊκού πληθυσμού. Από τη σκοπιά αυτή τα χτυπήματα των Βρυξελλών αποτελούν μια σοβαρή αλλά αναμενόμενη κλιμάκωση. Αυτή τη φορά δεν στοχοποιείται απλώς μια ευρωπαϊκή μητρόπολη με ιδιαίτερο συμβολικό βάρος, όπως λ.χ. το Παρίσι τον Νοέμβρη που μας πέρασε, ούτε γίνεται μια επίδειξη επιχειρησιακής ετοιμότητας και εμβέλειας των ευρωπαϊκών θυλάκων του Χαλιφάτου. Γιατί, περισσότερο και από την επίθεση στο αεροδρόμιο του Ζάβεντεμ, το βομβιστικό πλήγμα στο μετρό των Βρυξελλών, μερικές εκατοντάδες μέτρα από την πλατεία Σουμάν, την καρδιά των κτιριακών εγκαταστάσεων των οργάνων της Ε.Ε., στόχευε ευθέως την καθημερινότητα της ζωής των ευρωπαϊκών ελίτ και των στελεχών της ευρωπαϊκής γραφειοκρατίας. Μπορεί να πρόκειται για μια προσχεδιασμένη επιλογή στρατηγικού στόχου, μπορεί όμως να πρόκειται απλώς και για μια αυθόρμητη επιλογή των συγκεκριμένων δραστών υπό την πίεση της καταδίωξης και της εκδικητικής τους μανίας. Λίγη σημασία έχει τελικά το τι και πώς ακριβώς έγινε. Αυτό που μετράει είναι ότι τα τυφλά αυτά χτυπήματα εμπεδώνουν με θανάσιμη πειστικότητα την εντύπωση που προσπαθεί να διασπείρει το Χαλιφάτο, ότι η πολιτική Ευρώπη είναι ο εχθρός και θέατρο πολέμου η αυλή της.


Θεωρείτε ότι οι τρομοκρατικές επιθέσεις σε Παρίσι και Βρυξέλλες σχετίζονται, έστω και κατ’ ελάχιστον, με τις προσφυγικές ροές στην Ευρώπη;

Αν το να «σχετίζονται» το εννοείτε επιχειρησιακά, η απάντηση είναι «όχι βέβαια». Ήδη γνωρίζουμε ότι οι δράστες, αν και αραβικής καταγωγής, ανήκαν στη δεύτερη γενιά μεταναστών. Δεν θα άλλαζε όμως κάτι ουσιαστικά ακόμη και αν είχαν μόλις φτάσει εκεί παριστάνοντας τους Σύριους πρόσφυγες. Από συμβολική σκοπιά, όμως, αν τα χτυπήματα ήταν πράγματι προσχεδιασμένα, η επιλογή των στόχων και κυρίως του χρόνου εκδήλωσης των επιθέσεων, την επαύριον της συμφωνίας Τουρκίας-Ε.Ε. για το προσφυγικό, φαίνεται εξαιρετικά επιτυχής: εμφανίζει τη μεν ευρωπαϊκή πολιτική για τη μετανάστευση ως ένα ακόμη πολιτικό όπλο εναντίον των ισλαμικών πληθυσμών, τα δε ίδια τα χτυπήματα ως προϊόν οργισμένης αλλά δίκαιης ανταπόδοσης εκ μέρους των πιστών. Οφείλω πάντως να υπογραμμίσω ότι ακόμη και αν το προσφυγικό και τα τρομοκρατικά χτυπήματα δεν συνδέονται ευθέως, αποτελούν εστιακά σημεία πανηγυρικής εκδήλωσης σοβαρών αποτυχιών της γενικότερης ευρωπαϊκής πολιτικής, που χάρη στη ρητορική της άκρας Αεξιάς έχουν καταχωριστεί ως μείζονες πηγές κινδύνου στο φαντασιακό των ευρωπαϊκών πληθυσμών.


Περνώντας σε αυτό καθαυτό το προσφυγικό ζήτημα, θα ήθελα την εκτίμησή σας για τη συμφωνία που επετεύχθη κατά την τελευταία σύνοδο κορυφής μεταξύ Ε.Ε. και Τουρκίας για το προσφυγικό...

