Τελευταία ζαριά - Free Sunday
Τελευταία ζαριά

Τελευταία ζαριά

Με την ανακοίνωση από τον πρωθυπουργό παροχών ύψους 617 εκατ. ευρώ σε 1,6 εκατ. συνταξιούχους (σε σύνολο 2,7 εκατομμυρίων) βγήκε το τζίνι (των εκλογών) από το μπουκάλι. 

Ακόμη κι αν πρόθεση είναι να σταλεί το μήνυμα στους πιστωτές –και ειδικά στον Β. Σόιμπλε και στο ΔΝΤ– ότι η κυβέρνηση είναι ικανή να τινάξει τη διαπραγμάτευση στον αέρα αν δεν αποσυρθούν οι παράλογες απαιτήσεις τους (για μείωση των κύριων συντάξεων κ.λπ.), η παροχολογία ως προάγγελος εκλογών μπορεί να αποκτήσει δυναμική αυτοεκπληρούμενης προφητείας, ενώ τίποτα δεν δείχνει ότι ο Γερμανός ΥΠΟΙΚ κάμπτεται από κάτι τέτοια. 

Έτσι κι αλλιώς, η χώρα είναι τόσο αλλόκοτη, ώστε, ενώ η δεύτερη αξιολόγηση παραμένει ανοιχτή με αβέβαιη την προοπτική ολοκλήρωσής της, το ΚΚΕ καταγγέλλει «ψίχουλα» και η ΝΔ χαρακτηρίζει «μικρό» το βοήθημα που θα ξεκινά από τα 300 ευρώ, θα φτάνει μέχρι τα 830 ευρώ και προβάλλεται από το Μέγαρο Μαξίμου ως αποκατάσταση της 13ης σύνταξης για τους χαμηλοσυνταξιούχους. 

Του διαγγέλματος του Αλέξη Τσίπρα, που εξήγγειλε επίσης προσλήψεις 5.000 γιατρών και νοσηλευτών μαζί με το πάγωμα της αύξησης του ΦΠΑ στα νησιά του ανατολικού Αιγαίου που υποδέχονται πρόσφυγες και μετανάστες, προηγήθηκε επίσκεψη στον Πανάγιο Τάφο στα Ιεροσόλυμα και μέρες άγονης διαπραγμάτευσης που προκάλεσαν απελπισία στο οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης.

Ανάμεσα στους ελέφαντες

Από τον Γερμανό υπουργό Οικονομικών Β. Σόιμπλε μάθαμε ότι ο Ευκλ. Τσακαλώτος του είπε στο τελευταίο Eurogroup πως αισθάνεται στριμωγμένος ανάμεσα σε δυο ελέφαντες (αναφερόταν στον ίδιο και στον Π. Τόμσεν που εκπροσώπησε το ΔΝΤ). Η αλήθεια είναι πως στο Μέγαρο Μαξίμου αιφνιδιάστηκαν από την ευκολία με την οποία το ΔΝΤ υποχώρησε από την απαίτησή του για χαμηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα και έμεινε στην αξίωση για μέτρα ύψους 4,2 δισ. μετά το 2018, προκειμένου να εκπληρωθούν οι δημοσιονομικοί στόχοι. 

Αιφνιδιάστηκαν και από τη σταθερότητα με την οποία ο Β. Σόιμπλε θέτει το δίλημμα «μέτρα ή Grexit», αδιαφορώντας για την επιθυμία της Κομισιόν και της ΕΚΤ να αποφευχθεί ένα ελληνικό ατύχημα σε μια χρονιά εκλογών και ενδεχομένως ανατροπών για την Ε.Ε.

Η ολοκλήρωση της αξιολόγησης έχει μετατεθεί για τον Ιανουάριο και ισχύει πως ή τότε ή ποτέ, αφού τον Φεβρουάριο ξεκινά προεκλογική περίοδος για την Ολλανδία, μετά ακολουθεί η Γαλλία και το φθινόπωρο του 2017 η Γερμανία, χωρίς να αποκλείονται κάλπες στην Ιταλία και στην Ισπανία.

