Η κυβέρνηση καθυστερεί σε βάρος της οικονομίας - Free Sunday
Η κυβέρνηση καθυστερεί σε βάρος της οικονομίας

Η κυβέρνηση καθυστερεί σε βάρος της οικονομίας

Η κυβέρνηση καθυστερεί το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης του τρίτου προγράμματος-μνημονίου και γενικότερα τη συνεννόηση με τους Ευρωπαίους εταίρους και τους πιστωτές. Επαναλαμβάνει σε λιγότερο δραματικές συνθήκες τα λάθη του πρώτου εξαμήνου του 2015, οπότε οι αρμόδιοι μας διαβεβαίωναν σε όλους τους τόνους ότι η κυβέρνηση διέθετε μεγάλα περιθώρια ελιγμών και πως η Ευρωζώνη θα υποκλινόταν στις απαιτήσεις της για να αποφύγει τα χειρότερα.

Το κόστος της καθυστέρησης

Το κόστος της κυβερνητικής καθυστέρησης είναι εξαιρετικά σημαντικό για την ελληνική οικονομία. Το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης πήγε από τον Οκτώβριο στον Δεκέμβριο του 2016, στη συνέχεια αναβλήθηκε για τον Ιανουάριο του 2017 και τώρα η συζήτηση έχει σχέση με το αν η αξιολόγηση θα ολοκληρωθεί τον Φεβρουάριο ή αργότερα. Το μόνο βέβαιο είναι ότι μέχρι τον Μάιο η κυβέρνηση θα υπογράψει όσα πρέπει να υπογράψει, γιατί διαφορετικά το Δημόσιο θα βρεθεί ξανά σε αδυναμία εκπλήρωσης των τοκοχρεολυτικών του υποχρεώσεων.

Εν τω μεταξύ, η κυβερνητική καθυστέρηση υπονομεύει την αναπτυξιακή προοπτική του 2017, το οποίο, σύμφωνα με τις προγνώσεις των ειδικών της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, μπορεί να μετατραπεί σε ένα ετεροχρονισμένο 2015, με ανάπτυξη που θα ξεπερνάει το 2,5%. Οι ίδιοι ειδικοί επισημαίνουν ότι η πραγματοποίηση του καλού αναπτυξιακού σεναρίου στηρίζεται στην έγκαιρη εκπλήρωση των συμφωνηθέντων και στην προώθηση των αναγκαίων διαρθρωτικών αλλαγών.

Τον Δεκέμβριο παρατηρήθηκε σημαντική υποχώρηση της κατανάλωσης, με διψήφιο ποσοστό σε ό,τι αφορά τον κύκλο εργασιών των μικρομεσαίων εμπορικών επιχειρήσεων. Η πτώση της κατανάλωσης αποδίδεται στη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών λόγω αυξημένων φορολογικών υποχρεώσεων, αλλά και στη σταδιακή δημιουργία κλίματος αβεβαιότητας λόγω της αδυναμίας της κυβέρνησης να συνεννοηθεί με τους Ευρωπαίους εταίρους και τους πιστωτές. Με το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών να περιορίζεται και τις καταθέσεις να μην επιστρέφουν στις τράπεζες, μόνο η ενίσχυση του κλίματος εμπιστοσύνης μπορεί να οδηγήσει σε μια πιο αισιόδοξη οικονομική συμπεριφορά στους καταναλωτές και να στηρίξει την αναπτυξιακή προοπτική το 2017. 

Είναι τέτοια η καθυστέρηση με ευθύνη της κυβέρνησης ώστε η ελληνική οικονομία κινδυνεύει να χάσει τις μεγάλες ευκαιρίες που προσφέρει η ένταξη των ελληνικών ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ. Ο πρόεδρος της ΕΚΤ κ. Ντράγκι έχει αρχίσει να περιορίζει το εύρος του προγράμματος, ανταποκρινόμενος στην αύξηση του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη με βάση τους στόχους που έχει θέσει και για να εξουδετερώσει τις αντιδράσεις της Κεντρικής Τράπεζας της Γερμανίας και της γερμανικής κυβέρνησης, οι οποίες υποστηρίζουν την πλήρη κατάργηση του προγράμματος. Είναι φανερό, λοιπόν, ότι όσο πιο αργά ενταχθούμε στο πρόγραμμα, το οποίο θα λήξει πιθανότατα το 2018, τόσο μικρότερα θα είναι τα οφέλη για τη χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας.

