Συνεχίζεται η προσέγγιση Ευρωπαίων Σοσιαλιστών και ΣΥΡΙΖΑ - Free Sunday
Συνεχίζεται η προσέγγιση Ευρωπαίων Σοσιαλιστών και ΣΥΡΙΖΑ

Συνεχίζεται η προσέγγιση Ευρωπαίων Σοσιαλιστών και ΣΥΡΙΖΑ

Όλα δείχνουν ότι οι σχέσεις των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών με τον ΣΥΡΙΖΑ και τον κ. Τσίπρα προσωπικά αναπτύσσονται με εντυπωσιακό τρόπο. Ο υπουργός Άμυνας κ. Καμμένος συμβάλλει, άθελά του, σε αυτή την προσέγγιση πιέζοντας τον πρωθυπουργό για την απομάκρυνση του κ. Μουζάλα από την κυβέρνηση και αναλαμβάνοντας το σχετικό πολιτικό ρίσκο.

Συμμαχία κατά της λιτότητας
Η επίσημη θέση των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών σε ό,τι αφορά τις επαφές και τη συνεργασία με τον κ. Τσίπρα είναι ότι επιδιώκουν τη δημιουργία μιας ευρύτερης πολιτικής συμμαχίας που θα αμφισβητήσει τη λιτότητα, η οποία, κατά την άποψή τους, εφαρμόζεται με πρωτοβουλία του ΕΛΚ και κυρίως των Χριστιανοδημοκρατών της Γερμανίας.
Η περιγραφή αυτή δεν ανταποκρίνεται πλήρως στην πραγματικότητα, η οποία είναι πολύ πιο σύνθετη. Κατ’ αρχάς, η λιτότητα την οποία επικαλούνται δεν είναι τόσο αυστηρή και, κυρίως, δεν εφαρμόζεται με τον ίδιο τρόπο σε όλες τις χώρες. Στη Γαλλία οι Σοσιαλιστές συνεχίζουν την κακή δημοσιονομική παράδοση της κεντροδεξιάς και αδυνατούν να περιορίσουν το δημοσιονομικό έλλειμμα στο 3% του ΑΕΠ. Το έλλειμμα κινείται γύρω στο 4% του ΑΕΠ και η Γαλλία αξιοποιεί το μεγάλο ειδικό βάρος της στην Ευρωζώνη για να παίρνει τη μία αναβολή, σε ό,τι αφορά τη μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος, μετά την άλλη. Το πρόβλημα της Γαλλίας, αλλά και της Ιταλίας, που έχει κεντροαριστερή κυβέρνηση, δεν είναι η λιτότητα που «σκοτώνει την οικονομία» αλλά το ροκάνισμα της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και η αδυναμία προώθησης των αναγκαίων διαρθρωτικών αλλαγών. Στη Γερμανία, όπου έγιναν οι αναγκαίες προσαρμογές ξεκινώντας με το πρόγραμμα Ατζέντα 2010 που υιοθέτησε το 2003 ο σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος κ. Σρέντερ, οι καλές επιδόσεις οδηγούν σε ενίσχυση των δικαιωμάτων των εργαζομένων και σε αύξηση του πραγματικού τους εισοδήματος. Επομένως η λιτότητα δεν έχει τόσο σχέση με ιδεολογικούς προσανατολισμούς όσο με τη δυνατότητα αποτελεσματικής διαχείρισης της οικονομίας.
Επιπλέον, είναι τέτοιοι οι κανόνες λειτουργίας της Ευρωζώνης, οι οποίοι έχουν αποφασιστεί από κεντροδεξιές και κεντροαριστερές κυβερνήσεις, ώστε η υιοθέτηση μιας χαλαρής οικονομικής πολιτικής οδηγεί αναγκαστικά σε σκληρότερη λιτότητα. Κι αυτό γιατί μόλις διαπιστωθεί ότι μια κυβέρνηση απομακρύνεται από την υπεύθυνη διαχείριση και αρχίζει να αναλαμβάνει, για πολιτικούς λόγους, μεγαλύτερο οικονομικό ρίσκο, ανεβαίνουν τα επιτόκια δανεισμού του Δημοσίου, με αποτέλεσμα να κοστίζει περισσότερο η διαχείριση του δημόσιου χρέους στον κρατικό προϋπολογισμό και να περιορίζονται αναγκαστικά τα κονδύλια για αυξήσεις μισθών, προσλήψεις και ενίσχυση του κράτους πρόνοιας. Θεωρητικά, λοιπόν, οι Ευρωπαίοι Σοσιαλιστές επιδιώκουν τη συνεννόηση με τον ΣΥΡΙΖΑ στο όνομα της μάχης κατά της λιτότητας, την οποία σκόπιμα αποδίδουν στην κεντροδεξιά, στην πραγματικότητα όμως οι πολιτικοί υπολογισμοί είναι πιο σύνθετοι.

