Η πολιτική μοναξιά του Αλέξη Τσίπρα - Free Sunday
Η πολιτική μοναξιά του Αλέξη Τσίπρα

Η πολιτική μοναξιά του Αλέξη Τσίπρα

Το Πάσχα του 2016 ήταν ένα μοναχικό Πάσχα για τον Αλέξη Τσίπρα. Ενώ όλο το πολιτικό τοπίο θύμιζε έντονα «2015», τίποτε δεν ήταν ίδιο σε ό,τι αφορούσε τις δικές του επιλογές – πολιτικές και προσωπικές.

Όπως ξέρουμε, το βασικό πρόβλημά του το 2015 ήταν η δυσανεξία των βουλευτών του στα μνημόνια, εξαιτίας της οποίας:

  • Δεν πέρασε από τη Βουλή η επέκταση του προηγούμενου μνημονίου, από το τέλος Φεβρουαρίου του 2015 στο τέλος Ιουνίου, με ό,τι συνέβη μετά να είναι πλέον ιστορία.
  • Χρειάστηκε τη στήριξη της αντιπολίτευσης για να περάσει τον Αύγουστο το δικό του μνημόνιο.
  • Έκανε εκλογές τον Σεπτέμβριο, για να ανακτήσει με νέο αίμα την πλειοψηφία που είχε χάσει.

Όμως τώρα γι’ αυτό το κόμμα ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γ. Δραγασάκης πολύ πρόσφατα είπε ότι «αν αναγκαστούμε να πάμε σε μέτρα, θα έχουμε πολιτικό πρόβλημα».

Το εύλογο συμπέρασμα είναι ότι ανάμεσα στην ηγεσία του κόμματος και στους βουλευτές που τη στηρίζουν υπάρχει ένα χάσμα ηθικού και πολιτικού χαρακτήρα, το οποίο από τον Ιανουάριο του 2015 διευρύνεται διαρκώς.

Ενδεικτική του χάσματος είναι η στάση των βουλευτών στα σε βάρος τους επεισόδια. Σχεδόν ποτέ δεν υπεραμύνονται των κυβερνητικών επιλογών αλλά προσπαθούν να ενοχοποιήσουν όσους δημιουργούν τα επεισόδια ως «χρυσαυγίτες», μόνους ή σε συνεργασία με Νεοδημοκράτες, ενώ παράλληλα αποδέχονται ότι μέρος τουλάχιστον των αιτημάτων όσων τους αποδοκίμασαν είναι δίκαια.

«Να μην ξεχνάς ποιος είναι απέναντι» είπε σε κάποιον που τον αποδοκίμαζε βουλευτής που προσπαθεί ανεπιτυχώς μέχρι στιγμής να προσέξει η ηγεσία τη χρησιμότητά του.

«Κι εμένα τι με κόφτει ποιος είναι απέναντι; Δηλαδή πρέπει να τα ψηφίσω εγώ όλα αυτά, γιατί αλλιώς θα πέσουμε και θα έρθει να τα κάνει ο Μητσοτάκης; Τι διαφορά έχει;» σχολίαζε σε φίλους του βουλευτής από αυτούς που δηλώνουν εκτεθειμένοι από την κυβερνητική πολιτική και επηρεάζονται από τις αποδοκιμασίες.

Όπως σχολιάζει άνθρωπος που γνωρίζει την ανθρωπογεωγραφία του ΣΥΡΙΖΑ, «στο κλιμάκιο που αποδοκιμάστηκε στην αγορά της Θεσσαλονίκης ήταν μόλις δύο βουλευτές από τους οκτώ της περιφέρειας, ο γραμματέας της οργάνωσης –μετεγγραφή από το παλιό ΚΚΕ Εσωτερικού και τον πρώιμο ΣΥΝ, διότι δεν βρισκόταν άλλος– και ένα-δυο στελέχη ακόμη». Όπως εξηγεί, κάποιοι από τους άλλους βουλευτές δεν συμμετείχαν διότι επικαλέστηκαν «υπουργικά καθήκοντα» και κάποιοι απλώς το απέφυγαν διότι φοβόντουσαν τις αποδοκιμασίες και προτίμησαν να μην εκτεθούν, διότι «άλλωστε πολιτικά υπάρχει και η επόμενη μέρα».

Οι μέτοχοι της επόμενης μέρας


Στις εκλογές του 2015 ο ΣΥΡΙΖΑ είχε δύο οργανωμένα κομμάτια. Από τη μια τους παλιούς δικούς του, της εποχής του 3%, και από την άλλη τις οργανωμένες δυνάμεις των εργαζομένων στις ΔΕΚΟ, που τρόμαζαν μπροστά στο ενδεχόμενο «λιγότερου κράτους».

Από αυτούς, οι μεν πρώτοι έγιναν βουλευτές ή υπάλληλοι βουλευτών με απόσπαση ή έφυγαν για τη ΛΑΕ, οι δε δεύτεροι τρόμαξαν από την ιδεολογική στροφή στο θέμα «λιμάνι Πειραιά» ή «ΤΡΑΙΝΟΣΕ» και πονηρεμένοι από το πασοκικό παρελθόν τους δεν πιστεύουν ότι «ο Πιτσιώρλας κάνει τις αποκρατικοποιήσεις».

