Συνθήκη της Λωζάννης: Όλα όσα θέλατε να μάθετε αλλά διστάζατε να ρωτήσετε - Free Sunday
Συνθήκη της Λωζάννης: Όλα όσα θέλατε να μάθετε αλλά διστάζατε να ρωτήσετε

Συνθήκη της Λωζάννης: Όλα όσα θέλατε να μάθετε αλλά διστάζατε να ρωτήσετε

 

Μπορεί η επίσκεψη του Τούρκου Προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στην Αθήνα να άγγιξε τα όρια της διπλωματικής απρέπειας, καθώς από την πρώτη στιγμή που πάτησε το πόδι του στην Ελλάδα επιχείρησε να ανοίξει ολόκληρη τη βεντάλια των διεκδικήσεων της Άγκυρας, ωστόσο στο επίκεντρο των προκλητικών δηλώσεών του βρέθηκε για άλλη μια φορά η Συνθήκη της Λωζάννης, την οποία ο Τούρκος ηγέτης αμφισβητεί έντονα το τελευταίο διάστημα, επιδιώκοντας την ανατροπή της.

Τόσο ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος, σε επίπεδο ανάλυσης του διεθνούς δικαίου, όσο και ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας, σε επίπεδο πολιτικής (αλλά και ο πρόεδρος της ΝΔ Κυριάκος Μητσοτάκης), ανέτρεψαν τις παράλογες αξιώσεις του Ερντογάν, ενώ και τα μηνύματα από το εξωτερικό ήταν σαφή υπέρ των ελληνικών θέσεων. Ωστόσο, θεωρείται δεδομένο ότι ο Τούρκος Πρόεδρος θα επανέλθει, ζητώντας εκ νέου παρεμβάσεις στη Συνθήκη της Λωζάννης, καθώς επιχειρεί να υλοποιήσει το «όραμά» του για την Τουρκία.

Στο πλαίσιο αυτό, θα είχε ενδιαφέρον να θυμηθούμε όλοι τι είναι και τι προβλέπει η κρίσιμη αυτή Συνθήκη και γιατί ο Ερντογάν επιδιώκει τόσο έντονα την ανατροπή της.

Συνθήκη ήττας για την Ελλάδα

Κατ’ αρχάς πρέπει να αναφερθεί ότι η Συνθήκη της Λωζάννης, η οποία επί της ουσίας αντικατέστησε την προηγούμενη Συνθήκη των Σεβρών, αποτέλεσε μια συνθήκη ήττας για την Ελλάδα, καθώς ήρθε μετά τη μικρασιατική εκστρατεία και καταστροφή. Υπεγράφη στη Λωζάννη της Ελβετίας στις 24 Ιουλίου του 1923, από την Ελλάδα, την Τουρκία και τις χώρες που συμμετείχαν στον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο και είχαν συνυπογράψει και τη Συνθήκη των Σεβρών (Βρετανία, Γαλλία, Ιταλία, Ιαπωνία, Ρουμανία, Βασίλειο της Σερβίας-Κροατίας-Σλοβενίας), καθώς και την ΕΣΣΔ.
Οι διαπραγματεύσεις για τους όρους και τις προβλέψεις της Συνθήκης άρχισαν στις 7 Νοεμβρίου του 1922 και διήρκεσαν σχεδόν επτάμισι μήνες, εν μέσω έντονων αντιπαραθέσεων, καθώς η νέα κυβέρνηση της Τουρκίας υπό τον Μουσταφά Κεμάλ (η οποία είχε αντικαταστήσει τον Σουλτάνο) είχε απορρίψει τη Συνθήκη των Σεβρών. Οι διαβουλεύσεις άρχισαν στις 20 Οκτωβρίου 1922, για να διακοπούν μετά από έντονες διαμάχες στις 4 Φεβρουαρίου 1923 και να ξαναρχίσουν στις 23 Απριλίου του ίδιου έτους, ενώ, όπως προαναφέρθηκε, το τελικό κείμενο υπογράφηκε στις 24 Ιουλίου του 1923.

