Η Ιστορία της Ελλάδας μέσα από 231 πιάτα - Free Sunday
Η Ιστορία της Ελλάδας μέσα από 231 πιάτα

Η Ιστορία της Ελλάδας μέσα από 231 πιάτα

Η σιδηρά κυρία των δημοσίων σχέσεων Λόλα Νταϊφά μας συστήνεται από τη θέση του παθιασμένου συλλέκτη με μια συναρπαστική προσωπική ιστορία και μια ασυνήθιστη συλλογή –η αρτιότερη ιδιωτική ή μουσείου– που επιτέλους βιβλιογραφείται. Μέσα από το βιβλίο «Η Ελλάδα μέσα από 231 ιστορικά πιάτα (1863-1973)» παρουσιάζονται γεγονότα που «σφράγισαν» την Ιστορία της χώρας μας από τους αρχαίους χρόνους έως τη σύγχρονη Ελλάδα και προσωπικότητες –άλλες εμβληματικές, άλλες ξεχασμένες– που διαδραμάτισαν ρόλο πρωταγωνιστή μέσα από τα 231 πιάτα της κ. Λόλας Νταϊφά.

Τα μέσα της δεκαετίας του ’60 ήταν μια εποχή άναρχης ανοικοδόμησης της Αθήνας. Οι Αθηναίοι πουλούσαν τα οικόπεδά τους για αντιπαροχή την ίδια στιγμή που οι κάτοικοι της περιφέρειας συνέρρεαν μαζικά στην πρωτεύουσα για μια καλύτερη τύχη. Στο μεταξύ, ολόκληρη η χώρα, με επίκεντρο την Αθήνα, εκσυγχρονιζόταν. Οι ηλεκτρικές οικιακές συσκευές, το τηλέφωνο και η τηλεόραση έβρισκαν θέση σε κάθε σπίτι, ενώ τα αυτοκίνητα άλλαζαν τον τρόπο ζωής των κατοίκων που ήθελαν να αποτινάξουν το παρελθόν και να αγκαλιάσουν την παγκόσμια πρόοδο. Η Λόλα Νταϊφά τότε ήταν μια ανήσυχη φοιτήτρια της Φιλοσοφικής που μόλις ξεκινούσε να καλλιεργεί ένα περίεργο πάθος: αυτό της συλλογής ιστορικών πιάτων. «Βλέποντας σπίτια, παλιά νοικοκυριά, αντικείμενα, βιβλία είτε να γκρεμίζονται είτε να ξεπουλιούνται, ένιωσα πανικό και σκεφτόμουν πως «τίποτα δεν θα μείνει από την Ελλάδα που αγάπησα. Αγαπούσα την Αθήνα που έφευγε και ξεκίνησα να μαζεύω ακροκέραμα, που αντιπροσώπευαν την εξωτερική όψη ενός σπιτιού, και τα πιάτα, που ήταν η ζωή του σπιτιού, η καθημερινότητα».

ΠΙΑΤΟ 1 min 1

 

Η κ. Νταϊφά θυμάται τα μικρά, καρμικά και αστεία που μας παίζει η ζωή. «Βρήκα το πρώτο πιάτο της συλλογής μου στο σπίτι της πεθεράς μου. Βέβαια τότε δεν γνώριζα πως αυτή η γυναίκα θα γινόταν πεθερά μου. Η Καλλιόπη Νταϊφά είχε ένα πανέμορφο αστικό σπίτι, στην Καλλιδρομίου, με πολλά έργα, πίνακες ζωγραφικής και μια μεγάλη βιβλιοθήκη. Αυτή η βιβλιοθήκη ήταν και ο λόγος που την επισκέφτηκα. Κάποια βιβλία που χρειαζόμουν για το πανεπιστήμιο έμαθα πως υπήρχαν στη βιβλιοθήκη του Νταϊφά. Χτύπησα την πόρτα, τα ζήτησα και μου τα έδωσαν. Κατά την επίσκεψή μου ζήτησα ένα ποτήρι νερό και η κυρία Καλλιόπη, καθώς ήταν μεγάλη σε ηλικία, με προέτρεψε να πάω μέχρι την κουζίνα και να φέρω ένα ποτήρι νερό κι εκείνης. Κάπου σε μια γωνία της κουζίνας υπήρχε ένα πιάτο “σταμπαρισμένο” με ένα βασιλικό ζευγάρι. Μου έκανε μεγάλη εντύπωση. Ως επαναστατημένη φοιτήτρια αναρωτήθηκα “τι είδους άνθρωποι έχουν βασιλιάδες σε πιάτο;”. Το πιάτο αυτό με απασχόλησε χρόνια μετά ξανά, όταν πλέον είχα παντρευτεί με τον σύζυγό μου, Ίωνα Νταϊφά. Το αναζήτησα και η πεθερά μου μου το χάρισε».

