Συμφωνία ελληνικής σταθεροποίησης στο ευρωπαϊκό παρά πέντε - Free Sunday
Συμφωνία ελληνικής σταθεροποίησης στο ευρωπαϊκό παρά πέντε

Συμφωνία ελληνικής σταθεροποίησης στο ευρωπαϊκό παρά πέντε

Η συμφωνία μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και των Ευρωπαίων εταίρων, η οποία είναι πιθανό να επισημοποιηθεί στο Eurogroup της 24ης Μαΐου, επιτεύχθηκε λίγο πριν εξαντληθούν τα ελληνικά αλλά και τα ευρωπαϊκά χρονικά περιθώρια.

Δαπανηρή καθυστέρηση

Με βάση τον αρχικό προγραμματισμό, η πρώτη θετική αξιολόγηση του τρίτου προγράμματος-μνημονίου έπρεπε να είχε επιτευχθεί τον Νοέμβριο του 2015. Με ευθύνη της κυβέρνησης καθυστερήσαμε έξι μήνες, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί κλίμα οικονομικής αβεβαιότητας, να μεγαλώσουν τα προβλήματα για τον ιδιωτικό τομέα και κυρίως τις μικρομεσαίες και τις πολύ μικρές επιχειρήσεις και να ανέβει ο οικονομικός και κοινωνικός λογαριασμός του συμβιβασμού.

Η ελληνική πλευρά δεν φαίνεται ικανή να διδαχτεί από τα λάθη της, εφόσον πάντα παίζουμε, για πολιτικούς λόγους, το παιχνίδι των καθυστερήσεων και πάντα καταφέρνουμε να ανεβάσουμε το κόστος της αναγκαίας προσαρμογής, περιορίζοντας την αποτελεσματικότητά της. Λίγο ακόμα και θα μπαίναμε σε πορεία επανάληψης της κρίσης του 2015, σε διαφορετικές συνθήκες, εφόσον δεν θα ήμασταν σε θέση να εκπληρώσουμε τις υποχρεώσεις μας προς τους πιστωτές μας, τον Ιούλιο. Εκτός όμως από τα χρονικά περιθώρια που εξαντλούνται στην Ελλάδα, υπάρχουν και εντυπωσιακές εξελίξεις στην Ε.Ε. που θα μπορούσαν να αποσταθεροποιήσουν πλήρως την ελληνική οικονομία εάν δεν είχε επιτευχθεί η συμφωνία για την πρώτη θετική αξιολόγηση του τρίτου προγράμματος-μνημονίου.

Η θέση που συνοψίζει την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί και την οποία παρουσίασα στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου στο Στρασβούργο, την Τρίτη 10 Μαΐου, είναι πως η συμφωνία είναι καλά οικονομικά νέα για την Ελλάδα, τα οποία όμως συμπληρώνονται από δυσάρεστα νέα, τα οποία έχουν σχέση με το εξαιρετικά υψηλό οικονομικό και κοινωνικό κόστος και τα προβλήματα σε ό,τι αφορά την αποτελεσματικότητα του μείγματος οικονομικής πολιτικής που θα εφαρμοστεί.

Η ευρωπαϊκή διάσταση

Παρά το γεγονός ότι η Ελλάδα είναι η μόνη μνημονιακή χώρα της Ευρωζώνης και έχει επικρατήσει η άποψη ότι δεν αποτελεί πλέον συστημικό κίνδυνο για το Ευρωσύστημα, η συνεννόηση για το ελληνικό ζήτημα έχει πάντα μια σημαντική ευρωπαϊκή διάσταση. Αναπόφευκτα η διαχείριση της ελληνικής οικονομίας επηρεάζεται από τους οικονομικούς και πολιτικούς υπολογισμούς των Ευρωπαίων εταίρων και των πιστωτών και των εκπροσώπων των ευρωπαϊκών θεσμών.

