Πιο δύσκολο και επικίνδυνο το ευρωπαϊκό περιβάλλον - Free Sunday
Πιο δύσκολο και επικίνδυνο το ευρωπαϊκό περιβάλλον

Πιο δύσκολο και επικίνδυνο το ευρωπαϊκό περιβάλλον

Στη διάρκεια της τελευταίας εβδομάδας μάς ήρθαν κι άλλα πολιτικά μηνύματα τα οποία οδηγούν στο συμπέρασμα ότι το ευρωπαϊκό περιβάλλον γίνεται πιο δύσκολο και επικίνδυνο για τα καλώς εννοούμενα ελληνικά συμφέροντα. Η κυβέρνηση Τσίπρα, η οποία, με βάση όσα έλεγε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, θεωρούσε ότι η Ελλάδα δεν είχε κανέναν λόγο να βιάζεται για την αξιολόγηση, ενώ οι Ευρωπαίοι εταίροι ήταν υποχρεωμένοι να τρέξουν για να προλάβουν αρνητικές εξελίξεις, αιφνιδιάστηκε για μία ακόμη φορά και ανέλαβε πρόσθετες δεσμεύσεις, οι οποίες είναι στη γραμμή του ΔΝΤ και του Eurogroup.

Κατά την άποψή μου, η κυβέρνηση έχει πλήρη γνώση της πολιτικής δυναμικής που αναπτύσσεται στην Ε.Ε. αλλά είναι υποχρεωμένη να αιφνιδιάζεται, γιατί αυτά που λέει στο εσωτερικό δεν έχουν καμία σχέση με αυτά που παρατηρούν οι αρμόδιοι κυβερνητικοί παράγοντες στην Ε.Ε.

Ο Γιούνκερ λέει «όχι» σε νέα υποψηφιότητα

Θεωρώ εξαιρετικά σημαντικό το γεγονός ότι ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Γιούνκερ ξεκαθάρισε ότι δεν πρόκειται να θέσει υποψηφιότητα, το 2019, για δεύτερη πενταετία στην προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής.

Ο κ. Γιούνκερ, ο οποίος έχει αποδείξει ότι είναι σταθερός υποστηρικτής της Ελλάδας, εμφανίζει το τελευταίο διάστημα έντονα τα σημάδια της πολιτικής κόπωσης, όπως και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο σύνολό της. Ως γνήσιος ευρωπαϊστής, ξεκίνησε τη θητεία του στην προεδρία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής με μεγάλες φιλοδοξίες. Υπογράμμιζε σε κάθε ευκαιρία ότι η Επιτροπή του έχει πολιτικά χαρακτηριστικά, για να στείλει το μήνυμα ότι θα πρωταγωνιστούσε στις ευρωπαϊκές εξελίξεις.

Η απόφαση των Βρετανών υπέρ του Brexit στο δημοψήφισμα του Ιουνίου 2016 έχει φέρει σε εξαιρετικά δύσκολη θέση τον κ. Γιούνκερ. Δεν φτάνει που έχει να διαχειριστεί μία εξαιρετικά σύνθετη υπόθεση όπως είναι το Brexit, η οποία θα επηρεάσει αρνητικά το Ηνωμένο Βασίλειο αλλά και την Ε.Ε. σε ό,τι αφορά την οικονομία, διαπιστώνει επιπλέον ότι οι «27» δεν είναι ενωμένοι σε ό,τι αφορά την αναγκαία επανεκκίνηση της Ε.Ε. μετά την αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου.

Η δήλωσή του ότι δεν θα διεκδικήσει νέα πενταετία ερμηνεύτηκε από ιταλικά ΜΜΕ ως προετοιμασία για την παραίτησή του στο άμεσο μέλλον. Ανεξάρτητα από την ερμηνεία των ιταλικών ΜΜΕ, που μοιάζει υπερβολική, είναι γεγονός ότι ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής κ. Γιούνκερ δεν μπορεί να παίξει τον ρόλο που θα ήθελε και η αποδυνάμωση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής είναι μια δυσάρεστη εξέλιξη για την Ελλάδα.