Έτσι όπως εξελίσσονται τα πράγματα, θα χαθούν σημαντικές αναπτυξιακές ευκαιρίες και το 2017 θα υποβαθμιστεί σε χρονιά μικρής ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας αντί για χρονιά δυναμικής ανάπτυξής της με βάση τις προγνώσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Το χειρότερο είναι ότι η κυβέρνηση χάνει χρόνο στη βάση πολιτικών επιλογών της και όχι εξαιτίας συγκεκριμένων δυσκολιών στη διαπραγμάτευση.

Αντιφατικές δηλώσεις

Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κ. Τζανακόπουλος υποστήριξε, εκφράζοντας προφανώς τη θέση της κυβέρνησης, ότι το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης μπορεί να γίνει μόνο με πολιτική λύση. Τόνισε ότι αυτή την περίοδο δεν είναι η Ελλάδα που πιέζεται, καθώς δεν έχει άμεσες χρηματοδοτικές ανάγκες, αλλά αυτοί που έχουν εκλογές μέσα στο 2017. Κατά την άποψή του, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις και τα κόμματα δεν επιθυμούν να πάνε σε εκλογές έχοντας ανοιχτό το ελληνικό ζήτημα.
Σύμφωνα με συγκλίνουσες ενδείξεις και πληροφορίες, οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις που αντιμετωπίζουν εκλογικές δοκιμασίες το 2017 σκληραίνουν τη διαπραγματευτική τους στάση έναντι της ελληνικής κυβέρνησης με το πέρασμα του χρόνου. 

Δεν θέλουν να κατηγορηθούν από τους πολιτικούς τους αντιπάλους ότι ακολουθούν «χαλαρή» πολιτική έναντι της κυβέρνησης Τσίπρα σε βάρος των φορολογούμενων πολιτών της χώρας τους, με τον Έλληνα πρωθυπουργό να μην τηρεί όσα έχουν συμφωνηθεί και να καταφεύγει σε αιφνιδιαστικές και μονομερείς ενέργειες, όπως ήταν η εκτός προγράμματος καταβολή του χριστουγεννιάτικου βοηθήματος στους χαμηλοσυνταξιούχους. Οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις γνωρίζουν ότι το ελληνικό Δημόσιο θα μείνει από λεφτά τους επόμενους τέσσερις έως πέντε μήνες, επομένως δεν έχουν λόγο να βιάζονται, εφόσον θεωρούν βέβαιο ότι και αυτή τη φορά ο κ. Τσίπρας θα βάλει τις αναγκαίες υπογραφές για να αποτρέψει το χρηματοπιστωτικό αδιέξοδο.

Είναι προς το συμφέρον της ελληνικής οικονομίας η επιτάχυνση των εξελίξεων, γιατί έτσι θα δημιουργηθεί κλίμα εμπιστοσύνης και θα ενισχυθεί η αναπτυξιακή δυναμική. Προς το παρόν η κυβέρνηση κινείται στη διαμετρικά αντίθετη κατεύθυνση και έχουμε αρχίσει να μετράμε, για μία ακόμη φορά, χαμένες ευκαιρίες. Κατά τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, οι θεσμοί και το ΔΝΤ κάνουν διαφορετικές προβλέψεις για την πορεία της ελληνικής οικονομίας και το ζήτημα δεν έχει σχέση με τεχνικές διαφορές αλλά αποτελεί πολιτική διαφωνία. Γι’ αυτό καταλήγει ο κ. Τζανακόπουλος: «Μόνο πολιτική λύση μπορεί να δοθεί».