Η συζήτηση που πραγματοποιήθηκε την περασμένη Τρίτη στην Ολομέλεια του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, στο Στρασβούργο, για την πρόοδο στην εφαρμογή του τρίτου προγράμματος-μνημονίου ανέδειξε τις διαφορετικές προσεγγίσεις, σε μια κρίσιμη για την Ε.Ε. περίοδο. Ο δεύτερος γύρος των προεδρικών εκλογών της Αυστρίας στις 22 Μαΐου, στον οποίο αναμένεται να επιβεβαιωθεί η κυριαρχία του ακροδεξιού υποψηφίου, το δημοψήφισμα για το Brexit, το οποίο θα πραγματοποιηθεί στο Ηνωμένο Βασίλειο στις 23 Ιουνίου, και οι επαναληπτικές βουλευτικές εκλογές που θα γίνουν στην Ισπανία στις 26 Ιουνίου είναι μερικά από τα σημαντικά πολιτικά γεγονότα που σηματοδοτούν την είσοδο της Ε.Ε. σε περίοδο αναταράξεων και ανακατατάξεων και κάνουν εξαιρετικά πολύτιμη τη συμφωνία κυβέρνησης - Ευρωπαίων εταίρων σε ό,τι αφορά την εξασφάλιση μιας σχετικής σταθερότητας στην Ελλάδα.

Πάρτι με τα μνημόνια

Οι δεξιοί ευρωσκεπτικιστές και οι ακροδεξιοί αντιευρωπαίοι κάνουν πολιτικό πάρτι με το τρίτο ελληνικό πρόγραμμα-μνημόνιο. Παρουσιάζουν την οικονομική και κοινωνική κατάσταση στην Ελλάδα με τα μελανότερα χρώματα, για να βγάλουν στη συνέχεια τα συμπεράσματα που εξυπηρετούν τη στρατηγική της αποδυνάμωσης ή και της διάλυσης της Ε.Ε.

Η Ελλάδα, κατά την άποψη των δεξιών ευρωσκεπτικιστών και των ακροδεξιών αντιευρωπαίων, είναι θύμα του τρόπου λειτουργίας της Ευρωζώνης, τα δάνεια που πήρε για να αποτραπεί η χρεοκοπία της απλώς εξυπηρέτησαν τις γαλλικές και γερμανικές τράπεζες, η Ευρωζώνη είναι ο νέος ζωτικός χώρος της γερμανικής κυριαρχίας, η μόνη λύση για τον ελληνικό λαό είναι η επιστροφή στη δραχμή, το Brexit θα μπορούσε να λειτουργήσει ως καταλύτης για την απελευθέρωση της Ελλάδας από τα ευρωπαϊκά δεσμά.

Αυτή ήταν η βασική επιχειρηματολογία που αναπτύχθηκε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο από τους περισσότερους εκπροσώπους των δεξιών ευρωσκεπτικιστών και των ακροδεξιών αντιευρωπαίων. Για να καταλάβετε τις διαστάσεις των προβλημάτων της Ε.Ε. επισημαίνω ότι ο επικεφαλής της ομάδας των Βρετανών Συντηρητικών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ο οποίος ηγείται και της πολιτικής ομάδας στην οποία ανήκουν οι Συντηρητικοί, αντιφεντεραλιστές των χωρών-μελών, έχει ταχθεί δημόσια υπέρ του Brexit και έχει συγκρουστεί με τον πρωθυπουργό του Ηνωμένου Βασιλείου και πρόεδρο του Συντηρητικού Κόμματος κ. Κάμερον. Τη βασική εισήγηση εκ μέρους της ομάδας των Συντηρητικών και αντιφεντεραλιστών έκανε κατά τη διάρκεια της συζήτησης για την Ελλάδα ο ανεξάρτητος ευρωβουλευτής κ. Μαριάς. Παρά το γεγονός ότι ο κ. Μαριάς επιμένει στην παραδοσιακή αριστερόστροφη αντιμνημονιακή επιχειρηματολογία, οι Βρετανοί και Ευρωπαίοι Συντηρητικοί εκφράζονται χωρίς πρόβλημα μέσω αυτού.

Οι δυνάμεις που αναφέραμε, οι οποίες εκπροσωπούνται, μεταξύ των άλλων, από την κ. Λεπέν του γαλλικού Εθνικού Μετώπου, τον κ. Φάρατζ του Κόμματος της Ανεξαρτησίας του Ηνωμένου Βασιλείου (UKIP) και από ανώτατα στελέχη του Κινήματος των Πέντε Αστέρων του Μπέπε Γκρίλο, αξιοποιούν τα προβλήματα της Ελλάδας σε ένα ανηλεές σφυροκόπημα της πολιτικής της Ε.Ε., το οποίο δεν έχει στόχο την αναζήτηση μιας καλύτερης πολιτικής αλλά τη συρρίκνωση της Ευρωζώνης ή και τη διάλυση της ίδιας της Ε.Ε. Είναι φανερό, λοιπόν, ότι όσο λιγότερο είναι στην επικαιρότητα, με αρνητικό τρόπο, το ελληνικό πρόγραμμα και οι εκκρεμότητες που συνδέονται με αυτό, τόσο το καλύτερο για την Ε.Ε. και την Ελλάδα. 

