Αναζητώντας αφήγημα - Free Sunday
Αναζητώντας αφήγημα

Αναζητώντας αφήγημα

Στην αναζήτηση νέου αφηγήματος έχει αποδυθεί η κυβέρνηση, μετά την αποτυχία να λάβει «εδώ και τώρα» τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους, τα οποία παραπέμπονται για μετά το τέλος του τρέχοντος προγράμματος προσαρμογής. Έτσι, το τελευταίο διάστημα η κυβέρνηση μοιάζει να υιοθετεί μια διπλή στρατηγική για να πείσει ότι οι υποχωρήσεις της έναντι των απαιτήσεων των δανειστών και τα σκληρά μέτρα λιτότητας που συνεχίζουν να ταλαιπωρούν τους πολίτες άξιζαν τον κόπο.

Το «τέλος των μνημονίων»

Το πρώτο μέρος του αφηγήματος αφορά το τέλος των μνημονίων και της επιτροπείας της χώρας, ρητορική που έχει υιοθετηθεί από την πρώτη στιγμή μετά την ολοκλήρωση του Eurogroup της 15ης Ιουνίου. Το αφήγημα αυτό επανέλαβε ο ίδιος ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας κατά τη διάρκεια ομιλίας του στο συνέδριο του «Economist» (με τον εύγλωττο τίτλο «Η Ευρώπη διαλύεται – Η Ελλάδα ξεμπλέκει»), όπου τόνισε ότι η χώρα αφήνει σταδιακά πίσω της την ύφεση και διαμορφώνει τις συνθήκες για έξοδο από την επιτροπεία, σημειώνοντας ότι η Ελλάδα προετοιμάζεται για την επιστροφή στην κανονικότητα με δικό της οδικό χάρτη και σχέδιο. Ο κ. Τσίπρας τόνισε ότι η χώρα «δεν θα βγει τώρα στις αγορές προστατευμένη σε μια υγειονομική ζώνη για επικοινωνιακούς και μόνο λόγους. Θα βγει με το σπαθί της και με όρους βιώσιμης προοπτικής» και ξεκαθάρισε ότι η Ελλάδα δεν θα αναζητήσει σε έναν χρόνο από σήμερα (οπότε τελειώνει το πρόγραμμα) πιστωτική γραμμή στήριξης με νέες δεσμεύσεις, αλλά θα αποχαιρετήσει οριστικά τα μνημόνια.
Κατά τον κ. Τσίπρα, «ήρθε και το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης για να τερματίσει οριστικά μια περίοδο αβεβαιότητας, δίνοντας περισσότερη σαφήνεια γύρω από τα απαραίτητα μέτρα ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους, για τα οποία πια δεσμεύονται οι εταίροι μας να τα υλοποιήσουν αμέσως μετά τη λήξη του προγράμματος, δηλαδή περίπου σε έναν χρόνο από σήμερα» , ωστόσο ο πρωθυπουργός υποστήριξε ότι «το πιο σημαντικό όμως στο κλείσιμο της αξιολόγησης και την απόφαση του Eurogroup ήταν η ισχυρή δέσμευση των εταίρων μας ότι θα πράξουν ό,τι χρειαστεί προκειμένου η Ελλάδα σε έναν χρόνο από σήμερα να τερματίσει οριστικά τα προγράμματα στήριξης».

Κάλεσμα σε επενδυτές

Το δεύτερο επίπεδο του νέου κυβερνητικού αφηγήματος βρίσκεται σε μια λέξη που μέχρι τώρα αποτελούσε προνομιακό πεδίο για την αξιωματική αντιπολίτευση: τις επενδύσεις. Και πάλι διά στόματος του πρωθυπουργού από το βήμα του «Economist» υπήρξε πρόσκληση προς επενδυτές στην Ελλάδα, με τον κ. Τσίπρα να τονίζει ότι «οι αγορές υποδέχτηκαν πολύ θετικά τη συμφωνία του Ιουνίου και αυτό φάνηκε στα επίπεδα των επιτοκίων των ελληνικών ομολόγων, που βρέθηκαν στα χαμηλότερα επίπεδά τους από το 2009. Πρόσφατα αναβαθμιστήκαμε από τον οίκο αξιολόγησης Moody’s και οι προοπτικές της οικονομίας μας άλλαξαν σε θετικές. Το επενδυτικό ενδιαφέρον γύρω από την Ελλάδα, που είναι έντονο εδώ και αρκετό καιρό, έγινε ακόμη εντονότερο. Πλέον οι επενδυτές έχουν μάθει να “διαβάζουν” και να σταθμίζουν πολιτικά τις αποφάσεις των Eurogroup και άρα είναι έτοιμοι να επανέλθουν δυναμικά στην ελληνική αγορά». Ο πρωθυπουργός είπε, μάλιστα, ότι «από τις επαφές μας γνωρίζουμε ότι το επενδυτικό ενδιαφέρον αποκρυσταλλώνεται πλέον σε συγκεκριμένα αιτήματα, ειδικά στους τομείς όπου διαθέτουμε φυσικά πλεονεκτήματα, όπως η ενέργεια και οι ανανεώσιμες πηγές, οι μεταφορές και το διαμετακομιστικό εμπόριο, η πρωτογενής παραγωγή και η μεταποιητική βιομηχανία, ο τουρισμός και τα ερευνητικά μας κέντρα και το εξειδικευμένο ανθρώπινο κεφάλαιο». Κάλεσε δε «την επενδυτική κοινότητα να έρθει στην Ελλάδα. Οι επενδυτές να αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες που προσφέρει. Να επενδύσουν και να στηρίξουν τη μεγάλη προσπάθειά μας. Τώρα. Και όχι στο μέλλον. Διότι, ξέρετε, αν αναμένουμε διαρκώς το μέλλον, τότε κινδυνεύουμε να χάσουμε το παρόν. Και το παρόν μας, το “εδώ και τώρα”, μας δείχνει ότι η πορεία της χώρας στο εξής θα είναι μόνο ανοδική».

