Ένα προβληματικό κράτος δεν μπορεί να κάνει σωστές ιδιωτικοποιήσεις - Free Sunday
Ένα προβληματικό κράτος δεν μπορεί να κάνει σωστές ιδιωτικοποιήσεις

Ένα προβληματικό κράτος δεν μπορεί να κάνει σωστές ιδιωτικοποιήσεις

Η συμφωνία μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης και του ομίλου Λάτση και άλλων επενδυτών για την άμεση προώθηση της μεγάλης επένδυσης στο Ελληνικό είναι ένα σημαντικό βήμα στη σωστή κατεύθυνση. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι και αυτό το επενδυτικό πρόγραμμα θα μπορούσε να είναι πολύ καλύτερο για τα συμφέροντα του Δημοσίου και της ελληνικής οικονομίας, εάν οι κυβερνήσεις, τα πολιτικά κόμματα και η δημόσια διοίκηση είχαν, διαχρονικά, καλύτερη ποιότητα.

«Τρελή» πορεία

Η μεγάλη επένδυση στο Ελληνικό προωθήθηκε μέσα από μια «τρελή» πορεία διάρκειας δεκαέξι ετών. Στην αρχή οι κυβερνήσεις που αποφάσισαν την κατασκευή άλλου διεθνούς αεροδρομίου στα Σπάτα και την κατάργηση του Ελληνικού δεν ενδιαφέρθηκαν για την αξιοποίησή του. Θεώρησαν ότι είχαν τη δυνατότητα να δαπανούν δισεκατομμύρια ευρώ σε εναλλακτικά επενδυτικά σχέδια χωρίς να ενδιαφέρονται για οποιοδήποτε οικονομικό όφελος από την αξιοποίηση του «φιλέτου» του Ελληνικού. Είναι χαρακτηριστικό ότι για ένα μεγάλο διάστημα κυριάρχησε η πλειοδοσία μεταξύ των πολιτικών για το ποιος τελικά θα φτιάξει το μεγαλύτερο μητροπολιτικό πάρκο της Ε.Ε. στην περιοχή του Ελληνικού. Από τη μια είχαν δρομολογήσει την υπερχρέωση της χώρας και από την άλλη δεν τους ενδιέφερε η αναζήτηση νέων εσόδων και η ενίσχυση της αναπτυξιακής δυναμικής της οικονομίας.

Με το πέρασμα του χρόνου και υπό την πίεση των μνημονίων, των εταίρων και πιστωτών, προωθήθηκε η αξιοποίηση του Ελληνικού μέσα από ένα μεγάλο επενδυτικό πρόγραμμα που θα στηριχτεί κυρίως σε ιδιωτικά κεφάλαια. Η κυβέρνηση Σαμαρά έκανε καλή δουλειά στο ζήτημα, δεχόμενη την κριτική του ΤΕΕ που μιλούσε για ξεπούλημα ικανοποιώντας τις επιδιώξεις του κ. Σπίρτζη, δημάρχων της περιοχής που θεωρούσαν την ανάπτυξη του Ελληνικού πραγματική καταστροφή και φυσικά του κ. Τσίπρα και των συνεργατών του, οι οποίοι προσέγγισαν το θέμα με προκλητική ανευθυνότητα και υποκρισία.

Η επικράτηση του ΣΥΡΙΖΑ στις δύο εκλογικές αναμετρήσεις του 2015, που είχε σαν στόχο και την… προστασία του δημόσιου πλούτου και την αποτροπή των ιδιωτικοποιήσεων, οδήγησε τελικά στην προώθηση της μεγάλης επένδυσης. Οι πιστωτές άσκησαν μεγάλη πίεση προς αυτή την κατεύθυνση, γι’ αυτό άλλωστε επέμειναν στη μετατροπή της επένδυσης σε προαπαιτούμενο για την επιτυχή ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης του τρίτου προγράμματος-μνημονίου και την καταβολή των σχετικών δόσεων.