Μεγάλος έρωτας

Το νέο στοιχείο στην ευρωπαϊκή πολιτική γεωγραφία σε ό,τι αφορά τη διαχείριση της ελληνικής κρίσης είναι ο μεγάλος έρωτας των Ευρωσοσιαλιστών για τον ΣΥΡΙΖΑ και προσωπικά για τον κ. Τσίπρα.
Στη διάρκεια της συνεδρίασης της Ολομέλειας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, που είχε θέμα την εξέλιξη του ελληνικού προγράμματος, ο επίτροπος κ. Μοσκοβισί, ο οποίος έχει διατελέσει και υπουργός Οικονομικών σε σοσιαλιστική κυβέρνηση στη Γαλλία, εκφράστηκε με σχεδόν εγκωμιαστικό τρόπο για τις προσπάθειες της ελληνικής κυβέρνησης. Την υποστήριξή του πρόσφερε και ο επικεφαλής της Σοσιαλιστικής Ομάδας κ. Πιτέλα –ο οποίος ανήκει στο Δημοκρατικό Κόμμα του κ. Ρέντσι–, καταγγέλλοντας μάλιστα το ΔΝΤ για υπονόμευση της όλης προσπάθειας.

Η ερμηνεία της στάσης των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών περνά υποχρεωτικά από την ανάλυση της στρατηγικής τους. Στη Γαλλία επιχειρούν, μέσω Ελλάδας, ανοίγματα στην αριστερή τους πτέρυγα, σε μια δύσκολη περίοδο για τον Πρόεδρο Ολάντ και τον πρωθυπουργό Βαλς, κατά την οποία είναι υποχρεωμένοι να περνάνε τις μεταρρυθμίσεις για τις εργασιακές σχέσεις με προεδρικά διατάγματα λόγω της διάσπασης, για το συγκεκριμένο θέμα, της Σοσιαλιστικής Ομάδας στο γαλλικό Κοινοβούλιο.

Ακόμη πιο δύσκολη είναι η κατάσταση για την ιταλική κεντροαριστερά, η οποία βλέπει τις δυνάμεις της να υποχωρούν συνεχώς σε όφελος των δεξιών ευρωσκεπτικιστών του Μπέπε Γκρίλο και των ακροδεξιών αντιευρωπαίων της Λέγκας του Βορρά. Το Δημοκρατικό Κόμμα του κ. Ρέντσι, ο οποίος αποτελεί την τελευταία μεταρρυθμιστική ελπίδα της Ιταλίας, κινείται γύρω στο 30%, ενώ οι δεξιοί ευρωσκεπτικιστές και οι ακροδεξιοί αντιευρωπαίοι αθροίζουν ποσοστά της τάξης του 40%, με το άλλοτε πανίσχυρο κόμμα του κ. Μπερλουσκόνι να βρίσκεται γύρω στο 12% και να έχει την τάση να μετατραπεί σε πολιτική ουρά των λαϊκιστών της Δεξιάς.

Ο κ. Πιτέλα έχει καταλήξει στο συμπέρασμα ότι χτυπώντας το ΔΝΤ και τον υπουργό Οικονομικών της Γερμανίας κ. Σόιμπλε στο θέμα της διαχείρισης της ελληνικής κρίσης ενισχύει το Δημοκρατικό Κόμμα έναντι του Κινήματος των Πέντε Αστέρων και της Λέγκας του Βορρά. Μπορεί όμως να βρεθεί σε πολιτικό αδιέξοδο, όπως ακριβώς βρέθηκε ο σοσιαλδημοκράτης καγκελάριος της Αυστρίας κ. Φάιμαν, ο οποίος σκλήρυνε την πολιτική της κυβέρνησής του στο προσφυγικό-μεταναστευτικό, σε μια καθυστερημένη προσπάθεια να ελέγξει την άνοδο της αυστριακής άκρας Δεξιάς. Η αλλαγή πολιτικής του καγκελαρίου κ. Φάιμαν στο προσφυγικό-μεταναστευτικό είχε τα αντίθετα από τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα. Αντί να ελέγξει την άνοδο της άκρας Δεξιάς, νομιμοποίησε πολιτικά την επιχειρηματολογία της, με αποτέλεσμα ο ακροδεξιός υποψήφιος να ξεπεράσει το 36% στον πρώτο γύρο των προεδρικών εκλογών και ο σοσιαλδημοκράτης υποψήφιος να περιοριστεί σε ένα ταπεινωτικό 11% και να αποκλειστεί από τον δεύτερο γύρο. Ο κ. Φάιμαν αναγνώρισε το λάθος του και παραιτήθηκε από την καγκελαρία και την ηγεσία του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος.
Το πιθανότερο είναι ότι η ρητορεία της ιταλικής κεντροαριστεράς εναντίον του ΔΝΤ και του κ. Σόιμπλε, με αφορμή τη διαχείριση του ελληνικού προγράμματος, θα ενισχύσει την πολιτική θέση του Κινήματος των Πέντε Αστέρων και της Λέγκας του Βορρά, εφόσον οι Ιταλοί ψηφοφόροι θα αναγνωρίσουν σε αυτούς τους «ορίτζιναλ» αντιπάλους της «γερμανικής Ευρωζώνης» και του παγκοσμιοποιημένου οικονομικού συστήματος, το οποίο εκφράζεται μέσω του ΔΝΤ.