Ενίσχυση της Λεπέν

Προβληματισμό δημιουργεί η σταθερά ανοδική τάση της Μαρίν Λεπέν στις δημοσκοπήσεις ενόψει του πρώτου γύρου των προεδρικών εκλογών της Γαλλίας, τον Απρίλιο.

Με βάση τα αποτελέσματα των τελευταίων ερευνών της κοινής γνώμης, η κ. Λεπέν κινείται γύρω στο 27%, ενώ ο ανεξάρτητος κεντρώος υποψήφιος κ. Μακρόν και ο υποψήφιος της κεντροδεξιάς κ. Φιγιόν δίνουν μάχη για τη δεύτερη θέση, η οποία εξασφαλίζει παρουσία στον δεύτερο γύρο των προεδρικών εκλογών, με ποσοστά της τάξης του 20%.
Δεν φτάνει που η υποψήφια της άκρας Δεξιάς μεγαλώνει τη διαφορά που τη χωρίζει από τους άλλους υποψήφιους στον δεύτερο γύρο, αλλά σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις παρουσιάζει και καλύτερη εκλογική συμπεριφορά στον κρίσιμο δεύτερο γύρο. Τα ποσοστά που καταγράφει στις εκτιμήσεις για το αποτέλεσμα του δεύτερου γύρου ξεπέρασαν ήδη το φράγμα του 40% και πηγαίνουν προς το 45%. 

Όλα μπορούν να συμβούν στις προεδρικές εκλογές της Γαλλίας, γιατί οι υποψηφιότητες του κ. Μακρόν και του κ. Φιγιόν έχουν σοβαρά προβλήματα. Ο κ. Μακρόν θεωρείται νέος και δυναμικός, δεν έχει όμως ισχυρό κομματικό σχηματισμό στον οποίο να μπορεί να στηριχτεί, σε περίπτωση που εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας. Δημιούργησε το δικό του κίνημα «Προχωράμε», το οποίο όμως δεν έχει ισχυρή οργάνωση και διείσδυση. Υπάρχει, λοιπόν, σοβαρή πιθανότητα, σε περίπτωση που εκλεγεί Πρόεδρος της Δημοκρατίας, να μην ελέγχει, ούτε καν να επηρεάζει, τη Βουλή που θα προκύψει από τις βουλευτικές εκλογές του Ιουνίου. Είναι μια σοβαρή πολιτική αδυναμία, η οποία θα επηρεάσει την απόφαση πολλών ψηφοφόρων.

Ο «ατσαλάκωτος» κ. Φιγιόν ξεκίνησε με εντυπωσιακό τρόπο την εκλογική του προσπάθεια, εφόσον επικράτησε με χαρακτηριστική άνεση στις εσωκομματικές εκλογές των Ρεπουμπλικάνων για την ανάδειξη του προεδρικού υποψηφίου. Στη συνέχεια, όμως, η αποκάλυψη ότι απασχολούσε τη σύζυγό του στο βουλευτικό του γραφείο σε συνθήκες αργομισθίας έσπασε τη δυναμική της προεκλογικής του εκστρατείας και ενίσχυσε τους δισταγμούς των ψηφοφόρων.

Σε περίπτωση επικράτησης της κ. Λεπέν και των θέσεων του ακροδεξιού Εθνικού Μετώπου δεν θα έχουμε μια κρίση τύπου Brexit για την Ε.Ε. αλλά θα οδηγηθούμε πιθανότατα στη διάλυσή της. Η κ. Λεπέν υποστηρίζει την έξοδο της Γαλλίας πρώτα από την Ευρωζώνη και μετά από την Ε.Ε., ενώ οι ακροδεξιές της θέσεις σε μια σειρά ζητήματα καθιστούν πρακτικά αδύνατη τη συνεννόηση με τους περισσότερους από τους Ευρωπαίους εταίρους.