Η κυβέρνηση προσβλέπει σε πολιτική συμφωνία μέσα από μια διαπραγμάτευση κορυφής και γι’ αυτό ως ορόσημο αναφέρεται η σύνοδος κορυφής της Ε.Ε. στο τέλος της επόμενης εβδομάδας, όταν ο πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας θα έχει κατ’ ιδίαν συναντήσεις με την Ά. Μέρκελ, τον Ζ.Κ. Γιούνκερ και άλλους ομολόγους του. Οι συνομιλητές που βλέπουν με κατανόηση τις ελληνικές θέσεις λιγοστεύουν διαρκώς, καθώς ο Μ. Ρέντσι εγκαταλείπει την πρωθυπουργία στην Ιταλία και ο Φρ. Ολάντ μετράει μήνες στα Ηλύσια Πεδία. Αλλά και αυτό να μη συνέβαινε, το θέμα είναι ότι ο ταμίας, ο Β. Σόιμπλε, δεν δείχνει καθόλου ανήσυχος για ενδεχόμενο ελληνικό πολιτικό ρίσκο, εφόσον παραταθεί η εκκρεμότητα σχετικά με την αξιολόγηση.

Το οικονομικό επιτελείο, πάντως, αισιοδοξεί και ο Ευκλ. Τσακαλώτος είπε στη Βουλή, στη συζήτηση που προηγήθηκε της ψήφισης του προϋπολογισμού του 2017, ότι οι περισσότεροι παίκτες απ’ όσους εμπλέκονται στο ελληνικό ζήτημα θέλουν λύση και γι’ αυτό θα βρεθεί, τελικά, λύση. Κυβερνητικός βολονταρισμός ή ρεαλισμός, θα φανεί στην πράξη στις αρχές της νέας χρονιάς.

Χωρίς plan B

Στο Μέγαρο Μαξίμου γνωρίζουν ότι αν ΔΝΤ και Βερολίνο επιμείνουν στην ανάγκη λήψης μέτρων λιτότητας για την περίοδο μετά το 2018 και για υψηλά πρωτογενή πλεονάσματα της τάξης του 3,5% σε βάθος δεκαετίας, η κυβέρνηση θα βρεθεί σε αδιέξοδο. Γιατί τα μέτρα που ζητούνται είναι μειώσεις κύριων συντάξεων (μέσω της κατάργησης της προσωπικής διαφοράς), περικοπές στο Δημόσιο, μείωση του αφορολόγητου, κατάργηση όλων των φοροαπαλλαγών. Πρόκειται, δηλαδή, για αποφάσεις που αν τις πάρει ο ΣΥΡΙΖΑ, προκειμένου να μείνει στην εξουσία, θα οδηγηθεί όχι απλώς σε ΠΑΣΟΚοποίηση (που έπεσε από το 44% στο 4%) αλλά πιθανότατα σε ΔΗΜΑΡοποίηση (που εξαϋλώθηκε τελείως, πέφτοντας σε μηδενικό ποσοστό). 

Άλλωστε, δεν είναι καν βέβαιο ότι και οι 153 βουλευτές ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΕΛ μπορούν να φτάσουν μέχρι του σημείου να ψηφίσουν τέτοια μέτρα. Γι’ αυτό είχε προταθεί από την ελληνική πλευρά η επέκταση του κόφτη (μηχανισμός αυτόματης δημοσιονομικής διόρθωσης σε περίπτωση αστοχίας) από το 2018 στο 2020, ώστε να αποφευχθεί η ονομαστικοποίηση των μέτρων και να έχουν άλλοθι οι βουλευτές της συμπολίτευσης να ψηφίσουν ό,τι τους ζητηθεί, κάνοντας πως δεν ξέρουν τι ακριβώς έρχεται.

Με αυτή την έννοια, τα κλειδιά των εκλογών τα κρατά ο Β. Σόιμπλε και δεν λείπουν οι εκτιμήσεις ότι μπορεί να παρακολουθούμε την επανάληψη του β΄ εξαμήνου του 2014, όταν οι εταίροι/θεσμικοί πιστωτές τράβηξαν το χαλί κάτω από τα πόδια του τότε πρωθυπουργού Α. Σαμαρά, προεξοφλώντας τη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές και επιταχύνοντας τις εξελίξεις για να διαπραγματευτούν με τον επόμενο αναπόφευκτο συνομιλητή τους. Κανείς δεν μπορεί να υποστηρίξει με ασφάλεια ότι συμβαίνει κάτι τέτοιο, αλλά ούτε και το αντίθετο, ότι σε καμία περίπτωση δεν υπάρχουν τέτοιου περιεχομένου σκέψεις στο Βερολίνο.