Τώρα μένουν μακριά, όπως, για παράδειγμα, ο πρόεδρος των εργαζομένων στην Εταιρεία Ύδρευσης Θεσσαλονίκης, που απέφυγε να ξαναείναι υποψήφιος βουλευτής τον Σεπτέμβριο, γιατί, όπως λέει, «έβλεπε πού πήγαινε η κατάσταση», εννοώντας ότι ήταν βέβαιος για την ιδιωτικοποίηση που ερχόταν. Χαρακτηριστικό είναι ότι σε αυτή την εταιρεία επικεφαλής παραμένει ο πρόεδρος που ορίστηκε από την κυβέρνηση Παπανδρέου, που δεν θα παραιτηθεί αν γίνει ιδιωτικοποίηση, όπως είπαν ότι θα έκαναν όσοι βολιδοσκοπήθηκαν επί ΣΥΡΙΖΑ.

Στα κομματικά γραφεία κυκλοφορεί η ιστορία για κάποιον που άφησε το κόμμα, όπου ήταν μετακλητός, και προτίμησε να ψάξει δουλειά σε τουριστικό νησί, γιατί στον ΣΥΡΙΖΑ δεν τον ήθελαν ως υπάλληλο επειδή δεν ήταν δικός τους. Δηλαδή «δικός μας από παλιά», διευκρινίζουν αυτοί που ξέρουν.

Το θέμα του Αλέξη Τσίπρα δεν είναι πλέον αν «το κόμμα τον τραβάει απ’ το μανίκι» ή αν αυτός μπορεί να το τραβήξει σε σοσιαλδημοκρατικές κατευθύνσεις, όπως Ευρωπαίοι συνομιλητές του του υποδείκνυαν να κάνει μετά το δικό του μνημόνιο. Ο ίδιος δεν δείχνει να θέλει ή έστω να πιστεύει ότι μπορεί, διότι, αν το πίστευε, δεν θα περιοριζόταν να εμφανίζεται ως φτωχός συγγενής στις οικογενειακές φωτογραφίες των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών, για να μη συγχύσει την Αριστερά του.

Οι βουλευτές του δεν δείχνουν να του έχουν εμπιστοσύνη. Σχεδόν κανένας στα τηλεοπτικά παράθυρα ή στα άρθρα δεν τον επικαλείται προσωπικά και ενώ σχεδόν όλοι θεωρούν αναγκαστικές επιλογές τις πολιτικές που εφαρμόζει, ελάχιστοι τις αποδέχονται ως πολιτικά ορθές. Κομματικός μηχανισμός πλην των αποσπασμένων υπαλλήλων δεν υπάρχει. Η υποταγή του κράτους διευκολύνει μεν, αλλά δεν παράγει ακόμη και δεν θα παράγει ποτέ πολιτικά μηχανάκια, όσο οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι σε πίεση. Διατεθειμένοι να εκτεθούν, έστω και με προσδοκία ανταμοιβής, δεν έχουν μείνει πολλοί πλέον. Ο πολεμικός ΣΥΡΙΖΑ, που κυβερνά με το όπλο παρά πόδα από τον Ιανουάριο του 2015, έχει μεν καταφέρει να επιβιώσει εν μέσω πολιτικών καταιγίδων, αλλά οι «πολεμιστές» έχουν κουραστεί, τόσο γιατί δεν πιστεύουν αυτή την πολιτική όσο και γιατί οι αντοχές τους εξαντλούνται ηλικιακά.

«Τι μένει;» αναρωτιόταν φίλος του κόμματος χωρίς αξίωμα που πληρώνεται από το δημόσιο ταμείο, για να προσθέσει ότι το κόμμα πρέπει να πει πότε έκανε λάθος: «είτε όταν λέγαμε όσα λέγαμε είτε τώρα, που κάνουμε τα αντίθετα». Αλλά όσο αυτό δεν γίνεται γιατί είναι επώδυνο, τόσο πιο επώδυνο θα είναι όταν γίνει. «Αν νομίζουμε ότι όσα κάνουμε είναι λάθος, υπάρχει και ο δρόμος που άνοιξε η ΛΑΕ» έλεγε το ίδιο στέλεχος, σημειώνοντας παράλληλα ότι «η Δούρου τα έχει καταφέρει και δεν έχει διαρροές στην περιφέρεια».

Ως περιφερειάρχης, η Δούρου μέχρι τις 31 Αυγούστου 2019 δεν μπορεί να είναι βουλευτής, ενώ μπορεί να είναι αρχηγός και πρωθυπουργός. Το ισχυρίστηκε και ο Τζιτζικώστας, αλλά δεν πέρασε, λένε κάποιοι κομματικοί, οι οποίοι τουλάχιστον προς το παρόν δεν επικαλούνται τη ρήση Μακμίλαν, σύμφωνα με τον οποίο «όταν φτάνεις στην κορυφή, καταλαβαίνεις ότι είσαι μόνος».

Μόνος αλλά με μια συμφωνία για την αξιολόγηση η οποία πρέπει να ψηφιστεί. Η απάντηση στην πολιτική αβεβαιότητα απαιτεί υποχρεωτικά καθαρές λύσεις στο εσωτερικό του κυβερνώντος κόμματος, αν θέλει να κυβερνά. Μπορεί να μη θέλει, αλλά πρωθυπουργός αλά καρτ δεν μπορεί να είναι!