Το δυσάρεστο είναι ότι η κριτική των Γάλλων Σοσιαλιστών και των κεντροαριστερών Ιταλών σε βάρος του ΔΝΤ και της κυβέρνησης Μέρκελ δεν συνοδεύεται από κινήσεις έμπρακτης αλληλεγγύης σε όφελος της Ελλάδας. Το ιταλικό δημόσιο χρέος ανέρχεται στο 130% του ΑΕΠ, είναι το δεύτερο μεγαλύτερο στην Ευρωζώνη μετά το ελληνικό και οποιαδήποτε πρόσθετη επιβάρυνση των Ιταλών φορολογουμένων σε όφελος της Ελλάδας θα αποσταθεροποιούσε πολιτικά την κυβέρνηση Ρέντσι. Στη Γαλλία, η δημοτικότητα του Σοσιαλιστή Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Ολάντ έχει καταρρεύσει στο 15% και οποιαδήποτε κίνηση για να μετακινηθεί ένα μέρος του φορτίου του χρέους από τις πλάτες των Ελλήνων στις πλάτες των Γάλλων φορολογουμένων θα ενίσχυε κι άλλο τα ποσοστά του ακροδεξιού Εθνικού Μετώπου, το οποίο έρχεται πρώτο σε όλες τις μετρήσεις κοινής γνώμης.

Η τακτική των Ευρωπαίων Σοσιαλιστών είναι επικίνδυνη για τα ελληνικά συμφέροντα, γιατί υποδαυλίζουν, για τους δικούς τους λόγους, την αντιπαλότητα με το ΔΝΤ και τις δυσκολίες συνεννόησης με το Βερολίνο χωρίς να βάζουν τίποτα στο τραπέζι σε όφελος της ελληνικής οικονομίας.

Ήρεμα νερά

Οι δεξιοί ευρωσκεπτικιστές, οι ακροδεξιοί αντιευρωπαίοι, οι Ευρωπαίοι Σοσιαλιστές και ένα τμήμα της Ευρωπαϊκής Αριστεράς που ακολουθεί σκληρότερη πολιτική γραμμή από τον ΣΥΡΙΖΑ ανεβάζουν, ο καθένας για τους δικούς του λόγους, την ένταση σε ό,τι αφορά τη διαχείριση της ελληνικής οικονομικής κρίσης. Αντίθετα, το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα, στο οποίο τον πρωταγωνιστικό ρόλο έχουν οι Γερμανοί Χριστιανοδημοκράτες, οι Φιλελεύθεροι και οι Πράσινοι, αποφεύγει τις περιττές εντάσεις.
Οι Φιλελεύθεροι θεωρούν ότι το ελληνικό πρόγραμμα παραμένει προβληματικό και αποδίδουν τις περισσότερες ευθύνες στο χαμηλό διαχειριστικό επίπεδο της ελληνικής κυβέρνησης. Οι Πράσινοι επισημαίνουν και αυτοί τον προβληματικό χαρακτήρα του ελληνικού προγράμματος και εκτιμούν ότι οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις θα μπορούσαν να έχουν οργανώσει με καλύτερο τρόπο την παρέμβαση υπέρ της Ελλάδας.