Μπροστά τα δύσκολα

Πάντως, παρά την αισιοδοξία που αποπνέει το νέο αυτό αφήγημα της κυβέρνησης, τα δύσκολα παραμένουν μπροστά, καθώς από το φθινόπωρο αρχίζει η τρίτη αξιολόγηση του προγράμματος, η οποία θα περιλαμβάνει καυτά ζητήματα, όπως αποκρατικοποιήσεις, το υπερταμείο και νέες παρεμβάσεις στην αγορά εργασίας και στον συνδικαλιστικό νόμο. Μάλιστα, δεδομένης της παραμονής του ΔΝΤ –έστω και χωρίς χρηματοδότηση– στο πρόγραμμα, υπάρχουν ανησυχίες μήπως επανέλθουν στο τραπέζι της αξιολόγησης οι ακραίες προτάσεις του Ταμείου για την αγορά εργασίας, προκαλώντας νέο μπλοκάρισμα στη διαπραγμάτευση. Επίσης, στα προαπαιτούμενα των δανειστών περιλαμβάνονται και νέες παρεμβάσεις στις συντάξεις, η ιδιωτικοποίηση του ΑΔΜΗΕ και άλλα δύσκολα μέτρα που η κυβέρνηση θα κληθεί να διαπραγματευτεί όσο το δυνατόν πιο γρήγορα, αν όντως επιδιώκει το «τέλος των μνημονίων» εντός του 2018.

Η απάντηση Μητσοτάκη

Απαντώντας εμμέσως στον πρωθυπουργό, ο πρόεδρος της ΝΔ Κυριάκος Μητσοτάκης, επίσης από το βήμα του συνεδρίου του «Economist», έστειλε το δικό του μήνυμα, υπογραμμίζοντας ότι «προεξοφλώντας την πολιτική αλλαγή που αργά ή γρήγορα θα έρθει, καλώ τον κόσμο της αγοράς από τώρα: ετοιμαστείτε να επενδύσετε στην Ελλάδα. Φέρτε κεφάλαια, δουλειές, τεχνογνωσία στη χώρα μας. Και εγώ θα εγγυηθώ ένα πλαίσιο σταθερότητας, χαμηλότερης φορολογίας, ανόθευτου ανταγωνισμού, λιγότερης γραφειοκρατίας. Είμαστε έτοιμοι να κάνουμε όσα χρειάζεται για να πάρει η οικονομία μας μπροστά. Δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να πετύχουμε». Ο κ. Μητσοτάκης επανέλαβε τους πέντε άξονες του σχεδίου διακυβέρνησης της ΝΔ [«1) Αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στις αγορές με την εφαρμογή της Συμφωνίας Αλήθειας, του δικού μας δηλαδή Εθνικού Σχεδίου για την οριστική έξοδο από την κρίση. 2) Βελτίωση της ρευστότητας της οικονομίας, μέσω δράσεων για την επιστροφή καταθέσεων, τη διαχείριση των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων και την άρση των κεφαλαιακών ελέγχων. 3) Εμπροσθοβαρής εφαρμογή διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων στην κατεύθυνση της αύξησης της εξωστρέφειας και των επενδύσεων. 4) Αλλαγή του μείγματος της δημοσιονομικής πολιτικής, με μείωση φόρων και δαπανών και αποτελεσματικότερο Κράτος, με ταυτόχρονη διεκδίκηση τη μείωση των στόχων για πρωτογενή πλεονάσματα από τώρα, όχι από το 2023. 5) Αποσαφήνιση των παρεμβάσεων μείωσης του δημοσίου χρέους, ώστε να εξασφαλίζεται η βιωσιμότητά του με μεσοπρόθεσμα πρωτογενή πλεονάσματα στο 2% του ΑΕΠ, όχι στο 3,5% του ΑΕΠ, που έχει αποδεχθεί η σημερινή κυβέρνηση»] και κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι δέσμευσε τη χώρα «για 43 χρόνια λιτότητας, που προστίθενται στην τεράστια προσπάθεια προσαρμογής που κάνει η χώρα από την αρχή της τρέχουσας δεκαετίας».