Τα κυβερνητικά στελέχη έχουν μοιραστεί σε τρεις ομάδες. Είναι αυτοί που υποστηρίζουν τις ιδιωτικοποιήσεις με λογική πολιτικού διαμεσολαβητή και υπογραμμίζουν σε κάθε ευκαιρία ότι με τον ΣΥΡΙΖΑ στην εξουσία οι ιδιωτικοποιήσεις περνάνε εύκολα, εφόσον υποστηρίζονται και από τη ΝΔ, ενώ με τη ΝΔ στην κυβέρνηση οι ιδιωτικοποιήσεις δύσκολα προωθούνται, γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ δεν τις δέχεται όταν είναι στην αντιπολίτευση. Υπάρχει μια άλλη κατηγορία κυβερνητικών στελεχών τα οποία δέχονται τις ιδιωτικοποιήσεις διαμαρτυρόμενα συνεχώς για λογαριασμό των ψηφοφόρων τους, σε μια προσπάθεια να ενισχύσουν τη διαπραγματευτική τους θέση έναντι της κυβερνητικής ηγεσίας ή οποιουδήποτε άλλου ενδιαφερόμενου. Τέλος, υπάρχουν και οι αμετανόητοι, οι οποίοι καταφεύγουν σε έναν ανταρτοπόλεμο κατά των ιδιωτικοποιήσεων, εφόσον ο πρωθυπουργός κ. Τσίπρας και οι συνεργάτες του μετατράπηκαν σε διάστημα δεκαοκτώ μηνών από πολέμιοι του ξεπουλήματος της δημόσιας περιουσίας σε διεκπεραιωτές ενός εξαιρετικά φιλόδοξου και μακροπρόθεσμου προγράμματος ιδιωτικοποιήσεων και πώλησης-αξιοποίησης δημόσιας περιουσίας με βάση όσα προβλέπονται στο τρίτο πρόγραμμα-μνημόνιο. 

Από τη στιγμή που το πολιτικό και διοικητικό σύστημα αποδεικνύεται χαμηλού επιπέδου, είναι πρακτικά αδύνατο να μεγιστοποιηθούν τα οφέλη από οποιαδήποτε ιδιωτικοποίηση. Είναι καλύτερη όμως μια ιδιωτικοποίηση η οποία υποφέρει από τα λάθη και τις παραλείψεις του πολιτικού και διοικητικού συστήματος από τη συνέχιση του κρατισμού. Άλλωστε η μόνη συνεισφορά του Δημοσίου, τόσα χρόνια, στην αξιοποίηση της έκτασης του Ελληνικού ήταν η μετατροπή του σε μια τεράστια χωματερή και πιο πρόσφατα σε τριτοκοσμικού τύπου χώρο συγκέντρωσης προσφύγων και μεταναστών.

Κακό προηγούμενο

Οι ιδιωτικοποιήσεις που πραγματοποιήθηκαν τις δύο τελευταίες δεκαετίες ενισχύουν την άποψη ότι δεν μπορείς να έχεις επιτυχημένες ιδιωτικοποιήσεις από ένα προβληματικό πολιτικό και διοικητικό σύστημα.

Το 1999, επί κυβέρνησης ΠΑΣΟΚ, αποφασίστηκε η μετοχοποίηση της ΔΕΗ με ταυτόχρονη μεταβίβαση των ασφαλιστικών της υποχρεώσεων στο ελληνικό Δημόσιο. Τη σχετική πρόταση υποστήριξαν η ΝΔ και ο Συνασπισμός, που ήταν τότε στην αντιπολίτευση, με αποτέλεσμα να δημιουργηθεί μια μαύρη ασφαλιστική τρύπα στον κρατικό προϋπολογισμό η οποία είναι της τάξης των 500 έως 600 εκατ. ευρώ τον χρόνο. Το Δημόσιο, δηλαδή οι φορολογούμενοι πολίτες, επιβαρύνθηκε με πολλαπλάσια ποσά από αυτά που απέδωσαν οι σταδιακές μετοχοποιήσεις της ΔΕΗ.