Αυτήν έχω πιο πρόχειρα στον νου μου όταν κάνω λόγο για σοβαρές αποτυχίες της ευρωπαϊκής πολιτικής. Αξιολογώ συνολικά τη σχετική εξέλιξη ως χαρακτηριστική ήττα της πολιτικής Ευρώπης. Η Ε.Ε. για περισσότερο από δέκα χρόνια εθελοτυφλεί και αρνείται να παραδεχτεί ότι η όξυνση των γεωπολιτικών εντάσεων, τις οποίες η ίδια και η Δύση γενικότερα έχει υποδαυλίσει αν όχι προκαλέσει, προκαλεί μετακινήσεις πληθυσμών που δεν χωρούν στο αρχικό στρατηγικό σχέδιό της για τη μετανάστευση: «θα παίρνουμε μόνο όσους χρειαζόμαστε». Ο περιβόητος Κανονισμός του Δουβλίνου της επέτρεπε, πίσω από το πρόσχημα της κοινοτικής νομιμότητας, να παριστάνει ότι τα όποια προβλήματα οφείλονται στην αδυναμία ή απροθυμία των κρατών-μελών της ευρωπαϊκής μεθορίου, όπως η χώρα μας. Το blame game αυτό εξακολουθούσε μέχρι και πριν από μερικές μέρες. Η έκρηξη των προσφυγικών ροών, όμως, γκρέμισε όλα τα προσχήματα. Αποκάλυψε βαθιά ρήγματα στην πολιτική συνοχή της Ευρώπης και ταυτόχρονα μία ιδιαίτερα ανησυχητική ανικανότητα των ευρωπαϊκών οργάνων να επιβάλουν την εφαρμογή των κοινά συμφωνημένων πολιτικών. Έτσι, η αρχική προσπάθεια απάντησης στην κρίση μέσα από μια ορθολογική οπτική ισοκατανομής των προσφυγικού βάρους στο όνομα του ανθρωπισμού και της ευρωπαϊκής αλληλεγγύης κατέληξε στον «πάγο», ενώ ο ενιαίος ευρωπαϊκός χώρος ασφάλειας και δικαιοσύνης θρυμματίστηκε σε περίφρακτες εθνικές οντότητες. Γι’ αυτό και η Ε.Ε., αντί να επιβεβαιώσει την πολιτική της ενότητα και την προσήλωση στις καταστατικές αρχές της, μεταστράφηκε σε μια λύση που θα ικανοποιούσε το μόνο κοινό σημείο στο οποίο οι εθνικοί πληθυσμοί της Ευρώπης φαίνονται προσωρινά να συναντιούνται: να μετατεθεί το πρόβλημα αλλού. Έτσι, αναβίωσε μια παλιά «γαλλική» πρόταση να διενεργείται ο έλεγχος του εισερχόμενου στην Ευρώπη πληθυσμού εκτός ευρωπαϊκών συνόρων. Αφού η Ελλάδα αποδείχθηκε αναξιόπιστη ως προς την ικανότητά της να ανταποκριθεί στις απαιτήσεις του Κανονισμού του Δουβλίνου, τον ρόλο του buffer θα έπρεπε να παίξει κάποιος άλλος, εκτός Ευρώπης, και η Τουρκία, από τη θέση της στη ροή των πληθυσμών και την ειδική σχέση της με την Ε.Ε., ήταν η προφανής στρατηγική επιλογή. Μια επιλογή, ταυτόχρονα, που απαιτεί ισχυρά διπλωματικά ανταλλάγματα, χωρίς να προσφέρει εξίσου ισχυρά εχέγγυα αξιοπιστίας ως προς την επαρκή εφαρμογή των συμπεφωνημένων. Η αίσθηση αποτυχίας είναι συνεπώς πολλαπλή. Η Ευρώπη καταλήγει αγωνιωδώς σε σοβαρές παραχωρήσεις έναντι της Τουρκίας, μόνο και μόνο για να μεταθέσει αλλού ένα δικό της πρόβλημα, που, όπως ανακάλυψε, της είναι αδύνατο να διαχειριστεί πολιτικά. Και το κάνει με τρόπο που δείχνει σε όλους ότι, προκειμένου να αποφύγει να αντιμετωπίσει το υπαρξιακό πρόβλημα της πολιτικής της ενότητας, είναι διατεθειμένη να υιοθετήσει λύσεις που υποσκάπτουν τις πολιτικές και ηθικές αρχές της και να παρακάμψει τις αυταρχικές εξελίξεις στην πολιτική ζωή της Τουρκίας. Η μεγαλύτερη ειρωνεία βρίσκεται ίσως στο ότι όλες αυτές οι «εκπτώσεις» στις ευρωπαϊκές αρχές και συμφέροντα θα είναι πιθανότατα δίχως αποτέλεσμα. Γιατί, με δεδομένη μάλιστα τη ρευστότητα των καταστάσεων, αφενός ούτε η συνέπεια ούτε η αποτελεσματικότητα της τουρκικής πλευράς είναι δεδομένες, αφετέρου οι επιχειρησιακές δυνατότητες των μηχανισμών εφαρμογής της συμφωνίας από την ευρωπαϊκή πλευρά δεν είναι ακόμη αντίστοιχες των απαιτήσεων του εγχειρήματος.


*Η συνέχεια της συνέντευξης θα δημοσιευτεί στο επόμενο φύλλο.