Η πανδημία γύρισε τον πολιτικό χρόνο στον Σεπτέμβριο του 2019 - Free Sunday
Η πανδημία γύρισε τον πολιτικό χρόνο στον Σεπτέμβριο του 2019

Η πανδημία γύρισε τον πολιτικό χρόνο στον Σεπτέμβριο του 2019

Σε επίπεδα αποδοχής ανάλογα με τη μετεκλογική περίοδο του 2019 έχει οδηγήσει την κυβέρνηση η διαχείριση της κρίσης της πανδημίας, όπως προκύπτει απ’ όλες τις πρόσφατες δημοσκοπήσεις, με χαρακτηριστικότερη την πλέον πρόσφατη, τη μέτρηση της Metron Analysis για το Mega, η οποία παρουσιάστηκε την τελευταία ημέρα του Απριλίου.

Όπως προκύπτει από τη δημοσκόπηση, ο Κυριάκος Μητσοτάκης έχει την αποδοχή του 74%, ενώ τον Σεπτέμβριο ήταν 3 μονάδες παρακάτω, στο 71%. Το 74%, δηλαδή τρεις στους τέσσερις, είναι το υψηλότερο ποσοστό που είχε ο κ. Μητσοτάκης μετεκλογικά, ενώ το χαμηλότερο ήταν τον Φεβρουάριο, που είχε φτάσει το 60%. Δηλαδή η διαχείριση της πανδημίας έδωσε στον κ. Μητσοτάκη 14 μονάδες. Από την άλλη, επανέφερε και τις αρνητικές γνώμες στο επίπεδο του Σεπτεμβρίου 2019, δηλαδή στο 22%, ενώ τον Φεβρουάριο είχαν φτάσει στο 32%, δηλαδή 10 μονάδες παραπάνω.

Ποσοστιαία, η συνολική αποδοχή της κυβέρνησης είναι ακόμα πιο βελτιωμένη και φτάνει το 68%, 5 μονάδες πάνω από τον Σεπτέμβριο του 2019 και 14 μονάδες πάνω από τον Φεβρουάριο του 2020, ενώ οι αρνητικές γνώμες είναι στο 23%, 2 μονάδες κάτω από τον Σεπτέμβριο και 13 μονάδες κάτω από τον Φεβρουάριο, που ήταν στο 54%.

Συνολικά, δηλαδή, το θετικό στον Μητσοτάκη ακροατήριο είναι περίπου 10% πάνω από το αντίστοιχο κυβερνητικό, ενώ στις αρνητικές γνώμες ο πρωθυπουργός και η κυβέρνηση συμβαδίζουν.

 

Σε αντιστοιχία και ο ΣΥΡΙΖΑ

Αλλά και για τον ΣΥΡΙΖΑ τα ευρήματα της ίδιας δημοσκόπησης παραπέμπουν στην εικόνα του Σεπτεμβρίου 2019. Το 61% κρίνει αρνητικά την αξιωματική αντιπολίτευση και το 27% θετικά, ποσοστά στα επίπεδα του Σεπτέμβριου 2019, όταν οι θετικές γνώμες ήταν 25% και οι αρνητικές 62%, ενώ τον Φεβρουάριο του 2020 ήταν στο 69%.

Αντίστοιχα με τον πρωθυπουργό, και ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ έχει διαχρονικά βελτιωμένη εικόνα σε σχέση με το κόμμα του. Στην πρόσφατη δημοσκόπηση έχει 33% θετικές γνώμες και 56% αρνητικές, ενώ τον Σεπτέμβριο του 2019 είχε 30% θετικές και 59% αρνητικές γνώμες.

Ουσιαστικά, δηλαδή, και ο κ. Τσίπρας έχει ένα ακροατήριο 10% μεγαλύτερο από το κόμμα του, ενώ στις αρνητικές γνώμες είναι απλώς ελαφρά καλύτερος από το κόμμα του.

Το πιο ενδιαφέρον στοιχείο, όμως, είναι ότι η πτώση του Φεβρουαρίου και η άνοδος του Μαρτίου ήταν ισόρροπες και για τους δύο αρχηγούς και για τα δύο κόμματα, και δεν οδηγούσε η πτώση του ενός σε άνοδο του άλλου.

Όμως αυτή η εικόνα διευρύνει επικίνδυνα για τον ΣΥΡΙΖΑ τη διαφορά ανάμεσα στην κυβέρνηση και την αξιωματική αντιπολίτευση, καθώς οι 8 μονάδες των εκλογών του Ιουλίου, που έγιναν 16,5 τον Σεπτέμβριο και 15 τον Ιανουάριο, τώρα ξεπερνούν τις 20.

Αυτή η διαφορά, η οποία βρίσκεται σε αυτά τα επίπεδα σε όλες τις δημοσκοπήσεις από τα τέλη Φεβρουαρίου και την κρίση στον Έβρο και καθ’ όλη την περίοδο της αντιμετώπισης του κορονοϊού, οδηγεί αναλυτές των μετρήσεων σε εκτιμήσεις ότι δεν αποκλείεται ακόμη και αυτοδυναμία σε περίπτωση εκλογών.