Ο ευέλικτος κ. Σουλτς

Μια πρώτη γεύση από τη σκλήρυνση της προεκλογικής τακτικής της γερμανικής κυβέρνησης στο ζήτημα της διαχείρισης του ελληνικού προγράμματος πήρε η κυβέρνηση Τσίπρα την εβδομάδα που πέρασε. Ο πρωθυπουργός κ. Τσίπρας προσπάθησε να αξιοποιήσει τις διαφορετικές απόψεις που εκφράζουν σε ορισμένα ζητήματα το ΔΝΤ και το Βερολίνο, τελικά όμως βρέθηκε στην ανάγκη να προσαρμοστεί στις υποδείξεις του ΔΝΤ για μείωση του αφορολόγητου ορίου και μείωση των παλαιών κύριων συντάξεων, οι οποίες αποτέλεσαν τη βάση της συνεννόησης του διεθνούς οργανισμού με το Βερολίνο και το Eurogroup.

Να θυμίσουμε ότι η κυβέρνηση Μέρκελ είναι κυβέρνηση συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών. Οι τελευταίοι έχουν την τάση να διαχωρίζουν φραστικά τις θέσεις τους από τις πιο δύσκολες αποφάσεις για το ελληνικό πρόγραμμα, αλλά αυτό γίνεται εδώ και χρόνια για επικοινωνιακούς και όχι ουσιαστικούς λόγους.

Το τελευταίο διάστημα οι Χριστιανοδημοκράτες δέχονται μεγάλη πολιτική πίεση από τους Σοσιαλδημοκράτες, οι οποίοι μετά την προώθηση του πρώην προέδρου του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου κ. Σουλτς στην ηγεσία τους καταγράφουν δημοσκοπικά ποσοστά συγκρίσιμα με των Χριστιανοδημοκρατών για πρώτη φορά στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας.

Ο κ. Σουλτς αποδεικνύεται ιδιαίτερα ευέλικτος και καταγγέλλει συστηματικά τη δημοσιονομική αυστηρότητα και την εισοδηματική λιτότητα που συνδέονται με το πρόγραμμα «Ατζέντα 2010», το οποίο υιοθετήθηκε το 2003 από τον σοσιαλδημοκράτη καγκελάριο κ. Σρέντερ. Από τότε τα δύο μεγάλα κόμματα κινούνται στο πλαίσιο αυτού του προγράμματος, το οποίο εφάρμοσαν με μεγάλη επιτυχία οι διαδοχικές κυβερνήσεις της κ. Μέρκελ.

Ο κ. Σουλτς είχε υπογράψει το 2014 πολιτική συμφωνία στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο η οποία προέβλεπε ότι θα έμενε άλλα δυόμισι χρόνια στην προεδρία του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και στη συνέχεια θα έδινε τη θέση του σε υποψήφιο της κεντροδεξιάς. Αθέτησε τη συμφωνία και δεν σεβάστηκε την υπογραφή του, με αποτέλεσμα να χρειαστούν σκληρές πολιτικές συγκρούσεις και τέσσερις ψηφοφορίες διάρκειας 10 ωρών για να επικρατήσει τελικά ο υποψήφιος της κεντροδεξιάς κ. Ταγιάνι. Τώρα στρέφεται κατά των επιλογών του σοσιαλδημοκράτη καγκελάριου κ. Σρέντερ και υιοθετεί αριστερή φρασεολογία στην προσπάθειά του να πάρει ψήφους από τους Πράσινους και την Αριστερά, παρά το γεγονός ότι μέχρι τώρα εμφανιζόταν σαν εκφραστής της μετριοπαθούς πτέρυγας του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος και υποστήριζε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο τη συνεργασία της κεντροαριστεράς με την κεντροδεξιά.

Οι μεταμορφώσεις του κ. Σουλτς επιβραβεύονται, προς το παρόν, από τους Γερμανούς πολίτες, εάν κρίνουμε από τα αποτελέσματα των δημοσκοπήσεων. Οδηγούν στη σκλήρυνση της πολιτικής αντιπαράθεσης στη Γερμανία και σε μια πιο αυστηρή αντιμετώπιση της Ελλάδας, εφόσον η κυβέρνηση θέλει να δείξει ότι δεν χαρίζεται στην Ελλάδα σε βάρος των Γερμανών φορολογουμένων, ενώ δημιουργούν συνθήκες πολιτικής αβεβαιότητας σε μια χώρα που μέχρι πριν από λίγο καιρό εμφανιζόταν ως ο βασικός πόλος της ευρωπαϊκής σταθερότητας.