Ανάλογες ασφαλιστικές ρυθμίσεις που δημιούργησαν τεράστια ελλείμματα παρατηρήθηκαν στις διαδοχικές ιδιωτικοποιήσεις τραπεζών αλλά και στην ιδιωτικοποίηση της Ολυμπιακής Αεροπορίας. Η τελευταία πρέπει να κόστισε ένα ποσό της τάξης των 2 δισ. ευρώ, εάν λάβουμε υπόψη μας τα «χρυσά» προγράμματα εθελουσίας εξόδου και τη συνέχιση της καταβολής μισθών ιπταμένων σε όσους σταμάτησαν να έχουν αυτή την ιδιότητα εξαιτίας της μεταβίβασης της εταιρείας και της αλλαγής στη σύνθεση του προσωπικού της. Οι ασφαλιστικές τρύπες που δημιούργησαν οι ιδιωτικοποιήσεις των τραπεζών και της Ολυμπιακής είναι μία από τις βασικές αιτίες της συνεχούς περικοπής των συντάξεων και των προνοιακών επιδομάτων, ιδιαίτερα εκείνων που δεν επωφελήθηκαν από τέτοιου είδους αποφάσεις.

Σε φιάσκο κατέληξε η ιδιωτικοποίηση των εθνικών οδών, η εκμετάλλευση των οποίων δόθηκε για περισσότερα από 30 χρόνια στους λεγόμενους παραχωρησιούχους, με αντάλλαγμα να αναλάβουν το μεγαλύτερο μέρος του κόστους κατασκευής τους. Στην πραγματικότητα, οι παραχωρησιούχοι ελάχιστα κεφάλαια δέσμευσαν και η κατασκευή των ιδιωτικών πλέον εθνικών οδών χρηματοδοτήθηκε με διάφορες απαράδεκτες μεθοδεύσεις, όπως η είσπραξη διοδίων πριν από την κατασκευή του έργου και η απόδοση δισεκατομμυρίων ευρώ δημόσιου χρήματος στους παραχωρησιούχους μέσω ειδικών «πακέτων» του ΕΣΠΑ, μέσω της επιβράβευσης των καθυστερήσεων στην κατασκευή των εθνικών οδών με τη μέθοδο του φιλικού διακανονισμού και με την εγγύηση των δανείων που πήραν οι παραχωρησιούχοι από το υπερχρεωμένο ελληνικό Δημόσιο. Τελικά οι κυβερνήσεις κατάφεραν να ιδιωτικοποιήσουν τις εθνικές οδούς με δημόσιο χρήμα. 

Ανάλογης ποιότητας ιδιωτικοποιήσεις πραγματοποιήθηκαν ή έχουν προγραμματιστεί στον ΟΤΕ, στον ΟΛΠ, στον ΟΛΘ, στον ΟΣΕ κ.α.

Το κωμικοτραγικό είναι ότι συνήθως αυτοί που ασκούν κριτική στη χαμηλή ποιότητα των ελληνικών ιδιωτικοποιήσεων έχουν συμβάλει με τα λάθη και τις παραλείψεις τους στη δημιουργία των απαράδεκτων καταστάσεων που περιγράψαμε.
Τελικά οι ιδιωτικοποιήσεις πραγματοποιούνται υπό την πίεση των εταίρων και των πιστωτών, οι οποίοι έχουν και την άμεση εποπτεία τους. Είναι μια λογική κατάληξη της πολιτικής, διοικητικής χρεοκοπίας του ελληνικού Δημοσίου, το οποίο, αντί να αναπτύξει τις δημόσιες επιχειρήσεις και τους οργανισμούς σε όφελος της οικονομίας και του κρατικού προϋπολογισμού και αντί να αξιοποιήσει με τον καλύτερο τρόπο την τεράστια δημόσια περιουσία, έκανε ό,τι μπορούσε για να προκαλέσει τη γενική οικονομική απαξίωση, την υπερχρέωση και το διαχειριστικό αδιέξοδο του Δημοσίου. Επομένως, εδώ που φτάσαμε, για την ακρίβεια εδώ που μας έφτασαν, οι ιδιωτικοποιήσεις, ακόμα και όταν είναι προβληματικές, αποτελούν την καλύτερη ή έστω τη λιγότερο κακή λύση.