Το Ευρωπαϊκό Λαϊκό Κόμμα είναι ικανοποιημένο με τη στροφή 180 μοιρών που πραγματοποίησε ο ΣΥΡΙΖΑ το περασμένο καλοκαίρι και επισημοποιείται με τη συμφωνία για την πρώτη θετική αξιολόγηση του τρίτου προγράμματος-μνημονίου. Οι εκπρόσωποι του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος –χαρακτηριστικές από την άποψη αυτή είναι οι παρεμβάσεις του επικεφαλής της πολιτικής ομάδας του ΕΛΚ στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο κ. Βέμπερ– επισημαίνουν τον πολύτιμο χρόνο που χάθηκε εξαιτίας του ΣΥΡΙΖΑ το 2015, το μεγάλο κόστος που έχει για τον ελληνικό λαό το αποτυχημένο πείραμα Τσίπρα-Βαρουφάκη και γενικότερα ο αριστερός λαϊκισμός. Θεωρούν όμως θετική εξέλιξη τη συμφωνία, εφόσον στέλνει το μήνυμα του ευρωμονόδρομου, σε ό,τι αφορά την αναγκαία προσαρμογή, και σταθεροποιεί την ελληνική οικονομία σε μια περίοδο ευρωπαϊκής αναταραχής.

Οι Γερμανοί Χριστιανοδημοκράτες δυσκολεύονται να καταλήξουν σε οριστική εκτίμηση για το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος για το Brexit, που θα πραγματοποιηθεί στο Ηνωμένο Βασίλειο την Πέμπτη 23 Ιουνίου. Θεωρούν ότι οι πιθανότητες για παραμονή ή αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ε.Ε. είναι μοιρασμένες και περιμένουν να δουν τι θα συμβεί για να ξεδιπλώσουν τη στρατηγική της επόμενης μέρας.

Το τελευταίο διάστημα η δημοτικότητα του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος της κ. Μέρκελ έχει υποχωρήσει στο 30,5%, το χαμηλότερο ποσοστό των τελευταίων ετών. Το υπερσυντηρητικό έως ακροδεξιό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία έχει αυξήσει τα δημοσκοπικά του ποσοστά στο 15% και μπορεί να αλλάξει τον πολιτικό χάρτη της Γερμανίας. Το κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία αξιοποίησε σε πρώτη φάση τη χρηματοδότηση των ελληνικών προγραμμάτων από τη γερμανική κυβέρνηση για να αυξήσει το ποσοστό του στο 5% με βάση το επιχείρημα ότι τα λεφτά είναι πεταμένα γιατί η Ελλάδα δεν μπορεί να διαχειριστεί αποτελεσματικά το πρόγραμμα-μνημόνιο και πως οι Γερμανοί φορολογούμενοι θα επιβαρυνθούν με πολλές δεκάδες δισεκατομμύρια ευρώ. Σε δεύτερη φάση η Εναλλακτική για τη Γερμανία έκανε ένα εντυπωσιακό άλμα από το 5% στο 15% καταγγέλλοντας την πολιτική των ανοιχτών συνόρων που εφάρμοσε για ένα διάστημα η κυβέρνηση Μέρκελ έναντι των προσφύγων και την πολιτική της Τουρκίας και της Ελλάδας, που επέτρεψαν τη μεγάλη αύξηση των προσφυγικών-μεταναστευτικών ροών προς τη Γερμανία.

Η πίεση που δέχεται από τα δεξιά της η κυβέρνηση Μέρκελ εξηγεί τον δισταγμό της να δεχτεί την αναδιάρθρωση του χρέους του ελληνικού Δημοσίου. Η κ. Μέρκελ και ο κ. Σόιμπλε θα προτιμούσαν να περάσουν τον κάβο των βουλευτικών εκλογών του φθινοπώρου του 2017 προτού διευκολύνουν το ελληνικό Δημόσιο και εκτεθούν στην κριτική της δυναμικά ανερχόμενης Εναλλακτικής για τη Γερμανία και την υποτιθέμενη κατασπατάληση του χρήματος των Γερμανών φορολογουμένων, πολλοί από τους οποίους αντιμετωπίζουν αρκετά σημαντικά οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα. Ο δεξιός λαϊκισμός που αναπτύχθηκε στη Γερμανία, με τη βοήθεια της αύξησης των προσφυγικών ροών που επέτρεψε η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, στέκεται εμπόδιο στη δυναμική γερμανική παρέμβαση υπέρ της άμεσης και γενναιόδωρης αναδιάρθρωσης του χρέους του ελληνικού Δημοσίου. Το πιθανότερο είναι ότι θα έχουμε πολιτική δέσμευση υπέρ της αναδιάρθρωσης και περιγραφή της σε βάθος χρόνου, χωρίς όμως την πραγματοποίησή της πριν από τις κρίσιμες βουλευτικές εκλογές του φθινοπώρου του 2017.