 

Σενάρια εκλογών και διαπλοκής

Τα σενάρια εκλογών διέψευσε ο ίδιος ο πρωθυπουργός, ο οποίος στη συνέντευξή του στην «Καθημερινή» το Πάσχα δήλωσε ότι δεν αισθάνεται ότι του λείπει «κάποιο απόθεμα πολιτικής νομιμοποίησης», όμως η καθήλωση του ΣΥΡΙΖΑ στα ποσοστά των ευρωεκλογών του 2019 επανέφερε τις ερμηνείες της διαπλοκής και της διασύνδεσης ανάμεσα στην κυβέρνηση και τα μέσα ενημέρωσης.

O κ. Τσίπρας στην τελευταία του ομιλία στη Βουλή, στην οποία διέκρινε στην κυβέρνηση «φλερτ με τον ολοκληρωτισμό», απέδωσε εμμέσως πλην σαφώς τις διαφορές στα ποσοστά των δύο κομμάτων στην κυβερνητική ενίσχυση στα ΜΜΕ και κάλεσε τον πρωθυπουργό να απαντήσει γιατί έγινε η χρηματοδότηση χωρίς να περάσει στη «Διαύγεια».

«Να βλέπουμε μονάχα αυτά που επιλέγουν να μας δείχνουν τα μέσα ενημέρωσης και τα σάιτ που αφειδώς χρηματοδοτείτε και να σας αποθεώνουμε όλοι, να λέμε τι καλός που είστε» είπε ο κ. Τσίπρας, χωρίς όμως να διευκρινίσει αν η χρηματοδότηση των ΜΜΕ οδηγεί στην παραγγελία δημοσκοπήσεων ή στη διαμόρφωση ανάλογης γνώμης στην κοινωνία, την οποία αποτυπώνουν οι δημοσκοπήσεις.

Πάντως, ο εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας, πρώην υπουργός Εξωτερικών, καθηγητής Κατρούγκαλος, είπε ότι υπάρχει μια πρωτοφανής εκστρατεία αγιοποίησης του πρωθυπουργού σε επίπεδο χαρακτηρισμών και αφήγησης.

Ουσιαστικά ο ΣΥΡΙΖΑ κατήγγειλε την κυβέρνηση ότι εξαγοράζει τη στήριξη των μέσων ενημέρωσης, στην οποία απέδωσε τις δημοσκοπήσεις, χωρίς όμως να καταγγείλει τις ίδιες τις δημοσκοπήσεις, όπως έκανε την περίοδο πριν από τις ευρωεκλογές του 2019. Η ανάγνωση των δηλώσεων των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ περισσότερο οδηγεί στο συμπέρασμα ότι δεν υπάρχουν έρευνες κοινής γνώμης θετικές για τον ΣΥΡΙΖΑ τον τελευταίο καιρό. Ο ίδιος ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ στη συνέντευξή του στο Kontra Channel στις 16 Απριλίου είχε πει ότι η ενίσχυση της κυβέρνησης «είναι φυσιολογικό να συμβαίνει» σε περιόδους κρίσης, αν και είχε διευκρινίσει ότι «ακόμα και ο τρόπος που κάποιοι θέτουν τα ερωτήματα στις δημοσκοπήσεις, φανερώνει τις προθέσεις για τις απαντήσεις που θέλουν να εξαγάγουν».

FS539 ΔΗΜΟΣΚΟΠΗΣΕΙΣ1

Τα αδύνατα σημεία παραμένουν

Σε κάθε περίπτωση, όλες οι δημοσκοπήσεις τον τελευταίο καιρό αναδεικνύουν με σαφήνεια τα ζητήματα στα οποία υστερεί η κυβέρνηση της ΝΔ στην κοινή γνώμη. Στο Μακεδονικό, στα εργασιακά θέματα και στο μεταναστευτικό οι αρνητικές γνώμες είναι περισσότερες από τις θετικές.

Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία στο μεταναστευτικό, καθώς η πανδημία έδωσε στην κυβέρνηση τον χρόνο να κάνει κάποιες κρίσιμες κινήσεις, όπως η μεταφορά εκατοντάδων μεταναστών από τα νησιά στην ηπειρωτική χώρα, χωρίς αντιδράσεις. Αυτό, σε συνδυασμό με την εξάλειψη των ροών από την Τουρκία, είχε ως αποτέλεσμα μια σαφή βελτίωση στην εικόνα σε σχέση με τον Σεπτέμβριο του 2019, οπότε μόνο ένας στους τέσσερις έβλεπε θετικά την κυβερνητική πολιτική, ποσοστό που τώρα έγινε δύο στους πέντε, δηλαδή υπήρξε μια βελτίωση περίπου 15 μονάδων.

Από την άλλη, παρά τις προεκλογικές εξαγγελίες και τις μειώσεις στον ΕΝΦΙΑ, η ικανοποίηση από τη φορολογική πολιτική έχει υποχωρήσει περίπου στο 45%, από πάνω από τους μισούς που ήταν τον Σεπτέμβριο.

Στον αντίποδα, η κρίση των συνόρων τον Φεβρουάριο διπλασίασε το ποσοστό ικανοποίησης από την πολιτική στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, παρά το γεγονός ότι πολύ σύντομα η πανδημία έβγαλε το θέμα από την πολιτική ατζέντα.