PIATO2 min

Σε μια εποχή που δεν υπήρχαν μηχανές αναζήτησης και Wikipedia, η Λόλα Νταϊφά αρχίζει να διαβάζει, να ρωτάει, να μαθαίνει για την ιστορία αυτού του πιάτου, για να φέρει στο φως μια ιστορία συλλογικής μνήμης. «Σε αυτό το πρώτο πιάτο που ανακάλυψα απεικονιζόταν ο βασιλιάς Γεώργιος Α΄ και η βασίλισσα Όλγα και τελικά δεν ήταν απλώς ένα πιάτο με βασιλιάδες αλλά η Ιστορία της Ελλάδας» αφηγείται η κ. Νταϊφά. «Από τη σύσταση του ελληνικού κράτους ξεκίνησε μια προσπάθεια, με τα “πιάτα του ενθουσιασμού”, να μεταδοθεί στον αγράμματο την εποχή του 1863, ταλαιπωρημένο και φτωχό ελληνικό λαό μια γνώση της Ιστορίας των Ελλήνων. Ήταν μια πολιτική πράξη, για να καλλιεργηθεί η αγάπη για την πατρίδα, μια αυτοπεποίθηση και ένας θαυμασμός “πως καταγόμαστε από ήρωες, πως έχουμε ιστορικό παρελθόν”. Γι’ αυτό τα πιάτα απεικονίζουν φιγούρες όπως ο Μέγας Αλέξανδρος, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, ο Ρήγας Φεραίος. Επιπλέον, υπήρχαν τα “πιάτα της χαράς” και τα “πιάτα των επετείων”, που είτε απεικόνιζαν βασιλιάδες είτε κυκλοφορούσαν με αφορμές επετείους. Υπήρχε όμως και μια άλλη σειρά, τα φιλελληνικά πιάτα, που σκοπό είχαν να συγκινήσουν τους Ευρωπαίους ώστε να ενισχύσουν οικονομικά τον εθνικοαπελευθερωτικό αγώνα της Ελλάδας. Αυτή η τελευταία κατηγορία πιάτων ποτέ δεν με συγκίνησε».

PIATO3 min

Το νέο ελληνικό κράτος έκανε μπουσουλώντας τα νέα του βήματα και χρειαζόταν να εμφυσήσει στους πολίτες του τις έννοιες της ενότητας, του κράτους, της κοινής καταγωγής και καταβολής. Η νέα Ελλάδα χρειαζόταν ήρωες και τους σέρβιραν στον λαό στο πιάτο. Τα πιάτα κατασκευάζονταν με μεράκι στη Σύρο, στον Πειραιά, στην Πάτρα και στην Αθήνα και χρονολογούνται από το 1863 μέχρι και το 1973. «Ήταν εξαιρετικής τέχνης και τεχνικής χάρη στα χρώματα, στον σχεδιασμό και στις περίτεχνες μπορντούρες. Όμως δεν ήταν σερβίτσια αξίας. Τα έβαζαν στις πιατοθήκες τους, δεν τα έδιναν προίκα. Έτρωγαν σε αυτά. Έλεγαν στα παιδάκια “φάε τη σούπα και θα δεις τον Κολοκοτρώνη, τον βασιλιά ή τις Τρεις Χάριτες”. Όπως μου εξομολογήθηκε μια φίλη, κάπως έτσι έτρωγε όλο της το φαγητό όταν ήταν μικρούλα» επισημαίνει η κ. Νταϊφά.

Untitled design min

Τα πρόσωπα που απεικονίζονταν έκαναν τη διαφορά. «Ανάμεσα στις φιγούρες υπάρχει εκείνη μιας εικοσάχρονης κοπέλας, της Μαργαρίτας Μπασδέκη, δεμένης με γιαταγάνια, μιας ξεχασμένης ηρωίδας της Επανάστασης της Θεσσαλίας, που το 1878, κατά τη Μάχη της Μακρινίτσας Πηλίου, δεν έλαβε απλώς μέρος μεταξύ των πολεμιστών αλλά ηγήθηκε των 300 Ελλήνων πολεμιστών εναντίον 5.000 Τούρκων με επικεφαλής τον Ισκεντέρ Πασά».