Οι Γερμανοί Χριστιανοδημοκράτες χαρακτηρίζονται για τη μεθοδικότητα και τον προγραμματισμό τους και δεν θα πάρουν οριστικές αποφάσεις για την Ελλάδα προτού εκτιμήσουν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στο Ηνωμένο Βασίλειο και ελέγξουν τον πολιτικό κίνδυνο που συνδέεται με τη δημοσκοπική και πολιτική άνοδο του κόμματος Εναλλακτική για τη Γερμανία.

Νέα ζώνη αστάθειας

Η συμφωνία μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και των Ευρωπαίων εταίρων προστατεύει ως έναν βαθμό την ελληνική οικονομία από τις συνέπειες της διαφαινόμενης αποσταθεροποίησης στον λεγόμενο ευρωπαϊκό Νότο.

Στην Ιρλανδία, ο κεντροδεξιός πρωθυπουργός κ. Κένι, ο οποίος έβγαλε τη χώρα από το μνημόνιο και την έβαλε σε πορεία εξαιρετικά δυναμικής ανάπτυξης, κατάφερε να σχηματίσει, ύστερα από διαπραγματεύσεις μηνών, κυβέρνηση μειοψηφίας, με την υποστήριξη ανεξάρτητων βουλευτών, ορισμένοι από τους οποίους θα υπουργοποιηθούν, και την ανοχή της κεντροδεξιάς αντιπολίτευσης. Η κατάσταση, όμως, είναι πολύ πιο σύνθετη στην Πορτογαλία και στην Ισπανία, οι οποίες δεν τηρούν τις δεσμεύσεις για περιορισμό του δημοσιονομικού ελλείμματος και σταδιακό έλεγχο του δημόσιου χρέους και φαίνεται να έχουν μπει σε φάση πολιτικής αστάθειας.

Στην Πορτογαλία, οι Σοσιαλιστές, που ήρθαν δεύτεροι στις βουλευτικές εκλογές, μετά την κεντροδεξιά, σχημάτισαν κυβέρνηση με την υποστήριξη, όχι όμως τη συμμετοχή, των κομμάτων της Αριστεράς. Έχουν ενσωματώσει στο κυβερνητικό τους πρόγραμμα βασικές θέσεις της Αριστεράς, ριζοσπαστικής και κομμουνιστικής, και αυτό μπορεί να τους βάλει σε πορεία σύγκρουσης με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, που ζητά τη λήψη πρόσθετων οικονομικών μέτρων.

Η Ισπανία βαδίζει σε επαναληπτικές βουλευτικές εκλογές, που θα πραγματοποιηθούν στις 26 Ιουνίου, επειδή τα κόμματα δεν μπόρεσαν να σχηματίσουν σταθερή κυβέρνηση με βάση το αποτέλεσμα των βουλευτικών εκλογών του περασμένου Δεκεμβρίου. Το κεντροδεξιό κόμμα του Μαριάνο Ραχόι αναμένεται να βγει ξανά πρώτο, με ένα ποσοστό της τάξης του 28%, αλλά τη δεύτερη θέση θα καταλάβει πιθανότατα ο συνασπισμός των Podemos με την παραδοσιακή Αριστερά, σπρώχνοντας το Σοσιαλιστικό Κόμμα, το οποίο πήρε 22% των ψήφων στις εκλογές του Δεκεμβρίου, στην τρίτη θέση. Δεν είναι βέβαιο ότι θα υπάρξει βιώσιμο κυβερνητικό σχήμα μετά τις επαναληπτικές εκλογές της 26ης Ιουνίου και αυτό μπορεί να επηρεάσει αρνητικά την πορεία της ισπανικής οικονομίας, η οποία προς το παρόν αναπτύσσεται ικανοποιητικά εξαιτίας της θετικής δυναμικής που δημιούργησε η κυβέρνηση Ραχόι.

Η νέα αστάθεια στον λεγόμενο ευρωπαϊκό Νότο θα μπορούσε να έχει σημαντικές συνέπειες για την προβληματική ελληνική οικονομία εάν δεν υπήρχε η συμφωνία της τελευταίας ώρας μεταξύ της κυβέρνησης και των Ευρωπαίων εταίρων.