Πολιτικοί υπολογισμοί
Υπάρχει πάντα ένας σκληρός ανταγωνισμός μεταξύ της ευρωπαϊκής κεντροαριστεράς και της ευρωπαϊκής κεντροδεξιάς για την εξασφάλιση της πολιτικής ηγεμονίας. Τους τελευταίους μήνες η κεντροαριστερά έχει υποστεί σημαντικές εκλογικές ήττες, από το Ηνωμένο Βασίλειο μέχρι την Πολωνία, οι οποίες όμως δεν ενίσχυσαν τα κεντροδεξιά κόμματα που συμμετέχουν στο ΕΛΚ αλλά συντηρητικές πολιτικές δυνάμεις που κινούνται στα δεξιά του. Αναπόφευκτα, οι Ευρωπαίοι Σοσιαλιστές προσπαθούν να καλύψουν το χαμένο πολιτικό και εκλογικό έδαφος με τους κατάλληλους ελιγμούς.
Στην Πορτογαλία οι Σοσιαλιστές ήρθαν δεύτεροι στις εκλογές με ένα ποσοστό της τάξης του 32%, ενώ την πρώτη θέση κατέλαβε η κεντροδεξιά με 38%. Κατάφεραν όμως να σχηματίσουν κυβέρνηση με την υποστήριξη του Μπλόκου της Αριστεράς –ένα κόμμα της ριζοσπαστικής Αριστεράς με κοινά χαρακτηριστικά με τον ΣΥΡΙΖΑ, που πήρε 10% στις εκλογές– και του πορτογαλικού Κ.Κ. Οι Σοσιαλιστές δέχτηκαν να εφαρμόσουν οικονομικά μέτρα που εκφράζουν την πορτογαλική Αριστερά με αντάλλαγμα να στηρίζουν αλλά όχι να συμμετέχουν τα αριστερά κόμματα στην κυβέρνηση.
Ανάλογοι πολιτικοί ελιγμοί βρίσκονται σε εξέλιξη στην Ισπανία, όπου οι Σοσιαλιστές ήρθαν δεύτεροι, επιτυγχάνοντας τη χειρότερη εκλογική επίδοσή τους, με ένα ποσοστό της τάξης του 22%. Πρώτο ήρθε το κεντροδεξιό Λαϊκό Κόμμα του Μαριάνο Ραχόι με 28%, ενώ τρίτο κόμμα αναδείχθηκαν οι Podemos με 20%. Ενθαρρυμένοι από το πορτογαλικό προηγούμενο, οι Ισπανοί Σοσιαλιστές προσπαθούν να σχηματίσουν κυβέρνηση απομονώνοντας το Λαϊκό Κόμμα. Πρόκειται για μία εξαιρετικά δύσκολη αποστολή, εφόσον το Podemos έχει μεγαλύτερες απαιτήσεις σε ό,τι αφορά τη σύνθεση της κυβέρνησης και την πολιτική της απ’ ό,τι η πορτογαλική Αριστερά και υπάρχει και το ζήτημα της απόσχισης της Καταλονίας, όπου το Podemos δέχεται ένα δημοψήφισμα που πιθανότατα θα οδηγήσει στην απόσχιση, ενώ οι Σοσιαλιστές τάσσονται, όπως και το Λαϊκό Κόμμα, υπέρ της ενότητας της Ισπανίας.
Σε αυτό το σκηνικό ο ΣΥΡΙΖΑ αποκτά μεγαλύτερη πολιτική αξία για τους Ευρωπαίους Σοσιαλιστές, οι οποίοι στο ξεκίνημα του 2015 τον κατήγγειλαν για τη συνεργασία χωρίς αρχές με τους δεξιούς λαϊκιστές των ΑΝΕΛ και στα μέσα του 2015 ανέδειξαν με τις παρεμβάσεις τους την ανευθυνότητα του κ. Τσίπρα και του κ. Βαρουφάκη. Από τότε πολλά έχουν αλλάξει και αυτό φαίνεται στις τοποθετήσεις του προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κ. Σουλτς, ο οποίος προέρχεται από το Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας, και του επικεφαλής της σοσιαλιστικής ομάδας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κ. Πιτέλα, ο οποίος προέρχεται από το Δημοκρατικό Κόμμα του κ. Ρέντσι. Τελευταία δείχνουν απεριόριστη κατανόηση στις επιλογές της κυβέρνησης Τσίπρα και φέρνουν σε εξαιρετικά δύσκολη θέση τους εκπροσώπους του ΠΑΣΟΚ και του Ποταμιού, οι οποίοι, αν και ανήκουν στη σοσιαλιστική ομάδα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, παρακολουθούν ανήσυχοι τους συναγωνιστές τους να διευκολύνουν με κάθε τρόπο τον κ. Τσίπρα.
Μέχρι και ο σοσιαλιστής Πρόεδρος της Γαλλίας κ. Ολάντ έχει μετατρέψει τον κ. Τσίπρα σε προνομιακό συνομιλητή του, σε μια προσπάθεια να δεσμεύσει την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, να εξασφαλίσει πολιτικές συμμαχίες που θα ενισχύσουν κάπως τη θέση της Γαλλίας έναντι της Γερμανίας και να απευθυνθεί στο αριστερό ακροατήριο του Σοσιαλιστικού Κόμματος, το οποίο φαίνεται να κρατάει ολοένα μεγαλύτερες πολιτικές αποστάσεις από τις επιλογές του Προέδρου και της σοσιαλιστικής κυβέρνησης.