Η ίδια η κ. Νταϊφά για να καταλήξει σε αυτή την πλούσια συλλογή έδειξε πίστη, υπομονή και αφοσίωση. «Είναι ένα τεράστιο οδοιπορικό που ακόμα συνεχίζεται. Έχω γυρίσει όλη την Ελλάδα γι’ αυτά τα πιάτα και έχω ταξιδέψει και στο εξωτερικό, γιατί εκεί τυπώνονταν. Για χάρη τους έφτασα στη Μασσαλία, στο Μπορντό, στο Πόρτο Μπέλο, στο Μάντσεστερ, στο Βελιγράδι, στη Βουδαπέστη. Με είχαν προσαγάγει μια φορά, μάλιστα, στο Αστυνομικό Τμήμα της Πλάκας. Προσπαθούσα να αφήσω ένα σημείωμα και χρήματα σε ένα παλαιοπωλείο που στη βιτρίνα του είχε ένα πιάτο. Ο αστυνομικός που βρισκόταν σε περιπολία δεν πίστεψε τις εξηγήσεις μου. Χρειάστηκε να έρθει ο ιδιοκτήτης για να αφεθώ ελεύθερη. Μια άλλη φορά έπρεπε να παραπλανήσω την οικογένειά μου ώστε να πάμε διακοπές στην Ανάφη, γιατί είχα πληροφορίες πως εκεί υπήρχε ένα πιάτο. Έχασα όλες τις διακοπές μου αναζητώντας το. Άλλα πιάτα έβρισκα, άλλα δεν έβρισκα, άλλα πλήρωνα ακριβά, άλλα με «εκβίαζαν» κατά κάποιον τρόπο, μου τα παζάρευαν και για να τα αποκτήσω έδινα μπουκάλια ουίσκι ή αμερικανικά τσιγάρα εκείνη την εποχή. Όλα αυτά μαζί με τα χρήματα που πλήρωνα».

PIATO4 min

Η κ. Νταϊφά επιμένει να σταθούμε σε ένα πρόσωπο, στον γλύπτη και κεραμίστα Κώστα Ντουσάκη. «Πρόκειται για έναν sui generis καλλιτέχνη από τα Χανιά που εμπνεύστηκε από αυτή τη σειρά των πιάτων και συνέχισε την παράδοση με τη δική του τεχνοτροπία, φιλοτεχνώντας τις μορφές του Θεοτοκόπουλου, του Καζαντζάκη και των ηρώων των κρητικών επαναστάσεων. Ήταν ένας σπουδαίος καλλιτέχνης που, δυστυχώς, δεν γνώρισε την καταξίωση. Είναι αυτός που έφτιαξε το άγαλμα του Αφανούς Ναύτη στη Σούδα, ενώ η προσωπογραφία του Τζον Κένεντι που φιλοτέχνησε βρίσκεται στον Λευκό Οίκο. Ο εικαστικός μέχρι σήμερα δεν είχε βιβλιογραφηθεί και δεν μπορούσαμε να βρούμε στοιχεία. Έπρεπε να πάω στην Πελεκαπίνα, στα Χανιά, για να βρω την κόρη του ώστε να μάθω την πορεία του».

PIATO4.png5 min

Ιστορίες ξεχασμένες σήμερα τότε δημιουργούσαν τα θεμέλια για μια ενιαία Ελλάδα που χρειαζόταν σύμβολα. Η κ. Νταϊφά «βούτηξε» στην Ιστορία και ξεκίνησε μια συλλογή που διηγούνταν την Ιστορία ενός έθνους. Και ήταν αυτός ο λόγος που θέλησε η σπάνια συλλογή να βιβλιογραφηθεί. «Το βιβλίο έχει τίτλο “Η Ελλάδα μέσα από 231 ιστορικά πιάτα (1863-1973)”, από τις εκδόσεις Μίλητος, που σεβάστηκαν απόλυτα τη συλλογή. Δεν υπάρχει άλλο τέτοιο βιβλίο καταγραφής, ούτε, όπως σημειώνει η λαογράφος, καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών, Κατερίνα Κορρέ-Ζωγράφου, που επιμελήθηκε την επιστημονική έρευνα, “άλλη πληρέστερη συλλογή, ιδιωτική ή μουσείου”. Τον πρόλογο υπογράφει ο ακαδημαϊκός και μακροβιότερος διευθυντής μουσείου (από τη θέση του στο Μουσείο Μπενάκη) Άγγελος Δεληβορριάς. Όλα τα δικαιώματα του βιβλίου τα έχω εκχωρήσει στον σύλλογο “Ελπίδα”, για την καταπληκτική δουλειά που κάνει. Για να ενισχυθεί η προσπάθεια 25 ετών, για τα παιδιά αυτά που έχουν ανάγκη».