Εάν κρίνουμε από την επίσημη κυβερνητική γραμμή, η κυβέρνηση δεν βιάζεται, την ευθύνη για την αναγκαία επιτάχυνση των εξελίξεων την έχουν οι Ευρωπαίοι εταίροι, αλλά για να κινηθούμε προς αυτή την κατεύθυνση πρέπει να ξεπεραστεί η πολιτική διαφωνία μεταξύ Ευρωπαίων εταίρων και ΔΝΤ. Το βασικό συμπέρασμα είναι ότι η κυβέρνηση απλώς περιγράφει το πρόβλημα το οποίο δημιουργήθηκε και με δική της ευθύνη και αρνείται να πάρει οποιαδήποτε πρωτοβουλία για την επίλυσή του, σε μια προσπάθεια να διαχειριστεί το πολιτικό κόστος.

Κυβερνητική Βαβέλ

Διαφορετική είναι η προσέγγιση του υπουργού Οικονομικών κ. Τσακαλώτου, ο οποίος προσπαθεί να δημιουργήσει θετική δυναμική στις διαπραγματεύσεις, στηριζόμενος στις αμφίβολης αποτελεσματικότητας παρεμβάσεις του Γάλλου υπουργού Οικονομικών κ. Σαπέν και του αρμόδιου επιτρόπου κ. Μοσκοβισί. Μετά τη συνάντησή του με τον κ. Μοσκοβισί, την περασμένη Πέμπτη, ο κ. Τσακαλώτος δημιούργησε την εντύπωση ότι μπορεί να υπάρξει σχετικά γρήγορα πρόοδος στη διαπραγμάτευση που έχει σχέση με τις διαρθρωτικές αλλαγές στον τομέα της ενέργειας, τις δημοσιονομικές δεσμεύσεις για τη μετά το 2018 περίοδο και τα εργασιακά.

Ο υπουργός Οικονομικών συμπλήρωσε ότι δεν γνωρίζει αν θα ολοκληρωθεί η δεύτερη αξιολόγηση τον Ιανουάριο ή αργότερα, αλλά συμφώνησε με τον επίτροπο πως όσο πιο γρήγορα, τόσο το καλύτερο. 

Η μέθοδος που ακολουθεί η κυβέρνηση, η οποία στο εσωτερικό εμφανίζεται να μη βιάζεται αλλά στο εξωτερικό προσπαθεί να στείλει το μήνυμα ότι είναι συνεργάσιμη, έχει οδηγήσει σε εντελώς διαφορετικές εκτιμήσεις τους ευρωβουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ. Ο κ. Κούλογλου έχει υιοθετήσει την άποψη ότι ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας κ. Σόιμπλε στέκεται εμπόδιο σε οποιαδήποτε διαπραγμάτευση και δεν αποκλείει τη διενέργεια πρόωρων βουλευτικών εκλογών σαν απάντηση στις μεθοδεύσεις των «σκληρών» της Ευρωζώνης.

Ο κ. Παπαδημούλης είναι ο εκφραστής της επίσημης γραμμής προς το εξωτερικό, η οποία βασίζεται στην εκτίμηση ότι σε γενικές γραμμές όλα πάνε καλά και πως υπάρχουν οι προϋποθέσεις για γρήγορο κλείσιμο της αξιολόγησης μόλις ο κ. Σόιμπλε και το ΔΝΤ ξεπεράσουν τις «εμμονές» τους.

Σε εντελώς διαφορετική γραμμή κινείται ο κ. Χρυσόγονος, ο οποίος προειδοποιεί για τους κινδύνους που δημιουργεί η τακτική των καθυστερήσεων και υπογραμμίζει τον κίνδυνο του Grexit. Να θυμίσουμε ότι ο κ. Χρυσόγονος είχε παρέμβει και την περίοδο της κυριαρχίας Βαρουφάκη στην κυβέρνηση Τσίπρα, με επιστολή του προς τον πρωθυπουργό, για να αποτρέψει το διαφαινόμενο Grexit.