Χρήσιμη αντιπαράθεση
Σε αυτό το πολιτικό πλαίσιο, η αντιπαράθεση του κ. Καμμένου με τον κ. Τσίπρα για την παραμονή του κ. Μουζάλα στην κυβέρνηση αποδεικνύεται εξαιρετικά χρήσιμη στους Ευρωπαίους Σοσιαλιστές. Επιβεβαιώνεται στην αντίληψή τους ότι δεν έχει πολιτική λογική η συνεργασία ενός κόμματος της ριζοσπαστικής Αριστεράς με δεξιούς εθνικιστές και λαϊκιστές και τους δίνεται η ευκαιρία να επαναλάβουν την πρότασή τους για ένα κεντροαριστερό άνοιγμα του ΣΥΡΙΖΑ που θα οδηγήσει στην αλλαγή της σύνθεσης του κυβερνητικού συνασπισμού, με την αντικατάσταση των ΑΝΕΛ από το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι.
Εάν κρίνουμε από τις δηλώσεις της κ. Γεννηματά για το θέμα Μουζάλα, η ηγεσία του ΠΑΣΟΚ είναι πρόθυμη να κινηθεί προς αυτή την κατεύθυνση, ενώ πιο συγκρατημένη είναι η ηγεσία του Ποταμιού. Έχουν δημιουργηθεί οι προϋποθέσεις για το κεντροαριστερό άνοιγμα του ΣΥΡΙΖΑ σε διεθνές επίπεδο, ταυτόχρονα όμως έχουν μεγαλώσει οι δυσκολίες στο εσωτερικό.
Δεν είναι βέβαιο ότι η κυβέρνηση Τσίπρα μπορεί να αντέξει το σοκ ενός κεντροαριστερού ανοίγματος που θα απογοητεύσει διάφορους αντιμνημονιακούς και λαϊκιστές που εξακολουθούν να υποστηρίζουν τον ΣΥΡΙΖΑ. Η δημοσκοπική πτώση του ΣΥΡΙΖΑ και του κ. Τσίπρα προσωπικά έχει πάρει μεγάλες διαστάσεις και ανεβάζει το πολιτικό ρίσκο τέτοιων χειρισμών. Τέλος, είναι σχεδόν βέβαιο ότι αν ανταποκριθούν το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι σε ενδεχόμενο κεντροαριστερό άνοιγμα του ΣΥΡΙΖΑ, θα οδηγηθούν σε διάσπαση, καθώς ένα σημαντικό τμήμα από τα στελέχη και τους υποστηρικτές τους έχει κάψει τις πολιτικές γέφυρες με τον ΣΥΡΙΖΑ.
Σε γενικές γραμμές, ο κ. Τσίπρας προετοιμάζει σε ευρωπαϊκό επίπεδο το κεντροαριστερό άνοιγμα του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά δεν είναι βέβαιο ότι μπορεί να εξασφαλίσει τις προϋποθέσεις για την πραγματοποίησή του στο εσωτερικό.