Τα όρια της «νέας» Τουρκίας

Στην ουσία, η Συνθήκη της Λωζάννης καθόρισε τα σύνορα της κεμαλικής Τουρκίας, καθώς η χώρα ανέκτησε την Ανατολική Θράκη, τα νησιά του Αιγαίου Ίμβρο και Τένεδο (στα οποία θα ίσχυε ειδικό καθεστώς, με τη Συνθήκη να υπογραμμίζει ότι «θα απολαύωσιν ειδικής διοικητικής οργανώσεως, αποτελούμενης εκ τοπικών στοιχείων και παρεχούσης πάσαν εγγύησιν εις τον μη μουσουλμανικόν ιθαγενή πληθυσμόν δι’ ό,τι αφορά εις την τοπικήν διοίκησιν και την προστασίαν των προσώπων και των περιουσιών»), μια λωρίδα γης κατά μήκος των συνόρων με τη Συρία, την περιοχή της Σμύρνης, όπως επίσης και τη Διεθνοποιημένη Ζώνη των Στενών του Ελλησπόντου (για τα οποία αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι «τα Υψηλά Συμβαλλόμενα Μέρη αναγνωρίζουσι και διακηρύττουσι την αρχήν της ελευθερίας διελεύσεως και πλου, διά θαλάσσης ή διά του αέρος, εv καιρώ ειρήνης ως και εν καιρώ πολέμου, εντός των στενών του Ελλησπόντου, της Προποντίδος και του Βοσπόρου»), η οποία όμως θα έμενε αποστρατικοποιημένη και αντικείμενο νέας διεθνούς διάσκεψης.
Παράλληλα, η Τουρκία παραχώρησε τα Δωδεκάνησα στην Ιταλία, όπως προέβλεπε και η Συνθήκη των Σεβρών, αλλά χωρίς πρόβλεψη για δυνατότητα αυτοδιάθεσης. Επίσης, ανέκτησε πλήρη κυριαρχικά δικαιώματα σε όλη της την επικράτεια και απέκτησε δικαιώματα στρατιωτικών εγκαταστάσεων σε όλη την επικράτειά της εκτός της ζώνης των Στενών.

Τέλος, η Τουρκία παραιτήθηκε απ’ όλες τις διεκδικήσεις για τις παλιές περιοχές της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας εκτός των συνόρων που όριζε η Συνθήκη και εγγυήθηκε τα δικαιώματα των μειονοτήτων στην Τουρκία. Με ξεχωριστή συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας αποφασίστηκε η υποχρεωτική ανταλλαγή πληθυσμών από τις δύο χώρες και η αποστρατικοποίηση κάποιων νησιών του Αιγαίου(Λέσβος, Σάμος, Χίος και Ικαρία). Επίσης, η Τουρκία απεμπόλησε πλήρως τα κυριαρχικά της δικαιώματα επί της Κύπρου, η οποία πέρασε στην –τότε– Βρετανική Αυτοκρατορία.

Μετακινήσεις πληθυσμών

Στο πλαίσιο της ανταλλαγής μειονοτήτων, μετακινήθηκαν από τη Μικρά Ασία και την Ανατολική Θράκη στην Ελλάδα 1.650.000 Τούρκοι υπήκοοι (κάποιοι ιστορικοί ανεβάζουν τον αριθμό στα περίπου 2.000.000) χριστιανικού θρησκεύματος και από την Ελλάδα στην Τουρκία 670.000 Έλληνες υπήκοοι μουσουλμανικού θρησκεύματος. Η θρησκεία και όχι η εθνικότητα αποτέλεσε το βασικό κριτήριο για την ανταλλαγή, καθώς σύμφωνα με το άρθρο 2β της Συνθήκης χρησιμοποιήθηκε ο όρος Μουσουλμάνοι και όχι Τούρκοι, δεδομένου ότι στην Οθωμανική Αυτοκρατορία η θρησκεία είχε μεγαλύτερη βαρύτητα από την εθνικότητα και, παράλληλα, η Τουρκία επιδίωξε όλοι οι μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης να παραμείνουν.

Τελικά, από την ανταλλαγή πληθυσμών εξαιρέθηκαν οι Έλληνες κάτοικοι της νομαρχίας της Κωνσταντινούπολης (οι 125.000 μόνιμοι κάτοικοι της Κωνσταντινούπολης, των Πριγκιποννήσων και των περιχώρων, οι οποίοι ήταν εγκατεστημένοι πριν από τις 30 Οκτωβρίου του 1918) και οι κάτοικοι της Ίμβρου και της Τενέδου (6.000 κάτοικοι), ενώ στην Ελλάδα παρέμειναν περίπου 110.000 μουσουλμάνοι της Δυτικής Θράκης.
Όπως προαναφέρθηκε, η Συνθήκη της Λωζάννης ήρθε μετά την ήττα στη μικρασιατική εκστρατεία και, ως εκ τούτου, η Ελλάδα υποχρεώθηκε να πληρώσει σε είδος πολεμικές επανορθώσεις. Η αποπληρωμή έγινε με επέκταση των τουρκικών εδαφών της Ανατολικής Θράκης πέρα από τα όρια της συμφωνίας, ενώ πρέπει να σημειωθεί ότι ο Οικουμενικός Πατριάρχης έχασε την ιδιότητα του Εθνάρχη και το Πατριαρχείο τέθηκε υπό ειδικό διεθνές νομικό καθεστώς.