Οι αρνητικές για τον ΣΥΡΙΖΑ δημοσκοπήσεις ενισχύουν τη διάθεση του επιτελείου του πρωθυπουργού να στρέφεται σε φιλολαϊκές πρωτοβουλίες ανεξάρτητα από το μήνυμα που εκπέμπεται έναντι των πιστωτών, οι οποίοι μετρούν μόνο το δημοσιονομικό κόστος, χωρίς να ενδιαφέρονται για τα προβλήματα κοινωνικής συνοχής.

Την επόμενη εβδομάδα θα επιστρέψουν στην Αθήνα οι επικεφαλής του κουαρτέτου για διαπραγματεύσεις με τους αρμόδιους υπουργούς, χωρίς να έχει ξεκαθαριστεί αν θα έρθει η Ντ. Βελκουλέσκου του ΔΝΤ ή θα μείνει μακριά σε ένδειξη δυσφορίας για την ελληνική μεταρρυθμιστική αδράνεια, σύμφωνα με τον ορισμό που δίνει ο οργανισμός τον οποίο υπηρετεί.

Όλα μαζί

Ο Ιανουάριος θα είναι ένας κρίσιμος μήνας για την πορεία της χώρας μας. Όχι μόνο επειδή θα κριθεί η ολοκλήρωση της αξιολόγησης αλλά επίσης επειδή παράλληλα θα εξελίσσονται σοβαρές διεργασίες για την επίλυση του Κυπριακού. Και αν στο μεταξύ η Αθήνα απλώς συμπαρίσταται στη Λευκωσία, δεν θα μπορεί να κάνει το ίδιο στην πολυμερή διάσκεψη κορυφής για την ασφάλεια και τις εγγυήσεις που έχει προγραμματιστεί για τις 12 Ιανουαρίου. 

Τότε ο πρωθυπουργός θα πρέπει να πάρει καθαρή θέση σε σχέση με την τουρκική αξίωση για παραμονή του κατοχικού στρατού στο νησί και μετά από ενδεχόμενη συμφωνία για την επανένωσή του, γνωρίζοντας πως θα πρέπει να απευθυνθεί ταυτόχρονα στο κυπριακό, στο ελληνικό και στο ευρωπαϊκό ακροατήριο. Καθόλου εύκολη εξίσωση. 

Ο Κύπριος Πρόεδρος Ν. Αναστασιάδης, με την υποστήριξη της αξιωματικής αντιπολίτευσης του ΑΚΕΛ, δείχνει αποφασισμένος να κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να επιτευχθεί συμβιβασμός, επειδή ανησυχεί για την επόμενη μέρα μιας παράτασης του αδιεξόδου. Και στο εσωτερικό της ελληνικής κυβέρνησης –όπως επίσης και στα κόμματα της αντιπολίτευσης– δεν είναι βέβαιο ότι θα κινηθούν όλοι στο ίδιο μήκος κύματος. Οι υπουργοί Εξωτερικών και Άμυνας Κοτζιάς και Καμμένος φέρονται ως οι σκληροί της υπόθεσης και η πρόσφατη επίσκεψη στο Καστελόριζο βουλευτών της συμπολίτευσης μαζί με χρυσαυγίτες ήταν πολύ ενδεικτική του πού μπορεί να φτάσει το εμπόριο πατριωτισμού.

Υπάρχει η εκτίμηση ότι το ένα θα φέρει το άλλο. Αν κλείσει ομαλά η αξιολόγηση, τότε είναι πιθανό να επιδειχθεί η περισσότερη δυνατή ευελιξία στο Κυπριακό. Αν τιναχτεί στον αέρα η διαπραγμάτευση με τους πιστωτές για οποιονδήποτε λόγο, τότε θα ανοίξει ο δρόμος για λεονταρισμούς στο Κυπριακό. Η κυβέρνηση επιδιώκει το πρώτο, χωρίς να μπορεί να αποκλείσει το δεύτερο.